Ο Μίκης Θεοδωράκης στις 2 Σεπτεμβρίου του 2021, έκλεισε την πόρτα του 20ου αιώνα, ενώ ο καινούργιος αιώνας μετρούσε ήδη 21 χρόνια, γεγονός που ίσως θέλει να υπογραμμίσει πόσο σπουδαίοι ήταν, και ο Μίκης και ο αιώνας. Και πόσο αντιφατικοί!..
Ακριβώς, ο Μίκης ήταν το μεγαλειώδες δημιούργημα της εποχής του, και συμπύκνωσε με τρομακτική ένταση τις αντιφάσεις, τις συγκρούσεις, τις αμφισημίες και τις υποχωρήσεις της. Τόσο που να μην μπορεί να γίνει κατανοητή, και εν τέλει αποδεκτή, η εικόνα που εξέπεμπαν κατά διαστήματα. Ήταν μέσα στην εποχή του και ταυτόχρονα πέρα από αυτήν. Την εξέφραζε και την προωθούσε. Στο έργο του δεν την υποβάθμισε ποτέ.
Ήταν δημιούργημα μιας ιστορικής περιόδου, γέννημα του αγωνιζόμενου εργαζόμενου λαού και συνδημιουργός και υποκινητής, εν πολλοίς, των αγώνων του.
Ανέβαινε στα ύψη και καταβυθιζόταν, γιατί ζούσε μέσα στη λαϊκή φλέβα του κόσμου μας.
Η εποχή του έκανε το μεγάλο εγχείρημα της ανθρώπινης χειραφέτησης με την οκτωβριανή επανάσταση, που μετά προσγειώθηκε απότομα σε μιας ιστορικής σημασίας υποχώρηση. Η εποχή του συγκρούστηκε και νίκησε το φασισμό, πραγματοποίησε την εθνική αντίσταση και μετά την συμβίβασε σε αναζητήσεις μιας μικρομεσαίας δημοκρατίας, που κατέληξε σε μια ακόμη οδυνηρή ήττα. Η εποχή του ζήτησε να αλλάξει πρόσημο, και μετά βολεύτηκε στον μεταμοντέρνο καταναλωτισμό και την αμφίβολη ευμάρεια. Η εποχή του διχαζόταν ανάμεσα στα συμφέροντα του «έθνους» και εκείνα των καταπιεσμένων, του πραγματικού έθνους. Ανάμεσα σε μια επανάσταση και μια βολική τακτοποίηση εντός πλαισίου. Ανάμεσα στη νοσταλγία και την προσδοκία. Αναζήτησε τον κομμουνισμό σε μια εποχή που ο κομμουνισμός των επίσημων κομμάτων αναζητούσε μια μέση λύση, να κουτσοπορευτεί!
Πως να ισορροπήσει σε έναν τέτοιο αιώνα το τάνκερ, όπως χαρακτήρισε κάποτε τον εαυτό του ο Μίκης (νοιώθω σαν τάνκερ στην λίμνη των Ιωαννίνων), που μετέφερε τους τόνους της μουσικής και της προσδοκίας;
Ο Μίκης, όπως είπε κάποτε γι’ αυτόν ο Γιάννης Ρίτσος, ήταν σε όλα του μεγάλος, και στα καλά και στα κακά, και στα σωστά και στα λάθη. Γι’ αυτό μεγέθυνε και τον καιρό του και τους ανθρώπους του καιρού του. Η προηγούμενη γενιά και η γενιά μας, αισθάνθηκε αυτό το ιερό άγγιγμα της μεγάλης δημιουργίας, στην οποία η θέση του Μίκη ήταν ξεχωριστή. Μας αναβάθμισε σε μια διεκδίκηση αδιάκοπη, δίκοπη και αιχμηρή. Αυτό μένει ως ιερή μνήμη και γνώση. Ιερή, όχι απαραβίαστη, καθώς χρειάζεται να την βεβηλώνουμε αδιάκοπα, προκειμένου να αποχτά νόημα σε κάθε εποχή.
Ό,τι μέγεθος απέκτησαν οι γενιές που ακολούθησαν έχει το μερίδιο της μεγάλης συμβολής του. Ακόμη και την ικανότητα να μπορούμε να τον κρίνουμε. Μας ανέβασε ψηλά ώστε να μπορούμε να βλέπουμε τον κόσμο στα μεγέθη του, και να μπορούμε να διακρίνουμε και να κρίνουμε, ακόμα και τον ίδιο. Του χρωστάμε τα δίκια μας και τα λάθη μας.
Η συμβολική τελευταία του κίνηση, να γράψει γράμμα στο γραμματέα της Κ.Ε. του ΚΚΕ, δηλώνοντας την επιστροφή του στην κομμουνιστική του μήτρα, είναι μια τελευταία πράξη απόδοσης του ιστορικού ισολογισμού του.
Γι’ αυτό και δίκαια μπορούμε να θεωρήσουμε, πως ο 20ος αιώνας έληξε με μια συμβολική αναχώρηση, μόλις χθες.
Τώρα ανοίγεται η νέα εποχή, που αναζητεί να βρει τα δικά της μεγέθη, που βουλιάζει και αναδύεται σε τάρταρα και σε άστρα, αλλά με πλημμελείς χάρτες. Η έκλειψη των άστρων ίσως θέλει να μας πει και κυρίως στις γενιές που ακολουθούν, πως χρειάζεται να αναζητήσουν και να βρουν τους δικούς τους τρόπους πορείας, τα άστρα και τα μεγέθη τους.
«Διορθώνοντας τα λάθη, σβήνοντας τα ψέματα, ονοματίζοντας σωστά, χωρίς ρομαντισμούς, τα παιδιά…» όπως λέει στην μελοποιημένη από τον Μίκη Κατάσταση Πολιορκίας η Μαρίνα (Ρένα Χατζηδάκη).
Ας πάρουμε την ευκαιρία να σκεφτούμε πως χρειάζεται να στεκόμαστε απέναντι στα μεγάλα και αντιφατικά φαινόμενα της εποχής και του κόσμου μας. Όχι μέσα, σα να βουλιάζουμε, όχι έξω σαν να απέχουμε, όχι κριτές σαν να ξέρουμε, όχι άκριτοι σαν μη μας νοιάζει. Όχι αφοριστικοί σαν ιεροκήρυκες, ούτε υποτελείς σαν ακόλουθοι. Έτοιμοι να κατανοήσουμε τα φαινόμενα και τις αντιφάσεις τους, στην κάθε περίοδο και στον κάθε άνθρωπο. Μόνο έτσι μπορούμε να γίνουμε κοινωνοί της μεγάλης δημιουργίας –να μας δοθεί ετούτη η χάρη!
Δεν μπορώ να ξεχάσω κάποια στιγμή, που ο Μίκης στράφηκε και είπε: «ρε, τι μάνα σου μη την πετροβολάς…».
Διεκδίκησε να είναι η μάνα μας, πολλές φορές μας φέρθηκε σα μητριά μας, αλλά δεν μπορούμε να πούμε πως δεν μας αγάπησε.