Εξαιρετικός ο Ντάνιελ Ντέι Λιούις. Πολύ καλή και η συμπρωταγωνίστριά του Βίκυ Κριπς. Στην ταινία του Πολ Τόμας Αντερσον υποδύονται ένα ζευγάρι απρόσμενο που μπαίνει σε μια περιπέτεια και ένα παιχνίδι υποταγής.
Εκείνος σχεδιαστής μόδας, εκ πεποιθήσεως εργένης, νευρωτικός, γοητευτικός, παθιασμένος με τη δουλειά του, ερωτευμένος με τη νεκρή μητέρα η οποία τον επισκέπτεται στα οράματά του, εξαρτημένος από την πυγμή της σιδερένιας αδερφής, που διοικεί τον Οίκο.
Εκείνη μια όμορφη, νεαρή σερβιτόρα. Την καλεί σε δείπνο, την οδηγεί στο εξοχικό του, τη γδύνει για να της πάρει τα μέτρα μπροστά στη γενική γραμματέα-αδελφή του που την παρατηρεί και κρατά σημειώσεις όσο εκείνος απλώνει πάνω στο κορμί της τη μεζούρα.
Εδώ η δουλειά και ο έρωτας είναι αξεχώριστα. Υπάρχει το πάθος του σχεδιαστή μόδας για τη δουλειά του – και κατ’ επέκταση για τις γυναίκες που φοράνε τα φορέματά του. Τις σπιτώνει, τις μεταμορφώνει σε οικότροφους, βοηθούς, υποχείριά του.
Όταν Εκείνος ερωτεύεται μια γυναίκα είναι σαν να την προσλαμβάνει. Όταν τη βαριέται είναι σαν να την απολύει. Η γενική γραμματέας – αδελφή ρωτά τον διευθυντή της επιχείρησης σαν στέλεχος HR: «Τι θα κάνουμε με αυτήν; Θέλεις να τη διώξω;»
Η Άλμα (το όνομά της σημαίνει «ψυχή» στα λατινικά) παίρνει τη θέση του προηγούμενου μοντέλου – ερωμένης, που έχει απολυθεί από τον Οίκο.
Η νεοπροσληφθείσα Άλμα υποτάσσεται στους νόμους της δικής του επιθυμίας. Σοκάρεται, είναι σε σύγχυση, αλλά τον έχει ερωτευτεί. Στα πρώτα βήματα της νέας καριέρας της θα είναι φρόνιμη και υποτακτική.
Στην πορεία, το κορίτσι αποκτά συνείδηση της δυστυχίας του και αποφασίζει να ανατρέψει τους όρους του παιχνιδιού. Θα τον κάνει δικό της, θα τον υποτάξει. Θα τον κάνει να νιώσει αδύναμος, θα τον κάνει να την αναζητήσει δίπλα του, να παραδεχτεί την αδυναμία του, να πει επιτέλους «σ’ αγαπώ».
Όμως, το αίτημα της ηρωίδας δεν είναι ένας έρωτας δίκαιος, ισότιμος, αλλά η υποταγή Εκείνου σε Αυτήν. Υπάρχει κάτι αρρωστημένο στην ιστορία, που είναι όμως απολύτως συμβατό με την ποιότητα πολλών σχέσεων της εποχής μας.
Είναι αυτό το σχήμα του έρωτα – επιχείρηση. Στον έρωτα – επιχείρηση υπάρχουν διευθυντές και διευθυνόμενοι, υπάρχουν ηγεμόνες και υπήκοοι, υπάρχει φόβος, τρόμος, ανταγωνισμός. Δεν υπάρχει ελευθερία, δεν υπάρχει χαρά.
Οι δομές είναι δεδομένες, οι σχέσεις εξουσίας απαραβίαστες, το μόνο που μπορεί να αλλάξει, και αυτό σπάνια, είναι το ποιος – ποιον. Ποιος εξουσιάζει ποιον.
Αυτό έχει περάσει στον λαϊκό πολιτισμό με πολλά τραγούδια, στα οποία κάποιος σκοτώνει, κάποιος εκδικείται, κάποιος μαρτυρά στα χέρια του άλλου και πεθαίνει. Ο θάνατος είναι το βασικό συστατικό αυτών των σχέσεων εξουσίας. Είναι βασικό μοτίβο των σχέσεων εντός της πατριαρχίας, που μετρά αιώνες ιστορίας.
Ο Ντάνιελ Ντέι Λιούις δουλεύοντας πάνω στον ρόλο της ταινίας αποφάσισε να θέσει τέλος στη δική του σταδιοδρομία. Είναι εκπληκτική αυτή η δήλωσή του:
«Πριν κάνουμε την ταινία, δεν ήξερα ότι θα σταματούσα να παίζω. Ξέρω ότι με τον Πολ γελάσαμε πολύ πριν κάνουμε την ταινία. Και μετά σταματήσαμε να γελάμε γιατί ήμασταν και οι δύο φορτισμένοι από μια αίσθηση θλίψης. Μας εξέπληξε. Δεν είχαμε συνειδητοποιήσει τι ακριβώς είχαμε γεννήσει. Ηταν δύσκολο να ζεις μαζί του. Και ακόμη είναι».
Αυτό είναι μια απόδειξη ότι το να είσαι πραγματικός ηθοποιός δεν σημαίνει ότι απλώς παίζεις. Αλλά σημαίνει μια βαθύτερη ευαισθησία για αυτό που είσαι, για αυτό που ζεις.
Βρισκόμαστε σίγουρα ακόμα στην προϊστορία του ανθρώπου, στην προϊστορία του Έρωτα. Να μην το βαρύνουμε όμως άλλο.
Δώρο το παρακάτω τραγούδι που μαρτυρά τη μέθοδο της Άλμα για να φέρει τον άντρα στα μέτρα της.
Π.Φ.