Το κείμενο που ακολουθεί προέρχεται από ομιλία που πραγματοποιήθηκε σε εκδήλωση της Συντονιστικής Επιτροπής Αγώνα κατά της μετεγκατάστασης του καζίνου Πάρνηθας στο Μαρούσι, την Τετάρτη 6 Μαρτίου 2024.
Ομιλητές στην εκδήλωση επίσης ήταν η ψυχίατρος κοινωνικών ιατρείων Κατερίνα Μάτσα και ο ομότιμος καθηγητής ΕΜΠ Γιώργος Σαρηγιάννης. Τον συντονισμό είχε η δημοσιογράφος Αφροδίτη Τζιαντζή.
Η αποστροφή μου προς το τζόγο και το καζίνο προέρχονται από τρεις προσλαμβάνουσες, η μία εκ των οποίων είναι χειρότερη από την άλλη.
- Καταστήματα τζόγου, με φρουτάκια, στον αστικό ιστό, διάσπαρτα σε κάθε οικοδομικό τετράγωνο του Λονδίνου στην Θατσερική Αγγλία.
- Καζίνο είδα στην πρωτεύουσα του Περού, στη Λίμα: Σε κεντρικούς δρόμους (όπως η Σταδίου και η Πανεπιστημίου στην Αθήνα) εντυπωσιακά κιτς προσόψεις από νέον που αναπαριστούσαν γυμνές γυναίκες να κάνουν στριπτίζ δίπλα σε τραπουλόχαρτα, ρουλέτες και δολάρια, απεικόνιζαν και συμπύκνωναν τα ιδανικά μιας δικτατορίας, που δεν είχε σε τίποτε να ζηλέψει από την χούντα του Πινοτσέτ.
- Επιπλέον, η οικονομία του καζίνου ανθεί στα κατεχόμενα της Κύπρου που έχει εξελιχθεί σε ένα μοναδικό για όλη την Μεσόγειο και την Μέση Ανατολή πλυντήριο του βρόμικου χρήματος και του οργανωμένου εγκλήματος.
Με άλλα λόγια, πουθενά στον κόσμο ένα καζίνο δεν είναι μόνο ένα καζίνο. Αποτελεί αναπόσπαστο μέρος και συχνά την κορυφή του παγόβουνου μιας οικονομίας όπου ανθεί η απαστράπτουσα, κεκαλυμμένη διαφθορά και ο οικονομικός παρασιτισμός ως παρηγοριά στην απόγνωση και την οικονομική δυστυχία στην οποία έχουν καταδικαστεί οι πιο φτωχοί.
Στα καθημάς, η επικείμενη μετεγκατάσταση του καζίνου της Πάρνηθας στο Μαρούσι δεν πρέπει να εξεταστεί μόνο υπό το πρίσμα των επιπτώσεων στο περιβάλλον με αφορμή την παραβίαση του Ρυθμιστικού Σχεδίου της Αθήνας και του Γενικού Πολεοδομικού Σχεδίου Αμαρουσίου ή ακόμη και των επιπτώσεων στην κοινωνία, που αναμφισβήτητα θα είναι από αρνητικές ως δραματικές. Δεν πρόκειται για ένα μεμονωμένο περιστατικό.
Η μεταφορά του καζίνου σηματοδοτεί μια συνολικότερη στροφή της ελληνικής παραγωγικής δομής, η οποία είναι σε εξέλιξη εδώ και 15 σχεδόν χρόνια κι ως κύρια γνωρίσματα έχει τα εξής:
- οικονομία φθηνού εργατικού κόστους,
- ασθενούς κι ευάλωτης παραγωγικής βάσης,
- στηριγμένη στον τουρισμό και τα παρασιτικά επαγγέλματα.
Οι επενδύσεις που διαφημίζουν όλες οι κυβερνήσεις με αφορμή την μετεγκατάσταση του καζίνου, ακόμη κι αν γίνουν, θα είναι δηλητηριασμένο φρούτο. Θα έχουν αρνητικό αποτύπωμα στην μακροχρόνια σταθερότητα της οικονομίας, την ποιότητα των θέσεων εργασίας και τη συνείδηση της κοινωνίας. Γι’ αυτό τον λόγο ανάλογες επενδύσεις είτε στο Μαρούσι είτε στο Ελληνικό είναι ανεπιθύμητες!
Επιλέγω πέντε μεγέθη, αλληλένδετα μεταξύ τους, για να δείξω ότι η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε μια πορεία υποβάθμισης και παρακμής. Σε αυτή την πορεία η καζινοποίησή της θα είναι το κερασάκι στην τούρτα.
Πρώτο, η Ελλάδα έχει σοβαρό πρόβλημα έλλειψης επενδύσεων. Για να υπάρχει ένα μέτρο σύγκρισης: Από το 1960 μέχρι και το 2009 ο ακαθάριστος σχηματισμός σταθερού κεφαλαίου υπερέβαινε κάθε χρόνο σταθερά το 20% του ΑΕΠ. Το 1979 είχε φτάσει το 35%, το 2007 το 26%.
Από το 2010 και μετά κυμαίνεται από 10% ως το πολύ 17%. Το 2022 ήταν μόνο 14% και το 2023 ήταν 7%, ενώ οι προσδοκίες ήταν για 15% του ΑΕΠ! Πρόκειται για ποσοστά που δεν εγγυώνται καν την ανανέωση του κεφαλαίου. Με άλλα λόγια η παραγωγική βάση σταθερά συρρικνώνεται. Η παραγωγική καθίζηση της ελληνικής οικονομίας είναι τόσο μεγάλη ώστε ακόμη και στην Ουκρανία, που έζησε εμφύλιο, πραξικόπημα και πόλεμο την περίοδο από το 2007 ως το 2022, οι επενδύσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ ήταν υψηλότερες από της Ελλάδας.
Η επενδυτική αποχή στην Ελλάδα αποτελεί σκάνδαλο επειδή συμβαδίζει με την φυγή κεφαλαίων από την Ελλάδα, που βαφτίζονται ελληνικές άμεσες επενδύσεις στο εξωτερικό, οι οποίες μέσα σε 3 χρόνια τριπλασιάστηκαν: Από 1,1 δισ. το 2021 σε 3,2 δισ. το 2023!
Με άλλα λόγια κεφάλαια υπάρχουν! Απλώς βρίσκουν πιο επωφελές να περάσουν τα σύνορα…
Δεύτερο, μαζί με το ποσοτικό υπάρχει κι ένα πολύ μεγαλύτερο, ποιοτικό πρόβλημα. Αφορά την κατεύθυνση των επενδυτικών κεφαλαίων. Η οριακή αύξηση των επενδύσεων των λίγων τελευταίων χρόνων προέρχεται κατά τα δύο τρίτα από τις κατοικίες και άλλες κατασκευές. Αντίθετα, αναφερόμενοι στο έτος από το β‘ τρίμηνο του 2022 ως το β’ τρίμηνο του 2023 επενδυτικές κατηγορίες όπως «εξοπλισμός τεχνολογίας πληροφορικής και επικοινωνίας» και «μηχανολογικός εξοπλισμός και οπλικά συστήματα» σημείωσαν μείωση! Εύκολα γίνεται αντιληπτό ότι εκείνα τα μέσα παραγωγής που εξασφαλίζουν και διευρύνουν την παραγωγική βάση της οικονομίας συρρικνώνονται σταθερά, υποθηκεύοντας το μέλλον. Εξασφαλίζουν δηλαδή ότι το οικονομικό μέλλον της Ελλάδας θα είναι χειρότερο από το παρόν.
Τα περίφημα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας επιδεινώνουν και δεν λύνουν αυτό το πρόβλημα για δύο επίσης αλληλένδετους λόγους: Πρώτο, λόγω της κατεύθυνσής τους μιας και υπήρχε δέσμευση πχ το 37% των κονδυλίων να κατευθυνθεί στην Πράσινη Μετάβαση. Πράσινη μετάβαση όμως ισοδυναμεί μεταξύ άλλων με ανεμογεννήτριες στα βουνά που πέραν της περιβαλλοντικής καταστροφής αποτελούν αντικατάσταση επενδύσεων (λιγνιτικών μονάδων) κι όχι επέκταση ή εκσυγχρονισμό τους. Δεύτερο, λόγω των δανείων και της τραπεζικής εμπλοκής που αναγκαστικά συνοδεύουν αυτές τις χρηματοδοτήσεις. Στο τέλος της ημέρας δηλαδή το δημόσιο χρέος θα αυξηθεί, επιτείνοντας την ευαλωτότητα της ελληνικής οικονομίας. Κι αν κάποιοι θα ευνοηθούν θα είναι πάλι οι τράπεζες.
Τρίτο σημάδι παρακμής της ελληνικής οικονομίας είναι οι μισθοί. Το 2023 το 54% των εργαζομένων αμειβόταν μέχρι 1.000 ευρώ μηνιαίως και το 70% των εργαζομένων αμειβόταν με λιγότερα από 1.200 ευρώ μηνιαίως. Επίσης, πρόσφατη έρευνα του ΚΕΠΕ έδειξε ότι από το 2009 ως το 2022 οι μισθοί στην Ελλάδα μειώθηκαν κατά 34%, όταν στην ΕΕ των 27 την ίδια περίοδο αυξήθηκαν κατά 3%. Αυτό σημαίνει ότι η πλειοψηφία των εργαζομένων είναι νεόπτωχοι, είναι εργαζόμενοι φτωχοί. Ότι η δουλειά αν κάτι εγγυημένα μας εξασφαλίζει είναι την φτώχεια.
Τέταρτο, τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα γιατί ακόμη κι αυτός ο γλίσχρος μισθός μειώνεται παραπέρα αν συνυπολογίσουμε και τον μέσο όρο μηνιαίας δαπάνης ανά νοικοκυριό για ιδιωτική υγεία που ανέρχεται σε 115 ευρώ. Στα υπόψη μάλιστα ότι η Ελλάδα έχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά σε όλη την ΕΕ ιατρικών αναγκών που δεν καλύπτονται λόγω κόστους ή απόστασης. Τα απογευματινά χειρουργεία που ψηφίστηκαν θα μεγαλώσουν αυτό το ποσοστό, επιδεινώνοντας την ποιότητα ζωής, μειώνοντας το προσδόκιμο ζωής και οξύνοντας το δημογραφικό πρόβλημα.
Πέμπτο και τελευταίο δείγμα παρασιτισμού: ο κλάδος «τυχερών παιχνιδιών και στοιχημάτων» είναι ήδη αρκετά ανεπτυγμένος στην Ελλάδα.
Το μαρτυρά η ραγδαία αύξηση του τζίρου που σε ετήσια βάση το 2023 έφτασε τα 28 δισ. ευρώ ή το 8% του ΑΕΠ.
Το μαρτυρά επίσης ο αριθμός των μισθωτών του κλάδου που ανέρχεται σε 12.368 άτομα. Ο συνολικός δε αριθμός απασχολουμένων (όπου στους μισθωτούς συμπεριλαμβάνονται επίσης αυτοαπασχολούμενοι και συμβοηθούντα μέλη οικογενειών) το 2021 ανερχόταν σε 18.197 άτομα, όταν 10 χρόνια πριν (το 2012) η απασχόληση ανερχόταν σε 12.712. Εντός μιας δεκαετίας δηλαδή η συνολική απασχόληση αυξήθηκε κατά 50%! Σε κανέναν άλλο κλάδο της ελληνικής οικονομίας δεν σημειώθηκε τέτοια αύξηση!!!
Για να καταλάβουμε τι μεγέθους στρέβλωση αποτελεί η δέσμευση του νου και της σωματικής προσπάθειας τόσων ανθρώπων σε αυτόν τον παρασιτικό και κακοποιητικό για τη συνείδηση και την ανθρώπινη ακεραιότητα κλάδο ας κάνουμε ορισμένες συγκρίσεις:
- Στις δραστηριότητες βιβλιοθηκών, αρχειοφυλακείων, μουσείων και λοιπών πολιτιστικών δραστηριοτήτων απασχολούνται 3.085 εργαζόμενοι (ή το 1/4).
- Στην παραγωγή κινηματογραφικών ταινιών, βίντεο, τηλεοπτικών προγραμμάτων, ηχογραφήσεων και μουσικών εκδόσεων απασχολούνται 4.533 εργαζόμενοι (ή το 1/3).
- Στην επιστημονική έρευνα και ανάπτυξη, που αποτελεί την εμπροσθοφυλακή της μεγέθυνσης, εργάζονται 10.624 εργαζόμενοι.
- Στις εκδοτικές δραστηριότητες απασχολούνται 10.585 εργαζόμενοι.
- Στις δημιουργικές δραστηριότητες, τέχνες και διασκέδαση, απασχολούνται 10.713 εργαζόμενοι!
Ο «κλάδος τυχερών παιχνιδιών και στοιχημάτων» απασχολεί περισσότερους εργαζόμενους ακόμη κι από κλάδους που παράγουν κοινωνικά χρήσιμα και απαραίτητα για την ανθρώπινη ζωή προϊόντα. Ξεχωρίζω:
- Στην παραγωγή κλωστοϋφαντουργικών υλών εργάζονται 6.868 εργαζόμενοι
- Στην κατασκευή επίπλων εργάζονται 8.508 εργαζόμενοι
- Στην συλλογή, επεξεργασία και παροχή νερού 8.741 εργαζόμενοι
- Στην κατασκευή ειδών ένδυσης εργάζονται 10.099 άνθρωποι
- Στην κατασκευή ηλεκτρονικών υπολογιστών, ηλεκτρονικών και οπτικών προϊόντων 4.161 εργαζόμενοι (1/3).
Εν ολίγοις, στην Ελλάδα ο κλάδος του τζόγου απασχολεί πολύ περισσότερους ανθρώπους απ’ όσους απασχολούν άλλες δραστηριότητες για τις οποίες μια υγιής κοινωνία όφειλε να είναι υπερήφανη! Κι αυτό ελπίζω να μην εκληφθεί ως ηθικολογία ή συντηρητισμός.
Είναι η έκφραση σε αριθμούς μιας χρόνιας και δομικής στρέβλωσης που αποτελεί ίδιον γνώρισμα του σύγχρονου καπιταλισμού. Απλώς, στην Ελλάδα αυτή η τάση, που ανέκαθεν ενυπήρχε, έχει ενταθεί ως αποτέλεσμα τόσο της κρίσης, όσο και του καταμερισμού – συνδυασμού εργασίας εντός της ευρωζώνης.
Ενώ λοιπόν όλα τα παραπάνω στοιχεία έπρεπε να ωθήσουν τους σχεδιαστές πολιτικής στην υποβάθμιση των οικονομικών δραστηριοτήτων πέριξ του τζόγου, για τον απλό λόγο ότι ήδη παρατηρείται κορεσμός, παρατηρούμε ακριβώς το αντίθετο: Βροχή νόμων που αναβαθμίζουν το καζίνο. Κι αναφέρομαι στην φορολογία…
Με το νόμο 4512/2018 μειώθηκε η φορολόγηση από το 35% στο 20% για τα πρώτα 100 εκ. ευρώ (όταν η φορολογία των ΑΕ είναι 22%) κι από κει και πέρα στο 15% για τα επόμενα 100 εκ. ευρώ (100 – 200 εκ. ευρώ) στο 12% για τα επόμενα 300 (200 εκ. ευρώ ως 500 εκ. ευρώ) κι από 500 εκ. ευρώ μικτά κέρδη και πάνω ο φόρος μειώθηκε στο 8%. Με μια πολύ απλή άσκηση, προκύπτει ότι στα 600 εκ. μικτά κέρδη, με τον αρχικό νόμο το καζίνο θα πλήρωνε 210 εκ. ευρώ φόρο. Αλλά με το νόμο ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ θα πληρώσει 78 εκ. ευρώ! Κούρεμα φόρου κατά 63%!!! Καταλαβαίνουμε επομένως ότι με αυτή τη φορολογική πολιτική το κράτος σπρώχνει κι άλλα κεφάλαια να τοποθετηθούν σε καζίνα, αντί να επιλέξουν κάποιον άλλο κλάδο με μεγαλύτερη κοινωνική χρησιμότητα.
Η ώθηση των επενδύσεων προς το καζίνο αποτελεί επίσης πρόκληση αν λάβουμε υπόψη μας την προσπάθεια όλων των ανεπτυγμένων καπιταλιστικών οικονομιών να αναπτύξουν την μεταποιητική παραγωγή, αναστρέφοντας μια πορεία φθοράς πολλών δεκαετιών. Στην Ελλάδα ο στόχος είναι από 14% του ΑΕΠ να φτάσει στο 20%. Αυτό ωστόσο που βλέπουμε είναι να πριμοδοτείται η οικονομία της αρπαχτής και της απάτης.
Εν κατακλείδι, η μεταφορά του καζίνου στο Μαρούσι, δίπλα μάλιστα από σχολείο, θα δώσει περαιτέρω ώθηση στην στροφή της Ελλάδας σε ένα πρότυπο μεγέθυνσης που αρμόζει σε μπανανίες: καταστρεπτικός για το περιβάλλον τουρισμός, τυχερά παιχνίδια δηλαδή τζόγος και τα συμπαρομαρτούντα: πορνεία, ναρκωτικά, ξέπλυμα βρόμικου χρήματος και οργανωμένο έγκλημα.
Γι’ αυτό και δεν πρέπει να υλοποιηθεί!