Το διαχρονικό επιχείρημα ενάντια στο όραμα μιας πραγματικά δίκαιης κοινωνίας είναι ότι η ανταγωνιστικότητα και η απληστία αποτελούν «φυσικά» χαρακτηριστικά του ανθρώπου, που δεν ξεριζώνονται, και άρα κάθε προσπάθεια υπέρβασής τους είναι εξ ορισμού καταδικασμένη -και μάλιστα αποπροσανατολιστική άρα επιζήμια για την εξέλιξη των κοινωνιών… Πράγματι, η συγκρουσιακή συμπεριφορά -π.χ. στο κυνήγι, την απόκρουση θηρευτών, ή την προστασία των απογόνων- είναι εγγενής και απαραίτητη για την επιβίωση σε όλα τα ζωικά είδη· όπως φυσικά και ο πρωτογενής ανταγωνισμός για διεκδίκηση τροφής, ζωτικού χώρου ή ευκαιριών για ζευγάρωμα. Η δε απληστία έχει ως γενετικό υπόβαθρο την αναγκαία συσσώρευση τροφής για τη διαχείμαση του ατόμου ή την εξασφάλιση της επιβίωσης των απογόνων του…
Αρκούν άραγε οι παραπάνω διαπιστώσεις για να δικαιολογήσουν τη διηνεκή αναπαραγωγή της κοινωνικής αδικίας;
Συμβολικός ανταγωνισμός
Πρώτ’ απ’ όλα, οι άμεσοι «προγονοί» μας -εφόσον σ’ αυτούς θα πρέπει ν’ αποδοθεί ο γενετικός μας κλήρος- ήταν ασφαλώς όχι μονήρη αλλά αγελαία ζωικά είδη. Απ’ αυτούς τους προγόνους λοιπόν ο άνθρωπος προικίζεται γενετικά μ’ ένα είδος ανταγωνιστικότητας εξελικτικά προσαρμοσμένο σ’ αυτή τη συνθήκη.
Καθώς η κοινωνικότητα επιτυγχάνει μια σχετική απελευθέρωση της επιβίωσης από τον ατομικό ανταγωνισμό, η βιολογική ωφέλεια των συμπεριφορών «κρίνεται» πλέον στο «γήπεδο» της συμβίωσης: Στα είδη που ζουν ομαδικά, τα συμπεριφορικά γνωρίσματα -και τα γονίδια που τα ελέγχουν- ευνοούν την επιβίωση κι επικρατούν, όχι πλέον μονοδιάστατα αναλόγως τού κατά πόσο δίνουν στον φορέα τους πλεονέκτημα έναντι των ομοειδών του, αλλά και αναλόγως τού κατά πόσο είναι συμβατά με τη συνοχή της ομάδας. Έτσι, η συγκρουσιακότητα μεταξύ των μελών περιορίζεται και οι σχετικές συμπεριφορές μετουσιώνονται· με το άτομο να ανταγωνίζεται όλο και λιγότερο για πραγματικά επίδικα και όλο και περισσότερο με στόχο την οικοδόμηση κοινωνικού γοήτρου -κάτι που εξασφαλίζει έμμεσα οφέλη, όπως π.χ. προτεραιότητα στο ζευγάρωμα. Ο δε συμβολικός αυτός ανταγωνισμός εκδηλώνεται αφενός σαν επιθυμία για κυριαρχία, αφετέρου σαν τάση για αναμέτρηση κι επίδειξη υπεροχής.
Ειδικότερα σε ό,τι αφορά το ανθρώπινο είδος, οι σχετικές συμπεριφορές μετασχηματίζονται περεταίρω λόγω της εξελισσόμενης συνθήκης του πολιτισμού: Με την εγκατάσταση σε πόλεις, τη γνωστική ανάπτυξη και την αύξηση του πληθυσμού, προκύπτει η ανάγκη οργανωμένης διοίκησης των ανθρώπινων κοινοτήτων, και μαζί ανοίγει ο δρόμος για την ανάπτυξη της ιεραρχίας. Ο συμβολικός ανταγωνισμός μπορεί να πάρει έτσι τη μορφή της ροπής για εξουσία. Εξάλλου, μέσα από παράγοντες όπως η τεχνολογική πρόοδος, η εξειδίκευση και οι δυνατότητες αποθήκευσης, αυξάνεται η παραγωγή και αναδύεται το εμπόριο, η οντότητα του κέρδους και εντέλει ο πλούτος -η συσσώρευση πέραν των πραγματικών αναγκών. Έτσι, συνδυάζοντας την απληστία με την παροχή ενός πεδίου για ατομική διάκριση, εγκαθίσταται η επιθυμία για πλουτισμό.
Ανθρώπινη αυτονομία
Το ειδοποιό γνώρισμα του ανθρώπου ωστόσο είναι η θεμελίωση της αυτόνομης συμπεριφοράς. Σε αντίθεση με τους υπόλοιπους οργανισμούς που κινούνται υπό την μπαγκέτα του γενετικού κώδικα, ο άνθρωπος πλοηγείται με γνώμονα την ελεύθερη βούλησή του. Κι από τη στιγμή που το υποκείμενο ξεφεύγει από τους φυσικούς περιορισμούς, γίνεται το ίδιο υπεύθυνο για την ταυτότητά του.
-Εξάλλου, αν κάποιος ήθελε να ζει «φυσικά» και μπορούσε να μπει στη μηχανή του χρόνου και να πάει πίσω στην κατάλληλη εποχή για κάτι τέτοιο, θα έπρεπε να επιβιώσει χωρίς εμβόλια και αντιβιοτικά, να μάθει να ζει χωρίς μηχανοκίνητα μέσα, τηλεπικοινωνίες και ηλεκτρικό ρεύμα, να στερηθεί την ηχογραφημένη μουσική και τον κινηματογράφο κ.ο.κ., καθώς ο ιστορικός πολιτισμός πάει «πακέτο» και όχι «αλά καρτ». Επιπλέον κάτι τέτοιο είναι αδύνατο, όχι μόνο γιατί δεν έχει εφευρεθεί η μηχανή του χρόνου, αλλά και γιατί το ίδιο το ανθρώπινο υποκείμενο διαμορφώνεται από τον πολιτισμό του.
Έτσι κάθε άνθρωπος οφείλει να αναδεχθεί την ιστορία του είδους του και να επιδιώκει να διαμορφώσει τους όρους του κόσμου του, ως απόρροια της προσωπικής του επιλογής -και ευθύνης… Η ανταγωνιστική οικονομική διάρθρωση του κόσμου δεν είναι φυσική και αναπόδραστη αλλά αποτέλεσμα επιλογής. Όσο κι αν βολεύει τους προνομιούχους να φυσικοποιούν τα προνόμιά τους· όσο κι αν απαλλάσσει τα θύματα της εκμετάλλευσης από το άχθος του αγώνα η πίστη ότι ένας άλλος κόσμος είναι αδύνατος, στην πραγματικότητα η κοινωνική αδικία δεν είναι φυσικός νόμος αλλά ανθρώπινη επιλογή -δηλαδή αποτέλεσμα συσχετισμών.
Πράγματι, το γενετικό υπόβαθρο των ανταγωνιστικών συμπεριφορών υπάρχει. Αλλά ο καθένας προσωπικά έχει την ευθύνη τού τι κάνει με αυτό… Όχι μόνο η υπέρβαση του ατομικού ανταγωνισμού ως συστατικού της κοινωνικής συγκρότησης είναι ένας «νόμιμος» στόχος, αλλά επίσης, η συλλογικοποιημένη διεκδίκηση πόρων εναντίον ξένων πληθυσμών που στα αγελαία ζώα υποκαθιστά τον ατομικό ανταγωνισμό -αυτό που στον άνθρωπο συνιστά τον πόλεμο- μπορεί, εφόσον συντρέχουν πλέον οι όροι, εξίσου εύλογα να εκλείψει. Εξάλλου, η ικανότητα συλλογικής ανάπτυξης αγωνιστικών συμπεριφορών, εκτός από τον πόλεμο γεννά επίσης την επαναστατικότητα. -Είναι ενδεικτικό το πόσο στις κοινωνίες μας πριμοδοτείται ο ατομικός ανταγωνισμός, αλλά δαιμονοποιείται ο συλλογικός -όταν είναι ταξικός.
Ο αυτο-προσδιορισμός προϋποθέτει αυτογνωσία
Οι εγγενείς ροπές, τα «ένστικτα», τα συμπεριφορικά μοτίβα που κρύβονται στον ανθρώπινο εγκέφαλο, είναι στοιχεία που δεν μπορούν ασφαλώς να εξαφανισθούν -κι ούτε θα ‘πρεπε να προσβλέπουμε σε κάτι τέτοιο. Όσο λανθασμένος είναι ο ισχυρισμός ότι οφείλουμε να ευθυγραμμιζόμαστε με αυτά, άλλο τόσο λανθασμένη είναι η τακτική τού να αρνούμαστε την ύπαρξή τους. Στο κάτω-κάτω, εάν αμύνεσαι κουκουλώνοντας τέτοιου είδους στοιχεία, σημαίνει ότι αποδέχεσαι την κανονιστική τους σημασία· ότι φοβάσαι πως αν τα αναγνώριζες θα αναγκαζόσουν να συμφωνήσεις με την αντίπαλη άποψη της συμμόρφωσης.
Οι σκοτεινές περιοχές της ψυχικής μας συγκρότησης δε θα έπρεπε να είναι πηγή αμηχανίας, αλλά αντικείμενο επίγνωσης και συνειδητής, συνθετικής δουλειάς. Όλοι λίγο-πολύ διαθέτουμε το ένστικτο της ανταγωνιστικότητας, όπως επίσης τη ροπή της αδράνειας, τον φόβο για το διαφορετικό, την προσκόλληση στην ιδιοκτησία ή απλώς την περιστασιακή ανάγκη να αντιφάσκουμε με τον εαυτό και τις αρχές μας. Όλα αυτά τα στοιχεία θα πρέπει να αναγνωρίζονται, να εκφράζονται, ή ακόμη και να αξιοποιούνται -με τον τρόπο που π.χ. ορισμένες αθλητικές δραστηριότητες λογίζονται σαν θετική διοχέτευση βίαιων ενστίκτων.
Εξάλλου, η ανάγκη για επίγνωση και συνειδητή διαχείριση της γενετικής μας σκευής δεν περιορίζεται στις παραπάνω «σκοτεινές περιοχές». Καίριος είναι λόγου χάρη ο προβληματισμός γύρω από τα έμφυλα χαρακτηριστικά· όπου το γεγονός ότι χρησιμοποιούνται για την κανονικοποίηση της πατριαρχίας μάς κάνει εύκολα να διολισθαίνουμε στην αμυντική στάση μιας έντεχνης παρασιώπησής τους. -Ενώ η ρητή αποσύνδεση των κοινωνικών ρόλων από τις βιολογικές προδιαγραφές θα στέκει μόνο αν συνοδεύεται από την απερίφραστη αποδοχή τους.
Το ψευδο-επιχείρημα του αναπόδραστου των βιολογικών καταβολών μας -τόσο πειστικό στην απλοϊκότητά του- χρησιμοποιείται ως εργαλείο υπεράσπισης για τον βιασμό, την ελεύθερη οικονομία, τον ρατσισμό, το «χόμπι» του κυνηγιού και πολλά ακόμη στρεβλά ή και νοσηρά στοιχεία της κοινωνίας μας. Και εύκολα μετατρέπεται από επίκληση στον ρεαλισμό σε κανονιστικό λόγο, καταλήγοντας σε μια ιδιότυπη ηθικοποίηση του «φυσικού». -Βοηθούντος ίσως και του περιρρέοντος κλίματος μιας κριτικής στις αλλοτριωτικές πλευρές του σύγχρονου πολιτισμού που στην πορεία κακοφόρμισε -αφημένη στην τύχη της όπως τόσα άλλα- σ’ ένα μοδάτο αφήγημα που δαιμονοποιεί συλλήβδην κάθε τι το τεχνητό, πότε βάζοντας στο στόχαστρο από τα συνθετικά υλικά μέχρι τα χημικά φάρμακα και πότε απαυδώντας με την πολιτική ορθότητα.
-Ηθικοποίηση που μοιάζει εντέλει να πλασάρεται σαν δίκαιο αντίτιμο για την άρνηση των θρησκευτικών καταγωγικών μύθων. Σαν ο σκοταδισμός να εκδικείται τον ορθολογισμό χακάροντας τα μυαλά των ανθρώπων, ώστε να εγκλωβίζονται στο ψευδο-δίλημμα «μεταφυσική πίστη ≠ μηδενισμός». Μπορεί κανείς να φαντασθεί τη φωνή της συντήρησης -αιωνίως αρνούμενης ν’ αναγνωρίσει την προσωπική αυτονομία του ανθρώπου- να χρησμοδοτεί: «Αφού ψάχνεις για απαντήσεις στη βιολογία, μοίρα σου θα είναι ο νόμος της ζούγκλας.»
Μόνο που, αν από τη μία μας καθορίζει το από πού ερχόμαστε, από την άλλη εξίσου μας καθορίζει και το προς τα πού πάμε. Κι αυτό είναι το πραγματικό δισυπόστατο του ανθρώπου…