Νικητής για ακόμη μια χρονιά η αποχή, αποτυπώνοντας έτσι τη συνολικότερη απαξίωση του φοιτητικού συνδικαλισμού από τους φοιτητές και την ηγεμονία των τάσεων ατομικού επιβιωτισμού.
Νικητής για ακόμη μία χρονιά στις εκλογές φοιτητικών και σπουδαστικών συλλόγων που πραγματοποιήθηκαν πανελλαδικά την Τετάρτη 18/05, αναδείχθηκε η αποχή! Η συμμετοχή στις φοιτητικές εκλογές ακολουθεί σταθερή πτωτική τάση τα τελευταία χρόνια. Ενδεικτικά σε όλα τα ΑΕΙ πανελλαδικά το 2011 ψήφισαν 78.150 φοιτητές, ενώ φέτος 51.444. Στα ΤΕΙ της χώρας τη φετινή χρονιά ψήφισαν 8.569, περίπου 10.000 λιγότεροι σε σχέση με το 2013 (18.752).
Η αυξανόμενη αποχή φοιτητών και σπουδαστών από τις εκλογικές διαδικασίες είναι ένα ακόμη χαρακτηριστικό της αποσυγκρότησης των μαζικών φορέων στις σχολές. Αποτελεί κομμάτι του παζλ μέσα στα πανεπιστήμια. Η ολοένα αυξανόμενη αποστράτευση των φοιτητών από τους συλλογικούς τους φορείς, η απομαζικοποίηση των συνελεύσεων, η οπισθοχώρηση της μαζικής διεκδικητικότητας από πλευράς σπουδάζουσας νεολαίας συνθέτουν το δυσμενές τοπίο σήμερα.
Η τεράστια αποχή στις φοιτητικές εκλογές αποτυπώνει τη συνολικότερη απαξίωση του φοιτητικού συνδικαλισμού από τους φοιτητές και την ηγεμονία των τάσεων ατομικού επιβιωτισμού. Αναδεικνύεται, και μ’ αυτόν τον τρόπο, ο βαθμός εκφυλισμού των συλλόγων και των οργάνων τους, η ενισχυμένη τάση των φοιτητών να αντιλαμβάνονται το σύλλογο, συνεπώς και τις διαδικασίες του, σαν κάτι ξεχωριστό από τη δική τους καθημερινή πρακτική, μια δομή άχρηστη γι’ αυτούς.
Ο φοιτητικός συνδικαλισμός, παρά τις ιδιαιτερότητες και τις πρωτοτυπίες του, ηγεμονεύεται από την αστική πολιτική. Σ΄ αυτό συμβάλλουν κυρίαρχα οι καθεστωτικές πολιτικές δυνάμεις (ΔΑΠ-ΠΑΣΠ-κι άλλοι πολιτικοσυνδικαλιστικοί σχηματισμοί) που αποτελούν τον κυρίαρχο εκφραστή της πολιτικής του κεφαλαίου και των κυβερνήσεων του, της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας και του επιχειρηματικού πανεπιστημίου.
Ευθύνη φέρουν όμως κι όλες οι αγωνιστικές δυνάμεις του κινήματος, τα ρεύματα του μαχόμενου ρεφορμισμού, η αντικαπιταλιστική αριστερά, τα ρεύματα κι οι οργανώσεις κομμουνιστικής αναφοράς, καθώς όλα, σε διαφορετικό βαθμό και ποιότητα, υποτιμούν το ζήτημα της πολιτικής ανεξαρτησίας του κινήματος σε μορφή και περιεχόμενο. Είτε αναπαράγοντας γραφειοκρατικά αστικά μοντέλα πολιτικής οργάνωσης είτε υποτιμώντας την αναγκαία οικοδόμηση του αντίπαλου πολιτικού κι οργανωτικού δέους στο φοιτητικό κίνημα στην κατεύθυνση της εργατικής δημοκρατίας.
Πρόκληση, λοιπόν, αποτελεί για όλες τις μαχόμενες δυνάμεις του νεολαιίστικου κινήματος η συγκρότηση του θετικού αντιπροτάγματος για την πληττόμενη νεολαία σε πρόγραμμα και δομές, η αντιρρόπηση της σημερινής κίνησης κι ο κλυδωνισμός των τωρινών πολιτικών συσχετισμών.
Α.Π.