Η κίνηση της εργατικής τάξης τη δεκαετία της κρίσης και των μνημονίων, και ειδικά την περίοδο 2010-2015, έχει ιδιαίτερη αξία να μελετηθεί.
Αυτή η κίνηση μπορεί να μετρηθεί σε δύο διαστάσεις. Πρώτα, με βάση τη συμμετοχή σε εργατικούς αγώνες. Τα διαθέσιμα δεδομένα δείχνουν ότι οι εργατικές κινητοποιήσεις κλιμακώθηκαν τη διετία 2011-2012, ενώ μετά τις εκλογές του Ιουνίου του 2012 ξεκινά μια νέα περίοδος που χαρακτηρίζεται από μείωση της έντασης των αγώνων. (1)
Εμπειρικά, δημοσιογραφικά, γνωρίζουμε ότι τη συγκλονιστική απεργιακή κινητοποίηση του Μαΐου του 2010, την οποία επισκίασε το παρακρατικό-εργοδοτικό έγκλημα στη Μαρφίν, ακολούθησαν νέες εκρήξεις το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του 2011, με τελευταίο ξέσπασμα εκείνο του Φλεβάρη του 2012. Η συγκέντρωση της 3ης Ιουλίου 2015 στο Σύνταγμα ήταν η τελευταία θεαματική εμφάνιση του αντιμνημονιακού λαϊκού εργατικού ρεύματος.
Τα εκλογικά δεδομένα, με προσεκτική μέτρηση, άθροιση και σύγκριση ψήφων και εκλογικής συμμετοχής, μπορούν να βοηθήσουν στην κατανόηση της συμπεριφοράς της εργατικής τάξης και των εργαζομένων. Και αυτό έχει ξεχωριστή σημασία μπροστά στη νέα περίοδο και ενόψει της επόμενης εκλογικής αναμέτρησης.
Το ΚΚΕ
Στις εθνικές εκλογές του Μαΐου του 2012 που έδειξαν το ρήγμα στο αστικό πολιτικό σκηνικό το ΚΚΕ παίρνει 536.105 ψήφους (8,48%).
Έχει προηγηθεί το 14,44% της Λαϊκής Συσπείρωσης στην Αττική στις Περιφερειακές εκλογές που πραγματοποιήθηκαν τον Νοέμβριο του 2010.
Αυτό το αποτέλεσμα δεν είναι βέβαια άμεσα συγκρίσιμο με το αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών, ωστόσο αποτελεί δείκτη για την πορεία της επιρροής του KKE στην έναρξη της περιόδου 2010-2015.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι οι έγκυρες VPRC και Public Issue (2) στις δημοσκοπήσεις που πραγματοποίησαν το 2012, πριν τις εκλογές του Μαΐου, έδιναν το ΚΚΕ στη ζώνη του 10-12%.
Όμως, η πολιτική γραμμή του ΚΚΕ δεν αντέχει στην πίεση του ΣΥΡΙΖΑ.
Η επιρροή του μειώνεται συνεχώς με χαμηλότερο σημείο το 4,50% των επαναληπτικών εκλογών του Ιουνίου (277.227 ψήφοι).
Στις εθνικές εκλογές του Ιανουαρίου 2015, με αναμενόμενη την επικράτηση του ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΚΕ καταγράφεται στο 5,47% με 338.188 ψήφους.
Σε αυτό το ποσοστό παραμένει στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015 που σημαδεύονται από τη μεγάλη αύξηση της αποχής και την απογοήτευση των αριστερών ψηφοφόρων (5,55% με 301.684 ψήφους).
Αξίζει να σημειωθεί ότι στις εκλογές του 2019 δεν κερδίζει καθόλου από τη φθορά του ΣΥΡΙΖΑ και παραμένει στο 5,30% με 299.621 ψήφους.
Αν δούμε τη διαχρονική εξέλιξη του αποτελέσματος της Λαϊκής Συσπείρωσης στην Περιφέρεια Αττικής, η εικόνα συμπληρώνεται ως εξής: Από το 14,44% του 2010, καταγράφεται στο 10,66% το 2014 και από εκεί κατεβαίνει στο 8,28% το 2019 χάνοντας συνολικά έξι μονάδες που ισοδυναμούν με 70.000 ψήφους.
Εδώ αξίζει να σταθούμε γιατί επιβεβαιώνεται ότι η μείωση της επιρροής του ΚΚΕ δεν είναι συγκυριακή και δεν παρατηρείται μόνο εκεί που είναι μεγάλη η πίεση από τον ΣΥΡΙΖΑ και τον νέο δικομματισμό.
Η κάλπη των περιφερειακών εκλογών, όπου παραδοσιακά αποτυπώνεται η ευρύτερη επιρροή των μαχόμενων αριστερών δυνάμεων, μας δίνει έναν πολύ σημαντικό δείκτη: την εξέλιξη της πραγματικής δυναμικής του κόμματος.
Από το 2010-2012 μέχρι το 2015 το ΚΚΕ μετρά πολύ μεγάλες απώλειες. Τα σκληρά δεδομένα δείχνουν ότι μέσα σε δυόμισι χρόνια έχασε περισσότερους από 200.000 ψήφους τις οποίες έκτοτε δεν αναπλήρωσε. (Από τις 536.000 ψήφους του 2012 πέφτει και σταθεροποιείται γύρω στις 300.000 από το 2015.)
Το ΚΚΕ όπως και οι άλλες μαχόμενες αριστερές δυνάμεις παρακολούθησαν την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ γιατί δεν είχαν την αναγκαία γνώση και την ικανότητα να αναλάβουν αυτές κεντρική πολιτική πρωτοβουλία σε μια περίοδο που ένα υπολογίσιμο τμήμα της εργατικής τάξης κινούνταν σε τροχιά ρήξης με την ΕΕ και τα κόμματα της αστικής τάξης.
Η αποχή
Τον Μάιο του 2012, στις εκλογές που έγινε ο σεισμός στο αστικό πολιτικό σκηνικό, έχουμε την πιο υψηλή συμμετοχή της υπό εξέτασης περιόδου: 6.476.818 (65,12%).
Στις επαναληπτικές εκλογές του Ιουνίου στις κάλπες φτάνουν 6.216.798 ψηφοφόροι.
Τον Ιανουάριο του 2015, που επίκειται η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, η συμμετοχή αυξάνεται πάλι: 6.330.356. Τον Ιούλιο του 2015 στην κάλπη του δημοψηφίσματος προσέρχονται 6.161.140 άτομα.
Η περίοδος κλείνει με τις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015, που γίνονται για να λάβει εκβιαστικά νομιμοποίηση ο πλήρως ενσωματωμένος στην αστική πολιτική ΣΥΡΙΖΑ που έχει ήδη ψηφίσει νέο μνημόνιο μαζί με τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ.
Το μουδιασμένο και σοκαρισμένο εκλογικό σώμα από τα γεγονότα του Ιουλίου δίνει ξανά νίκη στον ΣΥΡΙΖΑ αλλά και ρεκόρ αποχής αφού στις εκλογές συμμετέχουν μόλις 5.567.930 άτομα (56,16%).
Είμαστε εννιά μονάδες κάτω από την έναρξη της περιόδου: 908.888 ψηφοφόροι χάθηκαν από τον σεισμό του 2012 μέχρι την ήττα του 2015.
Στις εθνικές εκλογές του 2019 η εικόνα έχει μια μικρή βελτίωση, αλλά δεν αλλάζει ουσιαστικά. Η συμμετοχή παραμένει κάτω από το 60% – στις κάλπες προσέρχονται 5.769.644 πολίτες.
Είναι τέτοια η αποχή που ουσιαστικά ο Μητσοτάκης κερδίζει τις εκλογές με τους ηττημένους του δημοψηφίσματος.
Με 2.251.618 ψήφους φτάνει το 39,85%. Στο δημοψήφισμα του Ιουλίου του 2015 2.245.537 ψηφοφόροι είχαν ψηφίσει «ναι».
Η ήττα και η απογοήτευση της εργατικής τάξης έφερε τον Μητσοτάκη στην εξουσία, σε συνδυασμό με τη μετατόπιση των πολιτικών συνειδήσεων προς το κέντρο. Είναι αδιανόητο σήμερα η ΝΔ του Μητσοτάκη να πάρει περισσότερους από 1.900.000 ψήφους. Αυτό που δεν γνωρίζουμε είναι πόσοι θα γυρίσουν στις κάλπες για να τον καταψηφίσουν, ψηφίζοντας ΣΥΡΙΖΑ ή κάποιο άλλο κόμμα.
ΣΥΡΙΖΑ και αντιμνημονιακή κορύφωση
Το κορυφαίο εκλογικό αποτέλεσμα του ΣΥΡΙΖΑ έρχεται τον Ιανουάριο του 2015: 2.245.978 ψήφοι.
Αντίστοιχα, η κορύφωση του αντιμνημονιακού λαϊκού-εργατικού ρεύματος αποτυπώνεται στο δημοψήφισμα του Ιουλίου: 3.558.864 πολίτες ψήφισαν «όχι».
Συγκρίνοντας τη διαφορά αυτών των δύο τιμών, προκύπτει ένα ερώτημα: Ποιοι είναι αυτοί που ψήφισαν «όχι» και δεν είχαν ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές που είχαν προηγηθεί.
1,3 εκατομμύρια ψηφοφόροι είναι η μισή και παραπάνω εκλογική δύναμη της ΝΔ το 2019.
Γνωρίζουμε ότι εκτός από τον ΣΥΡΙΖΑ, οι άλλες δεξαμενές του «όχι» ήταν το ΚΚΕ, έξι στους δέκα ψηφοφόροι του οποίου δεν ακολούθησαν τη γραμμή για άκυρο, και από την άλλη πλευρά του πολιτικού φάσματος, οι ΑΝΕΛ και η ΧΑ. Όμως, το μέγεθος είναι τέτοιο που δείχνει ότι το «όχι» διείσδυσε σε έναν βαθμό και σε λαϊκά στρώματα που ψήφισαν ΝΔ και ΠΑΣΟΚ. (3)
Αυτό είναι ένα πολύ καλό παράδειγμα για να καταδειχθεί ότι στην πολιτική οι κατάλληλες κινήσεις και οι κεντρικές πολιτικές πρωτοβουλίες δεν φέρνουν ποτέ ένα απλό άθροισμα δυνάμεων, αλλά δημιουργούν πραγματική κοινωνική δυναμική.
Άλλες αντιμνημονιακές δυνάμεις
Έχει ενδιαφέρον να δούμε το εκλογικό αποτύπωμα των υπόλοιπων αντιμνημονιακών δυνάμεων όπως καταγράφηκαν μετά το δημοψήφισμα στις εθνικές εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015.
Σε αυτή την αναμέτρηση κατεβαίνει για πρώτη φορά η ΛΑΕ και παίρνει 155.320 ψήφους (2,86%). Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ μαζί με το ΕΕΚ μετρούν 46.183 ψήφους (0,85%) και το ΕΠΑΜ 41.626 (0,77%).
Αθροίζοντας τις συριζογενείς (ΜΕΡΑ25, Πλεύση Ελευθερίας, ΛΑΕ) και τις αντικαπιταλιστικές δυνάμεις (ΑΝΤΑΡΣΥΑ) που υπερασπίστηκαν το «όχι» του δημοψηφίσματος βλέπουμε ότι ακόμα και στις εκλογές του 2019 διατηρούν δεσμούς με ένα υπολογίσιμο κοινωνικό σώμα. (316.213 ψήφοι).
Το κεντρικό ζήτημα
Οι αποσπασματικές κινήσεις, οι επιμέρους αγώνες και αντιστάσεις δεν αρκούν για να δώσουν διέξοδο στις λαϊκές αγωνίες. Αντίθετα, κουράζουν και φέρνουν απογοήτευση. Είναι οι κεντρικές πολιτικές πρωτοβουλίες που επιταχύνουν τις εξελίξεις προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση.
Πριν φτάσουμε στο 2015, δεν υπήρχαν μορφές συσπείρωσης της ευρύτερης πρωτοπορίας που ήθελε αγώνα και συνολική ρήξη με τα κόμματα του κεφαλαίου; Δεν θα μπορούσε το ΠΑΜΕ να έχει μαζέψει υπογραφές για ένα δημοψήφισμα με το ερώτημα της ρήξης με την ΕΕ; Πολλά θα μπορούσαν να γίνουν, όχι όμως με τη γραμμή του ΚΚΕ το 2010-2011, την περίοδο που κρίθηκαν οι νέοι πολιτικοί συσχετισμοί.
Μπορεί ο ξένος παράγοντας να αποδείχθηκε αποτελεσματικός στο να οδηγήσει τον Αλέξη Τσίπρα στα βήματα ενός πολιτικού σχεδίου για την εξουδετέρωση του ριζοσπαστισμού της ελληνικής εργατικής τάξης και τη μετατόπιση των πολιτικών συνειδήσεων προς το κέντρο. Όμως, στη νέα περίοδο που άνοιξε με τον πόλεμο στην Ουκρανία οι συνειδήσεις των εργαζομένων δεν μπορούν να ακολουθήσουν τα δόγματα των ΗΠΑ-ΝΑΤΟ. («Όλα για την Ουκρανία και για μας δυο μάλλινα» γράφει ένα πλακάτ στην Πράγα.)
Το κεντρικό ζήτημα επιστρέφει: Θα περάσει επιτέλους η πρωτοβουλία των κινήσεων στην ευρύτερη πρωτοπορία της εργατικής τάξης και των εργαζομένων;
Η εμπειρία της προηγούμενης δεκαετίας έδειξε ότι ούτε ο κυβερνητικός δρόμος του ΣΥΡΙΖΑ έφερε την ελπίδα ούτε η «συμπόρευση με το ΚΚΕ» έπεισε την εργατική τάξη.
Σήμερα, σε ιστορικά πρωτότυπες συνθήκες ενεργειακής, οικονομικής και κλιματικής κρίσης, με μεγάλους κινδύνους από την όξυνση των ανταγωνισμών και των πολεμικών προετοιμασιών, οι πρωτοπορίες της εργατικής τάξης, της διανόησης, των γυναικών και της νεολαίας μπορούν και έχουν κάθε λόγο να οδηγήσουν τις ηγεσίες του ΚΚΕ και της αντικαπιταλιστικής αριστεράς σε μια πολιτική συγκέντρωσης δυνάμεων, με σκοπό ευρύτερες εργατικές λαϊκές δυνάμεις να επιστρέψουν στο προσκήνιο και να σφραγίσουν τις εξελίξεις.
(1) Κάποια βασική ερευνητική δραστηριότητα διεξάγεται από το ΙΝΕ/ΓΣΕΕ το οποίο τηρεί από το 2011 βάση δεδομένων με αποδελτίωση του Τύπου. Εκεί καταγράφεται ο αριθμός απεργιών και άλλων εργατικών κινητοποιήσεων, όχι όμως και η συμμετοχή των εργατών. Ενδεικτικά: Δ. Κατσορίδας (επιμ.) Το απεργιακό φαινόμενο στην Ελλάδα. Καταγραφή των απεργιών κατά την περίοδο 2011-2017. Διαθέσιμο στο: https://www.inegsee.gr/wp-content/uploads/2019/03/Tetradio_48.pdf
(2) Γιάννης Μαυρής, ΔΗΜΟΣΚΟΠΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΚΛΟΓΕΣ 2012. O απολογισμός της Public Issue. Διαθέσιμο στο: https://www.mavris.gr/3300/greek-elections-2012-and-polls-2/
(3) Γιάννης Μαυρής, Το ελληνικό δημοψήφισμα του 2015: “δημοκρατική στιγμή” (ή) (και) κύκνειο άσμα της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας; Διαθέσιμο στο: https://www.mavris.gr/wp-content/uploads/2016/07/Mavris_GrRef2015.pdf