Κείμενο διαλόγου, Σύγχρονο Κομμουνιστικό Σχέδιο
Οι τελευταίες καταστροφικές πλημμύρες στη Θεσσαλία, στα παράλια της Λιβύης και της Βουλγαρίας, στη δυτική Τουρκία, στη Σλοβενία, στη Βραζιλία, στην Ινδία και αλλού, πέρα από την πολιτική, έχουν αναζωπυρώσει και την ιδεολογική – προγραμματική αντιπαράθεση. Οι τραγικές εμπειρίες μας επιβεβαιώνουν τις προβλέψεις ανεξάρτητων μαρξιστών και ασυμβίβαστων επιστημόνων για μια “καπιταλιστική κλιματική αλλαγή”, που παίρνει δραματικές διαστάσεις. Η κυβέρνηση επικαλείται την “κλιματική αλλαγή” για να υποβαθμίσει τις ευθύνες της, ενώ τμήματα του κεφαλαίου την αξιοποιούν τρομολαγνικά για την “πράσινη ανάπτυξη” των κερδών τους, κρύβοντας τις ευθύνες του καπιταλισμού. Άλλα αστικά ρεύματα (με πολιτικό εκπρόσωπο το ρεύμα του τραμπισμού) αρνούνται την “κλιματική αλλαγή” δουλεύοντας για λογαριασμό των εξορυκτικών πολυεθνικών.
Αναδημοσιεύουμε σήμερα ένα κεφάλαιο από το κείμενο διαλόγου του Σύγχρονου Κομμουνιστικού Σχεδίου για την πολιτική τακτική του εργατικού κινήματος (βλ. kommon.gr) που τοποθετείται στο ζήτημα της κλιματικής και γενικότερα της οικολογικής κρίσης, σε αντιπαράθεση με τα δύο προαναφερόμενα αστικά ρεύματα.
Σε αυτό τονίζεται ότι: “Η καπιταλιστική παραγωγή έχει την τάση να σπαταλά τις δυο πηγές πλούτου, την εργασία και τη φύση, ειδικά τους φυσικούς πόρους που δεν αποτελούν άμεσα κεφάλαιο (ατμόσφαιρα, κλίμα, θάλασσες, οικολογική ποικιλία, κλπ.). Αυτή η διπλή λεηλασία έχει πάρει σήμερα πρωτοφανείς διαστάσεις, έτσι που ο συνδυασμός του αγώνα για την επιβίωση της εργατικής τάξης και του πλανήτη γίνεται καθοριστικός στην εργατική τακτική και στρατηγική”.
Α.3. Η ΑΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΗΣ ΤΑΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ
Α.3.1. Η καταστροφική πλευρά της σύγχρονης καπιταλιστικής ανάπτυξης
Στην εποχή μας, στο έδαφος της υπερ-συγκεντρωμένης καπιταλιστικής ιδιοκτησίας και κυριαρχίας, η αντίθεση μεταξύ της δημιουργικής – απελευθερωτικής πλευράς στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και της καταστροφικής διάστασής τους, παίρνει πρωτοφανείς διαστάσεις. Χωρίς να σταματά η δημιουργική – απελευθερωτική διάστασή τους πάνω στην οποία, εξάλλου, αναπτύσσονται οι επαναστατικές δυνατότητες, το σκέλος της καταστροφικότηταςτείνει να ενισχύεται ολοένα και δυναμικότερα, καθώς, μάλιστα, οι υποκειμενικές δυνάμεις του εργατικού κινήματος δεν είναι σε θέση, ακόμη, να μετατρέψουν το αδιέξοδο του καπιταλισμού σε επαναστατική διέξοδο προς μια κομμουνιστική κοινωνία.
Ο καπιταλισμός που «παραωρίμασε» αλλά δεν πέφτει ποτέ σαν «ώριμο φρούτο», αφήνει στο πέρασμα του κουφάρια της ζωής μας: Η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας στους αναπτυσσόμενους κλάδους είναι μικρότερη από την καταστροφή τους λόγω της εφαρμογής της νέας επιστημονικοτεχνικής επανάστασης, διογκώνοντας σε πρωτοφανή επίπεδα τη δομική ανεργία και υποαπασχόληση, τις φαβέλες και τα γκέτο, παρά τη δημιουργία νέων «εργαστηρίων του κόσμου» στην Κίνα, την Ασία και την Αφρική. Τα ειδικά ορθολογικά μέτρα αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής συγκρούονται με την καταστροφική γενική δραστηριότητα της αγοράς και των ανταγωνιζόμενων πολυεθνικών ομίλων, των κρατών και των περιφερειακών ολοκληρώσεων. Οι οικολογικές αυτές καταστροφές συμβαδίζουν με τις κοινωνικές καταστροφές της νεοφιλελεύθερης αστικής επίθεσης, όπως οι οικονομικές κρίσεις, οι χρεοκοπημένες επιχειρήσεις – ζόμπι, η δομική ανεργία, οι νέες ελαστικές και εξουθενωτικές σχέσεις εργασίας, οι μαζικές ασθένειες, οι πολεμικές καταστροφές, ο πόλεμος των φύλων, ο αέναος καταναλωτισμός κ.α. Και τώρα προβάλλει ξανά ο παγκόσμιος πόλεμος, ο «μεγάλος καταστροφέας» παραγωγικών δυνάμεων και μάλιστα, στην πυρηνική – ολοκληρωτική εκδοχή του.
Ο σύγχρονος καπιταλισμός δημιουργεί τεράστιες δυνατότητες, επιστημονικές, τεχνολογικές, κοινωνικές, πολιτισμικές, αλλά ταυτόχρονα προβάλλει, όλο και πιο δυναμικά, το «κανιβαλικό» του πρόσωπο. Η επέκταση του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής ακόμα και στα πιο μακρινά και απομονωμένα μέρη του πλανήτη οδηγεί στα όριά του αυτό το σύστημα. Η ωρίμανση και ο κορεσμός του συνοδεύονται από τον κλονισμό της αποτελεσματικότητας της αγοράς και από μια ανεπαρκή ανάταξη της κερδοφορίας του κεφαλαίου και της ίδιας της απόσπασης υπεραξίας. Γι’ αυτό και το σύστημα σαν σύνολο καθίσταται ιδιαίτερα ασταθές.
Η ραγδαία αναπτυσσόμενη παγκόσμια οικολογική κρίση συνδυάζεται με την κρίση της υπεραξίας και της διευρυμένης αναπαραγωγής του κεφαλαίου και οδηγεί τον παγκόσμιο καπιταλισμό όχι απλώς προς κυκλικές ή διαρθρωτικές κρίσεις, αλλά σε έναν ανώτερο κύκλο ιστορικής κρίσης που αγγίζει πιο άμεσα τον ίδιο τον σκληρό πυρήνα του. Για αυτό ο εργατικός και οικολογικός αγώνας δεν μπορούν να αποσπαστούν ο ένας από τον άλλον, όπως υποστηρίζουν διάφορες θεωρίες που καταλήγουν στον κινηματικό κατακερματισμό. Η καπιταλιστική παραγωγή έχει την τάση να σπαταλά τις δυο πηγές πλούτου, την εργασία και τη φύση, ειδικά τους φυσικούς πόρους που δεν αποτελούν άμεσα κεφάλαιο (ατμόσφαιρα, κλίμα, θάλασσες, οικολογική ποικιλία, κλπ.). Αυτή η διπλή λεηλασία έχει πάρει σήμερα πρωτοφανείς διαστάσεις, έτσι που ο συνδυασμός του αγώνα για την επιβίωση της εργατικής τάξης και του πλανήτη γίνεται καθοριστικός στην εργατική τακτική και στρατηγική.
Α.3.2. Η αδυναμία του κεφαλαίου να ελέγξει τον εαυτό του
Παράλληλα, αναπτύσσεται η ανελεγξιμότητα των αντιθέσεων του κεφαλαίου από το ίδιο το κεφάλαιο. Έτσι, παρά το γεγονός ότι πληθαίνουν διαρκώς οι ατομικές φωνές αστών ακόμη και για… αντικαπιταλιστικά μέτρα, όπως του Μέρντοχ για αύξηση τη φορολογίας ή του Γκέιτς για έλεγχο των οφ σορ, είναι εμφανής πλέον, η ανικανότητα των θεσμών, των μηχανισμών και των ατόμων που εκπροσωπούν τον καπιταλισμό και ιμπεριαλισμό, των κατά Μαρξ «προσωποποιήσεων του κεφαλαίου», να σταματήσουν την καταστροφική πλευρά της καπιταλιστικής ανάπτυξης.
Η συνολική αυτή κατάσταση της αστάθειας έχει σημαντικές επιπτώσεις για τις προοπτικές επιβίωσης του κεφαλαιοκρατικού συστήματος ως τέτοιου. Γι’ αυτό και η επιθετικότητά του εντείνεται, οι κίνδυνοι εκτείνονται σήμερα σε όλο τον πλανήτη και είναι απρόβλεπτοι.
Το περιθώριο της μετατόπισης των αντιφάσεων του συστήματος γίνεται ακόμα πιο στενό, η λύση τους με τον ένα ή άλλο τρόπο καθίσταται όχι μόνο αναπόφευκτη αλλά και αμεσότερη.
Ορισμένες υπερβολικές εκτιμήσεις για ένα επικείμενο «τέλος του κόσμου» δεν βοηθούν παρά μόνον το φόβο και τα ανορθολογικά συνομωσιολογικά ρεύματα. Όμως η ανάγκη θετικής διεξόδου, πριν να είναι πολύ αργά, καθίσταται επείγουσα. Η επιτακτικότητα αυτής της διεξόδου συνδυάζεται με το γεγονός πως τα προβλήματα που διογκώθηκαν και επηρεάζουν την ίδια την επιβίωση της ανθρωπότητας, πρέπει σήμερα να αντιμετωπιστούν μέσα σε συνθήκες όπου το κεφαλαιοκρατικό σύστημα σα σύνολο έχει περάσει στη δομική κρίση του. Η «δημιουργική καταστροφή» του κεφαλαίου, την οποία είχαν επισημάνει στοχαστές, δίνει τη θέση της σε μια «καταστροφική δημιουργία».
Α.4. Η ΕΞΟΔΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΦΑΥΛΟ ΚΥΚΛΟ
Α.4.1. Πρόοδος και ανάπτυξη
ΌΗ αντίθεση ανάμεσα στην καπιταλιστική δημιουργία και καταστροφή εμφανίζεται σήμερα με έναν ολοένα και οξύτερο διαχωρισμό ανάμεσα στους ιδεολόγους της τεχνολαγνείας και αυτούς της τεχνοφοβίας. Το πρώτο ρεύμα είχε δυναμική άνοδο με τη μορφή διαφόρων αντιδραστικών κινημάτων, όπως αυτό του Διανθρωπισμού, που υποσχόταν μια, διαστροφική αυτή τη φορά, ανθρώπινη Ουτοπία, η οποία υποτίθεται πως θα ξεπερνούσε τα όρια της ανθρώπινης φύσης, της ζωής, ακόμη και του θανάτου, μέσω της εξω-φυσικής ένωσης των ρομποτικών μηχανών και αργότερα, της γενετικής μηχανικής, με τον άνθρωπο.
Η «κρίση του Αιώνα», το 2007 – 09 γκρέμισε απότομα αυτά τα όνειρα – εφιάλτες, δίνοντας τη θέση της σε μια έκρηξη ανορθολογικών ρευμάτων τεχνοφοβίας, που εντάθηκαν στην περίοδο της πανδημίας και εκφράστηκαν στην τέχνη, με μια μαζική κινηματογραφική αλλά και λογοτεχνική παραγωγή έργων Δυστοπίας. Κοινό χαρακτηριστικό και των δυο ρευμάτων είναι η αντιμετώπιση της επιστήμης, της τεχνολογίας ως ουδέτερων μηχανισμών έξω από τις παραγωγικές καπιταλιστικές σχέσεις και την ταξική πάλη.
Ως αντίδραση απέναντι στην ανεξέλεγκτη και καταστροφική ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, απέναντι στην αναπτυξιολαγνεία του κεφαλαίου, αναπτύσσονται αντιλήψεις, θεωρίες και κινήματα που αρνούνται γενικά την ανάπτυξη, με το σύνθημα της αποανάπτυξης. Όμως, είναι η καπιταλιστική κρίση που έφερε μια αντιδραστική και απάνθρωπη «αποανάπτυξη», για να ξαναδώσει τη σκυτάλη σε μια εξίσου αντιδραστική και απάνθρωπη «ανάπτυξη» και μαζί της, ένα νέο άλμα καταστροφής της φύσης.
Οι θεωρίες αυτές, βεβαίως, ασκούν δικαιολογημένη κριτική σε αντιλήψεις του κομμουνιστικού και αριστερού κινήματος που έθεταν και θέτουν σαν περιεχόμενο του σοσιαλισμού το ξεπέρασμα του καπιταλισμού στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων –σοσιαλισμός σημαίνει περισσότεροι τόνοι σίδερου και χάλυβα. Αυτή η ποσοτική αντίληψη για τις αντιθέσεις απολυτοποιεί το ρόλο των παραγωγικών δυνάμεων, αλλά και του κράτους και επηρέασε πλευρές των ρευμάτων που προτείνουν μια «λαϊκή ανάπτυξη» ή «παραγωγική ανασυγκρότηση». Αυτή η αντίληψη δεν ξεφεύγει ποιοτικά από τον οικονομισμό και τον παραγωγικισμό που κυριάρχησε στη Δεύτερη Διεθνή και επέστρεψε στην Τρίτη Διεθνή. Επίσης, μια παραγωγική ανασυγκρότηση υπέρ του λαού και νέων παραγωγικών σχέσεων προϋποθέτει την εργατική εξουσία.
Άλλα ρεύματα προωθούν ένα πιο άμεσο, μετωπικό, «αντιμονοπωλιακό» σχέδιο πάλης ενάντια στην καπιταλιστική αναδιάρθρωση. Η σύγχρονη αντιμονοπωλιακή πάλη είναι αναγκαία, βεβαίως, με τη διευκρίνηση ότι, πρώτο, σήμερα έχει αναπτυχθεί ένα σύγχρονο μονοπώλιο, το πολυεθνικό πολυκλαδικό και δεύτερο, ότι το μονοπώλιο είναι η κορυφή της πυραμίδας των κοινωνικών σχέσεων του κεφαλαίου και όχι αυτοτελής σχηματισμός έξω και πάνω από αυτές και συνεπώς, δεν υπάρχει «αυτοτελής» αντιμονοπωλιακή αστική τάξη για να συμμαχήσει μαζί της το εργατικό κίνημα. Συνεπώς, η σύγχρονη αντιμονοπωλιακή πάλη οφείλει να είναι βαθιά εργατική και αντικαπιταλιστική και το αντίστροφο.
Η ανάπτυξη και κατ’ επέκταση, η πρόοδος δεν είναι ουδέτερες τεχνοκρατικές έννοιες, αλλά μια ταξική, ιστορική και κοινωνική διαδικασία, που προσδιορίζεται από τις παραγωγικές σχέσεις που αντιστοιχούν σε αυτές τις παραγωγικές δυνάμεις, σε κάθε στάδιο και εποχή. Η ανθρωπότητα δεν μπορεί να επιζήσει χωρίς την ανάπτυξη των αναγκών της που κεντρίζουν την ιστορική ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Χρειάζεται όμως να πάρει στα χέρια της τις παραγωγικές δυνάμεις, αλλάζοντας τες ποιοτικά με την αλλαγή όλων των κοινωνικών σχέσεων. Έτσι ώστε η ίδια η ανθρωπότητα να καθορίζει τις ανάγκες της, σε αρμονία με τη φύση του ανθρώπου και τον άνθρωπο της φύσης.
Α.4.2. Η χειραφέτηση της μισθωτής εργασίας και η σωτηρία του πλανήτη
Η εκτίμηση ότι η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων έχει περάσει σε μια εποχή όπου δυναμώνει η καταστροφική πλευρά τους, χωρίς να σταματά, βεβαίως, η δημιουργική διάστασή τους, επιτάσσει να τεθεί σε προτεραιότητα η αλλαγή των κοινωνικών και παραγωγικών σχέσεων. Επιτάσσει έναν συνδυασμό του αγώνα για τη χειραφέτηση της μισθωτής εργασίας και της ανθρώπινης κοινωνίας με τον αγώνα για τη σωτηρία του ανθρώπινου είδους, της φύσης, της ζωής και του πλανήτη από τη δράση του κεφαλαίου. Οι γενικές συνθήκες απαιτούν την άρση των αιτιών της καταστροφικότητας και ανελεγξιμότητας των παραγωγικών δυνάμεων. Με άλλα λόγια, απαιτούν την κοινωνικοποίηση, το πέρασμα των μέσων και των δυνάμεων παραγωγής στα χέρια των παραγωγών του πλούτου. Απαιτούν απελευθέρωση, αλλά και ποιοτική αλλαγή των παραγωγικών δυνάμεων και της επιστήμης. Απαιτούν δημιουργική ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και της επιστήμης.
Ο πλανήτης γη, μαζί με το κοντινό διαστημικό περιβάλλον του, είναι πεπερασμένος. Όσο και αν ο Μασκ, ο Γκέιτς και ο Μπέζος, όσο και αν το κεφάλαιο επιχειρεί να διεισδύσει στα άβατα του μικρόκοσμου, να αποικίσει τη Σελήνη και τον Άρη για να υπερβεί τον κορεσμό των συνόρων του, τα όρια διαγράφονται στενά και απειλούν τις θάλασσες, τα παγόβουνα, τη μισθωτή εργασία και την ανθρώπινη ύπαρξη. Χρειαζόμαστε έναν οικο-κομμουνισμό του πεπερασμένου.
Από αυτή τη σκοπιά χρειάζεται μια ανατροπή στην αντίληψή μας για το σκοπό και τα μέσα. Στρατηγικός τελικός σκοπός του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος είναι ο έλεγχος και η κοινωνικοποίηση των παραγωγικών, επιστημονικών και τεχνολογικών δυνάμεων, των μέσων παραγωγής, επικοινωνίας και πληροφορίας από τους παραγωγούς. Η επανάσταση και η κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας είναι το σχετικά αυτοτελές, πρώτο ιστορικό ποιοτικό άλμα που ανοίγει το δρόμο για τον τελικό σκοπό. Το κόμμα, το μέτωπο, το κίνημα, η κυβέρνηση, η εξουσία, η κρατικοποίηση χρειάζεται να αντιμετωπιστούν όχι ως σκοπός, αλλά ως ιστορικά αναπτυσσόμενα, αναγκαία μέσα – εργαλεία στην πορεία του συνεχούς αγώνα για την κοινωνικοποίηση, τελικά, για την ευτυχία των ανθρώπων. Και όχι το αντίστροφο, όπως επικράτησε στον «υπαρκτό σοσιαλισμό» και επικρατεί εν πολλοίς στο υπαρκτό σοσιαλιστικό, κομμουνιστικό και αριστερό κίνημα μέχρι σήμερα. Από αυτή τη σκοπιά, οφείλουμε να αναζητήσουμε και τα άμεσα πολιτικά αιτήματα μιας σύγχρονης εργατικής τακτικής.
Α.4.3. Η αστική τάξη βολεύεται μέσα σε αυτές τις σχέσεις
Ποιο είναι όμως το ιστορικό κοινωνικό υποκείμενο που μπορεί, κάτω από τις υφιστάμενες κοινωνικές σχέσεις, να αναλάβει αυτό το γιγάντιο έργο;
Στις αστικές σχέσεις εκμετάλλευσης και καταστροφικότητας είναι εγκλωβισμένοι τόσο το κεφάλαιο, όσο και η μισθωτή εργασία, τόσο οι αστοί όσο και οι εργάτες. Με τη διαφορά ότι οι αστοί (οι προσωποποιήσεις του κεφαλαίου) αποτελούν τη θετική, συντηρητική πλευρά αυτών των σχέσεων. Δεν μπορούν να δουν έξω από αυτές, να δουν «πέρα από το κεφάλαιο». Για αυτό, όπως ο Μαθητευόμενος Μάγος του Γκαίτε, αδυνατούν να χαλιναγωγήσουν τις δυνάμεις που οι ίδιοι απελευθερώνουν, που «ροκανίζουν» και δυνητικά τείνουν να καταστρέψουν και τους ίδιους. Εδώ εδράζεται η περίφημη «αξιοποίηση» της κλιματικής αλλαγής για μια «πράσινη επιχειρηματικότητα» που καταστρέφει το πράσινο, η «αξιοποίηση» των πυρκαγιών για την αναδάσωση από ιδιώτες που θα καταστρέφουν το δάσος, της πανδημίας για την επέκταση του ιδιωτικού τομέα υγείας που θα υπονομεύει τη δημόσια υγεία κ.α.
Το επικίνδυνο είναι ότι το κεφάλαιο και οι «προσωποποιημένοι φορείς» του επιστρέφουν ξανά και ξανά στα ίδια μέτρα που συνέβαλαν καθοριστικά στη δημιουργία των όρων για το ξέσπασμα των κοινωνικών, οικονομικών, οικολογικών και υγειονομικών κρίσεων. Αναζητούν απαντήσεις στο πρόβλημα ακριβώς σε εκείνα τα πεδία και με εκείνα τα μέσα που δημιούργησαν το πρόβλημα. Η αστική τάξη μετατρέπεται σε ιστορικό υποκείμενο – φορέα καταστροφής και ανελεγξιμότητας. Ο κοντόφθαλμος ορίζοντάς της φτάνει μέχρι την προσωπική καταφυγή σε μπούνκερ. Εξού και η νεότευκτη βιομηχανία κατασκευής τους για τους δισεκατομμυριούχους της εποχής μας…
Η αστική τάξη της εποχής μας χάνει τη ζωογόνο δυνατότητα θετικής αυτο-μεταρρύθμισης, χάνει τη δημιουργική δυνατότητα, κινείται διαρκώς προς την αντι-μεταρρύθμιση. Η λύση των οικουμενικών προβλημάτων έχει ταξικό – επαναστατικό και όχι οικουμενικό – συντηρητικό περιεχόμενο, όπως υποστήριζε η γκορμπατσοφική και σήμερα, η αστική φιλελεύθερη και η συριζαϊκή κατεύθυνση.
Α.4.4. Η εργατική τάξη δεν βολεύεται
Η ιστορική σκυτάλη της δημιουργίας, της προόδου και του ελέγχου των παραγωγικών διαδικασιών παραδίδεται στη σύγχρονη εργατική τάξη. Όπως έχουμε αναλύσει σε διάφορα κείμενά μας, στην τάση χειραφέτησης που ενυπάρχει μέσα στην εργατική τάξη οφείλουμε να αναζητήσουμε το ιστορικό υποκείμενο, τον φορέα της κοινωνικής και οικολογικής δημιουργικότητας, προόδου και ανάπτυξης.
Πολύ περισσότερο που η σύγχρονη εργατική τάξη είναι μεν πιο κατακερματισμένη από ποτέ, αλλά είναι και η πλειοψηφική πλέον κοινωνική δύναμη στον πλανήτη και σχεδόν σε κάθε χώρα, είναι πιο διεθνοποιημένη, κοινωνικοποιημένη και μορφωμένη από ποτέ. Εκτιμούμε ότι στην εποχή μας, παρά τις ήττες της, η σύγχρονη εργατική τάξη μπορεί να ανταποκριθεί στην «ιστορική αποστολή» της, σε συμμαχία με τα στρώματα της ριζοσπαστικής διανόησης, της εκμεταλλευόμενης και διευθυνόμενης μισθωτής εργασίας και της μικροαστικής ιδιοκτησίας, που προλεταριοποιούνται μαζικά.
Ο καπιταλισμός της εποχής μας, μπαίνει σε μια νέα ιστορική περίοδο μετά την πρώτη δομική κρίση του, την «Κρίση του Αιώνα», όπως χαρακτηρίστηκε η κρίση του 2007 – ‘09. Στην πρώτη, «ανώριμη» περίοδο του ολοκληρωτικού καπιταλισμού, σχηματικά, από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 μέχρι τη δομική κρίση του 2007, η δυναμική των αντιθέσεων του κεφαλαίου εκδηλώθηκε με τον βαθύ κλονισμό αυτής της κρίσης και τη συνακόλουθη άνοδο της ταξικής πάλης, που ζήσαμε στην προηγούμενη δεκαετία. Παρά την υποχώρηση των λαϊκών κινημάτων, η δυναμική των αντιθέσεων στη δεύτερη, «ώριμη» περίοδο στην οποία εισέρχεται ο ολοκληρωτικός καπιταλισμός, προσδίδει νέες, ανώτερες, υλικές δυνατότητες για να ανταποκριθεί η σύγχρονη εργατική τάξη.
Από αυτή τη σκοπιά, δεν συνεισφέρουν, τόσο οι μόνιμα απαισιόδοξοι, που υποτιμούν τις υλικά ανώτερες τάσεις ανατροπής και δημιουργίας, όσο και οι ρομαντικά αισιόδοξοι, που υποτιμούν τις κυρίαρχες τάσεις διατήρησης και καταστροφής. Το αν θα εκπληρωθούν αυτές οι δυνατότητες, θα εξαρτηθεί από τις υποκειμενικές αποφάσεις, σε κάθε κρίσιμο ζήτημα, στη μια απεργία ή στην άλλη, στη μια χώρα ή στην άλλη. Από αυτή τη σκοπιά και «εμείς», σε αυτή τη «μικρή γωνιά» του πλανήτη, όπως και οι αγωνιστές σε άλλες μικρές ή μεγαλύτερες «γωνιές», μπορούμε να επιδράσουμε στη γενική συνισταμένη της ταξικής πάλης σε όλο τον κόσμο.
Από αυτή τη σκοπιά, η χάραξη μιας εργατικής τακτικής που θα ανταποκρίνεται σε αυτές τις νέες συνθήκες είναι απολύτως αναγκαία και επείγουσα.