Η 8 Μάρτη ως ημέρα της γυναίκας είναι μια υπενθύμιση της διεκδίκησης ολόκληρου τ’ ουρανού. Καθώς το άλλο μισό τ’ ουρανού, τ’ ουρανού μας, συνθλίβεται στην επαφή του με τη γη. Η γυναίκα ως όνειρο, έρωτας, στίχος και ποίημα, εξαφανίζεται στην απτή καθημερινότητα, του σπιτιού και της εργασίας. Κι έτσι ο ουρανός μένει ορφανός ομορφιάς. Και περιεχομένου.
Η σύγχρονη κοινωνία, καθώς οι γυναίκες βγήκαν μαζικά στην παραγωγή- και τις συναντήσαμε στις πολιτικές αναμετρήσεις και τις αγορές ή τις είδαμε επικεφαλής διεθνών οργανισμών να πατάνε το κεφάλι των αδύναμων -,σχεδόν μας έπεισε πως έχει κατοχυρώσει την ισότητα και τα ίσα δικαιώματα. Στην ουσία μας απέκρυψε τόσο αυτά που συνέβαιναν πραγματικά στο δημόσιο βίο, όσο, και κυρίως, εκείνα που συνέβαιναν στον ιδιωτικό, την ουσιαστική ισότητα στο σπίτι, στις ευκαιρίες, στην κοινωνική ζωή, στη σεξουαλική ελευθερία.
Αλλά στις κοινωνικές καμπές και κυρίως στις κρίσεις, όπως σήμερα, σαν σε ηφαιστειακή έκρηξη η λάβα «εξωφρενικών» γεγονότων κυλάει έξω από τις οθόνες μέσα στα ήσυχα καθιστικά μας!..
Και ξαφνικά (πόσο ξαφνικά;) βρεθήκαμε αντιμέτωποι με την εκτεταμένη οικογενειακή βία, ιδιαίτερα όταν ξέσπασε η πανδημία και κηρύχθηκαν οι καραντίνες, με τις καταγγελίες για σεξουαλικές κακοποιήσεις, όπου διαπιστώσαμε πως η βία έχει πολλές μορφές και με τις γυναικοκτονίες, οπότε είδαμε πως τα όρια του προβλήματος είναι στα άκρα.
Μπορεί οι άνθρωποι να πέφτουν απ’ τα σύννεφα με όσα μαθαίνουν, γιατί χρόνια τώρα σκεπάζουν τα μάτια τους και συσκοτίζουν τα προβλήματα. Δεν θέλουν να μιλούν για τις αιτίες, κατά τη λογική των μέσων της στρεβλής πληροφόρησης, νομίζοντας πως έτσι βρίσκουν εύκολες λύσεις και απαντήσεις και κυρίως αισθάνονται ήσυχοι. Δεν ξέρω άρα υπάρχω!..
Ίσως, με όλ’ αυτά, να σκεφτούμε πως όχι μόνο η κοινωνική πραγματικότητα είναι πιο οδυνηρή από εκείνη που περιγράφουμε στους κλειστούς πολιτικούς κύκλους συζητώντας πολύ περί χειραφέτησης, αλλά και πως υπάρχουν σοβαρές ανεπάρκειες στην ίδια την προσέγγιση.
Έτσι που μάλλον είναι αναγκαίο, και ευκαιρία, να επανακαθορίσουμε τις ολότητες των διεκδικήσεων μας.
Τα κοινωνικά κινήματα είναι μορφή με την οποία εκφράζεται και ενεργοποιείται η ταξική πολιτική. Αν αυτό είναι ακριβές χρειάζεται να αναζητήσουμε στις κινητοποιήσεις και τις δράσεις των πολλαπλών κοινωνικών κινημάτων, με τις ποικίλες μορφές τους, τις πηγές έμπνευσης, σύνδεσης και διοχέτευσης της ταξικής πολιτικής. Αν η εργατική τάξη συγκροτείται, ως πρωτοπόρα μάλιστα, μέσω των αγώνων της, όπως θεμελιώνει εξαιρετικά ο Ε. Τόμσον στο βιβλίο του «Η συγκρότηση της αγγλικής εργατικής τάξης της Αγγλίας», τότε οι κοινωνικοί αγώνες, το εργατικό κίνημα αλλά και τα κινήματα, είτε φυλετικά, όπως των μαύρων, είτε απελευθερωτικά όπως των εθνικών μειονοτήτων, είτε χειραφετητικά, όπως των γυναικών, των ομοφυλόφιλων κ.λπ., είτε περιβαλλοντικά, εντάσσονται και συνεργούν στη συγκρότηση. Η ερμηνεία των εργατικού κινήματος ως κινήματος της τάξης χωρίς την συμπερίληψη των πολλαπλών μορφών με τις οποίες εκδηλώνονται τα κινήματα των εκμεταλλευομένων και των καταπιεσμένων, δεν συνεπάγεται μόνο την πτώχευση του απελευθερωτικού οράματος, αλλά και τον αποκλεισμό και την ήττα των κινημάτων. Ομοίως συμβαίνει με τη μετατροπή του εργατικού κινήματος από καθολικό και πρωτοποριακό σε διεκδίκηση μιας ακόμη ταυτότητας.
Φυσικά αυτό προϋποθέτει εσωτερικές υπερβάσεις έως και ρήξεις. Ειδικά σχετικά με τη θέση της γυναίκας και τις εγκατεστημένες απόψεις της πατριαρχικής κοινωνίας τις οποίες ενστερνίστηκε και κωδικοποίησε ο χριστιανισμός ως απόλυτες μορφές οικογενειακής και κοινωνικής συμβίωσης. Απαιτεί την υπέρβαση των δυαδικών αντιθέσεων αντί της απλουστευτικής αναγωγής στο «σε τελευταία ανάλυση».
Το γυναικείο κίνημα ήταν αποτελεσματικό και νικηφόρο κάθε φορά που μπορούσε να συνδεθεί με το εργατικό κίνημα, και αντιστοίχως οι μεγάλες επιτυχίες του εργατικού κινήματος εγγράφονται όλες με τη συστηματική και συνεπή συμβολή των γυναικών. Κι ωστόσο ένα σύστημα εναντίωσης αναπαραγόταν κάθε φορά. Το οργανωμένο εργατικό κίνημα ήθελε συχνά να συμπεριλάβει τις γυναίκες στον ταξικό αγώνα, αλλά μέχρι εκεί που δεν άγγιζε τις ιεραρχίες του σπιτιού. Οπότε η ταξική ανισότητα στη δουλειά αναγνωριζόταν ως τέτοια αλλά η ανισότητα, επέκταση της ταξικής, στο σπίτι θαβόταν κάτω από τους όγκους της αντρικής επιβολής. Αντιστοίχως το γυναικείο κίνημα ήθελε εξ ίσου συχνά να συμπεριλάβει αιτήματα που θεωρούσε αμιγώς γυναικεία ικανά να κατακτηθούν στο σύστημα των υπαρχουσών σχέσεων, χωρίς να αγγίζει το νευραλγικό στοιχείο της ταξικής εκμετάλλευσης.
Το παράδειγμα των ΗΠΑ είναι ίσως το πιο χαρακτηριστικό. Το γυναικείο κίνημα της δεκαετίας του ’60 και ’70 για πρώτη φορά εξέθεσε την ιδιωτική σφαίρα του σπιτιού στη δημόσια διεκδίκηση, γεγονός που προκάλεσε ισχυρές επιφυλάξεις από το οργανωμένο εργατικό κίνημα.
Οι γυναίκες ασκούσαν κριτική στην πολιτική της απασχόλησης, στη δομή του χρόνου εργασίας αλλά και στους νόμους που απαγόρευαν την άμβλωση και στην υποταγή στους άντρες εντός της οικογένειας.
Η σχετική απόσπαση του ενός από το άλλο, παρά τις ισχυρές θεωρητικές και πρακτικές προσπάθειες των μαρξιστικών, κομμουνιστικών και ριζοσπαστικών ρευμάτων της εποχής, όρισε τα όρια επιτυχίας και των μεν και των δε.
Μετά την υποχώρηση των κινημάτων, τη δεκαετία του ’80 κι έπειτα, οι θεωρίες που ορίζουν τα κινήματα με βάση της βιολογικές ταυτότητες, τη φυλή, το φύλο, το επάγγελμα, τη γενιά, τις κοινότητες συμφερόντων κ.λπ., έτειναν να υποκαταστήσουν την ταξική ανάλυση, προετοιμάζοντας τον μεταμοντέρνο κατακερματισμό και την διαμελισμό των κινημάτων.
Η αναζήτηση των ταυτοτήτων με αυτόν τον τρόπο νομιμοποιεί και μονιμοποιεί τον πολυκερματισμό. Προβάλλεται με ριζοσπαστική φρασεολογία, πλην όμως αποκόπτοντας τα κινήματα από το ιστορικό τους παρελθόν και το κοινωνικό τους ταξικό πλαίσιο τα καθιστά μοναχικά, ευάλωτα και εν τέλει ενσωματώσιμα.
Με αυτούς τους τρόπους αντί να σφυρηλατείται μια βαθύτερη ταξική ενότητα ικανή να ενοποιεί τους στόχους και, εξ αιτίας αυτού, τους εργαζόμενους, τις γυναίκες, τους καταπιεσμένους κοινωνικά ή σεξουαλικά, ικανή να διεκδικήσει και να επιβάλλει λύσεις και ανατροπές, να διαμορφώσει μια ισχυρή εργατική τάξη, διαμορφώνεται μια πολλαπλότητα ταυτοτήτων που αδυνατούν να ιεραρχήσουν στόχους, αδυνατούν να τους επιδιώξουν με αξιώσεις επιτυχίας, αδυνατούν να κηρύξουν μια ριζοσπαστική σύγκρουση με τα συστήματα εξουσίας, αποσυγκροτούν την ίδια την εργατική τάξη (ως τάξη για τον εαυτό της).
Παρ’ όλα αυτά, μετά τόσες δοκιμές και άλλες τόσες και νίκες και αποτυχίες, έρχεται ένας καιρός που θέλει και μπορεί(;) να ξαναθέσει τους όρους και να υπερβεί τις διαιρέσεις και τον κατακερματισμό.
Για να κερδίζουμε έναν ουρανό ολόκληρο!