Γράφει ο Ν. Καρβούνης το 1935 σε μια κριτική ανάλυση για το έργο του Κ. Βάρναλη, γενικεύοντας παράλληλα την άποψή του για την ποίηση, ότι «η ποίηση γίνεται σάλπιγγα που φτερώνει την ορμή μιανής ανθρωπότητας που αγωνίζεται για να σπάσει τις αλυσίδες της».
Ως επιβεβαίωση και με αφορμή τις δηλώσεις του μητροπολίτη Βόλου για το πώς οφείλουν να βιώσουν οι συγγενείς των θυμάτων το θάνατο (δολοφονία) των δικών τους ανθρώπων, αντιγράφω ένα μικρό απόσπασμα απ’ το θεατρικό ποίημα του Κ. Βάρναλη με τίτλο «Αριστέα και Μαϊμού».
Δεύτερη εξαΰλωση
Μές στα χρυσάφια καμαρώνω
Και σε θυμιάματα καπνό.
Είμαι η Θρησκεία, που φανερώνω
τη θέληση των ουρανώ
και σβήνω κάθε πεθυμιά
για των απάνω τον τουνιά.
————-
Με τρόπο πίσημο κι αργό
τους μακελάρηδες βλογώ
και που το θάνατο αρνηθεί
και δικαιοσύνη τάχα θέλει,
ρίχνω σε τάρταρο βαθύ
δίχως αρχή και δίχως τέλη.
Για την αντιγραφή Τάκης Κυπραίος