Ούτε το εξόφθαλμο στήσιμο από τους επικοινωνιολόγους…
Ούτε η επιστράτευση του γνωστού αυλικού δημοσιογράφου που οι ικανότητες του στο ξέπλυμα έχουν δοκιμαστεί από την συνέντευξη του φασίστα Νίκου Μιχαλολιάκου…
Ούτε το μισοθλιμένο υφάκι του Μητσοτάκη…
Ούτε καν το ύφος κατανόησης που εξέπεμπε ο Σταύρος Θεοδωράκης…
Τίποτε απ’ όλα αυτά δεν κατάφερε να βελτιώσει την εικόνα αποδοκιμασίας της κυβέρνησης που καταγράφει η δημοσκόπηση της Public Issue.
Τα πράγματα έγιναν ακόμα χειρότερα την επόμενη μέρα όταν ο Άκης Σκέρτσος υπουργός Επικρατείας σε συνέντευξη στον Real FM υποστήριξε πως «το ερώτημα που θα κληθούμε να απαντήσουμε στις κάλπες είναι ποιος είναι με την πρόοδο και ποιος είναι με τον σταθμάρχη της Λάρισας» , δήλωση μεγάλου θράσους , αλαζονείας αλλά και ασέβειας στους 57 νέους ανθρώπους που έχασαν την ζωή τους
Η διάχυση των ευθηνών, το «όλοι φταίμε», η απόκρυψη των αιτιών που οδήγησαν στο ατύχημα, τα «ανθρώπινα λάθη», οι δημόσιοι υπάλληλοι που αρνούνται να αξιολογηθούν, το «βαθύ» κράτος και οι παθογένειες του είναι η βασική γραμμή με την οποία η ΝΔ θα πορευτεί προς τις εκλογές.
Μαζί φυσικά με την προβολή εκ μέρους της ΝΔ ενός έργου στα τέσσερα χρόνια διακυβέρνησης που εξυπηρέτησε τις βασικές επιταγές του κεφαλαίου, των συμμαχιών με τα μεσαία στρώματα τα οποία υποτίθεται ότι απάλλαξε από φορολογικά βάρη, αλλά και την προσπάθεια να κερδίσει από τον λαϊκό κόσμο με τις προεκλογικές μικροαυξήσεις στους μισθούς, τις συντάξεις, τα προσωρινά επιδόματα και άλλα μικροδωράκια.
Αυτή η διαχείριση άραγε θα του βγει; Είναι πολύ αμφίβολο. Και μάλλον η απάντηση είναι αρνητική.
Ο Μητσοτάκης και η κυβέρνηση της ΝΔ προφανώς και δεν μπορούν να διαχειριστούν την κατάσταση ακριβώς γιατί στηρίζεται και προωθεί πολιτικές που οδηγούν σε τραγωδίες. Ο λαός με το ένστικτο και την πείρα του το καταλαβαίνει. Γιατί το έγκλημα στα Τέμπη είναι η επιτομή μιας πορείας που έχει πίσω της πολλούς ακόμα νεκρούς. Γιατί «θυσία για να πάμε μπροστά» δεν έγιναν μόνο οι νεκροί στα Τέμπη. Είχαν προηγηθεί οι 35.000 νεκροί τις πανδημίας, όπου αρκετοί από αυτούς δεν είχαν δυνατότητα να δώσουν τη μάχη για τη ζωή τους, επειδή δεν υπήρχε ένα κρεβάτι ΜΕΘ στα δημόσια νοσοκομεία.
Γιατί τα δυστυχήματα γίνονται εγκλήματα όταν οι εργαζόμενοι στον ΟΣΕ και οι υγειονομικοί είχαν κατ’ επανάληψη προειδοποιήσει πως οι συμφορές έρχονται με βεβαιότητα αν δεν παρθούν μέτρα. Και μέτρα δεν πάρθηκαν.
Ο κόσμος συνειδητοποιεί ότι όπου το κράτος παραχώρησε λειτουργίες του στην ιδιωτική πρωτοβουλία (τρένα, νοσοκομεία) αντιμετώπισε τραγωδίες. Συνειδητοποιεί ότι η σχεδιασμένη απαξίωση των δημόσιων δομών σε υγεία, παιδεία, κοινωνικές λειτουργίες του κράτους φέρνει την ιδιωτικοποίηση και η ιδιωτικοποίηση όχι μόνο δεν βελτιώνει αλλά ευτελίζει τις υπηρεσίες καθώς οι επιχειρηματίες δεν έχουν στο νου τους παρά το πως θα βγάλουν λεφτά αδιαφορώντας για ζωές – έτσι με ελάχιστους εξαθλιωμένους και εξοντωμένους από τα ωράρια λάστιχα εργαζόμενους, για να περιοριστεί το κόστος, προσπαθούν να λειτουργήσουν οργανισμούς και ιδρύματα. Οι 1.200 εργαζόμενοι στον ΟΣΕ που έγιναν 700 αυτό ακριβώς δείχνει. Η λογική «τα κέρδη πάνω απ’ όλα» προκάλεσε την έλλειψη μέτρων ασφάλειας, έκανε τα κόκκινα φανάρια διέλευσης να παραμένουν κόκκινα συνεχώς, τις τηλεδιοικήσεις να μην λειτουργούν ποτέ. Έτσι, οδηγηθήκαμε στο έγκλημα των 57 νέων ανθρώπων.
Το σχέδιο επικοινωνιακής διαχείρισης της κρίσης δεν θα βγει στην κυβέρνηση για έναν ακόμα επιπρόσθετο λόγο. Γιατί οι πρόσφατες λαϊκές κινητοποιήσεις έφεραν στην επιφάνεια την λαϊκή οργή ιδιαίτερα στην νεολαία που η κυβέρνηση την αντιμετώπισε με βία και καταστολή. Αυτή η πλευρά είναι αστάθμητη για τον Μητσοτάκη και όσο η αναταραχή συνεχίζεται δημιουργεί άλλους όρους, που μπορούν εν δυνάμει να επιδράσουν σημαντικά στο αποτέλεσμα αλλά και στην κυβέρνηση που θα προκύψει από τις εκλογές. Είναι σημαντικό ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της Public Issue στις απεργίες και τις διαδηλώσεις είχαμε την μεγαλύτερη συμμέτοχη των τελευταίων δώδεκα ετών, μεγαλύτερη ακόμα από τις απεργίες του 2010 – 2012. Αυτό ανησυχεί τις κυρίαρχες τάξεις και το κεφάλαιο που σπεύδει να βρει εναλλακτικές λύσεις εκτόνωσης της λαϊκής οργής, με την αναθέρμανση σεναρίων κεντροαριστερής αστικής διαχείρισης.
Σε κάθε περίπτωση μπαίνουμε σε μια φάση που λίγο πολύ το μεγάλο κεφάλαιο και το πολιτικό σύστημα θα προσπαθήσει να κάνει προσαρμογές, ακόμη κι αν χρειαστεί να θυσιάσει τον Μητσοτάκη. Το τι θα τον αντικαταστήσει όμως δεν εξαρτάται μόνο από τις επιλογές των κυρίαρχων τάξεων. Θα παίξει σημαντικό ρόλο η κοινωνική, εργατική, αντιπολίτευση στους δρόμους, οι αγώνες των εργαζομένων και του λαού για να μην περάσουν τα σχέδια για την ιδιωτικοποίηση του νερού, την αξιολόγηση, την διάλυση των δομών υγείας, την υπεράσπιση της δημόσιας παιδείας. Να μην περάσουν επίσης τα σχέδια που έχουν εξαγγελθεί από την ΝΔ για την αναθεώρηση του άρθρου 16 στην περίπτωση επανεκλογής της.
Η ριζοσπαστική αντικαπιταλιστική αριστερά θα πρέπει να είναι μέρος της προσπάθειας για να πέσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει υποστήριξη του ΣΥΡΙΖΑ ή όποιου κυβερνητικού σχήματος προκύψει, είτε κυβέρνηση συνεργασίας τεχνοκρατών είτε Νεοτζανετακικής “οικουμενικής” απόχρωσης. Κάθε τέτοια κυβέρνηση ένα έργο θα έχει κατ’ εντολή του κεφαλαίου: Να προωθήσει τις αλλαγές που άφησε στην μέση ο Μητσοτάκης με στόχο την αύξηση των κερδών και μέσο την περαιτέρω εξαθλίωση των εργαζομένων, των αυτοαπασχολουμένων και των μεσαίων στρωμάτων. Κεφάλαιο και αστικές κυβερνήσεις θα γνωρίζουν όμως, στο βαθμό που το λαϊκό κίνημα είναι στους δρόμους, ότι αν συνεχίσουν τις ίδιες πολιτικές θα έχουν και αυτοί την τύχη της ΝΔ.