Μέρες πού ‘ναι θα ήθελε κανείς να γράψει για τον αέναο κύκλο της ζωής από τον θάνατο στη γέννηση, από τον μαρασμό στην αναγέννηση, να αναφερθεί στις αρχέγονες τελετουργίες όλων των πολιτισμών που λάτρεψαν και ευλαβικά τίμησαν αυτό που ονομάστηκε «το θαύμα της ζωής».
Και εν πάση περιπτώσει να αφεθεί στην παράδοση της Μεγάλης Εβδομάδας και στο Πάσχα των Ελλήνων, να ξαναπιάσει το νήμα που συνδέει τα Ελευσίνια Μυστήρια, τη Δήμητρα και την Περσεφόνη με το «Θείο Δράμα».
Γιατί έτσι μόνο μπορεί να ζει ο άνθρωπος ανθρώπινα. Ας πούμε με τη ζεστασιά των ιστοριών ενός Παπαδιαμάντη.
Όμως όχι…
Οι πολίτες αυτής της χώρας είναι υποχρεωμένοι να ζουν κάθε μέρα, πέρα από τα προσωπικά τους δράματα επιβίωσης και το φόβο του ανεπάντεχου, και από ένα σενάριο προσβολής της νοημοσύνης τους, εκπορευόμενο από το Μέγαρο Μαξίμου και τον στενό πυρήνα συμβούλων του Πρωθυπουργού.
Εν ολίγοις, μετά το τρομερό δράμα του δυστυχήματος των Τεμπών με τους 57 νεκρούς, μετά το Βατερλό της επικοινωνιακής πολιτικής του πρωθυπουργού, ήρθαν οι δημοσκοπήσεις να αμφισβητήσουν για πρώτη φορά στα σοβαρά την δυνατότητα αυτοδυναμίας της ΝΔ στις επικείμενες εκλογές της 21ης Μαΐου.
Έτσι εκτιμήθηκε ότι πρέπει να αντιμετωπιστεί αποφασιστικά το «μόρφωμα Κασιδιάρη» με την επωνυμία «Έλληνες», επειδή φάνηκε να έχει αναπτύξει μια τέτοια δυναμική που εισερχόμενο στη Βουλή θα μπορούσε να στερήσει την αυτοδυναμία της ΝΔ ακόμη και στις δεύτερες επαναληπτικές εκλογές.
Η κυβέρνηση εδώ και καιρό με τις συνεχείς αλλοπρόσαλλες νομοθετικές της πρωτοβουλίες ουσιαστικά έχει φέρει το «μόρφωμα Κασιδιάρη με τις όποιες οβιδιακές του μεταμορφώσεις» στην πρώτη γραμμή της δημοσιότητας!
Παρά τις υποδείξεις και παραινέσεις δημοκρατών νομικών και καθηγητών Συνταγματικού Δικαίου και κυρίως των εκπροσώπων του αντιφασιστικού κινήματος που συγκροτημένα είχαν υποδείξει τον τρόπο νομοθέτησης με βάση την καταδικαστική απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, που έκρινε τη Χρυσή Αυγή ως ναζιστική εγκληματική οργάνωση, ήτοι να ψηφισθεί μια αντιναζιστική νομοθεσία με καθαρούς όρους και κριτήρια, η Κυβέρνηση προτίμησε να δράσει μικροκομματικά και με ιδιοτέλεια και ουσιαστικά πέρα από τις πρόνοιες του ίδιου του Συντάγματος του 1975, δηλαδή του Συντάγματος του ιδρυτού της.
Και για να θυμηθούμε τα γεγονότα:
Ήδη η πρώτη «τροπολογία Βορίδη το 2021 (άρθρο 92 Ν. 4804/2021, ΦΕΚ Α’ 90/5.6.2021, που τροποποίησε το άρθρο 32 του ΠΔ 26/2012) περιέγραφε διάφορα κωλύματα συμμετοχής προσώπων και κομμάτων στις εκλογές που ήταν πολύ εύκολο να παρακαμφθούν. Τονίστηκε αυτό σε όλους τους τόνους από πλήθος επιστημόνων, αλλά φευ «φωνή βοώντος εν τη ερήμω» (των εγκεφάλων του Μαξίμου).
Επειδή όμως τα εγκεφαλικά κύτταρα των εκπροσώπων του ακραίου κέντρου παρουσιάζουν έντονα εκφυλιστικά φαινόμενα, όπως και το σύστημα που υπηρετούν, άργησαν να το καταλάβουν και ο συναγερμός χτύπησε μόλις διαπίστωσαν ότι ο Κασιδιάρης θα έμπαινε στη Βουλή διά αντιπροσώπου!
Και πάλι όμως ούτε στην δεύτερη τροπολογία προχώρησε στην αναγκαία αντιναζιστική νομοθεσία. Αντί να νομοθετήσει ότι ο Άρειος Πάγος υποχρεούται να αποκλείει υποψηφίους καταδικασμένους για ναζιστική εγκληματική οργάνωση, ενέδωσε και πάλι στη γνωστή ιδεοληψία του ακραίου κέντρου «περί αποκλεισμού των δύο άκρων».
Εκχώρησε στον Άρειο Πάγο τον έλεγχο των προγραμμάτων των κομμάτων με κριτήριο την εξυπηρέτηση δήθεν «της ελεύθερης λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος», παρά τις αντιδράσεις σχεδόν όλου του νομικού κόσμου της χώρας.
Με την ψήφο ανοχής του ΠΑΣΟΚ, η κυβέρνηση ψήφισε την συγκεκριμένη τροπολογία (άρθρο 102 Ν. 5019/2023) δίνοντας υπερεξουσίες στο Α1 Τμήμα του Αρείου Πάγου πέρα και έξω από την επί 50 χρόνια ερμηνεία του Συντάγματος.
Ο πλήρης εξευτελισμός όμως της κυβέρνησης επήλθε όταν αυτή έφερε και τρίτη τροπολογία στη Βουλή προκειμένου να αντιμετωπίσει την καινούργια ντρίπλα του «Κασιδιάρειου μορφώματος», ήτοι την εμφάνιση Αχυρανθρώπου, του γνωστού πλέον τέως Αρειοπαγίτου, σε ρόλο ηγεσίας του ναζιστικού του μορφώματος.
Με αυτήν δε την τρίτη τροπολογία η κυβέρνηση διευρύνει το εύρος της σύνθεσης του αρμόδιου Α1 Τμήματος του Αρείου Πάγου, ως μη όφειλε, παρεμβαίνοντας κανονικά στη σύνθεσή του.
Επακολουθεί δήλωση διαφωνίας του Προέδρου του Α1 Τμήματος Χρ. Τζανερίκου, παραίτησή του και καινούργιες δηλώσεις για προσπάθεια χειραγώγησής του από την κυβέρνηση και εξαγοράς του.
Πρωτάκουστα πράγματα!
Μια σύγκρουση μεταξύ εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας που δεν τηρεί ούτε τα προσχήματα, καταδεικνύοντας το βάθος της ίδιας της συστημικής κρίσης και των εκπροσώπων της.
Η τρίτη αυτή τροπολογία ψηφίζεται τελικά από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ και ο Κασιδιάρης μαζί με τους φασίστες της χώρας πανηγυρίζει για την δωρεάν διαφήμιση του δήθεν αντισυστημικού χαρακτήρα του ναζιστικού του μορφώματος.
Χειρισμοί άθλιοι ενός σαπισμένου συστήματος που μόνο ένα πραγματικό αριστερό αντιφασιστικό κίνημα, στιβαρό, ρωμαλέο και αποφασισμένο να συγκρουστεί με το σύστημα και τους φασίστες ιδεολογικά, στη δουλειά, στα Πανεπιστήμια και στα σχολειά, μπορεί να τους φράξει οριστικά το δρόμο και να επιδράσει δημοκρατικά στη συνείδηση του λαϊκού κόσμου και της νεολαίας.
Όμως τα δεινά και τα πάθη του λαού μας δεν τελειώνουν εδώ.
Και οφείλουμε να επισημάνουμε αυτά που δυστυχώς δρομολογούνται από το σύστημα με συνέπεια και μακροχρόνιο σχεδιασμό.
Ο πρωθυπουργός με κάθε ευκαιρία μας υπενθυμίζει ότι το Σύνταγμα του 1975 με όλες του τις τροποποιήσεις, στα σημεία όπου κατοχυρώνει θεσμικά κοινωνικά και συλλογικά δικαιώματα και υποχρεώνει το κράτος σε πρόνοιες για δημόσια υγεία και παιδεία, αλλά και φροντίδα για την εκπλήρωση των βασικών ανθρώπινων δικαιωμάτων όπως είναι το δικαίωμα στην αξιοπρεπή εργασία, αμοιβή και στέγη, είναι πλέον τροχοπέδη για τη νεοφιλελεύθερη ανάπτυξη όπως εντελώς ιδεοληπτικά πλέον την εννοεί το ακραίο κέντρο που κυβερνά αλλά και ηγεμονικά κυριαρχεί ιδεολογικά στη χώρα.
Δηλαδή οποιοδήποτε δημόσιο αγαθό (είτε στον τομέα των υπηρεσιών, της παιδείας και υγείας, είτε στις υποδομές κ.λπ.) μπορεί να εξασφαλίσει κερδοφορία για το κεφάλαιο, πρέπει να του παραδοθεί. Το Δημόσιο οφείλει να εξασφαλίζει αλλά και να πληρώνει τις αναγκαίες δαπάνες για να υπάρχουν οι προϋποθέσεις αυτές.
Μειώνει δε στο ελάχιστο τις δαπάνες αναπαραγωγής της ίδιας της εργατικής δύναμης.
Ακόμα και το έγκλημα της ιδιωτικοποίησης των σιδηροδρόμων που ξεκίνησε ο ΣΥΡΙΖΑ και ολοκλήρωσε η ΝΔ με τον τεμαχισμό του σιδηροδρομικού δικτύου και έργου και που έφερε λόγω της εγκληματικής αμέλειας, ή ακόμα και του ενδεχόμενου δόλου των υπηρεσιακών και πολιτικών προϊσταμένων, το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη, γίνεται προσπάθεια να ερμηνευτεί με το ιδεολόγημα «του κακού δημοσίου». Τέτοιο θράσος…
Από αυτή τη σκοπιά είναι χαρακτηριστική η λαθροχειρία του πρωθυπουργού στη συνάντηση που είχε στις 15 Φεβρουαρίου 2023 με εκπροσώπους του καλλιτεχνικού κόσμου στο Μέγαρο Μαξίμου, σχετικά με το Π.Δ. 85/2023 που χειροτέρεψε τη θέση των καλλιτεχνών, εξομοιώνοντας τα πτυχία τους με αυτά της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Είπε συγκεκριμένα ο πρωθυπουργός, χρεώνοντας την άρνησή του να λύσει το πρόβλημα, στο συνταγματικό άρθρο που κατοχυρώνει τη δημόσια ανώτατη εκπαίδευση και που έχει μπει στο στόχαστρο των «γαλαζοπράσινων» κυβερνήσεων εδώ και χρόνια, εξεγείροντας το μαθητικό και το φοιτητικό κίνημα κάθε φορά που επιχειρήθηκε η κατάργησή του:
«Είναι στις προθέσεις μας στην επόμενη συνταγματική μεταρρύθμιση να αλλάξουμε το άρθρο 16. Θα ακούσετε από εμάς πράγματα τα οποία μπορούν να γίνουν και πράγματα τα οποία δεν μπορούν να γίνουν. Διότι νομίζω ότι όλοι σας αντιλαμβάνεστε ότι υπάρχουν και συνταγματικοί περιορισμοί ως προς τη δυνατότητα να παρέχεται ιδιωτική τριτοβάθμια εκπαίδευση. Και όσο δεν αλλάζει το άρθρο 16, αυτό δεν είναι κάτι το οποίο θα είναι εφικτό».
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δηλαδή, δεν δίστασε να κάνει προεκλογικό παιχνίδι και μάλιστα με σημαδεμένες τράπουλες, με ένα θέμα που αφορά στο μέλλον της νεολαίας και τη δυνατότητά της να σπουδάζει χωρίς αυτό να συναρτάται αναγκαστικά με το περιεχόμενο της τσέπης της λαϊκής οικογένειας.
Η παραπάνω είδηση πέρασε στα ψιλά αλλά νομίζω ότι πρέπει οι λαϊκές οργανώσεις και το κίνημα να επαγρυπνούν διαρκώς, να αποκαλύπτουν τους σχεδιασμούς του συστήματος, ανεξάρτητα με το ποιός κατά καιρούς το εκπροσωπεί κομματικά και πολιτικά και να μη μασάνε στους αντιπερισπασμούς που κάθε φορά τους στήνουν για αποπροσανατολισμό.
Και έτσι έρχονται αυθόρμητα στο νου οι στίχοι του ποιητή και λόγω των ημερών: «Σαν να ‘χαν ποτέ τελειωμό τα πάθια κι οι καημοί του κόσμου».
Και ταυτόχρονα θέλεις να πεις στον κυρ-Αλέξανδρο ότι εμείς είμαστε αποφασισμένοι να βάλουμε ένα εφικτό «τέλος» στην εκμετάλλευσή του, συμμεριζόμενοι τους καημούς του που άλλωστε είναι και δικοί μας.