Το κράτος δολοφονεί εν ψυχρώ και συνειδητά. Δεν πρόκειται για το πείσμα της οικογένειας που θέλει να εκδικηθεί.
Ούτε για υπεράσπιση του γοήτρου της εξουσίας που συμπτωματικά, σαν την σφαίρα του Κορκονέα, εξοστρακίστηκε (σύμφωνα με τον ως φαίνεται μόνιμο συνήγορο των κακουργημάτων της παραεξουσίας) προς έναν θάνατο.
Εδώ συντελείται έγκλημα με βαθύ υπολογισμό.
Ο Δημήτρης Κουφοντίνας είναι το ιδανικό επιλεγμένο θύμα. Μέσω αυτού η αμερικάνικη εφαρμογή της πολιτικής δεν χρειάζεται μόνο τις αποφάσεις του πρεσβευτή και των μυστικών υπηρεσιών της πλανητικής υπερδύναμης, έχει και δικούς της λόγους να επιμένει: μηνύει προς όλες τις κατευθύνσεις πως το παιχνίδι της μεταπολίτευσης, αν το εννοήσουμε ως μια περίοδο σχετικής διεύρυνσης και άσκησης των δημοκρατικών δικαιωμάτων, λαμβάνει τέλος. Επισήμως, πανηγυρικά και με σφραγίδα. Ακόμα κι αν το πανηγυρικά οξύμωρα συνοδεύει το θάνατο.
Οι συμβολισμοί είναι σαφείς. Επιλέγεται ένα πρόσωπο καταδικασμένο για δολοφονίες με βάση τον ποινικό κώδικα και στο οποίο δεν αναγνωρίστηκε νομικά πως οι πράξεις του είχαν πολιτικό περιεχόμενο. Το πρόσωπο αυτό εντάσσεται πολιτικά, πλην όμως και νομικά με τις μετέπειτα ρυθμίσεις, στην κατηγορία της τρομοκρατίας, άρα της πολιτικής δράσης. Κι έτσι ακροβατώντας και εξευτελίζοντας θεσμούς και νόμους συναντάμε το πρόσωπο το οποίο δεν είναι ούτε ποινικός ούτε πολιτικός κρατούμενος, ή μάλλον είναι και τα δύο χωρίς να είναι κανένα. Αυτός ο εκτός θεσμικών ορίων άνθρωπος παραδίδεται βορά στα κανάλια και στην ακροδεξιά, η οποία ζητά αίμα για να ικανοποιηθεί.
Το γεγονός ότι οι κυβερνώντες είναι περιορισμένου πνευματικού ορίζοντα δεν τους καθιστά λιγότερο επικίνδυνους. Ούτε λιγότερο ικανούς να επιλέγουν τους ταξικούς πολιτικούς στόχους. Το αντίθετο. Τους καθιστά πιο επιθετικούς, λιγότερο ευέλικτους και πιο φανατικά προσηλωμένους στο επιδιωκόμενο. Όταν οι εντολές του πρεσβευτή γίνονται εκπαιδευτικοί νόμοι από μια θρησκόληπτη υπουργό Θρησκευμάτων, όταν οι αστυνομική επιβολή γίνεται ιεραρχημένο δόγμα από έναν αλλόφρονα υπουργό αστυνομίας, όταν η προσπάθεια συγκάλυψης παίρνει το πρόσωπο του Κούγια, γίνεται εμφανές το περιορισμένο όριο, πνευματικό και πραγματικό, των εν λόγω κυβερνητών. Αλλά όλα μαζί συγκροτούν έναν νέο αντιδημοκρατικό ασφυκτικό μανδύα στην κοινωνία. Αυτό πρέπει να επισφραγίζεται με έναν «θεαματικό» τρόπο. Τι πιο οριστικό και θεαματικό από έναν θάνατο.
Με αυτόν τον τρόπο διοχετεύεται προς την ακροδεξιά πτέρυγα της κοινωνίας το μήνυμα πως μπορεί να νοιώθει επιβεβαιωμένη και κυρίαρχη, άρα ικανή να ανακτά τον κοινωνικό της ρόλο της δραστήριας «σιωπηλής πλειοψηφίας», έτοιμης να δράσει κατά των ριζοσπαστικών μερίδων, είτε πρόκειται για εργατικές διεκδικήσεις, είτε για κοινωνικά δικαιώματα. Να εγκαταλείψει τα αβέβαια πειράματα τύπου Χρυσής Αυγής, καθώς στη μήτρα της παραδοσιακής δεξιάς θα βρει τη θαλπωρή που χρειάζεται αναβιώνοντας μέρες δοσιλογισμού και μετεμφυλιακού θριάμβου, να αφαιρεθεί λίγο από τα πατριδολαγνικά παραληρήματα περί «Μακεδονίας ξακουστής» και άπιστων Τούρκων, και να επικεντρωθεί στο ρόλο που της ανατίθεται εντός της εχθρικής και διαβρωμένης από τους πάλαι ποτέ κομμουνιστοσυμμορίτες κοινωνίας.
Όπως όλα αυτά δείχνουν, η τύχη του Δημ. Κουφοντίνα έχει προδιαγραφεί. Είναι εντυπωσιακή, αλλά φυσικά όχι απρόβλεπτη, η σιωπή των μέσων ενημέρωσης, προ πάντων των τηλεοπτικών, είναι εντυπωσιακή η παρέμβαση του facebook που κατεβάζει σχετικές αναρτήσεις και σελίδες.
Οι άνθρωποι που συναισθάνονται την αξία της ανθρώπινης ζωής, αυτήν την ύστατη ώρα ξεσηκώνονται και ενώνουν τη φωνή τους. Είναι η μόνη ελπίδα να σωθεί ο Δημ. Κουφοντίνας και η δυνατότητα για την υπεράσπιση και διεύρυνση των δημοκρατικών δικαιωμάτων.