Τελικά τι να κάνουμε, εμείς οι Ευρωπαίοι; Να ελπίσουμε ότι θα μας… σώσει ο Ντόναλντ Τραμπ από την παρακμή που βιώνουμε στη Γηραιά Ήπειρο; Να εναποθέσουμε στη «θεσμική Ευρώπη» την προσδοκία πως θα αναχαιτιστεί, κάπως, ο «τραμπισμός», ή τουλάχιστον οι χειρότερες εκφάνσεις του; Τα διλήμματα που κομίζει το νέο, φαινομενικό διεθνές «μπρα ντε φερ» ανάμεσα στον Τραμπ και την Ευρώπη θα ήταν για γέλια, εάν η εποχή μας δεν φρόντιζε να «πακετάρει» τόσους κινδύνους μέσα σε δέματα ιλαρότητας.
Το αντιθετικό σχήμα, πάντως, είναι εδώ και καλεί με τον τρόπο του τις ευρωπαϊκές κοινωνίες να πάρουν θέση, έστω και χωρίς κέφι. Να αποφασίσει καθένας μας τι (και ποιον) θεωρεί χειρότερο, να το (τον) αναγορεύσει ως κύριο εχθρό και κατόπιν να προσυπογράψει το «ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου». Και όντως, σε έναν βαθμό αυτό φαίνεται πως συμβαίνει.
Στην Ευρώπη, δυστυχώς αρκετοί προοδευτικοί (κατ’ όνομα ή και κατ’ ουσία) βλέπουν τον πρόεδρο των ΗΠΑ ως… ευκαιρία. Απεχθή μεν ευκαιρία, αλλά ευκαιρία… Το σκεπτικό τους, σε αδρές γραμμές: ΟΚ, μπορεί ο Τραμπ να λέει ανοησίες ως προς το πού ακριβώς έγκειται η ευρωπαϊκή παρακμή (για την οποία ασφαλώς δεν φταίνε οι μετανάστες), μπορεί να χρεώνεται τερατουργήματα σε πολλά θέματα, αλλά αν συνεχίσει να καταρρακώνει το όποιο κύρος έχει απομείνει στο διευθυντήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), τότε προσφέρει μια «αντι- συστημική» υπηρεσία, έστω και άθελά του. Σε τελική ανάλυση, στο θέμα της Ουκρανίας αποδεικνύεται – για τους δικούς του σκοπούς – πολύ πιο λογικός από τους πολεμοχαρείς ηγετίσκους.
Στον αντίποδα, οι «ακροκεντρώοι» μας καλούν να δούμε στα πρόσωπα της φον ντερ Λάιεν και της Κάγια Κάλας δυο… Πασιονάριες των αξιών της αστικής δημοκρατίας και του διεθνούς δικαίου. Να φανταστούμε το τρίο Μερτς – Μακρόν – Στάρμερ (κι ας είναι εκτός ΕΕ ο τρίτος) σαν τρεις σωματοφύλακες της… ελευθερίας και των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Είναι δε αλήθεια πως όσο δυσκολότερα αποδεικνύονται τα πράγματα για τη ευρωπαϊκή «γραμμή» στο ουκρανικό, τόσο συχνότερα οι «ακροκεντρώοι» θυμούνται την όλη γκάμα των κινδύνων, τις οποίες αντιπροσωπεύει ο «τραμπισμός». Τις παραβιάσεις της νομιμότητας και στο εσωτερικό των ΗΠΑ, τις πρακτικές λογοκρισίας, τις απολύσεις ανθρώπων του Τύπου, τις βρισιές του Τραμπ σε βάρος γυναικών δημοσιογράφων («είσαι ηλίθια;», «σιωπή γουρουνίτσα», κ.λπ.).
Προτού δούμε όμως αν πρέπει να εναποθέσουμε τη… σωτηρία μας σε κάποια από τις δυο προαναφερθείσες πλευρές, απαραίτητο είναι να διαγνώσουμε πόσο βαθιές είναι (ή δεν είναι) οι μεταξύ τους αντιθέσεις. Και επειδή ίσως αρκεί η παραίνεση «παιδιά, συνέλθετε» για όσους προοδευτικούς ανθρώπους πιστεύουν ότι ο Τραμπ διαδραματίζει έναν «αντι- συστημικό» ρόλο, ας ασχοληθούμε περισσότερο με εκείνα τα «επιχειρήματα» του «ακροκεντρώου» ευρωπαϊσμού που ανακαλύπτουν ανειρήνευτες διαφορές αξιών, ιδεών και πρακτικών.
Μετρώντας τη «συνέπεια» της… καλής μας Ευρώπης
Το πρώτο πράγμα που πρέπει να ζητήσει κανείς από τους «ακροκεντρώους» λάτρεις της ΕΕ είναι να αποφασίσουν αν θέλουν να «πολεμήσουν» τον «τραμπισμό» κανονικά, ή αν σκοπεύουν να τον πνίξουν πονηρά μέσα σε… σάλια. Σαν αυτά που έβγαιναν από το στόμα του Μαρκ Ρούτε, γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ και μακροβιότερου πρωθυπουργού στην ιστορία της Ολλανδίας (από τον Οκτώβριο του 2010 ως τον Ιούλιο του 2024), όταν – τον περασμένο Ιούνιο – «έγλειφε» τον Τραμπ με δουλοπρέπεια χιλίων μανδαρίνων.
Κατόπιν οφείλουμε να μετρήσουμε πόσο σταθερή και συνεπής είναι η «λατρεία» της ΕΕ για όλα όσα περιφρονεί ή θέλει να εξαλείψει ο Τραμπ. Αρχίζοντας από τα ζητήματα της διεθνούς νομιμότητας και χωρίς να κάνουμε στο παρόν σημείωμα αναδρομές σε συμβάντα παλιότερων εποχών (μια τέτοια μικρή σταχυολόγηση συμπεριλαμβάνεται εδώ) θέτουμε ένα ερώτημα: Όλα όσα διατείνεται η Ευρώπη για το ουκρανικό, έχουν άραγε καμία ισχύ κάπου αλλού;
Η ΕΕ υποτίθεται πως απορρίπτει και μάλιστα με βδελυγμία τη λογική των «ζωνών επιρροής». Και αυτό το αναμασούν οι εκλαμπρότατοι παράγοντές της, την ώρα πχ που γαλλικά στρατεύματα δρουν στο Μπενίν της Δυτικής Αφρικής. Διότι, τι στην ευχή, αλίμονο εάν δεν αναγνωρίζονταν και εκεί «ζωτικά συμφέροντα» μιας πρώην αποικιοκρατικής δύναμης, που «δικαιούται» να προστατεύει τοποτηρητές της (και να υπονομεύει τους αντιπάλους τους) κατά το δοκούν…
Δεν… αντέχει το διευθυντήριο της ΕΕ τον «αναθεωρητισμό» και την επέκταση κρατών, με τα όπλα, τη βία και αγνόηση της διεθνούς νομιμότητας. Ω, ναι, γι’ αυτό έχει «ταράξει» στις κυρώσεις το Ισραήλ, που επί δεκαετίες διευρύνει την επικράτειά του με παράνομους εποικισμούς και με βίαια «ξεσπιτώματα» Παλαιστινίων στη Δυτική Όχθη. Γι αυτό η ΕΕ… ξεσήκωσε τον κόσμο τον περασμένο Αύγουστο, όταν ο Νετανιάχου, έχοντας αποθρασυνθεί από την ισχνότητα των διεθνών αντιδράσεων – εκ μέρους κρατικών ηγεσιών, όχι κοινωνιών – απέναντι στη γενοκτονία (Γάζα) και την εθνοκάθαρση (Γάζα και Δυτική Όχθη), υιοθέτησε και επισήμως το θεμελιωμένο στη… Βίβλο «δόγμα» του «Μεγάλου Ισραήλ». Δηλαδή το όραμα που προβλέπει αρπαγές εδαφών από τρεις έως έξι αραβικές χώρες. Πώς είπατε; Δεν υπέπεσαν στην αντίληψή σας τέτοιες αντιδράσεις εκ μέρους της… πιστής στο διεθνές δίκαιο Ευρώπης; Ε, τι να κάνουμε, υπάρχουν και μικρο- παραλείψεις. Οι οποίες εναλλάσσονται με δηλώσεις όπως εκείνη του Μερτς (Ιούνιος 2025), για το πόσο καλή είναι η «βρόμικη δουλειά που κάνει το Ισραήλ για εμάς».
Η ΕΕ «φρίττει» στην ιδέα ότι μπορεί να απειλούνται και να υφίστανται βία ανεξάρτητα και κυρίαρχα κράτη από άλλα, μη απειλούμενα (από τα πρώτα). Δεν έτυχε όμως να ακούσουμε κανένα ψέλλισμα δυσφορίας για όσα εγκληματικά πράττουν οι ΗΠΑ του Τραμπ εναντίον της Βενεζουέλας. Για την ιστορία: Το 1983, ακόμη και η Μάργκαρετ Θάτσερ είχε επικρίνει την αμερικανική στρατιωτική επέμβαση στη Γρενάδα, δηλώνοντας ότι θα ήταν πολύ επικίνδυνη για τον κόσμα η θέσπιση ενός κανόνα, βάσει του οποίου οι ΗΠΑ θα επιτίθενται οπουδήποτε κυβερνά η Αριστερά. Σήμερα, 42 χρόνια αργότερα, η «μαμά Ευρώπη» δεν νιώθει την ανάγκη να τηρήσει την παραμικρή απόσταση από τέτοιες πρακτικές, ακόμη κι όταν τις εφαρμόζει ο «εχθρός» της, ο Τραμπ.
Περί παρεμβάσεων σε εκλογές (και όχι μόνο)
Δεν είναι όμως αυτό το μοναδικό πεδίο, στο οποίο η ΕΕ δεν δείχνει την παραμικρή διάθεση να αποδοκιμάσει «λαμπρά» πεπραγμένα του Τραμπ. Ο Αμερικανός πρόεδρος θεωρεί αναφαίρετο δικαίωμά του να απειλεί με δυσμενή οικονομική μεταχείριση λατινοαμερικάνικες χώρες, εάν οι ψηφοφόροι τους δεν επιλέξουν τους πολιτικούς που εκείνος επιθυμεί. Αυτή η εκβιαστική τακτική δεν φαίνεται να προσβάλλει τον «δημοκρατικό κώδικα αξιών» της ΕΕ, η ηγεσία της οποίας κατά τα άλλα παρατηρεί επί επτά ημέρες την εβδομάδα και επί 24 ώρες το εικοσιτετράωρο, μήπως η Ρωσία παρεμβαίνει στα εσωτερικά χωρών, με διαδικτυακή προπαγάνδα – ειδικά σε προεκλογικές περιόδους…
Εδώ όμως υπάρχει ακόμη κάτι αξιοπρόσεκτο: Ο Τραμπ απειλεί με οικονομικό πόλεμο τους εκάστοτε ψηφοφόρους στη Λατινική Αμερική, για χάρη υποψηφίων ηγετών που είναι ακροδεξιοί «ως το μεδούλι» – ενίοτε δε και δεδηλωμένοι νοσταλγοί φασιστικών δικτατοριών. Η καλή μας η Ευρώπη μέμφεται τον Τραμπ, συν τοις άλλοις επειδή αυτός, αφενός παρεμβαίνει στα εσωτερικά ευρωπαϊκών χωρών και, αφετέρου, το κάνει υποστηρίζοντας ευρωπαϊκά ακροδεξιά κόμματα, με μεγάλη θέρμη και επιθετικότητα. Όταν όμως ο Τραμπ τα κάνει αυτά – ή και πολύ χειρότερα και ωμότερα- στον «αυλόγυρο» των ΗΠΑ (δηλαδή στην Κεντρική και Νότια Αμερική), οι Ευρωπαίοι ηγέτες κάθε άλλο παρά δείχνουν να ενοχλούνται. Ούτε για το «επί της αρχής», δηλαδή το «αφενός», μα ούτε και για το «αφετέρου», που δεν είναι άλλο από το ποιον όσων υποστηρίζει ο Τραμπ. Τόσο …ειλικρινής και θεμελιωμένη σε αρχές είναι η απέχθεια της «θεσμικής Ευρώπης» στην ακροδεξιά!
Αυτό το θέμα αξίζει να το δούμε προσεκτικότερα. Για λόγους μεθοδολογικούς και οικονομίας χώρου, ας παρακάμψουμε προσωρινά τις ποικίλες πολιτικές και ιδεολογικές «χορηγίες», τις οποίες κάνουν στην ευρωπαϊκή ακροδεξιά τα κυβερνώντα κόμματα του «ακραίου κέντρου» (είτε υιοθετώντας βασικά στοιχεία της ατζέντας της για το μεταναστευτικό και προσφυγικό, είτε προκαλώντας με την κοινωνική – οικονομική ρότα τους κοινωνική οργή που τη θρέφει, κ.α ). Ας μείνουμε στην κεντρική εικόνα: H EE… παριστάνει το ανάχωμα απέναντι στις δυνάμεις της ακροδεξιάς και του – συγκεκαλυμμένου ή μη – νεοφασισμού, στην Ευρώπη. Μόνο στην Ευρώπη, διότι – είπαμε – η Λατινική Αμερική «κείται μακράν» και σε τελική ανάλυση οι ακροδεξιοί εκεί δεν απειλούν την «καρέκλα» του Μερτς ή του Μακρόν.
Αλλά και στα της Ευρώπης υπάρχουν κάποιες… ζόρικες «λεπτομέρειες» που χαλούν το αφήγημα. Η βασικότερη: Οι κυρίαρχες δυνάμεις στην ΕΕ δεν δείχνουν να έχουν κανένα σοβαρό πρόβλημα με εκείνο τμήμα της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς που, πρώτον, εμφανίζει μετριασμένο ή μηδενικό «ευρωσκεπτικισμό» και, δεύτερον, στο ουκρανικό τάσσεται υπέρ του Κιέβου και όχι υπέρ της Μόσχας. Διότι, ως γνωστόν, στη Γηραιά Ήπειρο η ακροδεξιά είναι διχασμένη, ως προς αυτό το ζήτημα.
Υπάρχει και η «καλή» ακροδεξιά στην Ευρώπη…
Καθαρά το είχε πει, άλλωστε, η ίδια η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν τον Μάιο του 2024, εξηγώντας βάσει ποιών κριτηρίων θα ήταν πρόθυμη να συνεργαστεί με το κόμμα Fratelli d’ Italia («Αδέλφια της Ιταλίας»), της Τζόρτζια Μελόνι: Αφού η Ιταλίδα πρωθυπουργός και το «νέο-μουσολινικό» κόμμα της είναι υπέρ της ΕΕ, κατά του Πούτιν και υπέρ των «κανόνων δικαίου», δεν υπάρχει εμπόδιο για μελλοντικές συνεργασίες.
Βεβαίως, για την… αφοσίωση της Μελόνι στους «κανόνες δικαίου» δεν είναι καθόλου σίγουρο το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Το οποίο, το καλοκαίρι του 2025 δικαίωσε τις αποφάσεις των Ιταλών δικαστών που είχαν κρίνει παράνομο το σχέδιο για εγκατάσταση μεταναστών και προσφύγων σε κλειστά κέντρα κράτησης, στην Αλβανία (εδώ).
«Ψιλά γράμματα», θα πει κανείς… Σε τελική ανάλυση, σε ό,τι αφορά το μεταναστευτικό και προσφυγικό ζήτημα η εκάστοτε παραβίαση του δικαίου είναι η… αυριανή νομιμότητα, καθώς οι κανόνες τροποποιούνται διαρκώς προς την κατεύθυνση που επιθυμεί και η ακροδεξιά. Έλα όμως που η Μελόνι, ό,τι και να κάνει, παραμένει αξιοσέβαστη. Αποδεκτή προσωπικότητα της «υγιούς ακροδεξιάς», για να θυμηθούμε την έκφραση του Μάνφρεντ Βέμπερ, προέδρου του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος.
Ακόμη και όταν οι Ιταλοί δικαστές κρίνουν παράνομα τα μέτρα της κυβέρνησης Μελόνι εναντίον ομόφυλων ατόμων (εδώ), η Τζόρτζια δεν αντιμετωπίζει δα και καμία κατακραυγή στην ΕΕ. Είπαμε – ή μάλλον όχι εμείς, η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν το είπε: Όποιο ακροδεξιό κόμμα – κυβερνών ή μη – αποφεύγει την κριτική (τουλάχιστον τη σκληρή) στην ΕΕ και την υποστήριξη στον Πούτιν, στο ουκρανικό, είναι «ΟΚ».
Υπό αυτήν την έννοια, η… προσαρμοσμένη Λεπέν είναι «ΟΚ». Ειδικά αφ’ ότου (αρχές Μαρτίου 2025) χαρακτήρισε «βαρβαρότητα» την απόφαση του Τραμπ να ανασταλεί η στρατιωτική βοήθεια των ΗΠΑ στην Ουκρανία.
Όταν κοιτάζει την Ουγγαρία, η καλή μας η Ευρώπη συχνά στηλιτεύει τον ακροδεξιό πρωθυπουργό Βίκτορ Όρμπαν και το κόμμα του, το Fidesz. Σχεδόν ποτέ, όμως, δεν περίσσεψαν αυστηρά επικριτικά λόγια για το επίσης ακροδεξιό Jobbik («Κίνημα για μια καλύτερη Ουγγαρία»), που δεν το λες και αμελητέα ποσότητα, αφού στις εκλογές του 2022 είχε αναδειχθεί δεύτερη κοινοβουλευτική δύναμη στη χώρα. Η εξήγηση είναι απλή: Ο Όρμπαν ήταν ανέκαθεν ευνοϊκά διακείμενος προς τη Μόσχα και το Jobbik προς το Κίεβο.
Τι κι αν το Jobbik ήταν «από γεννησιμιού» του γαλουχημένο σε αντιλήψεις πραγματικά αντισημιτικές και φιλικές προς τη ναζιστική ιδεολογική κληρονομιά; Αυτά ήταν πταίσματα μπροστά στο βασικό ζήτημα…
Κατ’ αντιστοιχία, για τους ίδιους λόγους δεν χάλασε τη ζαχαρένια του το ευρωπαϊκό διευθυντήριο πχ με την πολωνική ή τη σουηδική ακροδεξιά. Θα πρέπει να είναι κανείς ανόητος για να πιστέψει πως όλα αυτά στοιχειοθετούν κάποια Ευρώπη «αντίβαρο» στην ακροδεξιά που φουντώνει (και) λόγω Τραμπ.
Και άλλα κατά φαντασία «αντίβαρα»…
Χωρίς αμφιβολία, το φαινόμενο Τραμπ συνιστά ένα άλμα στην εκβαρβάρωση του σύγχρονου καπιταλισμού. Υπό αυτήν την έννοια, είναι σχετικά εύκολο να υπερισχύσει σε κυνισμό οποιουδήποτε άλλου μοντέλου πρακτικών και αντιλήψεων – εν προκειμένω του ευρωπαϊκού. Αλλά το υποδεέστερο (που κι αυτό έχει κάνει σημαντικότατες «προόδους») μοντέλο δεν σημαίνει ότι είναι «αντίπαλο δέος» του ισχυρότερου. Ίσα – ίσα, το πιθανότερο, (αν όχι βέβαιο) είναι να ρυμουλκηθεί από αυτό, αποβάλλοντας όποια απομεινάρια «ενοχών» ή αναγκών για προσχήματα του έχουν απομείνει.
Ναι, αποτελεί «τομή» το γεγονός ότι στην παρούσα κυβέρνηση Τραμπ συμμετέχουν δώδεκα δισεκατομμυριούχοι, των οποίων η συνολική περιουσία – της προεδρικής συμπεριλαμβανόμενης – ανέρχεται σε 390,6 δισεκατομμύρια δολάρια (σύμφωνα με την Washington Post, βάσει στοιχείων του περασμένου Μαρτίου). Δυσκολευόμαστε όμως να φανταστούμε ως ανειρήνευτο εχθρό αυτής την αντίληψης για την πολιτική την Ευρώπη, η οποία από την περίοδο της κρίσης του 2008-09 δεν δίσταζε να αναθέτει σε μη εκλεγμένους πρωθυπουργούς (Λ. Παπαδήμος, Μάριο Μόντι) την υλοποίηση των «αναγκαίων», αντικοινωνικών πολιτικών. Την Ευρώπη του Μερτς, ο οποίος από το 2016 ως το 2020 ήταν πρόεδρος του Ελεγκτικού Συμβουλίου του γερμανικού βραχίονα της Black Rock, δηλαδή του μεγαλύτερου διαχειριστή κεφαλαίων, παγκοσμίως. Την Ευρώπη του Μακρόν που, πολύ πριν του χαρίσουν το προσωνύμιο «πρόεδρος των πλουσίων» τα ευνοϊκότατα για την οικονομική ελίτ μέτρα του, είχε «φτιάξει» κι ο ίδιος περιουσία χάρη στη θητεία του στην επενδυτική τράπεζα Rothschild.
Ναι, το φαινόμενο Τραμπ σπάει όλα τα κοντέρ μέτρησης του αγοραίου στην πολιτική. Μόνο που αδυνατούμε να δούμε έναν αντίθετο, υγιή κόσμο, στους 30.000 λομπίστες που δρουν (και φυσικά καθορίζουν πολλά) στις Βρυξέλλες. Όπως και στο πρόσωπο της προέδρου της Κομισιόν, της… κυρίας που πρωταγωνιστεί στο «Pfizergate» .
Ναι, ο Τραμπ φέρνει σε άλλα επίπεδα το σμπαράλιασμα κανόνων της αστικής δημοκρατίας. Δεν βλέπουμε όμως κάποια… στρατιά υπεράσπισης τέτοιων κανόνων εντός του «ευρωπαϊκού οικοδομήματος» που έχει καταστήσει ουσιαστικά διακοσμητικό το αιρετό Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, αναθέτοντας στο «διευθυντήριο» τη λήψη όλων των κρίσιμων αποφάσεων. Δεν βλέπουμε καμία τέτοια δημοκρατική «στρατιά» στην Ευρώπη, η οποία εδώ και είκοσι χρόνια (το 2005) εγκαινίασε και την πρακτική της… άρον – άρον ματαίωσης αποφασισμένων δημοψηφισμάτων, επειδή είχε διαφανεί πως η ετυμηγορία των ψηφοφόρων θα ήταν η μη επιθυμητή (τότε, για το Ευρωσύνταγμα).
Ναι, προκαλεί ανατριχίλα η ιδέα ότι θα επεμβαίνει η εθνοφρουρά στις πόλεις των ΗΠΑ, κάθε φορά που η κυβέρνηση Τραμπ κρίνει ότι πρέπει να «πατάξει ανηλεώς» τους κινητοποιούμενους αμφισβητίες επιλογών της. Με τι… μούτρα, όμως, θα δηλώσουν αγανακτισμένοι για αυτό και όσοι σφύριζαν αδιάφορα, όταν οι πλαστικές σφαίρες της γαλλικής αστυνομίας έβγαζαν μάτια ανθρώπων που συμμετείχαν στις κινητοποιήσεις των «Κίτρινων Γιλέκων»; Κι όταν – προσφάτως – η γερμανική αστυνομία επιστράτευε κτηνώδη βία σε βάρος ανθρώπων (και Εβραίων…) που διαδήλωναν υπέρ των δικαιωμάτων των Παλαιστινίων;
Ένα συμπέρασμα και κάποια στρατιωτικά νεκροταφεία…
Στα καβγαδάκια του Τραμπ με την ΕΕ δεν υπάρχει «σωστή πλευρά της Ιστορίας»… Υπάρχουν άλλα. Υπάρχει, όντως, ευρωπαϊκή παρακμή – μόνο που αυτή δεν συνίσταται στην πολιτισμική αλλοίωση από τους ξένους, ούτε σε ενδεχόμενη επαλήθευση της κωμικοτραγικής θεωρίας για τη «Μεγάλη Αντικατάσταση». Υπάρχει φυσικά ανάγκη επακριβούς ορισμού της παρακμής. Υπάρχει το φαινόμενο Τραμπ, που αποτελεί συγκροτημένη, επιθετική απόπειρα του αμερικανικού καπιταλισμού να αναχαιτίσει τα δικά του παρακμιακά σημάδια, σε βάρος… άλλων.
Όλα αυτά αξίζει να τα δούμε διεξοδικά, σε επόμενο σημείωμα. Επί του παρόντος, όμως, ας αναζητήσουμε τον συμβολισμό της ηθικής κατάπτωσης που μαστίζει τη «θεσμική Ευρώπη» σε ένα φρεσκάρισμα μνήμης και σε μία αντιδιαστολή.
Ήταν τέτοιες ημέρες, «προχωρημένου Δεκεμβρίου» του 2018, όταν ο τότε πρόεδρος της Κομισιόν, Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, έδωσε συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης στο δίκτυο εφημερίδων Lena (Die Welt, El Pais, La Repubblica, Le Figaro, Tages-Anzeiger, Tribune de Geneve και Le Soir). Τα πράγματα ήταν αρκετά «ζόρικα». Έπειτα από επτά χρόνια οικονομικής λιτότητας, ιδιαίτερα σκληρής στον ευρωπαϊκό Νότο και στην Ιρλανδία, δεν επαληθεύονταν οι… φωστήρες του μονεταρισμού που ανέμεναν ότι οι θυσίες των κοινωνιών θα μετατρέπονταν σε εκτοξευτήρες των οικονομιών. Και το ποσοστό της ΕΕ στο παγκόσμιο ΑΕΠ, που το 2008 ήταν 25,6%, είχε πέσει στο 18,6% το 2018.
Ο Γιούνκερ όμως υπερασπιζόταν με σθένος το… μαγαζί του: «Δεν υπάρχει λόγος να απελπίζεται κανείς για την Ευρώπη, είμαι βέβαιος ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει μέλλον». Σε τελική ανάλυση, αν η «ευρωπαϊκή ολοκλήρωση» δεν έφερνε ευημερία για όλους, τουλάχιστον θα εξασφάλιζε την ειρήνη – αυτό το επιχείρημα ήταν η τελευταία γραμμή άμυνας του «ευρωπαϊσμού», τότε. «Χρειάζεται μόνο να επισκεφθείτε ένα στρατιωτικό νεκροταφείο για να δείτε ποια είναι η εναλλακτική λύση στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση», είπε ο τότε πρόεδρος της Κομισιόν.
Αυτά, στη δύση του 2018. Σήμερα, στη δύση του 2025, έχουμε κουραστεί να μετράμε εκπροσώπους του «ευρωπαϊσμού» που μας καλούν να αποδεχθούμε την ιδέα ότι θα βλέπουμε φέρετρα δικών μας ανθρώπων, σκοτωμένων σε μάχες. Διότι δεν γίνεται να κρατηθούν «στα ουράνια» τα κέρδη των πολεμικών βιομηχανιών (διαβάζεις γι’ αυτά και ζαλίζεσαι), χωρίς να φθάνουν και κάμποσοι από εμάς στον Άγιο Πέτρο, ώστε να μάθουν αν θα «καταταγούν» στον παράδεισο ή στην κόλαση…
Τώρα, ο «ευρωπαϊσμός» δηλώνει ανερυθρίαστα ότι πρέπει να ετοιμάσουμε νέα νεκροταφεία, από αυτά που προ επταετίας «έδειχνε» ο Γιούνκερ για να μας πείσει ότι η ΕΕ κάτι καλό αντιπροσώπευε. Αλήθεια, πόσοι θα ήθελαν να αποδειχθεί… βιώσιμος ένας τέτοιος «ευρωπαϊσμός» (και) του θανάτου;

