Η σκηνοθέτρια της παράστασης «Ο Φίλιπ Γκλας αγοράζει μια φραντζόλα ψωμί», που συνεχίζεται με μεγάλη επιτυχία, μιλά στον Παναγιώτη Φραντζή για το θέατρο και την κατάσταση επείγοντος που ζούμε.
«Ο Φίλιπ Γκλας…» διαδόθηκε κυρίως από στόμα σε στόμα. Υπάρχει λοιπόν σήμερα αυτή η δυνατότητα, σε ένα περιβάλλον γεμάτο από επικοινωνία και μηνύματα;
Ναι, υπάρχει αυτή η δυνατότητα εφόσον έχει μια παράσταση το χρόνο να παιχτεί, εφόσον μπορεί ν’ αντέξει ένας δημιουργός ή μια δημιουργική ομάδα να παιχτεί για παραπάνω από δύο μήνες. Αν δίνει ο χώρος τη δυνατότητα ή αν εσύ μπορείς να ρισκάρεις, χρειάζεται ένα τέτοιο χρονικό διάστημα, αλλά δεν μπορείς εκ προοιμίου να το ξέρεις όταν είσαι παγκοσμίως άγνωστος. Εδώ, στο συγκεκριμένο χώρο, είχαμε τη δυνατότητα να μπορούμε να παρατείνουμε τις παραστάσεις.
Στη δουλειά αυτή υπάρχει κέφι και μια ομαδική διάσταση. Δεν κρύβεται κανένας, αναδεικνύονται όλοι οι συντελεστές, και αυτοί που φαίνονται και παίζουν και αυτοί που δεν φαίνονται. Πόσο εύκολο είναι να το πετύχει κανείς αυτό; Είναι κάτι που γίνεται συνειδητά;
Δεν ξέρω αν το έχω ακριβώς συνειδητά, την ώρα που δουλεύω αν σκέφτομαι έτσι. Όμως, μου αρέσει να ζω έτσι. Μου αρέσει να συνεργάζομαι με ανθρώπους που τους θαυμάζω και που τους θεωρώ ισάξιούς μου ή και καλύτερους από μένα. Οπότε υπάρχει ένας καλός συνδυασμός ατομικότητας και συλλογικότητας.
Αυτό, σήμερα στο θέατρο μπορούμε να πούμε ότι εμφανίζεται πιο πολύ επειδή αναγκαστικά οι ηθοποιοί έχουν φτιάξει ομάδες ή δεν υπάρχει αναγκαστικά ομαδικότητα στις ομάδες;
Σίγουρα η ιστορική συγκυρία μας οδηγεί σε αυτό, επειδή όλοι λειτουργούμε ομαδικά γιατί δεν μπορούμε αλλιώς, λόγω συνθήκης, αλλά δεν είναι κάτι που είναι εξασφαλισμένο εξαρχής, δηλαδή βλέπεις και πολλές ομάδες που δεν κάνουν ομαδική δουλειά, με την έννοια ότι η ομάδα είναι όχημα για προσωπική ανάδειξη και μόνο. Βέβαια, η προσωπική ανάδειξη είναι κίνητρο και είναι σημαντικό. Είναι σημαντικό όμως να υπάρχει αλληλεξάρτηση σε μια ομάδα ανθρώπων, υποκλίνομαι ως άτομο στην ομάδα και ταυτόχρονα αναδεικνύομαι μέσα από αυτή. Δε θέλω δηλαδή η ομαδικότητα να «καβαλάει» την ατομικότητα ούτε όμως και το ανάποδο.
Η προώθηση των καλλιτεχνών μέσα από τα σόσιαλ μίντια επιτρέπει στον καθένα να κάνει το μάρκετινγκ του εαυτού του, σωστά;
Το κάνεις γιατί είναι ο μόνος τρόπος για να μπορέσεις να έρθεις κοντά στο κοινό. Το κοινό θέλει να δει κάτι σ’ εσένα που θέλει να έρθει να το δει πιο κοντά σε μια παράσταση. Με αυτή την έννοια, τα σόσιαλ μίντια είναι πολύ πιο δημοκρατικά απ’ ό,τι είναι τα παραδοσιακά μέσα όπως η τηλεόραση, παρότι και η τηλεόραση θα μπορούσε να έχει πολύ ενδιαφέρον περιεχόμενο. Αλλά μπορεί να συμβαίνει επίσης αυτοί που διαχειρίζονται τα νέα μέσα να είναι ακόμα και αδαείς αλλά να αποκτούν μια εξουσία πάνω στο καλλιτεχνικό γίγνεσθαι. Καμιά φορά δίνεται μια δυνατότητα στο νέο διαδικτυακό περιβάλλον σε ανθρώπους που δεν έχουν τα φόντα να αναδεικνύονται.
Σου λείπει μια πολιτική συλλογικότητα;
Ναι. Σαφώς και μου λείπει. Απλά μέχρι στιγμής, λόγω ιστορικών συγκυριών, η συλλογικότητα των συνεργατών μου είναι κάτι που μου δίνει την ψευδαίσθηση ότι κάνω μια πολιτική πράξη, ότι συνυπάρχω μαζί τους. Θεωρώ ότι η ίδια η πράξη του θεάτρου, όταν γίνεται καλά, είναι από μόνη της μια πολιτική δήλωση, πολύ έξω από το σύστημα εξουσίας το οποίο ζούμε. Αλλά θα μπορούσε να είναι πολύ μεγαλύτερη η πολιτική της διάσταση, και η ανθρωπιστική της με έναν τρόπο.
Ποια είναι τα εμπόδια για να πάει η πράξη του θεάτρου σε πιο βαθιά νερά;
Υπάρχει ένα βασικό εμπόδιο. Όπως ξέρουμε η τέχνη χαρακτηρίζεται ως καθεστωτική ή αντικαθεστωτική. Αυτό από μόνο του, για μένα, είναι ένα δίλημμα πολύ περιοριστικό. Γενικά το να ταυτιστώ με έναν συγκεκριμένο πολιτικό χώρο, όταν αυτός ο χώρος εκφράζεται από ανθρώπους και οι άνθρωποι αυτοί φέρουν τεράστια εγώ… όλο αυτό είναι ένα πολύ οξύμωρο σχήμα. Επίσης, θεωρώ ότι πάρα πολλοί δεν παίρνουν πολιτική θέση απέναντι στα πράγματα επειδή φοβούνται. Είναι άλλο να μην μπορείς να ταυτιστείς με ένα χώρο επειδή παίρνεις θέση και άλλο να μην παίρνεις θέση.
Τι έκανες το καλοκαίρι που μας πέρασε; Εννοώ σε σχέση με την ιστορία του δημοψηφίσματος.
Δεν έκανα κάτι. Συμμετείχα συναισθηματικά κυρίως σε ένα τεράστιο εθνικό δίλημμα, πρέπει να σου πω όμως ότι, ενώ καταλάβαινα την ανάγκη της χώρας να υπάρξει μια ομοψυχία, δεν καταλάβαινα ακριβώς προς τα πού ήταν αυτή η ομοψυχία, δηλαδή κλήθηκα να ψηφίσω «Ναι» ή «Όχι», νομίζω ότι έδωσα μια πολύ προσωπική απάντηση τι σημαίνει το «Ναι» και τι το «Όχι» και αυτό θεωρώ ότι ήταν προβληματικό. Θα ήθελα να είναι πιο σαφές, τι είναι «Ναι» και τι «Όχι». Ο καθένας από μας έδινε μια δική του ερμηνεία. Πάντως σίγουρα δυσκολεύτηκα, δυσκολεύτηκα πολύ.
Συνεπώς αυτό που για κάποιους ήταν ανάταση και μετά απογοήτευση, το διαβάζεις κάπως διαφορετικά.
Το βλέπω διαφορετικά. Καταλαβαίνω ότι λειτούργησε έτσι, δεν μπορούσα να νιώσω το ίδιο. Ώρες ώρες αυτή η ανάταση με παρέσυρε κι εμένα γιατί έβλεπα ανθρώπους που πιστεύανε πάρα πολύ σε κάτι, ταυτόχρονα όμως έβλεπα ότι αυτό το κάτι δεν είχε μια μορφή.
Φοβόσουν ότι δεν είχε ουσία;
Φοβόμουν ότι είχε κάτι εφηβικό, κάτι μη ρεαλιστικό, με την έννοια της πραγματικότητας. Όλο αυτό που ζήσαμε δεν έδινε μια απάντηση στην πραγματικότητα, δεν πρότεινε κάτι, είτε το «Ναι» είτε το «Όχι», δεν προτείνανε κάτι καινούργιο, έναν άλλο δρόμο.
Σήμερα, με το προσφυγικό και όλα αυτά που γίνονται στην Ευρώπη, τι μηνύματα εισπράττεις;
Τα μηνύματα που εισπράττω είναι πολύ αρνητικά και απαισιόδοξα, βλέπω μια διχαστική τάση και στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Θεωρώ ότι τα συναισθηματικά αντανακλαστικά του ελληνικού λαού δείχνουν μια φιλόξενη διάθεση, μια διάθεση αγάπης και αλληλεγγύης και αυτό το θεωρώ πολύτιμο. Ταυτόχρονα, θα σ’ το πω πολύ κυνικά, αν δεν σταματήσουν αυτοί οι πόλεμοι, δεν μπορεί να γίνει τίποτα. Είναι σαν να έχεις έναν καρκινοπαθή σε πολύ προχωρημένο στάδιο και να επαναλαμβάνεις τις χημειοθεραπείες… Αν δεν καταπολεμήσεις το αίτιο… Είναι ένα τραγικό σύμπτωμα το προσφυγικό αυτή τη στιγμή. Σαφώς με ενδιαφέρει να βοηθήσω, έχω πάει, όχι πολύ ενεργητικά σε σχέση με άλλους εθελοντές, αλλά έχω βοηθήσει, ναι, είναι σημαντικό να βοηθήσεις έναν άνθρωπο, αλλά μόνο αν σταματήσει το αίτιο θα αντιμετωπίσεις το πρόβλημα.
Τι θα ‘θελες να αλλάξει στο θέατρο;
Θα ήθελα να δουλεύω σε ένα πιο ασφαλές περιβάλλον, οικονομικά. Δεν εννοώ τις τεράστιες αμοιβές ή την τεράστια επιχορήγηση. Αλλά να μπορούσαμε με τους συνεργάτες μου να πούμε ότι αυτή είναι η κύριά μας απασχόληση και οτιδήποτε άλλο κάνουμε είναι σαν βοήθημα και όχι το ανάποδο. Και επίσης να μπορούμε να μην κάνουμε δουλειές που δεν μας εκφράζουν. Να μπορείς να πεις ένα «Όχι» καλλιτεχνικό, όχι επειδή απορρίπτεις κάτι, αλλά γιατί αυτή τη στιγμή δεν μπορείς να το υπηρετήσεις.
Θα ’θελα επίσης να μην θεωρούμε τους σαραντάρηδες νέους καλλιτέχνες που τους δίνουμε την ευκαιρία με το σταγονόμετρο, Δεν πιστεύω στη νεολαγνεία. Δεν πιστεύω ότι είναι θέμα ηλικίας το παλιό και το νέο. Αλλά είναι σημαντικό να δίνουμε χώρο στους ανθρώπους που δείχνουν ότι δουλεύουν. Και να μπορούμε να ξεχωρίσουμε την ήρα απ’ το στάρι. Και η κρίση, νομίζω, βοηθάει σ’ αυτό.
Ποιες παραστάσεις είδες φέτος και τις ξεχώρισες;
Δεν θέλω να αδικήσω καμία, αλλά μου άρεσε πάρα πολύ η παράσταση «Ο Αδαής και ο Παράφρων», του Τόμας Μπέρνχαρντ, σε σκηνοθεσία του Γιάννου Περλέγκα. Τη βρήκα μια πάρα πολύ καλοδουλεμένη παράσταση, και ενώ φαινομενικά είναι «υψηλό» το θέμα, θεωρώ ότι αφορά πάρα πολύ κόσμο και η θεματική είναι πολύ ανοιχτή. Μου άρεσε πάρα πολύ. Μου άρεσε πάρα πολύ το «Γήρας», πάλι στην Πειραματική, που έκανε η Γεωργία Μαυραγάνη…
Α, να πω και για ξένο θίασο; Είδα τους «Αδερφούς Καραμάζοφ», και ενώ στην αρχή η φόρμα είχε κάτι το απωθητικό, μετά, επειδή ήταν μεγάλη σε διάρκεια παράσταση, είχε πάρα πολλά σημεία που τα θεώρησα ευφυή. Και πέρυσι, πάλι στη Στέγη, Μαρτάλερ, «Κρέμα και μαρέγκα». Αλλά μιλάμε για θιάσους που δουλεύουν στο εξωτερικό υπό άλλες συνθήκες. Καμία σχέση με αυτό που ζούμε εδώ.
Πέρα απ’ τα πρόσωπα, στην υπόθεση του Φεστιβάλ, ποιος έφυγε, ποιος ήρθε και ποιος είναι πιο άξιος, μπορούμε να συζητήσουμε για κάποιες αναγκαίες δομές σε αυτό το θεσμό;
Νομίζω ότι μπορούμε να μιλήσουμε για καλύτερες δομές σε οποιοδήποτε αντίστοιχο θεσμό, για το ότι θα έπρεπε να γίνεται η αλλαγή σκυτάλης με πολύ διαφορετικό τρόπο, θα έπρεπε να υπάρχει άλλου είδους έλεγχος σε σχέση με τα οικονομικά, θα έπρεπε να υπάρχει ένα θεσμικό πλαίσιο και πιο αυστηρό αλλά και πιο ευέλικτο ταυτόχρονα, προκειμένου να αναδεικνύονται οι άνθρωποι οι οποίοι ξέρουν τη δουλειά τους και που τους ενδιαφέρει αυτή η δουλειά. Μπορεί να ακούγεται παράξενο, αλλά θα ήθελα να δω πιο πολλούς ανθρώπους που δεν τους ενδιαφέρει η καρέκλα, να κάθονται σε καρέκλες και να είναι έτοιμοι να τις αφήσουν ανά πάσα στιγμή, παρά ανθρώπους οι οποίοι επιθυμούν διακαώς να κάτσουν σε μια καρέκλα και να μη σηκωθούν ποτέ.
Θα ’πρεπε ίσως να μειωθούν οι καρέκλες;
Ή το αντίθετο, μπορώ να σου πω. Δεν ξέρω αν πρέπει να είναι λιγότερες οι καρέκλες ή να υπάρχει μια πιο στρογγυλή τράπεζα… Εγώ πιστεύω στα πιο ισότιμα σχήματα. Καταλαβαίνω ότι μπορεί να είναι πιο λειτουργική η πυραμίδα, αλλά, ιδεολογικά αν θες, είμαι υπέρ της στρογγυλής τραπέζης.
Αυτό βέβαια φαίνεται και στη δουλειά σου. Μπορεί να δουλέψει μια ομάδα με μη κάθετη δομή στο θέατρο, θα μπορούσε να εφαρμοστεί όμως αυτό και σε επίπεδο διοικητικό;
Σαφώς. Αλλά μια λεπτομέρεια εδώ: Ναι μεν υπάρχει η στρογγυλή τράπεζα στη δουλειά τη δική μας, παρ’ όλ’ αυτά είναι πολύ σαφές ότι υπάρχει κάποιος που παίρνει τις τελικές αποφάσεις. Αυτή τη στιγμή είναι ουτοπικό να μιλάμε για μια κατάσταση που όλοι είναι τέλειοι, έχουν λύσει όλοι τα θέματά τους και μπορούν ανά πάσα στιγμή ο ένας να πάρει τη θέση του άλλου. Αλλά αν θες, σαν στόχος θα ήταν ένας πολύ ενδιαφέρον στόχος, κάποια στιγμή να μπορείς να πάρεις τη θέση μου κι εγώ τη δική σου κι αυτό να μην είναι πρόβλημα, ούτε ανάμεσα στη δική μας σχέση ούτε για τη δουλειά μας.
Βέβαια, πάντα υπάρχει ένα προσωπικό όραμα, ένας καλλιτεχνικός διευθυντής δεν γίνεται να μην έχει ένα καλλιτεχνικό όραμα, και πρέπει οι συνοδοιπόροι του να μπορούν να το μοιραστούν.
Άρα αυτός θα πρέπει να επιλέγει τους ανθρώπους με τους οποίους θα συνεργαστεί, έτσι δεν πρέπει να ’ναι;
Νομίζω πως ναι. Θα ήταν όμως πολύ καλό να υπάρχει ένας οικονομικός διευθυντής ο οποίος δεν θα ασκεί έλεγχο στο καλλιτεχνικό, αλλά θα λέει ότι αυτό το ποσό είναι διαχειρίσιμο για αυτή την πρόταση και όχι αυτό το ποσό.
Αυτά τα χρόνια της κρίσης, σε επίπεδο συμπεριφοράς τι είναι αυτό που βλέπεις να επικρατεί ως πολιτισμός στο χώρο του πολιτισμού;
Είναι ένα περίεργο πράγμα, γιατί αισθάνομαι σαν να υπάρχει μια άρνηση της πραγματικότητας από τη μία, σαν να ζούμε σε άλλες εποχές, πριν το 2010, και μετά υπάρχει μια απότομη προσγείωση στο σήμερα. Δηλαδή, υπάρχει μια σχεδόν σχιζοφρενική κατάσταση η οποία μπορεί να απαιτεί από σένα να συμπεριφερθείς σαν να ήσουν πριν την κρίση και ταυτόχρονα σαν να είσαι μες στην κρίση. Οι πιο πολλοί βιώνουν μια μεγάλη εσωτερική σύγκρουση, από τη μία μπορεί να συμπεριφερθούν πολύ γενναιόδωρα και την επόμενη μέρα να το μετανιώσουν. Ή το ανάποδο. Αυτό που μετράω στα θετικά είναι ότι λίγο πολύ αυτοί που αισθανόμαστε ισότιμοι, αισθανόμαστε πιο ισότιμοι απ’ ό,τι παλιά. Νομίζω ότι πια αυτή η ψαλίδα ανάμεσα στην αποτυχία και στην επιτυχία έχει μικρύνει. Κι αυτή η αίσθηση μεγαλείου που μπορεί να φέρει κάποιος… νομίζω ότι ένα κομμάτι έχει προσγειωθεί. Αν κάποιος ήταν μισός προσγειωμένος και μισός απογειωμένος, έχει βαρύνει το κομμάτι που τον προσγειώνει.
Άρα δεν είμαστε στη φάση που ο Φίλιπ Γκλας αγοράζει μια φραντζόλα ψωμί και υπογράφει αυτόγραφο;
Και να το κάνει, το κάνει για να δώσει χαρά σε κάποιον, δεν το κάνει γιατί αισθάνεται ότι είναι υπεράνω…
Καταγράφονται ενδεχομένως αλλαγές στη συνείδηση; Υπάρχει περισσότερο η συνείδηση του καλλιτέχνη ως εργαζόμενου;
Δεν ξέρω αν είναι ως εργαζόμενου, είναι σίγουρα ως ενός δημιουργού, με την έννοια ότι η ζωή είναι τώρα, όχι απαραίτητα ευκαιριακά, ότι η ζωή μου μπορεί ν’ αλλάξει ανά πάσα στιγμή, ότι μπορεί να μην έχω το σπίτι μου… Οι αντικειμενικές συνθήκες της ζωής μας πια αλλάζουν ραγδαία, οπότε αυτό ίσως δημιουργεί μια αίσθηση επείγοντος. Και η αίσθηση επείγοντος όταν δεν δημιουργείς πανικό, είναι πολύ δημιουργική.
Αρα σε αυτές τις συνθήκες καθένας δίνει κάτι παραπάνω από τον εαυτό του;
Σε επείγουσες συνθήκες οφείλεις να προστατεύσεις τον εαυτό σου, την οικογένειά σου, τους φίλους σου, τη δουλειά σου… ή σου ξυπνάει ένα πολύ άγριο ένστικτο αυτοσυντήρησης, τους διαλύω όλους ή αναλαμβάνεις στο πετσί σου πια την ανάγκη για αλληλεγγύη. Δηλαδή, για παράδειγμα, θέλω να πηγαίνει καλά το θέατρο γενικά, ακόμα και παραστάσεις που μπορεί να μη μου αρέσουν, νομίζω ότι αντιλαμβανόμαστε καθημερινά ότι υπάρχει αλληλεξάρτηση. Βέβαια υπάρχει και η ανάγνωση ότι όσο πιο χάλια πας εσύ, τόσο πιο καλά θα είμαι εγώ. Σε εμένα βγαίνει όμως κυρίως το πρώτο.
Ακόμα η αλληλεγγύη έχει το πάνω χέρι. Το βλέπουμε και με τους πρόσφυγες με όλο αυτό το κύμα αλληλεγγύης των απλών ανθρώπων.
Νομίζω ότι αυτό το ανθρώπινο αντανακλαστικό, το να βοηθήσω τον πλησίον, αυτή τη στιγμή λειτουργεί. Δεν πάει να πει ότι αυτό θα είναι μακρόπνοο…
Ο Σάββας Μιχαήλ, από το βήμα της συνδιάσκεψης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, είπε κάτι πολύ σημαντικό, ότι αυτό που γίνεται τώρα με τους πρόσφυγες δείχνει ότι ο κόσμος δεν είναι ηττημένος, γιατί ένας που είναι ηττημένος δεν κινητοποιείται για τίποτα.
Ναι, νομίζω ότι και σε παγκόσμιο επίπεδο, πλανητικό, ναι μεν οι ειδήσεις και όλα αυτά που μαθαίνουμε μας κάνουν να νιώθουμε ελεεινοί, αλλά και ο αντίποδας έχει δύναμη. Απλά όσο δεν προβάλλεται, τόσο πιο αδύναμος φαίνεται. Οπότε εκεί, τα σόσιαλ μίντια, που λέγαμε, μπορούν να παίξουν ακόμα πιο δυνατό ρόλο. Δεν το εννοώ σε ένα νιού έιτζ στυλ, always look at the bright side of life… Πολλές φορές νιώθουμε πως τα έχουμε χάσει όλα. Αυτό που έλεγα προηγουμένως για την αίσθηση του επείγοντος, αφορά όλη την ανθρωπότητα, δεν είναι ότι τα έχεις χάσει όλα, δεν είναι καθόλου αυτό. Είναι ότι δεν θα τα χάσω όλα!
H παράσταση «Ο Φίλιπ Γκλας αγοράζει μια φραντζόλα ψωμί» παρατείνεται μέχρι τις 19 Απριλίου
Θέατρο 104
Ευμολπιδών 41, Γκάζι
Τηλ.: 210 3455020
Παραστάσεις: Δευτέρα & Τρίτη στις 21.15
Γενική είσοδος : 12 ευρώ / φοιτητικό 8/ ατέλειες 5
Διάρκεια παράστασης: 80′
Μετάφραση: Αλεξάνδρα Αιμιλία Κρητικού
Σκηνοθεσία: Σοφία Μαραθάκη
Δραματολόγος: Ελένη Τριανταφυλλοπούλου
Σκηνικά: Κωνσταντίνος Ζαμάνης
Κοστούμια: Βασιλική Σύρμα
Μουσική: Βασίλης Τζαβάρας
Κίνηση: Βρισηίδα Σολωμού
Σχεδιασμός φωτισμών: Σάκης Μπιρμπίλης
Βοηθός σκηνοθέτη: Λήδα Κουτσοδασκάλου
Φωνητική προετοιμασία: Αθηνά Τρέβλια
Κατασκευή σκηνικού: Αδριανός Ζαχαριάς
Ειδικές κατασκευές: Σαββίνα Πατρικίου
Μοδίστρα: Ελένη Μελισσού
Φωτογραφίες: Andrea Bonetti
Ηχογράφηση/Μίξη: DNA lab/ Φίλιππος Μαρινέλλης (Smart Audio Services)
Σχεδιασμός αφίσας, προγράμματος και flyer: Λίλα Σιμιτζή
Ερμηνεύουν οι: Φωτεινή Παπαχριστοπούλου, Κωνσταντίνος Παπαθεοδώρου, Γιώργος Σύρμας, Σοφία Μαραθάκη