Ένα νέο μέρος, το πέμπτο στη σειρά, κυκλοφόρησε πρόσφατα στην ποιητική συλλογή του Κώστα Γαρμπή, Το Ημερολόγιο του Μυστηριώδους κ. Σατερθγουαίητ (εκδόσεις Φαραί, Αθήνα 2019, τόμος V). Ο Γαρμπής σε αυτό δεν συνεχίζει μόνο αλλά και βαθαίνει την προβληματική των προηγούμενων μερών, δίνοντάς της ένα σαφέστερο κοινωνικο-πολιτικό στίγμα. Όχι με την έννοια της άμεσης λήψης θέσης στην τρέχουσα πολιτική συγκυρία, αλλά με την έννοια της πιο ευρείας τοποθέτησης των διλημμάτων και της ανίχνευσης των αδιεξόδων του καιρού μας. Αυτή η τοποθέτηση δίνει ένα μέτρο για να σχολιαστεί και το τρέχον, από μια οπτική που μετουσιώνει σε ποίηση τα αισθήματα του μέσου ανθρώπου: την αγωνία, την αγανάκτηση, την απέχθεια απέναντι στη βαρβαρότητα, αλλά και τη θλίψη και ακόμη την τάση προς την παραίτηση· κοντολογίς όλες τις διάσπαρτες διαθέσεις που μορφώνουν το πνεύμα των ημερών και κάνουν τον σύγχρονο άνθρωπο ένα «ζώον πολιτικόν».
Απέναντι σε αυτό το πνεύμα της εποχής ο Γαρμπής οριοθετείται κριτικά, καταγράφοντας τις αντινομίες και τις αντιφάσεις του παρόντος και αναδεικνύοντας τα πιο προωθητικά του στοιχεία μέσα από τον ποιητικό του λόγο. Ο αναγνώστης, πλάι σε ερωτικά και νοσταλγικά ποιήματα, θα βρει ποιήματα για την πολιτική και κοινωνική κατάσταση, την τέχνη, τα ηθικά και ανθρώπινα προβλήματα. Το δέον της αντίστασης και η αίσθηση της αδυναμίας συγκρούονται σε κάθε βήμα μεταξύ τους, με τη μορφή μιας αναπόλησης, άλλοτε τρυφερής, άλλοτε αυτοσαρκαστικής, των εμπειριών του ποιητή στην ώρα του ψαρέματος. Μιας αναπόλησης που δεν ομολογεί μόνο τη δική του αδυναμία, αλλά ανιχνεύει και την αιτία του συνολικού αισθήματος αδυναμίας στο γεγονός ότι η επίσημη αριστερά, στις διάφορες εκδοχές της, δεν είναι σήμερα η λύση, αλλά μέρος του προβλήματος, μέρος της γενικής αμορφίας και της αποσύνθεσης που εξαπλώνει η σήψη του συστήματος.
Σκοπός του Γαρμπή δεν είναι να προσφέρει απαντήσεις αλλά να μας θέσει αντιμέτωπους με την πραγματική κατάσταση και με τον εαυτό μας, με την προσωπική ατομική ευθύνη μας. Παραθέτουμε στη συνέχεια μερικά από τα ποιήματα:
CVI
Πίστεψα κι εγώ ότι κάνω τέχνη.
Τότε γιγαντώθηκαν οι απορίες:
πώς θ’ αποκλείσω τις ποικιλίες της
από τα στείρα μηχανιστικά πρότυπα;
Πώς θ’ αποφύγω την αμεσότητα της μπροσούρας
και θα δώσω δυνατότητα στη μεσολάβηση;
Πώς, διασώζοντας το ουσιώδες μέσ’ από
καλλιτεχνική αναπαραγωγή των ασαφειών και αντιφάσεων
θα κινητοποιήσω τον αναγνώστη να πάρει ο ίδιος θέση;
Πώς θα ευαισθητοποιήσω τις εσωτερικές ανθρώπινες δυνάμεις
ακόμα –έστω– και μ’ ένα ρόδο εκατόφυλλο,
μ’ ένα ηλιοβασίλεμα, μ’ ένα ιστορικό σύμβολο του παρελθόντος,
με μια φυγή;
Πώς θα αποδιαρθρώσω απονεκρωμένους καθορισμούς;
Α! Δύσκολο πράγμα η ποίηση!
Καλύτερα να γίνω «προοδευτικός» βερμπαλιστής.
CXI
Σαρωτικές αλλαγές στις διαθέσεις
και στις συμπεριφορές των καιρών,
δεν λέω, ο καπιταλισμός ανανεώνεται.
Αβεβαιότητες και συναισθηματικοί δισταγμοί,
ψυχικά κουρασμένοι άνθρωποι
ταραγμένοι, χαμένοι, αποκομμένοι απ’ τους άλλους,
αποξενωμένοι από την εποχή τους
Πρέπει όμως να εξακολουθήσουμε να επιζούμε,
να μετέχουμε, να επικοινωνούμε·
με την αυτογνωσία μας
να μαζεύουμε όσες δυνάμεις απέμειναν
να συνεχίζουμε να υπομένουμε.
Το μέλλον βρίσκεται στα δικά μας χέρια
Ο άνθρωπος αποτυγχάνει αλλά δεν ηττάται ποτέ, λέει ο Τσέχωφ.
Ας μη μετρήσουμε την ιστορία με τη ζωή μας
Μέσ’ απ’ τον βυσσινόκηπο θ’ ακούσουμε τον πέλεκυ
μιας επικείμενης αλλαγής
να πλήττει τα πάντα στο πέρασμά του
Θ’ ακούσουμε τον επερχόμενο βρυχηθμό
της νέας οργισμένης γενιάς.
Οι άνθρωποι είναι σπουδαίοι γι’ αυτό που κάνουν,
όχι γι’ αυτό που είναι
Ας αρνηθούμε καταθλιπτικές προοπτικές.
Ας τις αντιμετωπίσουμε ως πρόκληση,
στην οποία ο άνθρωπος μπορεί να διατηρήσει το πλεονέκτημα.
CXIII
Στην πολιτεία που τώρα ζω – ψαράς –
κυριαρχούν αυτοί που τους λένε «φασίστες».
Βιαιοπραγούν και πολεμούν
αυτούς που τους λένε «εβραιοφασίστες»
κι αυτούς που τους λένε «κουμμουνιστές».
Αυτοί που τους λένε «εβραιοφασίστες»
πολεμούν αυτούς που τους λένε «φασίστες»
κι αυτούς που τους λέμε «κουμμουνιστές».
Αυτοί που τους λένε «κουμμουνιστές»
πολεμούν αυτούς που τους λένε «φασίστες»
κι αυτούς που τους λένε «εβραιοφασίστες».
Κι εγώ, τώρα που γέρασα
θλίβομαι για την πατρίδα μου
θλίβομαι για τον κόσμο ολόκληρο.
Όχι, δεν πάνε καλά τα πράγματα.
Καθόλου καλά δεν πάνε τα πράγματα.
CXVIII
Στις αριθμημένες κερκίδες κάθισαν
οι νονοί της νύχτας, οι λαθρέμποροι,
οι υπερτιμημένοι της τιποτοφροσύνης,
οι ηρωοποιημένοι μετέφηβοι της μεγαλοκομπίνας.
Σε ιδιαίτερες κάθισαν οι γελοιώδεις σοβαροφανείς
των αθλητικών μέσων ενημέρωσης.
Στις φτηνές κερκίδες έβλεπες
τους πνευματικά πολτοποιημένους νέους
και τους φασιστοκανίβαλους
των ελαχιστοποιημένων αντιστάσεων.
Σε λίγο ο αγώνας θα άρχιζε.
Ήδη τα μεγάφωνα γιγαντοποιούσαν το βλακώδες
και εξυμνούσαν το ασήμαντο.
Α, ωρέ Διγενή! Πού είσαι να γνωρίσεις
τα σύγχρονα εθνικά μαρμαρένια αλώνια!
CXXII
Ο Αλέξης άφηνε το σκάφος στον άνεμο
που τον έσπρωχνε σ’ ένα μέλλον
στο οποίο είχε γυρισμένη την πλάτη.
Κι όλο άνοιγε και έτρωγε κονσέρβες του παρελθόντος.
Δεν το καταλάβαινε όμως.
Θλιβερή η καριέρα των γιάπηδων.
CXXIV
Ακόμα και η ανακύκλωση της φιλοσοφίας
στο εσωτερικό του εαυτού της μου άρεσε.
Όλες οι νοητικές αντανακλάσεις της πραγματικότητας,
όλες οι πλασματικές οντότητες της σκέψης
σε πραγματικότητες με έθελξαν
Όποτε κατέβαινα στο υλικό υπόβαθρο υπέφερα.
Η κοινωνία και οι βάρβαρες αντιθέσεις της με έθλιβαν.
Καλύτερες οι ιδεαλιστικά παρανοημένες παρουσιάσεις.
Ήξερα ποια ήταν η αλήθεια, αλλά δεν την άντεχα.
Προτιμούσα τα διανοητικά ξεπεράσματα.
Έτσι πορεύτηκα και γέρασα.
Δειλός απέναντι στους πραγματικούς υλικούς καθορισμούς,
«μη μου άπτου» απέναντι στις πραγματικές εκθέσεις
των κοινωνικών θεμάτων.
Ποτέ δεν διεκδίκησα κάτι περισσότερο
απ’ ό,τι ο κοκωβιός που μόλις ψάρεψα.
Ε, και; Κανένας γενναίος δεν γνώρισε επίγειο Παράδεισο.
Το ψηλότερο σημείο που έφτασε ήταν η λαιμητόμος
– όπως θα πει κι ο Ποιητής.
Ο Χρήστος Κεφαλής είναι μέλος της ΣΕ της Μαρξιστικής Σκέψης.