9.7 C
Athens
Τετάρτη, 12 Φεβρουαρίου, 2025

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Η δημιουργία του φονταμενταλισμού της αγοράς στις ΗΠΑ

 

Συνέντευξη της καθηγήτριας του Χάρβαρντ, Ναόμι ‘Ορεσκες στο περιοδικό Αlternatives Économiques

Μεταφράζει-αποδίδει η Αντωνία Πάνου

Μετά την οικονομική κρίση του 2008 και την πανδημική κρίση του 2020 εισήλθαμε σε μια νέα εποχή όπου παγκόσμια -εκτός του σκληρού ανταγωνισμού των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και των πολεμικών τους επιχειρήσεων και σχεδίων- έχει ανοίξει, στη λεγόμενη Δύση, μια συζήτηση με μεγαλύτερη έμφαση για το κοινωνικό κράτος και το κράτος-ρυθμιστή.

Μέρος των διανοητών της Ευρώπης και των ΗΠΑ έχουν αρχίσει να ασχολούνται με την ανάγκη της μεγαλύτερης κοινωνικής και οικονομικής ισότητας. Έτσι οι τελευταίοι εκπονούν έρευνες που φέρνουν στο φως της ημέρας, με όλες τις αντιξοότητες, τη μεθοδική καλλιέργεια και δημιουργία του φονταμενταλισμού της αγοράς σε όλη τη διάρκεια του 20ου αιώνα, ξεκινώντας από τους βιομήχανους της Αμερικής ήδη από τη δεκαετία του 1950 αμέσως μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Εντύπωση προκαλεί η συνέντευξη που έδωσε η Ναόμι ‘Ορεσκες (Naomi Oreskes)– Καθηγήτρια Ιστορίας της Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, στον Κριστιάν Σεβανιέ (Christian Chavagneux) στο διαδικτυακό περιοδικό Alternatives Économiques τον Φλεβάρη σχετικά με την έρευνα που εκπόνησε μαζί με τον συγγραφέα και ιστορικό Έρικ Μ. Κόνγουεϊ (Erik M. Conway) σχετικά με τους φονταμενταλιστές της αγοράς.

Αναφέρει η Ναόμι Όρεσκες ότι υπερασπιστές της ελεύθερης αγοράς άρχισαν να οργανώνονται στις ΗΠΑ για να επηρεάσουν τις συζητήσεις από το τέλος του 19ου – αρχές του 20ου αιώνα.

Έχουμε ξεχάσει πόσο βίαιος ήταν ο καπιταλισμός στο τέλος του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ού. Υπήρχαν παιδιά ηλικίας μόλις 5 ετών, και ακόμη μικρότερα, που δούλευαν στα εργοστάσια και πολλά από αυτά πέθαιναν πριν καν ενηλικιωθούν. Τα εργατικά ατυχήματα ήταν τόσο πολλά, που ήταν λιγότερο πιθανό να πεθάνεις πολεμώντας στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο!

Εξ ου και οι πρώτοι κανονισμοί για τη φοίτηση των παιδιών στο σχολείο και την παροχή αποζημίωσης για τα εργατικά ατυχήματα.

Σε απάντηση, οι εργοδότες κινητοποιήθηκαν εναντίον αυτών των πρώτων προσπαθειών ρύθμισης.

Προσπάθησαν να επιβάλουν την ιδέα ότι δεν ήταν αρμοδιότητα της κυβέρνησης να αποφασίζει για το πώς θα έπρεπε να οργανώσει ο διευθυντής της, την επιχείρηση του, αλλιώς, υποστήριζαν, ήταν η αρχή του κομμουνισμού! Είναι αλήθεια ότι η Ρωσική Επανάσταση είχε γίνει μόλις πιο πριν. Προσπάθησαν επίσης να επιβάλουν την ιδέα ότι δεν εναπόκειται στην κυβέρνηση να αποφασίσει τι πρέπει να κάνει ένας πατέρας με τα παιδιά του και ότι αν θέλει να τα στείλει στη δουλειά, αυτό είναι δικαίωμά του.

Αυτοί οι επιχειρηματίες δρούσαν συντονισμένα, μέσω ομάδων, όπως η Εθνική Ένωση Κατασκευαστών (NAM), η οποία ιδρύθηκε το 1895 και εξακολουθεί να δραστηριοποιείται μέχρι σήμερα. Στη δεκαετία του 1920, διατύπωσε την ιδέα ότι ο καπιταλισμός και η ελευθερία πάνε χέρι-χέρι και ότι η επίθεση στον πρώτο, είναι ένα βήμα προς τον ολοκληρωτισμό. Και αυτό πολύ πριν ο Φρήντριχ Α. Χάγιεκ δημοσιεύσει τον Δρόμο προς τη δουλεία το 1944!

Εκείνη την εποχή, αυτές οι ιδέες εκπορεύονταν στην Ευρώπη από τον αυστριακό φιλελεύθερο οικονομολόγο Λούντβιχ φον Μίσες.

Δεν έχουμε καταφέρει να προσδιορίσουμε αν αυτός επηρέασε το ΝΑΜ ή το αντίστροφο, ή αν η ίδια ιδέα γεννήθηκε ταυτόχρονα σε δύο διαφορετικά μέρη. Αλλά διαπιστώσαμε ότι από τα τέλη της δεκαετίας του 1920, αρχές της δεκαετίας του 1930, ο Mises ήταν σύμβουλος του NAM. Έτσι, υπήρχαν σίγουρα δεσμοί μεταξύ των αμερικανικών επιχειρήσεων και της αυστριακής φιλελεύθερης σχολής από εκείνη την εποχή και μετά.

Το επόμενο στάδιο της μάχης πραγματοποιήθηκε τη δεκαετία του 1930. Η μάχη καθοδηγήθηκε από την National Electric Light Association (NELA), το συνδικάτο των ιδιωτών παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας.

Εκείνη την εποχή, ο τομέας κυριαρχούνταν από μεγάλες εταιρείες όπως η General Electric, η Edison Electric και η Westinghouse. Παρείχαν υπηρεσίες καλής ποιότητας στις μεγάλες πόλεις, αλλά έχασαν το ενδιαφέρον τους για την ύπαιθρο, η οποία δεν ήταν πολύ κερδοφόρα. Ορισμένες μικρές πόλεις άρχισαν να αναπτύσσουν τις δικές τους δημοτικές επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας και αποδείχθηκε ότι η δημόσια παραγωγή ήταν φθηνότερη από την ιδιωτική. Εμπνευσμένος από αυτό που συνέβαινε στην καναδική επαρχία του Οντάριο, ο κυβερνήτης της Πολιτείας της Πενσυλβάνια, Γκίφορντ Πίνσοτ , δημιούργησε μια μεγάλη δημόσια επιχείρηση παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας σε ανταγωνιστικές τιμές.

Η NELA απάντησε λέγοντας ότι όλα αυτά είναι ψευδή, ότι ο δημόσιος τομέας παράγει ηλεκτρική ενέργεια σε πολύ υψηλές τιμές, και κινητοποίησε ειδικούς που δημοσίευσαν σχετικές μελέτες.

Αυτά τα ιδιωτικά συμφέροντα δεν είχαν κανένα πρόβλημα να στρατολογήσουν οικονομολόγους για να υπερασπιστούν τις ψευδείς ιδέες τους.

Πάντα υπάρχουν ειδικοί για να πουλήσουν… Οι ακαδημαϊκοί που ήταν λίγο απομονωμένοι, κακοπληρωμένοι ή χωρίς αναγνώριση παρασύρονταν εύκολα. Δεν είναι γνωστό αν ήταν εκ των προτέρων πεισμένοι για την ανωτερότητα του ιδιωτικού τομέα ή απλώς είχαν τεχνογνωσία προς πώληση. Νομίζω ότι οι περισσότεροι από αυτούς ήταν απλώς προς πώληση οι ίδιοι! Και έτοιμοι να πουν ότι η ιδιωτικά παραγόμενη ηλεκτρική ενέργεια ήταν φθηνότερη, κάτι που δεν ίσχυε.

Η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου, η οποία προστατεύει τους καταναλωτές στις Ηνωμένες Πολιτείες, δήλωσε ότι η NELA ξεκίνησε τη μεγαλύτερη εκστρατεία προπαγάνδας στην ιστορία των ΗΠΑ. Με εκθέσεις, αφίσες κ.λπ. και μάλιστα, ίσως το χειρότερο απ’ όλα, έβαλε να ξαναγράψουν τα σχολικά εγχειρίδια των γυμνασίων και να στείλουν χιλιάδες δωρεάν αντίγραφα εγχειριδίων υπέρ της αγοράς στις βιβλιοθήκες των πανεπιστημίων.

Το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, όπου διδάσκω, πληρώθηκε για τη δημιουργία ενός μαθήματος με θέμα «Ρύθμιση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας», το οποίο εξηγούσε γιατί η δημόσια ρύθμιση ήταν απολύτως περιττή! Βρήκαμε την απόδειξη για την επιταγή που δέχτηκε το Χάρβαρντ.

Είναι δύσκολο να πούμε με σιγουριά πόσο κόστισαν όλα αυτά. Καταφέραμε να ανακτήσουμε πληροφορίες σχετικά με την προηγούμενη εκστρατεία του NAM και υπολογίζουμε τις συνολικές δαπάνες σε 400 με 500 εκατομμύρια δολάρια σήμερα. Αυτά είναι αρκετά πολλά!

Δυστυχώς για αυτούς η εκστρατεία δεν απέδωσε γιατί:

Πρώτον, τα γεγονότα έλεγαν το αντίθετο από τις ιδέες που προωθούσαν!

Τα παιδιά πέθαιναν στα εργοστάσια, η δημόσια ηλεκτρική ενέργεια ήταν φθηνότερη κ.λπ. Ο κόσμος το συνειδητοποίησε αυτό και δεν πίστεψε τις ρητορείες. Η Μεγάλη Ύφεση της δεκαετίας του 1930, που συνδέθηκε με την τραπεζική και χρηματοπιστωτική απορρύθμιση, υπογράμμισε περαιτέρω την ανάγκη για δημόσια ρύθμιση.

Δεύτερον, ο Ρούσβελτ κέρδισε τις εκλογές του 1932, επανεξελέγη και επέβαλε τη δημόσια ρύθμιση της οικονομίας…

Ένα μέρος της επιχειρηματικής κοινότητας, που συνδέεται με το Αμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο, θα ανεχθεί το New Deal και θα προσπαθήσει να το μετριάσει. Αλλά ένα άλλο, πιο επιθετικό τμήμα δεν θα τα παρατήσει ποτέ και θα συμβάλει σε σφοδρές εκστρατείες κατά του Ρούσβελτ. Σε αυτό το σημείο επινόησαν τη φράση «Μεγάλη Κυβέρνηση» για να καταγγείλουν την κρατική παρέμβαση.

Οι φονταμενταλιστές της αγοράς ανέκαμψαν πρεσβεύοντας ότι η Μεγάλη Επιχείρηση δεν ήταν αξιόπιστη όταν έλεγε ότι όλα όσα έκανε ήταν για να υπερασπιστεί την καθημερινή ζωή των ανθρώπων.

Εντόπισαν ότι το Πανεπιστήμιο του Σικάγο θα μπορούσε να προσφέρει μια πνευματική βάση για την ανάπτυξη αυτού που ονόμασαν «σχέδιο της ελεύθερης αγοράς». Ο οικονομολόγος Φρανκ Νάιτ είχε λάβει θέσεις παρόμοιες με τις δικές τους. Αποφάσισαν να κάνουν το Σικάγο πνευματικό τους προπύργιο, στρατολογώντας δικηγόρους για να πολεμήσουν τους αντιμονοπωλιακούς κανονισμούς και οικονομολόγους όπως ο Τζορτζ Στίγκλερ, ο Μίλτον Φρίντμαν και ο Άαρον Ντιρέκτορ. Η γραμμή τους από τότε ήταν να λένε «βλέπετε, δεν είμαστε εμείς οι επιχειρηματίες που υπερασπιζόμαστε την ανωτερότητα της αγοράς, αλλά όλοι αυτοί οι λαμπροί οικονομολόγοι»… Και όλα αυτά χωρίς να αναφέρουν, φυσικά, ότι αυτοί ήταν που τους χρηματοδοτούσαν!

Έφεραν τον Φρήντριχ Χάγιεκ στο Σικάγο με την ελπίδα ότι θα έγραφε μια αμερικανική εκδοχή του «Δρόμου προς τη δουλεία». Αλλά εκείνος δεν ενδιαφέρθηκε. Έτσι ζήτησαν από τον Φρίντμαν να το κάνει, το οποίο θα γινόταν το «Καπιταλισμός και Ελευθερία» (Capitalism and Freedom), που εκδόθηκε το 1962, μια επανεγγραφή του βιβλίου του Χάγιεκ προσαρμοσμένη στο αμερικανικό κοινό και πιο ακραία.

Την ίδια εποχή, ο δικηγόρος Ρόμπερτ Μπορκ , προστατευόμενος του Άαρον Ντιρέκτορ , ανέπτυσσε την ιδέα ότι οι εταιρείες που κατέχουν μονοπωλιακή θέση και είναι αυτές που κυριαρχούν στο ανταγωνιστικό παιχνίδι, είναι οι καλύτερες στη δουλειά τους, πράγμα που είναι καλό για τον καταναλωτή, γιατί καθώς είναι οι πιο αποτελεσματικές, οι τιμές που προσφέρουν είναι οι χαμηλότερες!

Για δεκαετίες, οι ιδέες του Μπορκ απέτρεψαν κάθε πραγματικό αγώνα κατά της εξουσίας των μονοπωλίων στις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ οι ιδέες του Φρήντμαν δικαιολογούσαν την κυριαρχία των μετόχων και την κούρσα για το κέρδος.

Οι φονταμενταλιστές της αγοράς έδωσαν μια μάχη κυρίως διανοητική, ακόμα και στην προσέγγισή τους προς το ευρύ κοινό.

Το βιβλίο της Λόρα Ίνγκαλς Γουάιλντερ, το «Μικρό Σπίτι στο Λιβάδι», το οποίο πούλησε εκατοντάδες χιλιάδες αντίτυπα πριν γίνει μια επιτυχημένη σαπουνόπερα αφηγείται την ιστορία της οικογένειάς της. Η κόρη της, όμως, η Ρόουζ Γουάιλντερ Λέιν, μια ελευθεριακή συγγραφέας, έκανε πολλές προσπάθειες επαναδιατυπώσεων για να το μετατρέψει και να επιτύχει τον εξωραϊσμό των αρετών της ατομικής προσπάθειας, που γίνεται χωρίς κυβερνητική βοήθεια. Η φιλόσοφος Άιν Ραντ από την πλευρά της, έγραψε ευρέως διαδεδομένα ελευθεριακά μυθιστορήματα όπως το «η Συρρίκνωση του ‘Ατλαντα» (Atlas Shrugged -1957).

Όταν ο κινηματογράφος άρχισε να γίνεται σημαντικός στις δεκαετίες του 1940 και του 1950, ένα πρώην μέλος του Εμπορικού Επιμελητηρίου ανέλαβε τον έλεγχο της ένωσης παραγωγών και δήλωσε ότι κοινωνικές ταινίες όπως Τα σταφύλια της οργής (John Ford, 1940) ανήκουν στο παρελθόν! Μετά την ύφεση της δεκαετίας του 1930, πολλές ταινίες είχαν ως ήρωες χαρακτήρες της εργατικής τάξης, ενώ οι πλούσιοι, οι επιχειρηματίες και οι τραπεζίτες ήταν είτε κακοποιοί είτε ηλίθιοι: οι παραγωγοί και οι σκηνοθέτες έπρεπε επομένως να ενθαρρυνθούν να γυρίσουν ταινίες υπέρ των επιχειρήσεων.

Δεν μπορούμε παρά να σχολιάσουμε την απόλυτη υποκρισία ανθρώπων όπως η Άιν Ραντ , η οποία έγραφε με σφοδρότητα για την ελευθερία της έκφρασης και την ίδια στιγμή συνέτασσε έναν κώδικα λογοκρισίας για να απαγορεύσει τις προοδευτικές ιδέες από τον κινηματογράφο, δηλώνοντας ρητά ότι οι πλούσιοι και οι τραπεζίτες δεν πρέπει να απεικονίζονται με αρνητικό τρόπο.

Πως όμως το κίνημα υπέρ της αγοράς κατέκτησε και τις εκκλησίες;

Ένα από τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι επιχειρηματίες ήταν ότι τα επιχειρήματά τους θεωρούνταν αντιχριστιανικά. Κατά τη διάρκεια της κρίσης, οι προτεστάντες πάστορες συνειδητοποίησαν ότι δεν μπορούσαν να αντιμετωπίσουν την εισροή φτωχών ανθρώπων και υποστήριξαν τον Ρούσβελτ.

Το χριστιανικό μήνυμα προωθεί την αλληλεγγύη. Οι επιχειρηματίες πιστεύουν ότι οι πλούσιοι είναι απλώς οι καλύτεροι, και κρίμα για τους φτωχούς! Αναπτύσσουν λοιπόν έναν χριστιανισμό που αμφισβητεί το κοινωνικό μήνυμα του Ευαγγελίου, βασισμένο σε μια απλή ιδέα: ο κομμουνισμός είναι αγνωστικιστής, ο Θεός είναι καπιταλιστής. Ένας καλός χριστιανός πρέπει να υπερασπίζεται τον καπιταλισμό της ελεύθερης αγοράς. Και αυτό ισχύει ακόμη και σήμερα.

Ο τρίτος πυλώνας της νίκης τους, μετά το πανεπιστήμιο και τη λαϊκή κουλτούρα, υπήρξε ο Ρόναλντ Ρέιγκαν. Στη δεκαετία του 1940, ήταν Δημοκρατικός και διηύθυνε για λίγο το σωματείο των ηθοποιών. Στα τέλη της δεκαετίας του 1950, μεταπήδησε στους Ρεπουμπλικάνους.

Στο μεταξύ, υπήρχε η δουλειά του για τη Τζένεραλ Ελέκτρικ. Ο αντιπρόεδρός της ξεκίνησε μια μεγάλη επιχείρηση εσωτερικής προπαγάνδας για να πείσει τους εργαζόμενους να απορρίψουν τον συνδικαλισμό. Ο Ρέιγκαν έγινε εκπρόσωπός της, επισκεπτόμενος εργοστάσια, σχολεία κ.λπ. και αναπτύσσοντας ένα πραγματικό ταλέντο στη ρητορική. Παρουσίασε επίσης το Θέατρο της Τζένεραλ Ελέκτρικ, το τρίτο πιο δημοφιλές τηλεοπτικό πρόγραμμα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ένα ποιοτικό πρόγραμμα, παρουσίαζε διάσημους ηθοποιούς και μετέδιδε κάθε εβδομάδα δράματα, μερικά από τα οποία μετέφεραν σαφώς το ελευθεριακό μήνυμα.

Χάρη σε αυτό το πρόγραμμα, έγινε πολύ δημοφιλής. Και όταν έφυγε από τη Τζένεραλ Ελέκτρικ για να ασχοληθεί με την πολιτική, ορισμένοι από τους διευθυντές της εταιρείας χρηματοδότησαν όχι μόνο τις εκστρατείες του, αλλά και μια ολόκληρη σειρά εμπειρογνωμόνων για να τον εκπαιδεύσουν σε ένα ευρύ φάσμα θεμάτων, συμπεριλαμβανομένης της εξωτερικής πολιτικής. Έγινε κυβερνήτης της Καλιφόρνια το 1967 και πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών το 1981.

Ιδού λοιπόν το αποκορύφωμα ενός αιώνα αγώνα των φονταμενταλιστών της αγοράς!

Δεν πρέπει να υποτιμούμε τον επίμονο αγώνα που διεξάγουν. Ακόμα και όταν οι ιδέες τους δεν είναι επιτυχείς, δεν τα παρατάνε ποτέ. Συγκεντρώνονται, καθορίζουν στρατηγικές και χρηματοδοτούν. Εξάλλου δεν τους λείπουν τα χρήματα. Χρηματοδοτούν τη ψευδοεπιστήμη, τη λαϊκή κουλτούρα, τον κινηματογράφο, τη διαστρέβλωση των χριστιανικών ιδεών, το πρότυπο ζωής των ανθρώπων που συμφέρει στα κέρδη τους!

Τα κίνητρά τους; Η απληστία ως επί το πλείστον. Αλλά και η επιθυμία για κοινωνική αναγνώριση… Και ένας μεγάλος εγωισμός! Βλέπουν τους εαυτούς τους ως λαμπρούς, επιτυχημένους ανθρώπους. Δεν θέλουν να τους λένε ότι η επιχείρησή τους σκοτώνει παιδιά, προκαλεί οικονομικές κρίσεις, φτώχεια, πολέμους…

Ο Elon Musk είναι σαφώς ευτυχής που είναι εξαιρετικά πλούσιος και έχει γίνει τέτοιος στις σημερινές Ηνωμένες Πολιτείες. Γιατί αγωνίζεται τόσο σκληρά ενάντια στη δημόσια παρέμβαση; Δεν θα του αποφέρει πολύ περισσότερα χρήματα. Απλώς δεν θέλει να του λένε τι να κάνει ή να ρυθμίζουν τις δραστηριότητές του στο όνομα της ευημερίας όλων.

Η ιστορία μάς διδάσκει ότι αυτοί οι επιχειρηματίες δεν μπορούν να αφεθούν να κάνουν ό,τι θέλουν. Πρέπει να προσανατολιστούν οι δραστηριότητές τους στο όνομα της συλλογικότητας, και γι’ αυτό χρειαζόμαστε κυβερνήσεις και δημόσια ρύθμιση.

0ΥποστηρικτέςΚάντε Like

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ ΣΥΝΤΑΚΤΗ

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ