9 C
Athens
Τρίτη, 26 Νοεμβρίου, 2024

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Προς ποιο παράδεισο πορεύεται η εργατική τάξη; Του Νίκου Γουρλά

 

Εκείνο που μπορεί να δώσει μια καλύτερη και πιο πειστική εξήγηση για την κατάσταση είναι ότι οι προσπάθειες για να αντιστοιχηθούν οι σύγχρονες ανάγκες της ταξικής πάλης με αυτές του πολιτικού αγώνα της εργατικής τάξης έχουν περάσει σε δεύτερη μοίρα. Η όξυνση της ταξικής πάλης δεν γονιμοποιείται από πειστικές πολιτικές απαντήσεις για το άμεσο μέλλον των εργαζομένων. 

 

 

H σαρανταοκτάωρη απεργία είχε τα αναμενόμενα αποτελέσματα και η ψήφιση του ασφαλιστικού νομοσχεδίου από την Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ΑΝΕΛ είναι πια γεγονός.

 

Η εξέλιξη αυτή ήταν αναμενόμενη αφού η από καιρό και με ανοικτή ημερομηνία εξαγγελθείσα από την ΓΣΕΕ σαρανταοκτάωρη απεργία, μετά μάλιστα από πρόταση του ΠΑΜΕ, προκαθόρισε την πορεία, υπονόμευσε εξαρχής το οποιοδήποτε αγωνιστικό σχέδιο κλιμάκωσης, καλλιέργησε την παραίτηση και την ηττοπάθεια μετατρέποντας την εργατική τάξη σε θεατή των εξελίξεων. Ουσιαστικά η εξέλιξη αυτή υπηρέτησε απόλυτα τους σχεδιασμούς της κυβέρνησης και όχι του εργατικού κινήματος, αφού τις έδινε το περιθώριο να καταθέσει το νομοσχέδιο σε χρόνο που εξυπηρετούσε τους σχεδιασμούς της. Φυσικά η ίδια η μορφή της απεργίας δεν είναι από μόνη της η βασική αιτία που χάθηκε η μάχη για το ασφαλιστικό

 

Θα μπορούσε να σκεφτεί κάποιος πως η φετινή πρωτομαγιά θα ήταν η κορύφωση μιας πορείας αγώνων (συλλαλητήρια, καταλήψεις), με αποφασιστικές απεργίες τις οποίες θα διαχειριζόταν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι. Με ώριμα κλιμακούμενες και σε μορφή και σε αιτήματα απεργίες. Με απόκρουση  του κυβερνητικού αυταρχισμού και των δυνάμεων καταστολής,  αφού το επερχόμενο ασφαλιστικό νομοσχέδιο σε συνδυασμό με την βίαιη και διαρκή φτωχοποίηση της εργατικής τάξης, την άγρια προλεταριοποίηση της μικρομεσαίας, το ενάμιση εκατομμύριο άνεργους, είναι το πιο κανιβαλικό και αντιλαϊκό κοινωνικό μίγμα που έχει καταγραφεί από την μεταπολίτευση μέχρι σήμερα.

 

Αλλά οι σκέψεις αυτές αποτελούν περισσότερο όνειρο και πολύ λιγότερο πραγματικότητα.

 

Οι απόπειρες που έγιναν για την οργάνωση της αντίστασης του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος δεν οδήγησαν σε μια, αντίστοιχη των απαιτήσεων, αγωνιστική ανάταση και συνέχεια.   

 

 Οι απεργίες τόσο του Φλεβάρη όσο και οι προηγούμενες, σε τίποτα δεν θύμιζαν τις απεργίες του 2010-12, ενώ η πιο πρόσφατη απεργία, του Μαρτίου, είχε από τα χαμηλότερα ποσοστά συμμετοχής στο δημόσιο κι ακόμα λιγότερο στον ιδιωτικό τομέα.

 

Για την κατάσταση τους εργατικού κινήματος δίνονται πολλές εξηγήσεις από τα διάφορα ρεύματα του εργατικού κινήματος , ανάλογα από ποιά πλευρά κοιτάζουν.

 

Κάποιοι λένε: Φταίει η ξεπουλημένη γραφειοκρατία και ο υποταγμένος εργοδοτικός συνδικαλισμός της ΓΣΕΕ που ενώ  κάνει συνέδρια χλιδής περιορίζεται σε απεργίες ντουφεκιές λειτουργώντας εκτονωτικά. Φταίει και το ΠΑΜΕ που αρνείται  τους κοινούς αγώνες.

 

Ή, λένε άλλοι: Φταίνε οι οπορτουνιστές  συνδικαλιστές που είναι καιροσκόποι και οδηγούν με τις προτάσεις τους για απεργίες και κλιμάκωση στον εκφυλισμό του   συνδικαλιστικού  κινήματος. Η λύση είναι η  ανασυγκρότηση του συνδικαλιστικού κινήματος μέσα από το  ΠΑΜΕ.

 

Άλλοι, κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν και επαναλαμβάνουν με κάθε ευκαιρία  πως το εργατικό κίνημα μέρα με τη μέρα, συνεχώς γιγαντώνεται, χιλιάδες εργαζόμενοι αντιστέκονται και μπαίνουν καθημερινά στον αγώνα, αυτό που χρειάζεται τώρα είναι ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ να προκηρύξουν απεργία διάρκειας.

 

Τέλος ακούγονται και απόψεις πως σημασία έχει τώρα να σώσουμε ό,τι σώζεται, να συμμετέχουμε σε διάλογο με την κυβέρνηση, αριστερή κυβέρνηση είναι, ευαισθησίες έχει, αντιστέκεται όσο μπορεί, τι θέλετε, να έρθει ξανά ο Μητσοτάκης να σαρώσει τα πάντα;  

 

 Αυτά σε χοντρές γραμμές λέγονται, συνοδευόμενα από ανάλογες προτάσεις και σχέδια που αποφασίζονται σε επίπεδο Δ.Σ και κάποια από αυτά σε συνελεύσεις με ελάχιστη συμμετοχή. 

 

 Ωστόσο υπάρχουν βασικά ερωτήματα στα οποία οι πιο πάνω εκτιμήσεις δεν δίνουν πειστική απάντηση και κυρίως δεν επιβεβαιώνονται στην πραγματικότητα.

 

Γιατί, ας πούμε, ακόμα και σε ταξικά σωματεία με πολύ ισχυρές πολιτικές και κινηματικές πρωτοπορίες υπάρχουν σημάδια εκφυλισμού  τόσο στην συμμετοχή στις συνελεύσεις όσο και στις μορφές πάλης;

 

 Η απάντηση στο ερώτημα πρέπει να προβληματίσει έντονα την συνδικαλιστική και πολιτική αριστερά.  Σε ορισμένες από τις παραπάνω προσεγγίσεις (ρόλος  γραφειοκρατίας, υποταγμένος εργοδοτικός συνδικαλισμός, κ.α. υπάρχουν στοιχεία που αντανακλούν μια πραγματικότητα  που είναι όντως ανασταλτικά στο να ανασυνταχτεί και να περάσει στην αντεπίθεση το εργατικό κίνημα.

 

Όμως δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι και εκεί που υπάρχουν ταξικές πλειοψηφίες σε πρωτοβάθμια σωματεία, μεγάλες ομοσπονδίας άλλα και εργατικά κέντρα (είναι χαρακτηριστικό τα παραδείγματα  του ΕΚΑ και του ΕΚΠ που θα μπορούσαν να  μετεξελιχτούν σε κέντρα αγώνα, υπερβαίνοντας την ΓΣΕΕ, αλλά κομματικές προτεραιότητες μπλοκάρουν  την μεγάλη αυτή δυνατότατα  που έχουν οι ταξικές δυνάμεις της Αθήνας και του Πειραιά) παρά τις προσπάθειες που γίνονται οι εργαζόμενοι παραμένουν αμέτοχοι και απαθείς. 

 

 Εκείνο που μπορεί να δώσει μια καλύτερη και πιο πειστική εξήγηση για την κατάσταση είναι ότι οι προσπάθειες για να αντιστοιχηθούν οι σύγχρονες ανάγκες της ταξικής πάλης με αυτές του πολιτικού αγώνα της εργατικής τάξης  έχουν περάσει σε δεύτερη μοίρα. Η όξυνσης της ταξικής πάλης δεν γονιμοποιείται από πειστικές πολιτικές απαντήσεις για το άμεσο μέλλον των εργαζομένων.

 

 Στο μεγάλο ζητούμενο που είναι το εργατικό ταξικό μέτωπο  ανατροπής, παραμένει το αδιέξοδο όπου  από την πιο μικρή έως την μεγαλύτερη δύναμη της συνδικαλιστικής αριστεράς θεώρει πως αυτό πρέπει να γίνει γύρω από τον εαυτό της.

 

Από την μεταπολίτευση μέχρι σήμερα, άλλα και πριν από αυτή, η εργατική τάξη δεν ξεσηκωνόταν μόνο για τα δίκαια αιτήματα της. Αυτό που έδινε τελικά δυναμική και περιεχόμενο στους αγώνες της ήταν το κάθε φορά  πολιτικό  διακύβευμα.

 

Για παράδειγμα στους μεγάλους εργατικούς ταξικούς αγώνες του 1974-81 το πολιτικό αίτημα που μπαίνει στις ανακοινώσεις και των πιο μικρών σωματείων είναι «να φύγει η δεξιά».  Στην μητσοτακική νεοφιλελεύθερη παρένθεση του 1991-93 στις διαδηλώσεις ήταν δημοφιλές το σύνθημα « Ε.Α.Σ –Ε.Α.Σ να φύγει ο κερατάς».

 

 Στην «εποχή των μνημονίων»  το κυρίαρχο πολιτικό αίτημα σε κάθε φάση ήταν το να φύγουν οι μνημονιακές κυβερνήσεις. Το πολιτικό αυτό αίτημα  το οικειοποιήθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ. Σε συνδυασμό με την προοπτική της «κυβέρνησης της αριστεράς», δημιουργούσε την αίσθηση  νίκης για τους εργαζόμενους οι οποίοι εναπόθεσαν τις ελπίδες τους στον ΣΥΡΙΖΑ

 

Η κομμουνιστική αντιιμπεριαλιστική  αριστερά   δεν κατόρθωσε να εκφράσει και τότε και σήμερα ένα συνεκτικό πολιτικό λόγο ανατροπής που θα  συνδύαζε  τα άμεσα πολιτικά προτάγματα της εποχής, με την γενικότερη προοπτική  της αντικαπιταλιστικής  αντιιμπεριαλιστικής ανατροπής. Εδώ πρέπει να αναζητήσουμε τη βασική αιτία της καθήλωσης, σε πολιτικό κοινωνικό  και κινηματικό επίπεδο, του πιο μαχητικού κομματιού της ελληνικής εργατικής τάξης .

 

Ασφαλώς, μαζί με αυτό, σημαντικό ρόλο παίζουν και οι εγγενείς  αδυναμίες του συνδικαλιστικού κινήματος: Η αδυναμία απάντησης στο ερώτημα για τη σύγχρονη μορφή συνδικαλιστικής οργάνωσης και μάλιστα σε συνθήκες μόνιμης και υψηλής ανεργίας. Για τη δομή του σωματείου στη σημερινή «άνεργη ανάπτυξη» του καπιταλισμού, σε συνθήκες που η βασική επιδίωξη  του κεφαλαίου  είναι η πλήρη αποδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων  και μαζί με αυτήν,  η  διάλυση της συλλογικής οργάνωσης της εργατικής τάξης.

 

 Για το ότι δεν συμμετέχουν ιδιαίτερα οι νέοι εργαζόμενοι στα συνδικάτα και υπάρχει πτώση της συνδικαλιστικής πυκνότητας από χρόνο σε χρόνο, δεν φταίει μόνο ή κυρίως η διεφθαρμένη συνδικαλιστική γραφειοκρατία ή οι  βολεμένοι «μεσήλικες συνδικαλιστές των ΔΕΚΟ» (που φυσικά είναι απωθητικοί, όπως είναι απωθητικά και τα συνδικαλιστικά προνόμια που απολαμβάνουν συνδικαλιστές από όλες τις παρατάξεις οι οποίοι με τις μόνιμες συνδικαλιστικές άδειες έχουν να δουλέψουν πολλά χρόνια). Υπάρχουν και μια σειρά επί μέρους προβλήματα, που ο συνυπολογισμός τους δείχνει το μέγεθος και την ουσία του σημερινού αδιεξόδου.

 

Ο σημερινός εργαζόμενος, είναι ο εργαζόμενος ο οποίος δουλεύει  σε μεγάλο ποσοστό σε συνθήκες ανασφάλειας, εργασιακής περιπλάνησης, χαμηλά αμειβόμενος. Μεγάλο μέρος τους είναι ταυτοχρόνως, μορφωμένοι με πολλά πτυχία και  δεξιότητες που παρέτειναν τον χρόνο εισόδου στην αγορά εργασίας.  

Πρέπει να πάρουμε υπόψη ότι σημαντικό ρόλο στην αποδιάρθρωση του συνδικαλιστικού κινήματος παίζει η συρρίκνωση της παραγωγικής βάσης, (οικοδομή, ένδυση, ιματισμός, ναυπηγοεπισκευαστική κλπ), το μαζικό κλείσιμο επιχειρήσεων και μεγάλων εργοστασίων που στέλνει στην ανεργία χιλιάδες εργαζομένους ρίχνοντας τους στην ανέχεια και στην εναγώνια προσπάθεια για επιβίωση με όλα τα μέσα. Πράγμα που τους απομακρύνει από την ζωή και την δράση των σωματείων, που και αυτά με την σειρά τους τον ξεχνούν. 

 

Ακόμα το γεγονός ότι ένα μεγάλο μέρος των συνδικαλισμένων εργαζόμενων των δεκαετιών ’70-’80 που αποτέλεσαν την ραχοκοκαλιά των μεγάλων αγώνων του ’90 και του 2000 είναι πλέον συνταξιούχοι. 

 

 Όλες αυτές οι κατηγορίες δεν αναπληρώνονται  γιατί τα συγκεκριμένα μοντέλα συνδικαλιστικής οργάνωσης είναι δομημένα με βάση τις ανάγκες προηγούμενων εποχών. 

 

Δεν υπάρχει απάντηση για το πώς πρέπει να είναι τα σωματεία των ελαστικά απασχολούμενων εργαζομένων, των εργαζομένων της περιπλάνησης, των εργαζομένων στο λιανεμπόριο κλπ.

 

Σημαντική αδυναμία του ταξικού  εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος είναι η οργάνωση των ανέργων. Είναι πρώτης προτεραιότητας καθήκον για το κίνημα η ανάπτυξη  σε κινηματικό και πολίτικο επίπεδο πρωτοβουλιών για το δικαίωμα στην δουλειά, για μόνιμη και σταθερή δουλειά για όλους.

 

Αυτό δεν μπορούν να το σηκώσουν μόνο οι συλλογικότητες των ανέργων, χρειάζεται να  γίνουν κτήμα του εργατικού κινήματος τα αιτήματα για  μείωση της ανεργίας, τη μείωση του χρόνου εργασίας, αλλά και για την άμεση ανακούφιση τους αιτήματα όπως η δωρεάν πρόσβαση  σε όλα τα κοινωνικά αγαθά (ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ κλπ.)  τη διαγράφη των τραπεζικών  χρεών, την αύξηση της επιδότησης ανεργίας, την κατάργηση των προγραμμάτων που ανακυκλώνουν την ανεργία.

 

Αστικοποιημένος συνδικαλισμός και ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος

  Οπωσδήποτε ο σημαντικότερος ανασχετικός  παράγοντας  είναι ακριβώς αυτός με τον οποίο οφείλουμε να αναμετρηθούμε. Η παρέμβαση της αστικής πολιτικής στο εργατικό κίνημα, αυτή που πάντα υπάρχει και  παίρνει διαφορετικές μορφές σε κάθε περίοδο του εργατικού κινήματος.

 

Από το δεύτερο ακόμα συνέδριο της ΓΣΣΕ (Σεπτέμβρης του 1920)  η αστική παρέμβαση εξελίσσεται με διαφόρους τρόπους, ανάλογα με την όξυνση της ταξικής πάλης και το κάθε φορά πολιτικό και κοινωνικό  περιβάλλον της εποχής.  

 

 Από την ωμή παρέμβαση του κράτους και των μηχανισμών του με εξορίες  και  τρομοκρατία του ιδιώνυμου του Βενιζέλου, μέχρι τους δοσίλογους συνδικαλιστές της κατοχής και τους μεταπολεμικούς συνδικαλιστές της βίας και νοθείας. Αλλά και μετά την πτώση της χούντας,  τα σωματεία που διαμόρφωναν τους συσχετισμούς μέχρι και το ’81  στην χουντοδεξιά ΓΣΕΕ, ήταν του είδους, «Σωματείο εργαζομένων Νεκροπομπών πεζοδρομίου», ή «Σωματείο εργαζομένων αυγών ημέρας», ή «Σωματείο εργαζομένων εντεροκαθαριστών».

 

Σήμερα η νοθεία μπορεί να έχει πάρει διαφορετική μορφή, να γίνεται με την ενεργή συμμετοχή της εργοδοσίας και των κρατικών  μηχανισμών εξαγοράς από κονδύλια ΕΣΠΑ που αντικατέστησαν τον ΟΔΕΠΕΣ (Οργανισμός Διαχειρίσεως Ειδικών πόρων Εργασιακών Σωματείων) την ειδική εισφορά της εργατικής εστίας μετέπειτα κλπ, αλλά η ουσία παραμένει η ίδια.

 

Η αστική τάξη είχε και πάντα θα έχει τα δικά της παιδιά στο συνδικαλιστικό κίνημα. Αυτό όμως  δεν εμπόδισε το ταξικό εργατικό  κίνημα να πραγματοποιήσει συγκλονιστικούς ταξικούς αγώνες  και να νικήσει σε πολλούς από αυτούς.

 

Δεν εμπόδισε για παράδειγμα ακόμα και σε εποχές μεγάλης τρομοκρατίας κρατικής και εργοδοτικής, την δεκαετία του ’60 να υπάρξουν εκείνες οι μορφές οργάνωσης με τα 115 σωματεία, τους οικοδόμους, τους μηχανουργούς κλπ. που έβγαλαν την εργατική τάξη στο προσκήνιο. Αλλά  και μετά το ’74 με χουντοδεξιά  ΓΣΕΕ, μέχρι το ’81, έγιναν εργατικοί αγώνες  αγώνες που τρόμαξαν  την αστική τάξη, ιδιαίτερα την περίοδο του εργοστασιακού συνδικαλισμού των μεγάλων απεργιών της Λάρκο κλπ, με κατακτήσεις που υπάρχουν μέχρι τις μέρες μας.

 

Το ταξικό εργατικό κίνημα της εποχής για να ξεπεράσει την εγκάθετη χουντοδεξιά διοίκηση της ΓΣΕΕ, αλλά και πολλών εργατικών κέντρων και ομοσπονδιών, δημιουργεί σε όλη την Ελλάδα συντονιστικές επιτροπές αγώνα, κατά κλάδο, πόλη και περιφέρεια, που οδήγησαν στην δημιουργία των ΣΑΔΕΟ και ΣΑΔΟ, δηλαδή συντονισμούς πρωτοβάθμιων σωματείων και ομοσπονδιών στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, που λειτουργούν σε αντιπαράθεση με την χουντοδεξιά ΓΣΕΕ, προσπαθώντας να συντονίσουν τους αγώνες.

 

 Ακόμα και στις μέρες μας, από το ξέσπασμα της κρίσης μέχρι το 2012,   η δυναμική εμφάνιση του συντονισμού πρωτοβάθμιων σωματείων δημιούργησε νέα δεδομένα στην ταξική πάλη σηματοδοτώντας μια πρόταση προς τις μαχόμενες δυνάμεις του εργατικού  κινήματος, με όρους μαζικού εργατικού μετώπου, ταξικής ανεξαρτησίας και  αγωνιστικής ταξικής ενότητας Ήταν μια ελπιδοφόρα προσπάθεια  παρά τις αντιφάσεις, τις αδυναμίες και την υπονόμευση που δέχτηκε, συσπείρωσης πρωτοβαθμίων σωματείων, που δεν περιορίστηκε στις πολιτικές και κινηματικές πρωτοπορίες της ταξικής πτέρυγας,  όπως συνήθως γινόταν και εξακολουθεί να γίνεται, αλλά στις ζωντανές μαχόμενες δυνάμεις του κινήματος και του αγώνα.

 

Συνεπώς η σημερινή σύγχρονη μορφή παρέμβασης της αστικής τάξης με τον εργοδοτικό  συνδικαλισμό του Παναγόπουλου και τους μηχανισμούς του σε τράπεζες και ΔΕΚΟ μπορεί να  αποτελεί εξελιγμένη μορφή  αστικής παρέμβασης, δεν  προσθέτει όμως τίποτα επί της ουσίας, σε αυτό που ήδη γνωρίζουμε.

 

Το ερώτημα παραμένει  για τις ταξικές δυνάμεις: Πώς θα διαμορφώσουν τους όρους σε συνδικαλιστικό και πολιτικό επίπεδο ώστε να  υπάρξει ένα κίνημα ικανό να οδηγήσει σε ανατροπές και νίκες. Να απαντά στο πως θα μπορέσουμε να υπερβούμε τον υποταγμένο εργοδοτικό συνδικαλισμό, με ποιό πολιτικό περιεχόμενο, άλλα και με ποια πολιτική εκπροσώπηση θα πορευτεί το εργατικό κίνημα.

 

Ένα κίνημα που θα έχει ένα κέντρο αγώνα ταξικών αγωνιστικών σωματείων, συνδικάτων, ομοσπονδιών, επιτροπών αγώνα από χώρους εργασίας και κλάδους. Με βασικό περιεχόμενο και πλαίσιο  που θα στοχεύει στην ανασυγκρότηση του συνδικαλιστικού κινήματος και την ανατροπή της επίθεσης, με βασικό συνεκτικό στοιχείο την ανεξαρτησία την αυτοτέλεια και αυτονομία της συνδικαλιστικής εργατικής ενότητας δράσης, των δημοκρατικών διαδικασιών των σωματείων τα οποία θα έχουν τον κυρίαρχο ρόλο.  

 

Αυτό απαιτεί και τη χάραξη μιας γενικότερης μετωπικής πολιτικής (σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο). Σε πολιτικό επίπεδο συσπείρωσης όλων των πολιτικών μαχόμενων και αντικαπιταλιστικών κομμουνιστικών αντιιμπεριαλιστικών ριζοσπαστικών δυνάμεων. Σε αυτό μπορούν να συμπεριληφθούν όλες οι πολιτικές δυνάμεις, ρεύματα και αγωνιστές που με διάφορους τρόπους αγωνίζονται για την ανατροπή της επίθεσης υπέρ των εργατικών λαϊκών συμφερόντων, έχουν αριστερή αναφορά, κινούνται από διαφορετική ιδεολογική-στρατηγική σκοπιά κατά του καπιταλιστικού συστήματος και έχουν μετωπική λογική.

 

Το νέο αυτό πολιτικό μέτωπο συγκροτείται  από τα κάτω αλλά και από τα πάνω. Θα υπερβαίνει με θετικό τρόπο τα υπάρχοντα μετωπικά σχήματα της υπάρχουσας αριστεράς σε μια νέα ενότητα και πολιτικό μέτωπο ανατροπής της επίθεσης Κυβέρνησης Ε.Ε ΔΝΤ. Θα απαντά στα ψευτοδιλήμματα και τα νέα δίπολα που στήνει το αστικό πολιτικό σύστημα (πόλος της προόδου και πόλος της συντήρησης, Τσίπρας ή Μητσοτάκης κλπ.)    

 

Σε κοινωνικό επίπεδο το μέτωπο αυτό  θα συγκροτεί τη μαχόμενη συμμαχία της εργατικής τάξης με τα πληττόμενα μεσαία  στρώματα.  Αυτή θα είναι η εναλλακτική πολιτική και κινηματική επιλογή των φτωχών, των ανέργων, των κατεστραμμένων μικροεπαγγελματιών και της νεολαίας.

 

Θα αγωνίζεται για το μισθό και το μεροκάματο , για το δημοκρατικό δικαίωμα του αγώνα για «το δίκιο του εργάτη», πάνω απ’ όλα για τη νομική και έμπρακτη κατοχύρωση της συνδικαλιστικής δράσης στους χώρους εργασίας . Θα στρέφεται  ευθέως εναντίον του ΝΑΤΟ και της ΕΕ.

 

Η ίδια η βαθιά, γνήσια  και ουσιαστικά ενωτική πορεία συγκρότησης ενός τέτοιου κοινωνικό – πολιτικού μετώπου, ο αγώνας γι αυτό,  θα ενισχύει και θα ωθεί  την  προσπάθεια για την ανασυγκρότηση του εργατικού  συνδικαλιστικού αλλά και γενικότερα του κινήματος και του μετώπου, ενός μαζικού ταξικού, πολιτικού κινήματος και εργατικού μετώπου ανατροπής ικανού να αντιπαρατεθεί  στην αστική επίθεση.

 

Η μάχη για να μην περάσει το ασφαλιστικό νομοσχέδιο μπορεί να χάθηκε, ο ταξικός όμως πόλεμος συνεχίζεται με αμείωτη ένταση. Το επόμενο διάστημα θα υπάρξει γενικευμένη επίθεση της Κυβέρνησης για την υλοποίηση των μέτρων που ψηφίστηκαν, ενώ το τέταρτο μνημόνιο είναι προ των πυλών. 

 

Σε αυτή την κρίσιμη συγκυρία για το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, οι δυνάμεις της ταξικής πτέρυγας πρέπει να υπερβούν την αυτοαναφορικότητα και τον εσωτερικό εμφύλιο και να διαμορφώσουν από κοινού το σχέδιο της αντεπίθεσης για την αντιστροφή της κατάστασης, για νέους νικηφόρους αγώνες. Γιατί είναι η εποχή, που αντικειμενικά η εργατική τάξη πρέπει να πάρει την ευθύνη για όλα τα πτωχευμένα τμήματα της κοινωνίας. Γιατί μόνο ένα ανασυγκροτημένο εργατικό κίνημα, ταξικό, αγωνιστικό, ανεξάρτητο, ενωτικό και νικηφόρο, μπορεί να υψώσει αποτελεσματική αντίσταση στην επίθεση του κεφαλαίου, μπορεί να ανοίξει τον δρόμο για την αντικαπιταλιστική ανατροπή.

 

 

0ΥποστηρικτέςΚάντε Like

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ ΣΥΝΤΑΚΤΗ

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ