Ως υπενθύμιση του πολεμικού κλίματος της συλλογικής Δύσης λειτούργησε η άτυπη σύνοδος της ΕΕ που πραγματοποιήθηκε στις αρχές του μήνα. Το κύριο θέμα προς συζήτηση, ήταν αυτό των ευρωπαϊκών πολεμικών εξοπλισμών, προς την ανάπτυξη μιας ολοκληρωμένης Λευκής Βίβλου, η οποία θα ενσωματώνει την «κοινή ευρωπαϊκή άμυνα και τους πόρους που θα την εξασφαλίσουν». Μεταξύ των παρευρισκομένων στην σύνοδο ήταν ο πρωθυπουργός της Αγγλίας Τζον Στάρμερ και φυσικά ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ Μαρκ Ρούτε, ο οποίος τον περασμένο Δεκέμβρη, έγινε αρκετά ξεκάθαρος, ως προς τους ΝΑΤΟϊκούς προσανατολισμούς, υποστηρίζοντας πως «από εδώ και μπρος η Ευρώπη θα πρέπει να έχει πολεμική νοοτροπία».
Εντός της συνόδου, η οποία ήταν προπαρασκευαστική διαδικασία για το κύριο ευρωπαϊκό συμβούλιο, που έχει συγκληθεί για τα τέλη Ιουνίου, εκφράστηκε «παμψηφεί» η συμφωνία ως προς την αύξηση των εξοπλισμών, ενώ κάποιες αντιθέσεις φάνηκαν στο από που πρέπει να γίνουν οι πολεμικές προμήθειες, κάτι που απηχεί ευρύτερες πλευρές της συζήτησης σχετικά με τα όρια της περίφημης Ευρωπαϊκής «αυτονομίας» .
Ο ένας πόλος, ο οποίος φαίνεται και ο πιο αδύναμος, ήταν ο Εμμανουέλ Μακρόν, ο οποίος προέκρινε την γενικότερη προτίμηση σε ευρωπαϊκά εξοπλιστικά συστήματα. Απέναντι του βρήκε την Πολωνία, τις χώρες της Βαλτικής και την Αγγλία οι οποίες πριμοδοτούν σε μεγαλύτερο βαθμό τις αμερικάνικες εξοπλιστικές πηγές. Οι εξοπλισμοί και οι γενικότερες αναφορές στις ΗΠΑ ήταν άμεσα συνδεδεμένοι με τον επαπειλούμενο από τον Τραμπ εμπορικό πόλεμο, κάνοντας παράγοντες του δεύτερου πόλου όπως ο πρωθυπουργός της Πολωνίας Τουσκ, να δηλώνουν, επί της ουσίας, ότι η προμήθεια εξοπλισμών από τις ΗΠΑ θα λειτουργήσει κατευναστικά για τον Τραμπ και την κυβέρνηση του. Αντίστοιχα ο Μακρόν δήλωσε ότι στην ενδεχόμενη εμπορική επίθεση η Ευρώπη πρέπει να αντιδράσει «ενωτικά».
Τα σταθερά και κυρίαρχα δεδομένα ωστόσο, παρά τις ανακατατάξεις και τις αντιθέσεις που κυριαρχούν εντός των κυρίαρχων ελίτ του Δυτικού μπλοκ, είναι αφενός η αναβάθμιση του ευρωπαϊκού στρατό-βιομηχανικού συμπλέγματος και αφετέρου η μεγαλύτερη συμμετοχή των Ευρωπαϊκών χωρών στην συντήρηση και ανάπτυξη της φονικής ΝΑΤΟϊκής μηχανής. Η γιγάντωση της πολεμικής οικονομίας και η οξυμένη ΝΑΤΟποίηση της Ευρώπης αποτελούν βασικές ενδείξεις του κοινού πολεμικού βηματισμού της συλλογικής Δύσης, υπό την Αμερικάνικη γεωπολιτική ηγεμονία. Τα πολεμικά σχέδια βέβαια καλούνται όπως πάντα να πληρώσουν οι λαοί, μεταξύ των οποίων και ο δικός μας.
Η βασική εκτίμηση για τους συνολικούς εξοπλισμούς της ΕΕ το 2024 βρίσκεται στα 326 δις ευρώ δηλαδή 30% περισσότερα από τους αντίστοιχους εξοπλισμούς του 2021. Η τάση αυτή συνεχίζεται αμείωτη και ο στόχος της Κομισιόν για επενδύσεις στον τομέα της πολεμικής βιομηχανίας την επόμενη δεκαετία βρίσκεται στα 500 δις ευρώ. Υπό συζήτηση στο άτυπο συμβούλιο ήταν και από που θα βρεθούν οι πόροι χρηματοδότησης. Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων ήδη από το 2024 είχε αυξήσει την ρευστότητα για «αμυντικά προγράμματα», ενώ αναμένεται περαιτέρω άνοιγμα. Την ίδια στιγμή, εδώ και πάνω από ένα χρόνο, υπάρχουν στην συζήτηση, άλλες πηγές χρηματοδότησης όπως ο κοινός δανεισμός των ευρωπαϊκών κρατών, χωρίς να έχουν ληφθεί ακόμα συγκεκριμένες αποφάσεις ως προς το τρόπο υλοποίησης.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ζήτησε μεγαλύτερη δημοσιονομική ευελιξία στις πολεμικές δαπάνες, ενώ πρότεινε μαζί με τον Πολωνό πρωθυπουργό, δημιουργία κοινού ταμείου 100 δις ευρώ, προς ενιαίες ευρωπαϊκές αμυντικές δράσεις, όπως η αντιπυραυλική ασπίδα. Η παραπάνω λογική είναι ενδεικτικό σημείο της συγκυρίας και της ευρύτερης αστικής πολιτικής που θεωρεί τις πολεμικές δαπάνες αναγκαίο έξοδο και κύριο στόχο, ενώ, η έστω και στοιχειώδης, κοινωνική πολιτική θεωρείται δημοσιονομικό βάρος. Αντί για μισθούς, συντάξεις, παιδεία, υγεία, στέγαση και ευρύτερη κοινωνική προστασία, δηλαδή τις βασικές ανάγκες του μέσου εργαζόμενου, επενδύουν όλο και πιο βαθιά στην βιομηχανία του πολέμου και του θανάτου.
Η «πολεμική οικονομία», που δεν περιορίζεται αυστηρά στο κομμάτι των εξοπλισμών, και η εμπέδωση μιας τάσης διολίσθησης προς τον πόλεμο είναι το νέο δεδομένο που οι Ευρωπαϊκές και συνολικότερα Δυτικές ελίτ επιδιώκουν, ρητορικά και πρακτικά, να εδραιώσουν ως νέα «ιστορική αναγκαιότητα». Έπειτα από μια μακροχρόνια ακολουθία άλλων επιβαλλόμενων κανονικοτήτων όπως η διευρυμένη λιτότητα, η μείωση των κοινωνικών παροχών, ο κρατικός αυταρχισμός και το «Τhere Is No Alternative», ήρθε η σειρά της πολεμικής προοπτικής να αποτελέσει το νέο καθημερινό δεδομένο.
Η δήλωση του Αμερικάνου προέδρου περί μετατροπής της Γάζας σε τουριστική Ριβιέρα, αλλά και η συνολικότερη απροκάλυπτη Αμερικάνικη βουλιμία (Γροιλανδία, Καναδάς, Παναμάς) δεν είναι ακραίες εκδηλώσεις ενός «ιδιοσυγκρασιακού» Τραμπ, αλλά κυνικές εκφράσεις της νέας πολεμικής κανονικότητας του καπιταλισμού της εποχής μας.