Χαράς ευαγγέλια για τους εγχώριους υποστηρικτές του «νόμου Πλεύρη»! Νιώθουν δικαιωμένοι από το γεγονός ότι ο Ντόναλντ Τραμπ στην πολυσυζητημένη ομιλία του στην πρόσφατη Σύνοδο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ αναφέρθηκε στην Ελλάδα, όπως και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες που παρουσιάζουν υψηλά ποσοστά (άνω του 50%) αλλοδαπών, στο σύνολο των εγκλείστων στις φυλακές. Σε κάποιες περιπτώσεις ο ενθουσιασμός υπήρξε αχαλίνωτος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Δ.Π, τακτικός αρθρογράφος σε γνωστή ιστοσελίδα, «συστημική» μεν αλλά όχι χαρακτηριζόμενη από ακροδεξιές θέσεις. Περιχαρής για την εν λόγω αναφορά του Αμερικανού προέδρου, ο αρθρογράφος αναρωτήθηκε: «Αν δεν υπήρχε Τραμπ, μήπως θα έπρεπε να τον εφεύρουμε;». Έτσι, για να ακούμε «αλήθειες»…
Τι χρειαζόμαστε, λοιπόν, τις εγκληματολογικές – κοινωνιολογικές μελέτες και τα συναφή; Αφού ο «πλανητάρχης» μίλησε, η αλήθεια… έλαμψε. Ας κατασταλεί πάραυτα κάθε σκέψη ή διαπίστωση, αν δεν κινείται στον άξονα που αρχίζει από το δόγμα «οι αλλοδαποί ευθύνονται για την εγκληματικότητα» (τουλάχιστον για το μεγαλύτερο τμήμα της) και φθάνει μέχρι τις θεωρίες περί «αντικατάστασης πληθυσμών»…
Κάπου εδώ, βεβαίως, το πράγμα θα «σήκωνε» ένα μικρό «τρολάρισμα» και ένα μεγαλύτερο. Το μικρό: Εφ’ όσον οι αλλοδαποί τον Ιανουάριο του 2021 αντιπροσώπευαν το 59,9% των εγκλείστων στις ελληνικές φυλακές (βάσει στοιχείων του Συμβουλίου της Ευρώπης) και το 2024 το 54%, βρισκόμαστε σε… καλό δρόμο. Κρίμα που δεν το αναγνώρισε ο Τραμπ.
Το μεγαλύτερο «τρολάρισμα» όμως αξίζει να αφιερωθεί σε συγκρίσεις. Να, ας πούμε στην Ελβετία το ποσοστό των αλλοδαπών στις φυλακές ήταν 70,8% κατά τον Ιανουάριο του 2021 και ανήλθε πέρσι στο 72%. Εάν ο συγκεκριμένος στατιστικός δείκτης πιστοποιούσε όσα ισχυρίζεται ο ξενοφοβικός και ρατσιστικός λόγος, τότε η Ελβετία θα έπρεπε να είχε κηρυχθεί ήδη σε κατάσταση κόκκινου συναγερμού για την αντιμετώπιση της «ξενόφερτης εγκληματικότητας».
Τι (δεν) μαρτυρά αυτός οι δείκτης και πώς γίνεται το «τσουβάλιασμα»
Για να σοβαρευτούμε: Στην πραγματικότητα το ποσοστό των αλλοδαπών επί του συνόλου των εγκλείστων δείχνει άλλα πράγματα. Επιβεβαιώνει ότι οι οικονομικά και κοινωνικά αδύναμοι φυλακίζονται ευκολότερα – κάτι που ισχύει και για τους γηγενείς. Και τούτη η ευκολία αναδεικνύεται τόσο καθαρότερα, όσο περισσότερο απέχει ο εν λόγω δείκτης από εκείνα τα ευρήματα που ανιχνεύουν τις εξακριβωμένες διαστάσεις της παραβατικότητας και της εγκληματικότητας και τα επί μέρους στοιχεία, τα οποία τις συνθέτουν.
Πόσοι ημεδαποί και πόσοι αλλοδαποί κρίνονται ένοχοι στα δικαστήρια; Πόσοι αθωώνονται; Για ποια αδικήματα; Πόσοι είναι φυσικοί και πόσοι ηθικοί αυτουργοί; Πόσες υποθέσεις εξιχνιάστηκαν και πόσες όχι; Ποια είναι τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της εγκληματικότητας, έτσι όπως αυτή εξελίσσεται; Πώς σχετίζονται με αυτήν διάφορες πληθυσμιακές ομάδες, προσδιοριζόμενες με κριτήρια εθνικά (ιθαγένεια), κοινωνικά ή άλλα; Χωρίς απαντήσεις σε όλα αυτά τα ερωτήματα, δεν νοείται ουσιαστική ακτινογράφηση πραγματικών καταστάσεων. Κι αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα στην Ελλάδα, όπως επισημαίνουν γνωστοί εγκληματολόγοι: Η απουσία στοιχείων που θα θεμελίωναν απαντήσεις.
Να σκεφθεί κανείς ότι πέρασαν ήδη 15 χρόνια από τότε που η ΕΛ.ΣΤΑΤ έπαψε να εκδίδει τη «δικαστική στατιστική», δηλαδή τα στοιχεία για τις αποφάσεις των ποινικών δικαστηρίων. Εκεί έβλεπε κανείς καθαρά πόσοι καταδικάστηκαν για ανθρωποκτονίες, ληστείες, βιασμούς και άλλα αδικήματα. Μετά το 2010, δεν το βλέπει. Διότι με την επιβολή των μνημονίων δεν αφανίστηκαν μόνο εισοδήματα, θέσεις εργασίας, κοινωνικές σταθερές. Χάθηκαν ακόμη και στατιστικές που παρουσιάζουν κοινωνικό ενδιαφέρον.
Το υλικό που έκτοτε παρέχεται περιορίζεται στις ετήσιες στατιστικές της ΕΛ.ΑΣ, οι οποίες απλώς παραθέτουν σε αριθμούς αδικήματα (τετελεσμένα ή απόπειρες), συλλήψεις και δυστυχήματα κάθε είδους. Η ασαφής εικόνα που προκύπτει επιδέχεται τόσες διαφορετικές ερμηνείες (ή μάλλον εικασίες), ώστε παρακολουθούμε το εξής… χαριτωμένο φαινόμενο: Από τη μία πλευρά, υπουργοί Προστασίας του Πολίτη να πανηγυρίζουν για σημαντική υποχώρηση της εγκληματικότητας – όπως πχ ο Τάκης Θεοδωρικάκος, στις αρχές του 2023. Από την άλλη, ο υπουργός Δικαιοσύνης Γιώργος Φλωρίδης να κάνει «σμπαράλια» τους Ποινικούς Κώδικες. Με ποιον υποτιθέμενο στόχο; Να τιθασευτεί η εγκληματικότητα που εν προκειμένω συμφέρει να φαίνεται θεριεμένη.
Το «τσουβάλιασμα» που χαρακτηρίζει τα δημοσιοποιούμενα στοιχεία επιτρέπει στον καθένα να ανασύρει ό,τι θέλει. Είτε για να κομπάσει είτε για να κινδυνολογήσει και να χαϊδέψει ακροδεξιά ακροατήρια, τα οποία διψούν για ολοένα και μεγαλύτερη ποινική σκληρότητα που θα καταπλακώνει τους πολλούς και – κατά τα ειωθότα – θα προσπερνά όσους πρέπει.
«Θολά» στοιχεία και μερικά «ψιλά γράμματα»…
Στην Ελλάδα, τα δημοσιοποιούμενα στοιχεία «από μόνα τους δεν δείχνουν την εγκληματικότητα και τις μεταβολές της αλλά το έργο της αστυνομίας», κατά την εύστοχη παρατήρηση της Σοφίας Βιδάλη, εγκληματολόγου, καθηγήτριας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο (21/5/2024, στο «Χωρίς Εφημερίδα on line magazine»). Επανερχόμενοι όμως στο θέμα του μεριδίου που κατέχουν οι αλλοδαποί στην εγκληματικότητα, παρατηρούμε το εξής: Τα ποσοστά τους στις συλλήψεις (είπαμε, για το πόσοι ημεδαποί ή αλλοδαποί καταδικάζονται στα δικαστήρια δεν παρέχεται εικόνα) είναι κατά πολύ χαμηλότερα εκείνων που αφορούν την «αντιπροσώπευσή» τους στις φυλακές.
Εστιάζοντας στα στοιχεία που έδωσε η ΕΛ.ΑΣ για το 2024 αναφορικά με έξι ομάδες σοβαρής εγκληματικότητας, βλέπουμε ότι σε αυτές οι αλλοδαποί εμπλέκονταν κατά μέσο όρο σε ποσοστό 22,2%. Ακόμη κι αν δεχόμασταν ότι σε όλες τις υποθέσεις η ΕΛ.ΑΣ διέγνωσε δράστες και υπόπτους χωρίς καμία φυλετική προκατάληψη, δεν γίνεται παρά να σημειώσουμε τη μεγάλη διαφορά ανάμεσα σε αυτά τα ποσοστά και σε εκείνα (54 – 60%) για τους αλλοδαπούς στα «σωφρονιστικά καταστήματα».
Έστω κι έτσι, όμως, θα αρθρωθεί μια λογική ένσταση: Τα ποσοστά που «δίνει» η ΕΛ.ΑΣ για τους αλλοδαπούς είναι πολλαπλάσια του μεριδίου που κατέχουν στο σύνολο του πληθυσμού, στην Ελλάδα. Βάσει των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, το 2021 καταμετρήθηκαν εδώ 765.680 άνθρωποι με ξένη ιθαγένεια. Αντιπροσωπεύουν, δηλαδή, τα τελευταία χρόνια το 7,2 – 7,4% του πληθυσμού. Θα μπορούσε λοιπόν κάποιος να συμπεράνει ότι η ροπή των αλλοδαπών προς την εγκληματικότητα είναι αισθητά ισχυρότερη απ’ όσο στους ημεδαπούς. Και στη συνέχεια να αναρωτηθεί μήπως, τελικά, θα έπρεπε να δώσουμε κάποια δίκια σε όσους διατείνονται ότι οι ξένοι που έρχονται εδώ έχουν «το κακό» στο αίμα τους, στο DNA τους ή, έστω, στις πρώτες επιλογές τους, όταν σκέφτονται πώς θα ξεπεράσουν δυσκολίες.
Μόνο που υπάρχει μια σημαντικότατη παράμετρος. Την υπογράμμιζε ανελλιπώς ο σημαντικός εγκληματολόγος Βασίλης Καρύδης (δυστυχώς δεν είναι πια μαζί μας), την επισημαίνουν και ξένα ερευνητικά κέντρα που διενεργούν έρευνες, όπως – στις αρχές του 2025- το Ινστιτούτο ifo, του Μονάχου. Ποια είναι αυτή η παράμετρος; Ότι στους μεταναστευτικούς πληθυσμούς, παντού και πάντοτε παρουσιάζονται υψηλοί δείκτες εγκληματικότητας – ιδίως στους μετανάστες πρώτης γενιάς. Όχι εξ αιτίας πολιτισμικών, ψυχικών, ή… αιματολογικών δεδομένων, αλλά για έναν απτό λόγο. Κατά βάση οι μετανάστες ανήκουν στις παραγωγικές ηλικίες και αυτές είναι που ευθύνονται για το 2/3 των εγκλημάτων, παγκοσμίως.
Ανάμεσά τους τα μικρά παιδιά είναι συγκριτικά λίγα, οι άνδρες πάρα πολλοί, οι δε ηλικιωμένοι ελάχιστοι ή (για τους μετανάστες πρώτης γενιάς) και ανύπαρκτοι. Όταν, λοιπόν, συγκρίνεται η εγκληματικότητα που πηγάζει από αυτές τις πληθυσμιακές ομάδες με την αντίστοιχη των γηγενών, στις τάξεις των οποίων υπάρχουν αναλογικά περισσότερα γυναικόπαιδα και απείρως περισσότεροι γέροι, είναι αδύνατον να μην «βγουν» για τους αλλοδαπούς ποσοστά μεγαλύτερα της γενικής «εκπροσώπησής τους». Αλλά φυσικά κάτι τέτοια είναι «ψιλά γράμματα», πριν απ’ όλα για τα περισσότερα ΜΜΕ.
Μια άλλη – και ενδεδειγμένη- ανάγνωση
Ας θέσουμε ένα ερώτημα: Σε ποιο ποσοστό επί του δικού τους πληθυσμού στην Ελλάδα οι αλλοδαποί – πάντα βάσει των στατιστικών της ΕΛ.ΑΣ – διέπραξαν μέσα στο 2024 κάποιο αδίκημα ή κρίθηκαν ύποπτοι για αυτό; Με γνώμονα την καταμέτρηση των ατόμων ξένης ιθαγένειας (θεωρείται ότι από το 2021 έχουν γίνει μόνο μικρές αυξομειώσεις, όχι σημαντικές αλλαγές), η υπαρκτή ή φερόμενη εμπλοκή αλλοδαπών στα εγκλήματα του 2024 έχει ως εξής: Στις ανθρωποκτονίες το 0,017% του συνολικού πληθυσμού τους, εν Ελλάδι. Στους βιασμούς το 0,020%. Στην πρόκληση σωματικών βλαβών το 0,21%. Στα αδικήματα κατά ιδιοκτησίας το 0,81%. Στη διακίνηση ναρκωτικών το 0,66% και στην παραβίαση της νομοθεσίας περί όπλων το 0,31%.
Τα ποσοστά αυτά ασφαλώς δεν είναι αμελητέα, απέχουν όμως πολύ από τα επίπεδα που θα δικαίωναν την ξενοφοβική υστερία. Αυτή η απόσταση φαίνεται καθαρά, εάν – όπως είναι το σωστό – λαμβάνεται πάντα υπόψη η προαναφερθείσα παράμετρος που αφορά τις διαφορές ηλικίας και φύλου ανάμεσα στο αλλοδαπό (μεταναστευτικό και προσφυγικό) και στο ημεδαπό ανθρώπινο δυναμικό.
Κάτι ακόμη, σημαντικό: Είναι γνωστό ότι σε πολλές περιπτώσεις μεικτές σπείρες υπηρετούν «το έγκλημα του δρόμου» (διακίνηση ναρκωτικών, ληστείες, κλπ) που εξ ορισμού είναι άμεσα ορατό – σε αντίθεση πχ με τις οικονομικές απάτες. Σε αυτές τις σπείρες δρουν από κοινού ημεδαποί και αλλοδαποί, με τους πρώτους να αναλαμβάνουν ηγετικούς – επιτελικούς ρόλους (πόσες φορές ακούσαμε ή διαβάσαμε τη φράση «απόστρατος αστυνόμος ήταν ο εγκέφαλος»;) και τους δεύτερους να διεκπεραιώνουν τα… πρακτικά. Επειδή είναι πάντα περισσότεροι από τους «επιτελάρχες» , οι «διεκπεραιωτές» κυριαρχούν σε εκείνες τις στατιστικές που απλώς… μετρούν κεφάλια, δίχως να αναζητούν το ουσιαστικό ειδικό βάρος κάθε συντελεστή.
Η έκθεση που αφήνει… μετέωρη την ισλαμοφοβία (έστω και ακουσίως)
Εσχάτως, λόγω και της δράσης της «Greek Mafia», στη δημόσια σφαίρα συζητείται εντονότατα το οργανωμένο έγκλημα. Το Νοέμβριο του 2024 η ΕΛ.ΑΣ δημοσίευσε μια σχετική έκθεση («ανοικτή έκδοση») η οποία μεταξύ άλλων καταγράφει – πάντα με βάση τις συλλήψεις – κατά εθνικότητα τη σύνθεση του αλλοδαπού οργανωμένου εγκλήματος, με στοιχεία του 2023. Από την έκθεση αυτή απορρέουν δυο βασικά συμπεράσματα. Το πρώτο: Με μία και μόνη «χτυπητή» εξαίρεση, κάθε εθνικότητα «συμμετέχει» στο αλλοδαπό οργανωμένο έγκλημα σε μεγέθη που πλησιάζουν την εκπροσώπησή της στο συνολικό φάσμα των ανθρώπων ξένης ιθαγένειας.
Το δεύτερο – και πολύ ενδιαφέρον- συμπέρασμα: Παρά τα στερεότυπα που καλλιεργεί η ισλαμοφοβία, παρά τους μύδρους εναντίον των «μουσλιμιών», η αλλοδαπή «συνιστώσα» του οργανωμένου εγκλήματος είναι (σχεδόν) κατά τα δυο τρίτα της βαλκανική, όχι μεσανατολική.
Ας τα δούμε αναλυτικότερα, εξετάζοντας αφενός όσα αναφέρει στην έκθεσή της η ΕΛ.ΑΣ και αφετέρου τα ποσοστά των αντίστοιχων εθνικοτήτων στο σύνολο των αλλοδαπών που ζουν εδώ. Οι Αλβανοί αντιστοιχούν στο 40,72% του αλλοδαπού οργανωμένου εγκλήματος, αποτελώντας το 48,96% των ξένων που ζουν στην Ελλάδα. Τα αντίστοιχα ποσοστά για τους Βουλγάρους είναι 23,35% και 4,62%. Πρόκειται για τη μεγάλη εξαίρεση στον κανόνα, βάσει του οποίου οι δυο στατιστικές κατηγορίες κινούνται κοντά η μία στην άλλη (εξηγήσεις για αυτήν την εξαίρεση υπάρχουν, αλλά δεν είναι της παρούσης).
Τέτοιες μεγάλες αποκλίσεις δεν βλέπει κανείς στους Πακιστανούς (4,19% και 4,61%), ούτε στους Αφγανούς (2,99% και 2,02%). Εν μέρει εντοπίζονται στους προερχόμενους από το Μπαγκλαντές μετανάστες, αλλά υπό την έννοια ότι είναι σχεδόν αθέατοι στις στατιστικές του οργανωμένου εγκλήματος αλλοδαπών, μολονότι αντιπροσωπεύουν ένα 2,24% των ξένων που ζουν εν Ελλάδι.
Η «παρατυπία», η λογική Πλεύρη και οι «εισβολείς» που γίνονται… ακατάδεκτοι
Αφήνοντας τους αριθμούς, ας κάνουμε κάποιες επισημάνσεις. Πρώτη: Ο «τραμπισμός» φιλοδοξεί να καθιερώσει το παρανοϊκό δόγμα πως κάθε «παράτυπος» νεοεισελθών είναι a priori «εγκληματικό στοιχείο». Στην πραγματικότητα η «παρατυπία» είναι σε μεγάλη κλίμακα αναγκαστική. Ιδίως όταν οι άνθρωποι εγκαταλείπουν, είτε μέρη που έχουν ουσιαστικά διαλυθεί ως κρατικές οντότητες είτε εμπόλεμες ζώνες είτε χώρες στις οποίες, αν παρέμεναν, θα κινδύνευαν για λόγους πολιτικούς, θρησκευτικούς, φυλετικούς ή άλλους.
Επίσης, η «παρατυπία» και η «παρανομία» συχνότατα εμφανίζονται στην πορεία, για λόγους ανεξάρτητους των προθέσεων που έχουν οι αλλοδαποί. Εκτός αν προσποιηθούμε ότι ξεχνάμε τι έχει συμβεί στην Ελλάδα, με χρονική αφετηρία τη δεκαετία του 1990, δηλαδή από τότε που το πολυάριθμο «μη νόμιμο» (τουλάχιστον όχι πλήρως) μεταναστευτικό εργατικό δυναμικό κρινόταν οικονομικά συμφέρον, ως φθηνότατο: Η μία κρατική υπηρεσία να ζητά χαρτιά που δεν εξέδιδε η άλλη και, κατόπιν, να επιβάλλονται για τη διατήρηση του νόμιμου status εργασιακοί όροι (πολλές ώρες δουλειάς, πολλά ένσημα), οι οποίοι υπό συνθήκες οικονομικής κρίσης ήταν ανέφικτοι – ή σχεδόν.
Δεύτερη: Η απάνθρωπη αντίληψη (ο Θ. Πλεύρης την υποστηρίζει ανοιχτά, άλλοι «κομψότερα») ότι πρέπει να γίνει «αβίωτος ο βίος» μεταναστών και προσφύγων, ώστε να μαθευτεί αυτό στα πέρατα της οικουμένης και να μην έρχονται άλλοι εδώ, χωρίς να περιβάλλεται από σοβαρές πιθανότητες επίτευξης του… ιερού στόχου απειλεί να ωθήσει περισσότερους ανθρώπους στη ζώνη της παραβατικότητας και εγκληματικότητας. Μόνον ανόητοι δεν θα αντιλαμβάνονταν πως, αν σπείρεις περισσότερα αδιέξοδα στην επίπονη προσπάθεια που κάνουν χιλιάδες άνθρωποι για να βιοποριστούν, θα βοηθήσεις κυκλώματα, συμμορίες και σπείρες να «στρατολογήσουν» κόσμο. Άλλο αν μετά θα φωνάζεις για υψηλούς δείκτες αλλοδαπής εγκληματικότητας, σαν μάντης που παινεύεται για «αυτοεκπληρούμενες προφητείες».
Ναι, μόνον ανόητοι δεν καταλαβαίνουν ότι οι συνθήκες υπό τις οποίες ζουν οι άνθρωποι καθορίζουν σε καταλυτικό βαθμό τη συμπεριφορά τους. Οι Έλληνες μετανάστες στις ΗΠΑ κατά τις πρώτες τρεις δεκαετίες του 20ου αιώνα φιγουράριζαν σε υψηλότατες θέσεις στους καταλόγους εγκληματικότητας, όπως παραδεχόταν και ο Τύπος της ομογένειας (ενδεικτικά, άρθρο του Π.Σ. Λάμπρου, ιδιοκτήτη του «Ελληνικού Αστέρα», στις 26/2/1909). Κάτι που ουδόλως συνέβαινε από το 1960 και μετά στη Γερμανία με τους Έλληνες μετανάστες, οι οποίοι αν μη τι άλλο είχαν εξασφαλισμένη στέγαση, τροφή και ασφάλιση. Και η διαφορά δεν οφειλόταν ασφαλώς σε τροποποίηση των… εθνικών μας γονιδίων.
Τρίτη: Στις πιο χονδροειδείς εκφάνσεις του ο ρατσιστικός λόγος χαρακτηρίζει «εισβολείς» τους μετανάστες και τους πρόσφυγες, ώστε να τους φορτώσει τη «ρετσινιά» μιας βίας που δεν είναι απλώς πιθανή ή ενδεχόμενη, αλλά ήδη συντελούμενη… Και μόνο που έρχονται «αλλοιώνουν τον πολιτισμό μας», καταλαμβάνουν τις πόλεις μας («ανακατάληψη» ζητούσε ο Α. Σαμαράς στην προεκλογική περίοδο του 2012) και σταδιακά τείνουν να μας περιθωριοποιήσουν, μέσα στην ίδια τη χώρα μας. Έλα όμως που ολοένα και περισσότεροι εξ αυτών αναζητούν την ευκαιρία να φύγουν για άλλα ευρωπαϊκά μέρη.
Από το 2011 ο πληθυσμός των αλλοδαπών στην Ελλάδα μειώθηκε κατά 16%. Σύμφωνα με έρευνες («Καθημερινή», 21/9/2024), μέχρι το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης η δουλειά τους – κυρίως στη γεωργία, τις κατασκευές και τον τουρισμό – είχε προλάβει να συμβάλει στην αύξηση του ΑΕΠ μεταξύ 2,3% και 2,8%.
Κατά τα τελευταία χρόνια πολλοί μετανάστες πασχίζουν να πάρουν την ελληνική ιθαγένεια, όχι για να μείνουν εδώ αλλά για να μπορέσουν ευκολότερα να πάνε σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη. Η μαζική φυγή αλλοδαπών εργατών γης έχει προκαλέσει από ανησυχία έως πανικό στις τάξεις αγροτικών συνεταιρισμών, καθώς οι ελλείψεις στις αρχές του 2024 υπολογίζονταν σε 80.000 (εδώ).
Οπότε, ποιος ξέρει, ίσως δίπλα από το «στίγμα» των «απρόσκλητων» και «εισβολέων» να τους αποδοθεί και εκείνο των «ακατάδεχτων» και απρόθυμων να μας… εκτιμήσουν. Με την ρατσιστική παράνοια, όλα να τα περιμένει κανείς!…