Επιτέλους! Από χθές κρατώ στα χέρια μου το μεγάλο έργο ενός μεγάλου μαρξιστή ιστορικού, του E. P. Thomson, «Η συγκρότηση της αγγλικής εργατικής τάξης» στα ελληνικά, πενηνταπέντε χρόνια μετά την πρώτη έκδοσή του.
Ελπίζω ειλικρινά ότι ούτε οι 800 σελίδες, ούτε η υπογραφή της έκδοσης από την Τράπεζα Πειραιώς, ούτε η εμπλοκή του «γεφυροποιού» καθηγητή Αντώνη Λιάκου, που επιμελείται και προλογίζει το βιβλίο, θα αποτρέψουν αρκετούς νέους ανθρώπους, όχι μόνο μεταπτυχιακούς φοιτητές και υποψήφιους διδάκτορες, από την επαφή με το έργο. Μπορεί αυτή η επαφή να γονιμοποιήσει το στοχασμό σχετικά με εκείνο το μεγάλο συλλογικό υποκείμενο, φορέα τόσων ελπίδων και τόσων διαψεύσεων, την εργατική τάξη. Όχι τόσο εκείνη της Βιομηχανικής Επανάστασης όσο αυτή των ημερών μας.
Ένα ακόμη, περισσότερο «βατό» βιβλίο κυκλοφορεί -πάνε δυο χρόνια- στην ελληνική γλώσσα. Είναι οι «Ταξικές υποθέσεις» του Stanley Aronowitz.
Και τα δύο έργα, αναδείχνουν, μέσα από την ιστορική σπουδή, μια μεγάλη αλήθεια θαμένη κάτω από όγκους συμβατικής «μαρξιστικής σοφίας». Το Είναι της εργατικής τάξης δεν προκύπτει ως κάτι «αντικειμενικά δεδομένο», αλλά διαμορφώνεται αέναα μέσα στην κοινωνική σύγκρουση, διαμορφώνεται με τη συλλογική επεξεργασία και αφομοίωση της εμπειρίας. Σήμερα, στην εποχή των «ρευστών ταυτοτήτων», το βασικό πρόβλημα δεν είναι ότι είναι λίγοι ξέρουν τα «σωστά» αλλά ότι σαρώνεται ο χώρος και συρρικνώνεται ο χρόνος της συλλογικής επεξεργασίας και αφομοίωσης της εμπειρίας. Κάθε στάση που προσπερνά το πρόβλημα αυτό αναπόφευκτα βυθίζεται στο Μηδέν μιας βερμπαλιστικής κενολογίας.
Αναζητούμε «χαραμάδες φωτός» σε ένα κατασκότεινο περιβάλλον.
Δεν είναι βέβαια πως δεν έχουμε διαβάσει Thomson και Aronowitz. Είναι ότι, για μια ακόμη φορά, ο φόβος να αντικρύσουμε την πραγματικότητα και η ανάγκη της αυτοεπιβεβαίωσης καλύπτουν τα πάντα.
Συνεχίζουμε, παρ’ όλα αυτά.