Κινεζικές στρατιωτικές ασκήσεις και ένα ιστορικό εντάσεων
Η Ταιβάν είναι ένα νησί νότια και δυτικά της Κίνας με έκταση λίγο μεγαλύτερη από την …Πελοπόννησο. Ενώ, όμως, η Πελοπόννησος έχει πληθυσμό 996.106 κατοίκους (σύμφωνα με την απογραφή του 2021), η Ταιβάν έχει πληθυσμό …23.445.534. Δηλαδή, δυο φορές παραπάνω από όσο η Ελλάδα.
Ιστορικά, η Ταιβάν ήταν πάντα τμήμα της Κίνας η οποία έχει έκταση μεγαλύτερη από την Ευρώπη και πληθυσμό 1,411 δισ. ανθρώπους (2023).
Τέθηκε υπό την διοίκηση της κινεζικής δυναστείας των Qing τον 17ο αιώνα. Μετά τον πρώτο Σινο-Ιαπωνικό Πόλεμο το 1895, η Κίνα αναγκάστηκε να παραχωρήσει την Ταϊβάν στην Ιαπωνία. Η ιαπωνική κυριαρχία διήρκεσε μέχρι το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου το 1945, όταν η διοίκηση της Ταϊβάν μεταφέρθηκε στην Δημοκρατία της Κίνας (ROC) από τους ηττημένους Ιάπωνες.
Το 1949, μετά την ήττα τους Τσιάνγκ Κάι-Σέκ από την επανάσταση του Κομμουνιστικού Κόμματος και του Μάο Τσε Τούγκ, οι αντίπαλοι του Μάο κατέφυγαν στην Ταϊβάν, όπου και εγκαθίδρυσαν την κυβέρνησή τους.
Έκτοτε, η Ταϊβάν διοικείται αυτόνομα, αν και η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας (ΛΔΚ), που ιδρύθηκε στην ηπειρωτική χώρα, θεωρεί την Ταϊβάν ως μια αποσχισθείσα επαρχία που τελικά θα πρέπει να επανενωθεί με την ηπειρωτική χώρα.
Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η Ταϊβάν, με την υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών, διατήρησε τη θέση της ως η νόμιμη κυβέρνηση της Κίνας στα Ηνωμένα Έθνη μέχρι το 1971, όταν η έδρα της Κίνας μεταφέρθηκε στην ΛΔΚ.
Σταδιακά, πολλές χώρες αναγνώρισαν διπλωματικά την ΛΔΚ, ενώ οι επίσημες σχέσεις με την Ταϊβάν μειώθηκαν. Σήμερα ελάχιστα κράτη αναγνωρίζουν την Ταϊβάν ως ανεξάρτητο κράτος.
Παρά τις πολιτικές διαφορές, οι οικονομικές και πολιτιστικές σχέσεις μεταξύ των δύο πλευρών άρχισαν να αναπτύσσονται ξανά στα τέλη της δεκαετίας του 1980.
Αρχές του 1990, τόσο η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας όσο και η Ταιβάν ακολουθούν μια πορεία ξέφρενης ανάπτυξης.
Η Κίνα μετατρέπεται σε μια καπιταλιστική χώρα με ισχυρό κρατικό τομέα υπό την πολιτική κυριαρχία του Κομμουνιστικού κόμματος. Η δε Ταϊβάν με την αποφασιστική στήριξη των ΗΠΑ μετατρέπεται σε ένα μικρό νησί παγκόσμιας στρατηγικής και οικονομικής σημασίας.
Πέρα από την τεχνολογική της υπεροχή —καθώς φιλοξενεί τις μεγαλύτερες εταιρείες κατασκευής μικροτσίπ στον κόσμο, όπως η TSMC— η γεωγραφική της θέση σε έναν από τους πιο πολυσύχναστους ναυτικούς διαδρόμους του κόσμου την καθιστά κλειδί για τον έλεγχο της θαλάσσιας κυκλοφορίας στην Ανατολική και Νότια Κινεζική Θάλασσα.
Η TSMC (Taiwan Semiconductor Manufacturing Company), με έδρα το τεράστιας σημασίας Επιστημονικό Πάρκο Σιντσού, αποτελεί τη μεγαλύτερη παραγωγό ημιαγωγών (ή αλλιώς μικροτσίπ) στον κόσμο με κεφαλαιοποίηση 426 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Η εταιρεία-γίγαντας της Ταϊβάν παράγει περί το 50% των μικροτσίπ του πλανήτη, ενώ το μερίδιό της στους πιο προηγμένους ημιαγωγούς (5 νανόμετρων) αγγίζει το 90%.
Οι ημιαγωγοί είναι σχεδόν αόρατοι, αλλά την ίδια ώρα είναι μοναδικά απαραίτητοι σε πολλά από τα καθημερινά μας αντικείμενα, όπως κινητά τηλέφωνα, υπολογιστές, ηλεκτρονικά αυτοκίνητα, και ηλεκτρονικές συσκευές. Πρόκειται , δε, για το άγιο δισκοπότηρο στην εποχή της τεχνίτης νοημοσύνης.
Τα μεγαλύτερα χυτήρια ημιαγωγών και το πλέον εξειδικευμένο εργατικό και επιστημονικό δυναμικό βρίσκονται σήμερα σε ένα νησί με έκταση όσο η Πελοπόννησος στην καρδιά της Άπω Ανατολής!
Η Ταϊβάν, γνωστή και ως Δημοκρατία της Κίνας (ΔΚ), ιδρύθηκε το 1949, όταν ο ηττημένος στρατός του Κουομιντάνγκ (KMT) κατέφυγε στο νησί.
Πριν από την άρση του στρατιωτικού νόμου το 1987 το KMT κυβέρνησε την Ταϊβάν με σιδηρά πυγμή για σχεδόν τέσσερις δεκαετίες. Δεκάδες χιλιάδες πολιτικοί αντίπαλοι σκοτώθηκαν ή φυλακίστηκαν κατά τη διάρκεια αυτού που έμεινε γνωστό ως «Λευκή Τρομοκρατία».
Στις βουλευτικές εκλογές του 2001, το κόμμα DPP (Προοδευτικό Δημοκρατικό Κόμμα) κέρδισε τις εκλογές (χωρίς όμως να πετύχει την απόλυτη πλειοψηφία εδρών) και σταμάτησε το μονοπώλιο του Κουομιντάνγκ στην εξουσία.
Το DPP σχηματίστηκε στην διάρκεια μιας θυελλώδους πολιτικής πορείας και η Τσάι Ιν Γουέν του Προοδευτικού Δημοκρατικού Κόμματος κέρδισε τις εκλογές στις 20 Μαΐου του 2016 με ποσοστό 56,12% και ανέλαβε την προεδρία.
Ο σημερινός πρόεδρος της χώρας Λάι Τσινγκ-τε (ο πρώην αντιπρόεδρος της Τσάι Ιν Γουέν), βρίσκεται σε ευθεία σύγκρουση με την Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας την οποία χαρακτήρισε «εχθρική ξένη δύναμη» που επιχειρεί να υπονομεύσει τη δημοκρατία του νησιού.
Το παράδοξο στην πολιτική ιστορία της Ταϊβάν είναι ότι οι ηττημένοι της Κουομιντάνγκ από την Κινέζικη επανάσταση διατήρησαν σχετικά ομαλές σχέσεις με την Κίνα ενώ το DPP σήμερα οξύνει την υποβόσκουσα αντιπαράθεση.
Η Κίνα αρνείται να αποδεχθεί τις αποσχιστικές διαθέσεις της σημερινής ηγεσίας της Ταϊβάν και διεξάγει ασκήσεις πολέμου γύρω από το νησί απειλώντας με κατάληψη.
Τελικά, από «νομικής πλευράς», η Κίνα έχει δίκιο.
Η Ταϊβάν συμφώνα με τον ΟΗΕ είναι Κινέζικο έδαφος.
Στις 13 Μαρτίου 2025, ο Λάι παρουσίασε ένα πακέτο 17 μέτρων που περιλαμβάνουν την επαναφορά στρατιωτικών δικαστηρίων για υποθέσεις κατασκοπείας, αυστηρότερο έλεγχο στις επαφές κατοίκων της Ταϊβάν με την Κίνα και μεγαλύτερη διαφάνεια για πολιτικά πρόσωπα που ταξιδεύουν στην κινεζική ενδοχώρα.
Ιδιαίτερα στο στόχαστρο τίθενται θρησκευτικές, εκπαιδευτικές και πολιτιστικές ανταλλαγές, τις οποίες ο πρόεδρος θεωρεί ως οχήματα πολιτικής επιρροής του Πεκίνου.
«Δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να προχωρήσουμε σε ακόμη πιο προληπτικά μέτρα», δήλωσε ο Λάι, προκαλώντας την έντονη αντίδραση της Κίνας, αλλά και του KMT το οποίο κατηγόρησε τον πρόεδρο ότι προκαλεί αχρείαστη ένταση και υπονομεύει τις πολιτικές ελευθερίες.
Παρά τις εντάσεις, αρκετοί αναλυτές εκτιμούν ότι ο Λάι ποντάρει στο γεγονός πως η Κίνα δεν θα προχωρήσει σε μεγαλύτερη πρόκληση όσο συνεχίζει τις διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ, στο πλαίσιο του νέου εμπορικού πολέμου με την κυβέρνηση Τραμπ.
Παρόλα αυτά η Κίνα ετοιμάζεται για απόβαση και ήδη κατασκευάζει μια πλωτή γέφυρα μήκους… 183 χιλιομέτρων για να μεταφέρει βαρύ οπλισμό και στρατεύματα στην Ταιβάν.
Εν κατακλείδι, όταν οι ΗΠΑ κατασκεύασαν δίπλα στην φτωχή Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας μια υπερανεπτυγμένη Ταϊβάν δεν είχαν υπολογίσει ότι η Κίνα θα εξελίσσονταν σε μια παγκόσμια δύναμη και θα απειλούσε να την ενσωματώσει ξανά.
Η άνοδος του Τραμπ στην εξουσία και η παγκόσμια αναταραχή που προκαλεί δημιουργεί νέα δεδομένα και σε εκείνη την περιοχή. Έτσι φτάσαμε στην κήρυξη (από τις ΗΠΑ) ενός παγκόσμιου οικονομικού πολέμου και τον Τράμπ να λέει στους Αμερικάνους «κρατηθείτε θα είναι δύσκολο».
Την ίδια στιγμή (εκτός των άλλων) η Κίνα απειλεί να απαγορεύσει την εξαγωγή σπάνιων γαιών (απαραίτητων για την κατασκευή μικροτσίπ) στις ΗΠΑ και σε εταιρείες που συνδέονται με Αμερικάνικα συμφέροντα.