Τα βιογραφικά στοιχεία της Σοφίας Αδαμίδου, γνωστοποιήθηκαν μέσω του τύπου, έγγραφου και ηλεκτρονικού και σε όσους δεν την γνώριζαν.
Όμως ένας άνθρωπος είναι πολύ περισσότερα πράγματα από το βιογραφικό του.
Για όσους από εμάς τη γνωρίζαμε προσωπικά, για όσους μοιραστήκαμε τη λαχτάρα, το άγχος αλλά και τη χαρά της «πρεμιέρας», κάθε φορά αυτής της «πρεμιέρας», αυτόν τον φόβο και τον τρόμο των καλλιτεχνών όπου γης, η Σοφία ήταν το «αγαθό δαιμόνιο» της κουίντας, του χώρου εκείνου πίσω από τη σκηνή, όπου καπνίζοντας νευρικά, συλλάβιζε τα λόγια που είχε γράψει η ίδια και τα είχε τοποθετήσει στα χείλη των ηθοποιών.
Αυτό που την χαρακτήριζε ως συγγραφέα ήταν η θαυμαστή «εμμονή της» με τη μνήμη. Την ιστορική μνήμη, που ήθελε να φέρνει ξανά και ξανά στο προσκήνιο.
Οι ήρωές της βγαίνουν από τα σκονισμένα κατάστιχα της ιστορίας, της εθνικής αντίστασης και του εμφυλίου, βγαίνουν ακόμα και από τα λογοτεχνικά βιβλία και ξαναπερπατούν στους δρόμους του αιώνα μας, για να κεντρίζουν ξανά και ξανά τους ανθρώπους του σήμερα. Η Σοφία θέλει να δικαιώνεται ες αεί ο αγώνας τους. Ο αγώνας για ζωή, για δημοκρατία, για τον έρωτα. Θέλει να πατήσει το θάνατο, την ήττα και να βροντοφωνάξει ότι η Ζωή πάντα νικά. Μια ζωή ανθρωπένια, αξιοβίωτη.
Αυτή ήταν και η οπτική που αντιμετώπιζε και την Ιστορία και τα ιστορικά πρόσωπα που ανέβασε στη σκηνή, αλλά και τα άλλα, τα καθημερινά, αυτά που ζουν κάτω από τις μυλόπετρες και τη βαριά σκιά της μεγάλης Ιστορίας.
Ήταν ο βαθύς ανθρωπισμός της. Η αγάπη της για κάθε τί το ανθρώπινο.
Είτε είναι η Τζένη και ο Μαρξ, είτε ο Άρης, είτε η Κατερίνα Γώγου, είτε η Δήμητρα, είτε τα πρόσωπα του Στάινμπεργκ, είτε ο Τζόνυ, είτε οι ανώνυμοι του Λουντέμη, είτε η μεγάλη Σωτηρία Μπέλλου, είτε…
Άπλωνε λοιπόν η Σοφία μας το γαλάζιο της βλέμμα στο βάθος της ψυχής τους, ζούσε μαζί τα μαρτύριά τους, ζούσε την ευλογημένη τους ουτοπία.
Ου τόπος λοιπόν για τους αδικημένους, τους αγωνιστές, τους εραστές του ονείρου;
Όχι, γιατί η Σοφία τους είχε βρει έναν δικό της τόπο να ζήσουν για πάντα. Τη θεατρική σκηνή…
Εμείς χάσαμε μια τρυφερή φίλη.
Αδόκητα, ανεπάντεχα, που οι ιατρικοί λόγοι που μας αναφέρθηκαν γι αυτήν την απώλεια, δεν μας πείθουν ότι «δεν γινόταν αλλιώς».
Ήταν νέα, όμορφη, ίδια η χαρά της ζωής.
Τί να μας πουν τώρα και τα βιογραφικά στοιχεία… Ας είναι:
H Σοφία Αδαμίδου γεννήθηκε στη Χαραυγή Κοζάνης. Ήταν πτυχιούχος της Νομικής Σχολής Αθήνας, του Τμήματος Διοίκησης και Οικονομίας του ΤΕΙ Αθήνας και του Κολεγίου Δημοσιογραφικών Σπουδών. Εργαζόταν, 15 χρόνια, ως δημοσιογράφος του καλλιτεχνικού τμήματος του Ριζοσπάστη και τα τελευταία χρόνια και στην τηλεόραση του 902.
Ταγμένη από τα φοιτητικά της χρόνια στο ΚΚΕ, παρέμεινε έως τέλους η ρομαντική κομμουνίστρια με το καθαρό βλέμμα.
Ως δημοσιογράφος εργάστηκε επίσης στην ΕΤ1, στη ΝΕΤ και στον ΑΝΤ1. Είχε εκδώσει δύο ποιητικές συλλογές: “Υπάρχει μια χώρα που σου μοιάζει” (εκδόσεις “Δελφοί”) και “Στην αγορά του χρόνου ανειδίκευτη” (εκδόσεις “Έψιλον”).
Έχει γράφει τα θεατρικά έργα: “Σωτηρία με λένε” (βασισμένο στη ζωή της Σωτηρίας Μπέλλου), “Πέρασα με κόκκινο” εμπνευσμένο από τη ζωή και το έργο της Κατερίνας Γώγου, “Ήλιος στην πέτρα”, “Άρης” (βασισμένο στη ζωή του Άρη Βελουχιώτη), “Τζένη και Μαρξ” (βασισμένο στην αλληλογραφία του Καρλ και της Τζένης Μαρξ), “Αφήστε μου την Άνοιξη” κ.ά.
Θεατρικές της διασκευές: “Κατάδικος” του Κωνσταντίνου Θεοτόκη, “Πού είναι η μάνα σου μωρή” της Δήμητρας Πέτρουλα, “Οδός Αβύσσου, αριθμός 0” του Μενέλαου Λουντέμη, “Άνθρωποι και ποντίκια” του Στάινμπεκ, “Ο Τζόνι πήρε το όπλο του” του Ντάλτον Τράμπο.
Για το θεατρικό έργο της “Ο πόνος είναι άντρας” (βασισμένο στη ζωή του Γιαννούλη Χαλεπά), βραβεύτηκε στον διαγωνισμό Κρατικών Βραβείων θεάτρου του Υπουργείου Πολιτισμού (2010).
Για όλους εμάς τους φίλους της όμως, ήταν η Σοφία που βρέθηκε «στην αγορά του χρόνου ανειδίκευτη» και που τελικά ειδικεύτηκε στην ομορφιά, την ανθρωπιά και την αγάπη.
Θα τη μνημονεύουμε πάντα!