«TZENH KAI MAΡΞ» της Σοφίας Αδαμίδου, βασισμένο στην πλούσια επιστολογραφία της Τζένης Μαρξ με το σύντροφό της και επαναστάτη φιλόσοφο, σε δραματουργική επεξεργασία και σκηνοθεσία της Ρουμπίνης Μοσχοχωρίτη, και την πρωτότυπη μουσική του Σταμάτη Κραουνάκη, στο θέατρο «OLVIO».
«Θα ήθελα ο αγαπητός μου Καρλ να μπορούσε να ασχοληθεί λίγο και με την απόκτηση του κεφαλαίου, εκτός από τη συγγραφή του».
Τζένη Μαρξ
Tα 200 χρόνια από τη γέννησή του Καρλ Μαρξ (5/5/1818), γιορτάστηκαν πέρυσι με αναλύσεις, απολογισμούς, εκτενή αφιερώματα. Ελάχιστοι μίλησαν για την απλή, ανθρώπινη πλευρά του.
Έστω κι εφέτος λοιπόν έρχεται μια παράσταση να μας διαφωτίσει για τις πιο τρυφερές στιγμές της ζωής του μεγάλου επαναστάτη. Τη σχέση του με τη σύζυγό του.
ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ:
Ως γνωστόν, η Τζένη Μαρξ, πέρασε μαζί με τον Καρλ Μαρξ ατελείωτα βάσανα λόγω της επαναστατικής δραστηριότητάς του, απέκτησε επτά παιδιά εκ των οποίων μόνο τρεις κόρες επιβίωσαν ως την ενηλικίωση, αλλά συνέβαλε επίσης καθοριστικά ώστε ο Μαρξ να συγγράψει τα κοσμοϊστορικής σημασίας έργα του. Οι δυο τους υπέφεραν, εξορίστηκαν, δοκιμάστηκαν σκληρά από τη φτώχεια, τις στερήσεις και το «κυνηγητό», χωρίς ποτέ να χάσει η Τζένη το χιούμορ της και την εμπιστοσύνη της σ’ αυτόν, αλλά και στην υπόθεση της εργατικής τάξης. Η αδιάλειπτη στήριξή της στο πλευρό του έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ολοκλήρωση του έργου του. Τα σημαντικότερα άρθρα και συγγράμματα του Μαρξ, όπως το «Κεφάλαιο», το «Κομμουνιστικό Μανιφέστο», κ.ά. πέρασαν από τα χέρια της, αφού είχε αναλάβει να καθαρογράφει και να δακτυλογραφεί τα δυσανάγνωστα χειρόγραφα του συζύγου της.
Άλλωστε είναι γνωστό ότι ο Μαρξ ποτέ δε συνήλθε από το θάνατο της Τζένης το 1881, τον οποίο ακολούθησε εκείνος της μεγάλης του κόρης, της Τζένης Λονγκέ στις αρχές του 1883, δίνοντάς του το τελειωτικό χτύπημα, με αποτέλεσμα να φύγει κι ο ίδιος από τη ζωή δυο μήνες μετά. Ο γάμος του με την όμορφη αριστοκράτισσα Τζένη φον Βεστφάλεν δεν ήταν εύκολη υπόθεση, καθώς οι Πρώσοι αριστοκράτες στους οποίους ανήκε η Τζένη, δεν ευνοούσαν γάμους ανάμεσα σ’ αυτούς και τους απλούς αστούς, όπως ήταν ο πατέρας του Μαρξ και συγκεκριμένα δικηγόρος, Εβραίος και προοδευτικός για την εποχή του, οπότε για κοινωνικούς και οικονομικούς λόγους αρραβωνιάστηκαν κρυφά και περίμεναν επτά χρόνια μέχρι την τελετή.
Η αξιοπρέπεια και οι τρόποι της είχαν πάνω σε όλους, όσους την γνώριζαν, μια μαγική επίδραση. Ήταν συγχρόνως μητέρα, φίλη, ερωμένη, έμπιστη και σύμβουλος. Μια όμορφη, δυναμική, μορφωμένη (μελετούσε έως και αρχαία ελληνικά) και θαρραλέα γυναίκα σε μια εποχή που η θέση της γυναίκας δεν ήταν καθόλου ευνοϊκή.
Μέσα από την πληθωρική επιστολογραφία της Τζένης (έχουν διασωθεί συνολικά 320 επιστολές), αναβιώνει μια ιστορική περίοδος από το 1839 έως το 1869, την περίοδο που στην Ευρώπη συμβαίνουν κοσμοϊστορικά γεγονότα. Είναι η εποχή που οι λαοί σε πολλά ευρωπαϊκά κράτη επαναστάτησαν και απείλησαν το πολιτικό και κοινωνικό κατεστημένο. Είναι η εποχή που η εργατική τάξη, ξεκινά σε ολόκληρη την Ευρώπη τους αγώνες για τη διεκδίκηση μιας καλύτερης ζωής, με πολιτικά δικαιώματα. (Ευγένιος Αρανίτσης, στην εισαγωγή του βιβλίου «Καρλ Μαρξ – Ερωτικά ποιήματα)
Στην πρώτη περίοδο της νιότης τους, αναφέρεται και το απόσπασμα από το βιβλίο της Ι. Α Πετσερνίκοβα «Η διαπαιδαγώγηση στην οικογένεια του Μαρξ» που κυκλοφόρησε το 1984 από τη Σύγχρονη Εποχή:
«Μετά την αποφοίτησή του από το γυμνάσιο ο Καρλ Μαρξ έζησε δυο σημαντικά γεγονότα: πρώτο, την εγγραφή του το φθινόπωρο του 1835 στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Βόννης και δεύτερο, τον αρραβώνα του με τη βαρόνη Ιωάννα Βέρθα Ιουλία (Τζένη) φον Βεστφάλεν που θεωρούνταν ένα “άνθος» με ρίζες στην πρωσική και την σκοτσέζικη αριστοκρατία και τέσσερα χρόνια μεγαλύτερή του) το καλοκαίρι του 1836».
Όπως έγραφε ο ίδιος ο Καρλ, γι’ αυτόν «άνοιξε ένας νέος κόσμος, ο κόσμος της αγάπης, στην αρχή μάλιστα φλογερής, αγιάτρευτης αγάπης».
Μετά την επιστροφή από την Τρίερ στο Βερολίνο, ο Καρλ κατάλαβε ότι αυτή η αγάπη ήταν αμοιβαία. Ο ενθουσιασμός του δεν είχε όρια. «Η τέχνη δεν είναι τόσο όμορφη, όσο η Τζένη!”, αναφωνούσε ο Καρλ. Γέμισε ολόκληρα τετράδια με στίχους (σσ. ενθουσιώδεις, λυρικούς και ρομαντικούς σύμφωνα με τη μόδα της εποχής, που δεν τον κατέτασσαν βέβαια στο πάνθεον των ποιητών όπως το Σίλλερ ή τον Μπάυρον) αφιερωμένους στην αγαπημένη κοπέλα:
“Τζένη! Αν μπορούσα να βροντοφωνάξω
Αν ήξερα όλες τις γλώσσες
Με γραμμένα φωτεινά αστραποβόλα λόγια
Σ’ όλο το διάστημα θα’ θελα να τραγουδήσω την αγάπη μου για σένα για να σε θυμάται αιώνια ο κόσμος!
….»Έτσι λοιπόν ο Καρλ κατακτούσε τις κορυφές της επιστήμης. Το ίδιο διάστημα η Τζένη αγωνιζόταν μ’ όλες της τις δυνάμεις για την ευτυχία της. Ίσως να φανεί παράξενο: Πώς η λεπτοκαμωμένη αυτή αριστοκράτισσα μπόρεσε να γίνει ικανή για αγώνα; Το άριστα αναπτυγμένο κι εύστροφο πνεύμα και η φλογερή καρδιά της Τζένης τη βοήθησαν να εκτιμήσει τον πλούτο της ψυχής του αγαπημένου της, τη μεγάλη δύναμη της θέλησής του, την ικανότητα για βαθιά αισθήματα, τη δίψα της μάχης για υψηλά ιδανικά. Αυτό έτρεφε την ασυνήθιστη αγάπη της Τζένης για τον Καρλ. Και η αγάπη της έδινε δυνάμεις. Η κοπέλα άντεξε στο μακρόχρονο και εξαντλητικό αγώνα με τους συγγενείς της. Ανάμεσα σ’ αυτούς ξεχώριζε για τη μεγαλύτερη αδιαλλαξία απέναντι στον Καρλ και τις κοινωνικές προκαταλήψεις ο μεγαλύτερος ετεροθαλής αδερφός της Τζένης, ο Φέρντιναντ, που αργότερα έγινε υπουργός Εσωτερικών της αντιδραστικής κυβέρνησης της Πρωσίας….»
Πραγματικά θα έλεγε κανείς ότι μια τέτοια ιστορία, μια τέτοια μυθιστορηματική ζωή αναλογούσε στον μεγάλο διανοούμενο επαναστάτη του 19ου αι., που ο εικοστός θα τον τιμούσε όσο κανέναν άλλον, με τις εργατικές επαναστάσεις και τον αντιφασιστικό αγώνα των λαών της Ευρώπης και όχι μόνο.
Το 1878, η Τζένη πεθαίνει από καρκίνο. «Ο θάνατός της σκότωσε κάθε κίνητρο ζωής γι’ αυτόν» έγραφε ο Ένγκελς.
Ο Καρλ Μαρξ πέθανε στις 14 Μαρτίου 1883 στο Λονδίνο, απογοητευμένος, χωρίς καμία ιδιαίτερη αναγνώριση ή ένδειξη ότι αργότερα θα χαρακτηριζόταν «ο προφήτης φιλόσοφος που σφράγισε την πορεία της ανθρωπότητας». Τάφηκε ως άπατρις, τρεις μέρες αργότερα, στο νεκροταφείο του Χαϊγκέιτ στο Βόρειο Λονδίνο
Η Ρουμπίνη Μοσχοχωρίτη καθοδηγεί την Μαρία Κανελλοπούλου βήμα -βήμα στην «μετενσάρκωσή» της στην Τζένη Μαρξ, σ’ ένα flash back της ζωής τους από την πρώτη νιότη τους, έως το κρεβάτι της αρρώστιας που βρίσκονται πλέον και οι δύο, μη μπορώντας να επικοινωνήσουν, παρότι βρίσκονται σε διπλανά δωμάτια.
Παρακολουθούμε το ταξίδι μνήμης της Τζένης Μαρξ, μεταφερόμαστε στους τόπους εξορίας τους, στο Λονδίνο, το Παρίσι, τη Γερμανία, τις Βρυξέλλες, ζούμε μαζί της τις όμορφες, τις ενθουσιώδεις αλλά και τις δύσκολες στιγμές τους, τις απώλειες, τους θανάτους των παιδιών τους κυρίως από τις άσχημες συνθήκες διαβίωσης, τη μεγάλη τους αγάπη, ένα πλήρες οδοιπορικό ζωής.
Μέσα στους γκρίζους καιρούς που ζούμε, όπου θύματα δεν είναι μόνο η αποστέρηση των υλικών αγαθών διαβίωσης των λαϊκών τάξεων, αλλά και τα συναισθήματα των ανθρώπων, η ρωγμή στην ψυχική εγγύτητα, η παράσταση στο θέατρο OLVIO μας γέμισε συγκίνηση με την τρυφερότητα, τη ζεστασιά και την απλότητά της.
Απλότητα που αναβλύζει από την βιωματική αφήγηση της Μαρίας Κανελλοπούλου που μας κατέθεσε την ίδια της την ψυχή, χωρίς μελοδραματισμούς και μεγάλα λόγια, με τη ζεστασιά της φωνής της και την απαλή της σωματική κίνηση, να μεταμορφώνει τα μικρά, τα καθημερινά κι ανθρώπινα σε μεγάλα γεγονότα και τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα σε μια καθημερινή, φυσική ενασχόληση.
Άθλος, που επετεύχθη χωρίς τυμπανοκρουσίες.
Μέσα από μουσικές, τραγούδια, ηχητικά αποσπάσματα, φωτογραφίες, προβολές και δραματοποιημένες στιγμές του παρελθόντος, βιώνουμε την πολυτάραχη ζωή της Τζένης και του Καρλ Μαρξ.
Υπάρχει τέλος και η αντίστιξη μεταξύ της ηλικιωμένης άρρωστης Τζένης και του νεαρού Καρλ Μαρξ που εισέρχεται στη σκηνή θυελλώδης (νότα ζωής και δύναμης ο Γιώργος Παππάς) τραγουδώντας το αστραφτερό τραγούδι του Σταμάτη Κραουνάκη που στηρίζεται στους στίχους του Μαρξ:
«Τζένη, άσε τις σφαίρες του ουρανού να κυλάνε,
Για μένα είσαι ήλιος και λάμψη αστεριών
Οι εχθρικοί κόσμοι μουγκρίζουν μπροστά μου
Θα τους νικήσω Τζένη, αν μείνεις δικιά μου»
(Απόσπασμα από το ποίημα του Κ. Μαρξ «Η σκέψη»).