Προτεραιότητα μας η φύση και ο άνθρωπος
Σε ενεργειακή φτώχεια, ανισότητες, απολύσεις και νέα περιβαλλοντική καταστροφή οδηγούν οι προσπάθειες του κεφαλαίου να αντιμετωπίσει την κλιματική αλλαγή
Σεπτέμβριος 2020
Εδώ σε μορφή pdf
Κείμενο συζήτησης της πολιτικής κίνησης Σύγχρονο Κομμουνιστικό Σχέδιο για το ενεργειακό ζήτημα.
Περιεχόμενα
2. Ανάγκη συζήτησης για το ενεργειακό ζήτημα
5. Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας
7. Προσωπική ευθύνη και καθημερινός τρόπος ζωής
Ντοκιμαντέρ, οπτικά ντοκουμέντα
Σύντομη περίληψη
Στόχος της συζήτησης που φιλοδοξεί να προκαλέσει το παρόν κείμενο είναι η διαμόρφωση μιας ριζοσπαστικής άποψης για την ενέργεια και το περιβάλλον προς όφελος των εργαζομένων και της ανθρωπότητας σε αντίθεση προς τα συμφέροντα του κεφαλαίου, των κυβερνήσεων και της ΕΕ.
Η κλιματική αλλαγή, όσο κι αν αποτελεί ουσιαστικό γνώρισμα των μεταβολών που συντελούνται στη γη και το περιβάλλον από καταβολής κόσμου, από τον 18ο αιώνα και μετά έχει επιταχυνθεί ως αποτέλεσμα της καπιταλιστικής βιομηχανικής δραστηριότητας. Τμήματα του κεφαλαίου κυρίως στην Ευρώπη την αντιμετωπίζουν ως ευκαιρία για επιτάχυνση των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων και δημιουργία νέων πεδίων επενδύσεων και κερδοφορίας, ενώ άλλα τμήματα την αρνούνται, κυρίως στις ΗΠΑ. Οι δυνάμεις της εργασίας πρέπει να την αντιμετωπίσουν υπό το πρίσμα της συστηματικής κακοποίησης της φύσης από το κεφάλαιο.
Τα κοιτάσματα στην Μεσόγειο αντιμετωπίστηκαν από σύσσωμο το κεφάλαιο και τα κόμματά του (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, κλπ) ως ευκαιρία αναβάθμισης της θέσης της Ελλάδας στον διεθνή καταμερισμό/συνδυασμό εργασίας. Η προοπτική εξορύξεων υποβαθμίζει τους κινδύνους που αφορούν το περιβάλλον και την ειρήνη, ενώ αποδεικνύει πόσο κενή περιεχομένου είναι η φιλοπεριβαλλοντική ευαισθησία των κομμάτων εξουσίας. Οι εξορύξεις διευκολύνουν τον ιμπεριαλισμό που βρίσκει νέες ευκαιρίες επεμβάσεων.
Οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) ενώ θεωρητικά θα μπορούσαν να αποτελέσουν απάντηση στο πρόβλημα που δημιουργούν τα ορυκτά καύσιμα (εκπομπή αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου) στην πράξη το αποτύπωμά τους είναι από αντιφατικό ως αρνητικό, επειδή αυξάνει τις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος, επιβαρύνει το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας ενώ οι ανεμογεννήτριες ισοδυναμούν με καταστροφή της ορεινής χλωρίδας και της πανίδας.
Η εξόρυξη του λιγνίτη, βάσει των σχεδίων της κυβέρνησης της ΝΔ τελειώνει οριστικά το 2028 και στο συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος το 2023. Επειδή η παύση της χρήσης του λιγνίτη γίνεται προς χάρη των μονάδων φυσικού αερίου που λειτουργεί ο Μυτιληναίος κι άλλοι ιδιώτες παραγωγοί είναι εμφανές ότι η απολιγνιτοποίηση δεν ισοδυναμεί με το τέλος των ορυκτών καυσίμων. Προκειμένου να αποφευχθούν οι αρνητικές κοινωνικές επιπτώσεις από την διακοπή της λιγνιτικής παραγωγής προτείνεται λειτουργία των θερμοηλεκτρικών μονάδων μέχρι εξάντλησης των λιγνιτικών αποθεμάτων, που θα συμβεί πολύ νωρίτερα από το 2050, όταν η ΕΕ στοχεύει να καταστεί κλιματικά ουδέτερη.
Σημαντική θέση στη σύγχρονη συζήτηση για τα ενεργειακά καταλαμβάνει η προσωπική ευθύνη. Στον αντίποδα της ενοχοποίησης, που λειτουργεί αθωωτικά για τις ευθύνες του καπιταλιστικού συστήματος το οποίο αποθεώνει τον καταναλωτισμό κι έχει την παραγωγή εμπορευμάτων ως αυτοσκοπό, παραμένει ζητούμενο ο σύγχρονος άνθρωπος που θα υπερβεί την αλλοτρίωση στο πλαίσιο μιας αποεμπορευματοποιημένης κοινωνίας, η οποία στο κέντρο της θα έχει την εξισορρόπηση των σχέσεων του ανθρώπου με την φύση… Ο σύγχρονος άνθρωπος δεν θα προκύψει ως δια μαγείας μετά την αναγκαία υπέρβαση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής.
Αντί εισαγωγής
Το κείμενο θέσεων που ακολουθεί ξεκινάει από την παραδοχή ότι τα μέχρι σήμερα διαθέσιμα εργαλεία ανάλυσης γύρω από το ενεργειακό ζήτημα δεν αρκούν. Οι ραγδαίες αλλαγές στη φύση, τις παραγωγικές δυνάμεις και τον σημερινό τρόπο σκέψης απαιτούν νέα εργαλεία ανάλυσης. Το κείμενο αυτό συμπυκνώνει τις συχνά διαφορετικές απόψεις που ακούστηκαν για κρίσιμα, μείζονος σημασίας θέματα. Φιλοδοξεί δε να αποτελέσει τη βάση για τη συζήτηση που πρέπει να πραγματοποιηθεί στο πλαίσιο της επαναστατικής και όχι μόνο Αριστεράς και του κόσμου του αγώνα με στόχο να εκφράσει τις αντιπαραθέσεις οι οποίες είναι σε εξέλιξη με επίκεντρο το ενεργειακό ζήτημα και να δώσει περαιτέρω ώθηση στους αναγκαίους αγώνες για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και την ποιότητα της ανθρώπινης ζωής και εργασίας.
Το κείμενο που ακολουθεί ήταν αποτέλεσμα συλλογικής συζήτησης και επεξεργασίας μελών του Σύγχρονου Κομμουνιστικού Σχεδίου κι άλλων αγωνιστών της κομμουνιστικής Αριστεράς. Η διαδικασία που ακολουθήθηκε ήταν:
Αποστάλθηκαν γραπτώς έξι κεντρικής σημασίας ερωτήσεις και δόθηκε ένα χρονικό διάστημα για την απάντησή τους.
Οι ερωτήσεις απαντήθηκαν γραπτώς και τέθηκαν υπ’ όψη όλων.
Στη συνέχεια, ένα διήμερο του Φεβρουαρίου του 2020 συζητήθηκαν δια ζώσης διεξοδικά αυτά τα θέματα.
Τα ερωτήματα που τέθηκαν προς απάντηση και συζήτηση ήταν:
– Ποια είναι η άποψή σας για την κλιματική αλλαγή και τα αίτια της;
– Ποιά είναι η άποψή σας για τις εξορύξεις και τις ΑΠΕ (συγκεκριμένα ανεμογεννήτριες, φωτοβολταϊκά).
– Ιδιαίτερα η άποψή σας για τις εξορύξεις στη Μεσόγειο.
– Θεωρείτε ότι πρέπει να συνεχιστεί ή όχι η παραγωγή ρεύματος από την εξόρυξη λιγνίτη, και γιατί;
– Πρέπει η Αριστερά πρέπει να αναδείξει την προσωπική ευθύνη και να προτείνει την αλλαγή του καθημερινού τρόπου ζωής για την εξοικονόμηση ενέργειας;
– Ποιά μορφή ενέργειας πρέπει να προτείνει η Αριστερά και το εργατικό κίνημα;
Μετά την απάντηση των ερωτήσεων και τη συνάντηση συντέθηκε το παρόν κείμενο.
Τα επτά κεφάλαια που ακολουθούν δομούνται γενικά κατά τον ακόλουθο τρόπο: Το κάθε κεφάλαιο ξεκινάει με μια θεωρητική διαπραγμάτευση του θέματος, ακολουθεί η περιγραφή της στάσης κυβερνήσεων, κεφαλαίου και υπερεθνικών οργανισμών, αμέσως μετά παρουσιάζεται επιλεκτικά η στάση δυνάμεων της Αριστεράς και στο τέλος διατυπώνεται η δική μας άποψη και πρόταση. Σε ξεχωριστό Παράρτημα στο τέλος του κειμένου παρατίθεται υλικό τεκμηρίωσης (πίνακες και διαγράμματα) και ενδεικτική βιβλιογραφία
Υλικό τεκμηρίωσης και στοιχεία αποσπάστηκαν στο μέτρο του δυνατού από το κυρίως σώμα του κειμένου και μεταφέρθηκαν στο Παράρτημα για να διευκολυνθεί η απρόσκοπτη ανάγνωση του κειμένου.
Ανάγκη συζήτησης για το ενεργειακό ζήτημα
Η ενεργειακή βάση της παραγωγής και της κοινωνίας ανέκαθεν μεταβαλλόταν σε συνάρτηση με τις αλλαγές στην οικονομία και τις σχέσεις παραγωγής. Έτσι, αν η βιομηχανική επανάσταση συνδέθηκε με την εισαγωγή του ατμού, η πιο πρόσφατη βιομηχανική παραγωγή συνδέθηκε με τη χρήση των ορυκτών καυσίμων (πετρέλαιο και φυσικό αέριο), η εν εξελίξει Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση (4ΒΕ) συνδέεται με τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ). Οι ΑΠΕ συνδέονται με την 4ΒΕ από πολλές πλευρές, τόσο δημιουργικές – προοδευτικές, όσο και καταστροφικές – οπισθοδρομικές: ως αποτέλεσμα της επανάστασης σε υλικά και τεχνολογίες παραγωγής που αναζητούν νέα πεδίο επένδυσης, ως αποτέλεσμα της αναγκαίας για τον καπιταλισμό καταστροφής παραγωγικών δυνάμεων που παίρνει την μορφή εκκαθάρισης κεφαλαίου (βλ. εξοπλισμό λιγνιτικών μονάδων), ώστε να γίνουν οι νέες επενδύσεις, κ.α.
Πέρα από τις επιστημονικές – τεχνικές επαναστάσεις και την άνοδο των παραγωγικών δυνάμεων, η παραγωγή ενέργειας και η σχέση της με τον άνθρωπο – παραγωγό, όπως και με το περιβάλλον, αλληλοδιαπλέκεται με τις καπιταλιστικές κοινωνικές σχέσεις και ιδιαίτερα με τις σχέσεις παραγωγής. Καθορίζεται συνεπώς από την αστική ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και την αποξένωση των παραγωγών από αυτά, από τη μετατροπή των προϊόντων σε εμπορεύματα και σε χρήμα για την ανταλλαγή μέσω της ελεύθερης – σχεδόν άναρχης αγοράς. Καθορίζεται από το κέρδος ως σκοπό της παραγωγής, από τον ανταγωνισμό ως κίνητρό της και από την εκμετάλλευση των δυο πηγών κέρδους, την ανθρώπινη εργασιακή δύναμη και τη φύση. Οι εσωτερικές αντιθέσεις αυτού του συστήματος «λύνονται» μέσω των περιοδικών και δομικών κρίσεών του, μόνο και μόνο για να επανέλθουν σε πιο άγρια μορφή.
Οι προαναφερθείσες σχέσεις και μέσα σε αυτές, οι σχέσεις ενέργειας – οικονομίας – κοινωνίας – φύσης, δεν παραμένουν αναλλοίωτες. Μεταβάλλονται και εξελίσσονται ανάλογα με τα στάδια ανάπτυξης και κρίσης του καπιταλισμού και ανάλογα με το επίπεδο της ταξικής πάλης.
Στην εποχή μας, η ατομική ιδιοκτησία έχει εισβάλλει ολοκληρωτικά και έχει ταυτόχρονα συγκεντρωθεί σε πολύ λίγους πολυεθνικούς μονοπωλιακούς ομίλους, τόσο σε έκταση στον πλανήτη όσο και σε βάθος στις σχέσεις εκμετάλλευσης, ανεβάζοντας ακόμη περισσότερο τον ανταγωνισμό. Οι εργάτες – παραγωγοί αποξενώνονται καθολικά από τα μέσα παραγωγής, η εμπορευματοποίηση και η ελεύθερη αγορά κατακτούν όλο και περισσότερο τις σφαίρες της κοινωνικής δραστηριότητας και ταυτόχρονα παίρνουν ακόμη πιο αλλοτριωτική μορφή, αυτήν της ψηφιακής χρηματιστηριοποίησης. Το κέρδος μετατρέπεται σε καθολικό σκοπό της κοινωνικής κίνησης και έτσι, η παραγωγή απομακρύνεται όλο και περισσότερο από τις πραγματικές κοινωνικές ανάγκες. Η παραγωγή για το κέρδος φθείρει όλο και περισσότερο τις δυο πηγές κέρδους, τον άνθρωπο – παραγωγό και τη φύση, θέτοντας σε διαρκή αδυναμία τη μόνιμη και σταθερή ανάταξη των μέσων ποσοστών του.
Παράλληλα, η αλλαγή του ενεργειακού μίγματος (από τα ορυκτά καύσιμα σε ΑΠΕ) προβάλλεται κι ως η ενδεδειγμένη απάντηση στην συνεχιζόμενη καταστροφή του περιβάλλοντος και την αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη. Σε αυτό το πλαίσιο, η απομάκρυνση του λιγνίτη από το ενεργειακό μίγμα (απολιγνιτοποίηση) κι η υιοθέτηση των ΑΠΕ προβάλλεται τεχνηέντως από το κεφάλαιο ως απάντηση στον «καπιταλισμό της καταστροφής». Υιοθετείται δε από κινήματα, άλλα εκ των οποίων είναι επιχορηγούμενα από το κράτος και το κεφάλαιο (βλέπε WWF, Greenpeace) κι άλλα είναι αυθόρμητα και λαϊκά με ιδιαίτερη απήχηση στη νεολαία, που (δικαίως) θεωρεί τιμή της να στρατεύεται πίσω από στόχους για έναν καθαρότερο πλανήτη. Σε κάθε περίπτωση μια σειρά από εξόχως ανησυχητικά φαινόμενα των τελευταίων χρόνων, όπως η τήξη των πάγων, η άνοδος της στάθμης της θάλασσας, μεγάλες πυρκαγιές, ακραία καιρικά φαινόμενα , κ.α. επιβάλλουν την επανεξέταση της σχέσης μας με το περιβάλλον και αναγκαστικά με την ενέργεια.
Εκτός από τα παραπάνω, το ενεργειακό ζήτημα προβάλλει επίσης έντονα λόγω της γεωγραφικής θέσης της Ελλάδας και μιας σειράς επιλογών του ελληνικού κεφαλαίου που το ανέδειξαν σε αφορμή αντιπαραθέσεων και δυνητικών συγκρούσεων. Ειδικότερα, η στρατηγική επιλογή του ελληνικού καπιταλισμού να προκηρύξει και να κατοχυρώσει την εκμετάλλευση υδρογονανθράκων (κυρίως) σε θαλάσσια ύδατα και στην ηπειρωτική Ελλάδα επιτάχυνε τον ανταγωνισμό με την τουρκική ολιγαρχία, ωθώντας την να προβάλλει εκ νέου τις επεκτατικές της βλέψεις. Το προσωρινό πάγωμα των επενδυτικών σχεδίων λόγω της πτώσης της τιμής του πετρελαίου δεν αναιρεί την κεντρική θέση των εξορύξεων στο σχεδιασμό της ελληνικής αστικής τάξης για την θέση που διεκδικεί στον διεθνή καταμερισμό/συνδυασμό εργασίας.
Τέλος, η συζήτηση για το ενεργειακό ζήτημα είναι επιβεβλημένη εξ αιτίας της προτεραιότητας που έχει αποκτήσει το θέμα στην ατζέντα του κεφαλαίου, της ΕΕ και των κυβερνήσεων τους. Συμπύκνωση αυτών των προτεραιοτήτων αποτέλεσε η Πράσινη Συμφωνία που ανακοίνωσε τον Δεκέμβριο του 2019 η νέα πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Με βάση την Πράσινη Συμφωνία, που ακόμη κι αν καθυστερήσει ή τροποποιηθεί λόγω της πανδημίας δεν ακυρώνεται, αναμένεται σύντομα να ψηφισθεί νόμος για το κλίμα, που θα υιοθετηθεί από κάθε εθνική Βουλή στο πλαίσιο του οποίου μια σειρά από δεσμεύσεις θα πάρουν χαρακτήρα νόμου. Για παράδειγμα, η (τεχνολογικά αμφιλεγόμενη) μετατροπή της ευρωπαϊκής ηπείρου σε κλιματικά ουδέτερη ήπειρο μέχρι το 2050, δηλαδή μηδενικό ισοζύγιο αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Επίσης, επέκταση του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων και σε μια σειρά άλλες υπηρεσίες, πέραν της ηλεκτρικής παραγωγής που ισχύει ως σήμερα, όπως είναι οι αερομεταφορές, που θα έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση των τιμών πώλησης, που ισοδυναμεί με νέο κύμα ακρίβειας. Σε αυτό το πλαίσιο το κεφάλαιο χρησιμοποιεί την κλιματική αλλαγή για να βαθύνει την κυριαρχία του και να επιτύχει νέες νίκες κατά των δυνάμεων της εργασίας. Κι αυτό γνωρίζοντας ότι με όλα τα προηγούμενα η συζήτηση για την κλιματική αλλαγή αποκτά αρνητικό πρόσημο στους εργαζόμενους.
Στη βάση όλων των παραπάνω η Αριστερά και το εργατικό κίνημα πρέπει να ξεπεράσουν χρόνιους και διαδεδομένους αλλά αδικαιολόγητους διαχωρισμούς και εντάσεις μεταξύ αιτημάτων που προβάλλονται από τμήματα της εργασίας από την μια και προστασίας του περιβάλλοντος από την άλλη, όπως είδαμε να εμφανίζονται για παράδειγμα στις Σκουριές. Επίσης να υπερβούν νέας κοπής διαχωρισμούς μεταξύ γενεών, με τη νεολαία εκπροσωπούμενη υποτίθεται από την έφηβη σουηδέζα ακτιβίστρια Γκρέτα Θούνμπεργκ να κατακεραυνώνει τις μεγαλύτερες ηλικίες που κρίνονται συλλήβδην υπαίτιες για την άνοδο της θερμοκρασίας του πλανήτη. Παράλληλα, οφείλουν να αναδείξουν τις ευθύνες του κεφαλαίου για την υποβάθμιση του περιβάλλοντος και να αποδείξουν την ικανότητα της εργατικής τάξης να εκπροσωπήσει την ισορροπία ανθρώπου και φύσης. Να εγγυηθεί με άλλα λόγια τόσο την ενεργειακή επάρκεια και την προστασία του περιβάλλοντος από την μια όσο και την ποιότητα των θέσεων εργασίας και της ανθρώπινης ζωής.
Κλιματική αλλαγή
Η αλλαγή της θερμοκρασίας του πλανήτη ήταν αναπόσπαστο τμήμα και ενίοτε γενεσιουργός αιτία, των αλλαγών που έχουν συντελεστεί στη Γη κατά τη διάρκεια των 4,54 δισ. ετών που είναι η ηλικία της. Κατά συνέπεια, η κλιματική αλλαγή δεν είναι ούτε κάτι νέο, ούτε κάτι εξ ανάγκης αρνητικό για τη φύση.
Ωστόσο, από την βιομηχανική επανάσταση και μετά συντελείται μια σημαντική αύξηση της μέσης θερμοκρασίας της ατμόσφαιρας, που συμπίπτει με την αύξηση των επιπέδων συγκέντρωσης αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα. Τα αέρια αυτά είναι κυρίως διοξείδιο του άνθρακα, μεθάνιο και άλλα. Από την ανθρωπογενή εκπομπή των συγκεκριμένων αερίων προκύπτει ο όρος ανθρωπογενής χαρακτήρας της κλιματικής αλλαγής. Ο συγκεκριμένος όρος ωστόσο όσο και αν θεωρεί ότι οι αλλαγές που προέρχονται από φυσικά αίτια είναι δευτερεύουσες, αυτόματα μεταφέρει την ευθύνη σε όλους ανεξαιρέτως του ανθρώπους. Η ευθύνη έτσι μεταβιβάζεται στον άνθρωπο ως είδος, οπότε εμφανίζεται ως νομοτελειακή και αναπόφευκτη και την επιμερίζονται τα 7,6 δισ. κατοίκων της Γης. Αυτή η αντιιστορική γενίκευση της συλλογικής ευθύνης, δεν παίρνει υπ’ όψη της ότι στον σημερινό τρόπο παραγωγής υπάρχουν κάτοχοι και μη κάτοχοι μέσων παραγωγής, διευθυντές και διευθυνόμενοι, κεφάλαιο που (κυρίως) αποφασίζει και εργασία που (κυρίως) εκτελεί.
Το κεφάλαιο είναι διχασμένο απέναντι στην κλιματική αλλαγή. Στις ΗΠΑ κατ’ απαίτηση κυρίως της πετρελαιοβιομηχανίας απορρίπτει ακόμη και ότι υπάρχει για να αποφευχθούν οι επιβαρύνσεις από την αγορά δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων που υπονομεύουν την ανταγωνιστικότητά τους, παρότι υφίστανται τμήματα του αμερικανικού κεφαλαίου που την αποδέχονται: από Πολιτείες όπως η Καλιφόρνια που υιοθετούν στόχους μείωσης των αερίων θερμοσκοπίου, μέχρι τμήματα των Δημοκρατικών όπως ο Μπέρνι Σάντερς και η Αλεχάνδρια Οκάσιο Κόρτες και δισεκατομμυριούχοι όπως ο Μάικλ Μπλούμπεργκ. Στην Ευρώπη αντίθετα σχεδόν σύσσωμο το κεφάλαιο συμφωνεί και με την ύπαρξη αλλά και με την απειλή της κλιματικής αλλαγής. Η στάση του είναι αποτέλεσμα πολλών παραγόντων: της έλλειψης ορυκτών καυσίμων από την ευρωπαϊκή ήπειρο και της συνακόλουθης ενεργειακής εξάρτησης που ωθεί τις ευρωπαϊκές χώρες στις ΑΠΕ ως μέσο επιβίωσής του στον διεθνή ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό, του προβαδίσματος των ευρωπαϊκών πολυεθνικών στον αναπτυσσόμενο κλάδο των ΑΠΕ, του μαχητικού φιλοπεριβαλλοντικού κινήματος ειδικότερα τις προηγούμενες δεκαετίες (πχ Πράσινοι), μιας πιο μακροπρόθεσμης και εκλογικευμένης οπτικής που αναγνωρίζει ότι ο καπιταλισμός δεν μπορεί να πριονίζει το κλαδί στο οποίο κάθεται, κ.λπ..
Μια αντίστοιχη οπτική αναπαράγεται και στην πλευρά του κινήματος και της Αριστεράς. Τμήματα του εργατικού κινήματος (πχ ΓΕΝΟΠ ΔΕΗ) απορρίπτουν την ύπαρξη της κλιματικής αλλαγής. Η στάση τους όσο κι αν ερμηνευθεί μπροστά στην ευκολία με την οποία το κεφάλαιο εκμεταλλεύεται εκ του πονηρού μια απειλή για να πλήξει θέσεις εργασίας και εργασιακά δικαιώματα, θυμίζει τη στάση του Ιράν που για να καταρρίψει την νομιμοποιητική βάση της καθημερινής εθνοκάθαρσης που πραγματοποιεί το κράτος τρομοκράτης του Ισραήλ εναντίον των Παλαιστινίων αμφισβητεί το ολοκαύτωμα των Εβραίων, κομμουνιστών, τσιγγάνων, ομοφυλόφιλων κ.α. από τους Ναζί. Η κυρίαρχη τάση ωστόσο στο πλαίσιο του κινήματος και της Αριστεράς είναι η συστράτευση πίσω από την ΕΕ κι άλλους διεθνείς οργανισμούς (βλέπε Στόχους Χιλιετίας ΟΗΕ), με την επισήμανση των αντιφάσεων τους και την διεκδίκηση της επιτάχυνσης των στόχων, χωρίς να αμφισβητείται η ιεράρχηση ή το πλαίσιο.
Αντίθετα, οι κοινωνικές δυνάμεις που μάχονται ενάντια στην εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, οφείλουν να αντιμετωπίσουν την κλιματική αλλαγή όχι μόνο ως απειλή, αλλά και ως σύμπτωμα μιας ευρύτερης υποβάθμισης του κατά τον Μαρξ «ανόργανου σώματος» του ανθρώπου. Ενδεικτικά, η κλιματική αλλαγή δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται αποκλειστικά και μόνο ως αποτέλεσμα της αύξησης της συγκέντρωσης διοξειδίου του άνθρακα κι άλλων αερίων θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα, την ίδια ώρα που αλλάζουν συνεχώς οι χρήσεις γης προς όφελος των οικονομικά εκμεταλλεύσιμων πχ. δομημένες και καλλιέργειες και σε βάρος των δασικών. Επιπλέον, η φύση η οποία εξελίσσεται στο πέρασμα της ιστορίας με την συνειδητή και «έξωθεν» παρέμβαση μάλιστα του ανθρώπου, δεν μπορεί να αντιπαρατίθεται στον εργαζόμενο άνθρωπο, και στο όνομα (κατ’ ουσίαν πρόσχημα) της διάσωσης της φύσης να καταστρέφονται άνθρωποι, θέσεις εργασίας, ζωές και μισθοί, όπως χαρακτηριστικά συμβαίνει με την απολιγνιτοποίηση. Γεγονός που γίνεται εμφατικό αν λάβουμε υπόψη μας πως την ίδια ώρα, προς διάψευση των όρκων πίστης στις ΑΠΕ και των μύδρων κατά των ορυκτών καυσίμων, προκρίνονται εξορύξεις υδρογονανθράκων, αποδεικνύοντας έτσι ότι ο «πράσινος καπιταλισμός» αποτελεί μια κραυγαλέα αντίφαση.
Εξορύξεις στη Μεσόγειο
Η ενεργειακή εξάρτηση της Ελλάδας σε ποσοστά που υπερβαίνει το 90% αποτελούσε ανέκαθεν σημαντική αιτία επιβάρυνσης του εμπορικού ισοζυγίου, καθιστώντας απαραίτητη στην προ-ευρώ εποχή την ύπαρξη επαρκών συναλλαγματικών αποθεμάτων. Υπό το πρίσμα επομένως της επίτευξης ενεργειακής αυτάρκειας η εγχώρια εξόρυξη κι επεξεργασία πετρελαίου και φυσικού αερίου ως προϋπόθεση για την κάλυψη των αναγκών για παραγωγή ενέργειας (ηλεκτρισμός, θέρμανση, κίνηση) είναι καλοδεχούμενη, από άποψη αρχής. Ανέκαθεν άλλωστε από τη διάνοιξη των στοών του Λαυρίου για την εξαγωγή ασημιού η πρόοδος των κοινωνιών συντελούνταν χάρη στην επέμβαση του ανθρώπου στη φύση και τον μετασχηματισμό της τελευταίας. Τα ανεπανόρθωτα εγκλήματα σε βάρος της φύσης που έχουν συντελεστεί στο πλαίσιο αυτής της διαλεκτικής όχι μόνο από το κεφάλαιο (από την Exxon στον Ισημερινό μέχρι την ΒΡ στον κόλπο του Μεξικού) αλλά και από τα εκμεταλλευτικά καθεστώτα της ανατολικής Ευρώπης (βλέπε λίμνη Αράλη στην κεντρική Ασία) δείχνουν για τα μεν πρώτα ότι η επιδίωξη του κέρδους δεν συμβαδίζει με τον σεβασμό στη φύση και για τα δε δεύτερα ότι ο χαρακτηρισμός τους ως σοσιαλιστικά δεν συμβάδιζε με το πραγματικό, ταξικό τους χαρακτήρα. Εκτεταμένες παρεμβάσεις του ανθρώπου στη φύση με καταστροφικές συνέπειες υπήρξαν και στο απώτερο παρελθόν, πχ εξαφάνιση των μαμούθ, ερημοποίηση της Αυστραλίας, κ.λπ. από τους προϊστορικούς ανθρώπους. Την ίδια δε καταστροφή προκαλούν και πολλά ζώα, που στον αγώνα της επιβίωσής τους εκμεταλλεύονται την φύση χωρίς να σκεφτούν τη διατήρησή της και τελικά εξαφανίζονται αφού έχουν καταστρέψει τους πόρους που είναι αναγκαίοι για τη διατήρηση του είδους τους. Αυτό δείχνει ότι ο κοντόφθαλμος και καιροσκοπικός τρόπος αντιμετώπισης της φύσης από οποιοδήποτε οικονομικό σύστημα είναι σε βάρος τελικά και της φύσης, αλλά θα είναι και του ανθρώπινου είδους, ξεκινώντας σε συνθήκες καπιταλισμού από τους πιο ευάλωτους.
Η Ελλάδα, αρχής γενομένης από την κυβέρνηση Α. Σαμαρά, επιχείρησε να εκμεταλλευτεί τα ενεργειακά αποθέματα, που ακόμη κι αν αποδειχθεί η ύπαρξή τους είναι υψηλού κόστους, στο πλαίσιο μιας πολυεπίπεδης συνεργασίας με τον ιμπεριαλισμό που θέτει την Ελλάδα στο ρόλο του υποτελούς. Ακρογωνιαίοι λίθοι αυτής της συνεργασίας, που με παρόμοιους όρους υλοποιείται και στην Κύπρο, ήταν και παραμένουν: Πρώτο, η παραχώρηση των δικαιωμάτων εκμετάλλευσης σε πολυεθνικές (Exxon, BP, Total, ENI, κ.λπ.) έστω κατόπιν διεθνών διαγωνισμών κι όχι σε μια εθνική εταιρεία ερευνών και εκμετάλλευσης που θα επέτρεπε να παραμείνουν εντός της Ελλάδας τα οικονομικά και τεχνολογικά οφέλη. Δεύτερο, η συνεργασία με το Ισραήλ και η μοιρασιά των θαλάσσιων οικοπέδων σε βάρος των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Παλαιστίνης. Τρίτο, η στενότερη υπαγωγή της Ελλάδας στην ομπρέλα προστασίας των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ που στο όνομα της θωράκισης των πετρελαϊκών τους εταιρειών αποκτούν επιπλέον δικαιώματα παρέμβασης, όπως δείχνει η ιστορία της Μέσης Ανατολής και του Περσικού Κόλπου. Τέταρτο, η δημιουργία τετελεσμένων στα διαφιλονικούμενα όρια των Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών σε άγνοια και σε βάρος της Τουρκίας σε μία συγκυρία όξυνσης των σχέσεων του καθεστώτος Ερντογάν με τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό. Σε αυτή τη συγκυρία η αστική τάξη της Ελλάδας προσφέροντας για πολλοστή φορά ως προίκα τον ενεργειακό της πλούτο διεκδίκησε να γίνει «χαλίφης στη θέση του χαλίφη», εκτιμώντας πρώτο, ότι η ρήξη των σχέσεων Άγκυρας – Ουάσινγκτον θα ήταν οριστική, δεύτερο, ότι η Άγκυρα θα παρέμενε παθητικός θεατής των αλλαγών, και τρίτο, ότι σε περίπτωση απειλών οι ΗΠΑ θα ανταπέδιδαν την γενναιοδωρία μας στρέφοντας τις κάνες τους κατά της Τουρκίας. Η αντίδραση της Τουρκίας μέσω της αποστολής δικών της ερευνητικών σκαφών στα θαλάσσια οικόπεδα που εκχώρησε η Ελλάδα, της ανακήρυξης ΑΟΖ με τη Λιβύη και των απειλών στρατιωτικής βίας ακύρωσε τις ελληνικές φιλοδοξίες και άνοιξε ένα νέο κεφάλαιο αντιπαράθεσης..
Η Αριστερά είναι διχασμένη απέναντι στις εξορύξεις. Ο ΣΥΡΙΖΑ και άλλες δυνάμεις τις επικροτούν ως ένα μέσο αναβάθμισης της θέσης της χώρας, αδιαφορώντας για τους όρους υποτέλειας και τους κινδύνους για τη φύση εξ αιτίας των συγκεκριμένων όρων εκμετάλλευσης. Ένα άλλα κομμάτι, κυρίως κινηματικό, απορρίπτει συλλήβδην τις εξορύξεις αφήνοντας αναπάντητο το ερώτημα από πού θα καλύπτονται οι ενεργειακές ανάγκες της Ελλάδας. Στη συλλογιστική του, ρητά ή άρρητα, υιοθετείται μια αντιιστορική και αντιδιαλεκτική άποψη που θεωρεί τη φύση ως κάτι ξένο από τον άνθρωπο, παραβλέποντας ότι ο ανθρώπινος πολιτισμός στηρίχθηκε στην αλληλεπίδραση του ανθρώπου με τη φύση. Οι καταστρεπτικές παρεμβάσεις ήταν αποτέλεσμα των ειδικών όρων εκμετάλλευσης που διέπονταν από την μεγιστοποίηση του κέρδους ή του οφέλους στις προκαπιταλιστικές κοινωνίες.
Υπερβαίνοντας διαλεκτικά τις παραπάνω μονομέρειες οφείλουμε να αναδείξουμε τους κινδύνους που εγκυμονούν οι επικείμενες εξορύξεις στο Αιγαίο, το Ιόνιο και την ηπειρωτική Ελλάδα στην ειρήνη και την ασφάλεια από την μια και το περιβάλλον από την άλλη, παίρνοντας επιπλέον υπ’ όψη μας τον σεισμογενή χαρακτήρα της περιοχής και το γεγονός ότι η Μεσόγειος είναι κλειστή θάλασσα, με μεγάλη διέλευση πλοίων. Η βιασύνη των ελληνικών κυβερνήσεων (ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, ΝΔ) να προωθήσουν τις εξορύξεις που διαιωνίζουν την εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα αποδεικνύει πόσο κενές περιεχομένου είναι οι εξαγγελίες για κλιματική ουδετερότητα και στροφή στις ΑΠΕ. Για όλους τους παραπάνω, συγκεκριμένους λόγους απορρίπτουμε τις εξορύξεις υδρογονανθράκων στην Ελλάδα, που αντί για πεδίο συνεννόησης των λαών τείνουν να εξελιχθούν σε αιτία νέων συγκρούσεων.
Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας
Σήμερα επιζητείται η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία είναι η ανώτερη μορφή ενέργειας αφού μπορεί να μετατραπεί σε όλες τις άλλες χωρίς απώλειες. Όλες οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας προέρχονται είτε από τον ήλιο είτε από το βάθος της Γης. Η ηλιακή ακτινοβολία μπορεί να μετατραπεί άμεσα σε ηλεκτρική ενέργεια μέσω φωτοβολταϊκών πάνελ (φ/β Η ηλιακή ακτινοβολία δημιουργεί τους ανέμους που μπορούν να παράξουν ηλεκτρική ενέργεια μέσω ανεμογεννητριών (α/γ) και δημιουργεί την κίνηση του νερού που μπορεί να παράξει ηλεκτρισμό μέσω υδροηλεκτρικών εγκαταστάσεων, είτε με εκμετάλλευση των κυμάτων ή των ρευμάτων της θάλασσας. Η ηλιακή ενέργεια συντελεί στην ανάπτυξη των φυτών μέσω φωτοσύνθεσης. Τα φυτά μπορούν να δώσουν τη βιομάζα. Τέλος η θερμική ενέργεια που είναι παγιδευμένη στο εσωτερικό της Γης μπορεί να δώσει τη γεωθερμία.
Ως ΑΠΕ χαρακτηρίζεται συνήθως και η πυρηνική ενέργεια επειδή δεν παράγει διοξείδιο του άνθρακα παρότι καταναλώνει ορυκτά καύσιμα κι ως εκ τούτου μια προτεινόμενη μορφή ενέργειας. Απορρίπτεται ωστόσο ρητά λόγω του ότι ακόμη δεν έχει λυθεί το πρόβλημα διαχείρισης των πυρηνικών αποβλήτων και ο κίνδυνος ατυχήματος ακυρώνει οποιαδήποτε πλεονεκτήματα συνοδεύουν τη χρήση της. Τα πολλά ατυχήματα (Τσέρνομπιλ, Φουκουσίμα, κ.α.) δείχνουν ότι ο κίνδυνος είναι και υπαρκτός και μεγάλος..
Η τροφοδοσία από φ/β και α/γ δεν μπορεί να θεωρηθεί μια ασφαλής για την κάλυψη των αναγκών και προβλέψιμη πηγή κάλυψης των ενεργειακών αναγκών επειδή η λειτουργία τους είναι συνάρτηση της ηλιοφάνειας, άρα και της ώρας και της ημέρας και των ανέμων. Κατά συνέπεια απέχει σημαντικά η καθαρή ηλεκτροπαραγωγή τους από την εγκατεστημένη ισχύ, με την πρώτη να υπολείπεται σταθερά της δεύτερης. Άμεση συνέπεια αυτής της απόκλισης είναι το υψηλό κόστος των λεγόμενων καθαρών μορφών ενέργειας, δεδομένου ότι οι πραγματικές αποδόσεις ποτέ δεν συμπίπτουν με τις δυνητικές, ακόμη και για μια χώρα όπως η Ελλάδα με μεγάλη ηλιοφάνεια και ισχυρούς ανέμους. Το πραγματικό οικονομικό κόστος ένταξης στο σύστημα των ΑΠΕ αυξάνεται πολύ παραπάνω αν λάβουμε υπ’ όψη μας τις αθρόες επιδοτήσεις που λαμβάνουν τόσο για την εγκατάσταση όσο και για την λειτουργία τους από τις τσέπες των καταναλωτών μέσω του Ειδικού Τέλους Μείωσης Εκπομπών Αερίων Ρύπων (ΕΤΜΕΑΡ). Ως αποτέλεσμα οι ΑΠΕ έχουν οδηγήσει σε πρωτοφανή άνοδο την τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος, ενώ γύρω από τον συγκεκριμένο κλάδο έχει αναπτυχθεί μια κρατικοδίαιτη φούσκα εγγυημένης και μηδενικού ρίσκου επιχειρηματικότητας.
Το αρνητικό για το δημόσιο συμφέρον περιβάλλον λειτουργίας των ΑΠΕ συμπληρώνεται από ένα άκρως επιλεκτικό ιδιοκτησιακό καθεστώς, βάσει του οποίου η ΔΕΗ απαγορευόταν να επενδύσει σε ΑΠΕ, ενώ τα υδροηλεκτρικά φράγματα επειδή ανήκουν στην ΔΕΗ δεν προσμετρούνταν στις ΑΠΕ.
Τα προβλήματα που συνοδεύουν τις ΑΠΕ μεγεθύνονται λόγω των αρνητικών επιπτώσεων που έχει στο περιβάλλον η λειτουργία τους. Πολύ πρόσφατος είναι ο νόμος για το περιβάλλον που ψήφισε η κυβέρνηση της ΝΔ (Μάιος 2020), βάσει του οποίου η πρακτική εγκατάστασης ΑΠΕ σε προστατευόμενες περιοχές Natura που συνηθιζόταν στο παρελθόν, πλέον θα γίνεται και με την έγκριση του νόμου. Επιπλέον, η εγκατάσταση των ΑΠΕ, με τον τρόπο που γίνεται, αποβαίνει σε βάρος της γεωργικής παραγωγής και της κτηνοτροφίας (όταν φ/β εγκαθίστανται σε αγροτική γη) και του δασικού πλούτου και της ευρύτερης περιβαλλοντικής ισορροπίας (όταν α/γ εγκαθίστανται σε περιοχές Natura). Συνέπεια, αυτών των επιπτώσεων είναι οι οξύτατες λαϊκές αντιδράσεις απέναντι ειδικά στην εγκατάσταση α/γ όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε χώρες όπως η Γερμανία. Αποτέλεσμα αυτών των αντιδράσεων στη Γερμανία ήταν η αυστηροποίηση της νομοθεσίας ώστε η εγκατάστασή τους να γίνεται όσο το δυνατόν πιο μακριά από χώρους κατοικίας.
Πρέπει επίσης να τονιστεί πώς παρότι το αποτέλεσμα της παραγωγής των ΑΠΕ μπορεί να χαρακτηριστεί ανανεώσιμο, δεν συμβαίνει το ίδιο ούτε με τον εξοπλισμό των ΑΠΕ, ούτε με τη διαδικασία εγκατάστασης και παραγωγής τους. Ενδεικτικά η παραγωγή ανεμογεννητριών (α/γ) και φωτοβολταϊκών (φ/β) πάνελ απαιτεί: κοβάλτιο, χάλυβα, νικέλιο, τιτάνιο, γραφίτη, χαλκό, κάδμιο, μόλυβο, κασσίτερο, ψευδάργυρο, σπάνιες γαίες και άλλα υλικά, τα οποία εξορύσσονται, συχνά με αποικιοκρατικούς όρους προκαλώντας ανεπανόρθωτες ζημιές στο περιβάλλον. Η δε εγκατάστασή των α/γ στα βουνά συνοδεύεται πάντα από καταστροφή δασών, διάνοιξη δρόμων για να μπορούν να περάσουν μάλιστα μεγάλα οχήματα, και από θεμέλια εκατοντάδων κυβικών μέτρων. Τα περισσότερα συμφωνητικά μάλιστα για την εγκατάστασή τους δεν προβλέπουν την ευθύνη του επενδυτή για την απεγκατάσταση, την αποκατάσταση του περιβάλλοντος και την ανακύκλωση των ΑΠΕ. Η χρήση τους επομένως δεν ισοδυναμεί με το τέλος των εξορύξεων, όπως ισχυρίζονται πολλοί.
Η αυξανόμενη εγκατάσταση ΑΠΕ στην Ελλάδα επιφέρει επιβάρυνση του εμπορικού ισοζυγίου. Πολύ περισσότερο επειδή η διείσδυσή τους συντελείται σε βάρος του εγχώριου λιγνίτη, η εκμετάλλευση του οποίου πρέπει να τονιστεί ότι δεν είναι ουδέτερη για το εμπορικό ισοζύγιο μιας και υλοποιείται με εισαγόμενο μηχανολογικό εξοπλισμό. Σε κάθε περίπτωση όμως οι ΑΠΕ προκαλούν πολλαπλάσια επιβάρυνση στο εμπορικό ισοζύγιο.
Ένα μεγάλο μέρος της Αριστεράς και της ριζοσπαστικής διανόησης έχει εξιδανικεύσει τις ΑΠΕ αναπαράγοντας ένα μανιχαϊστικό, απλοϊκό σχήμα που στο ένα άκρο έχει τα ορυκτά καύσιμα που κρίνει συλλήβδην ως απορριπτέα και στο άλλο τις ΑΠΕ, που κρίνονται συλλήβδην κι αυτές ως φορέας του «νέου» και του εναλλακτικού.
Στον αντίποδα αυτού του δίπολου πρέπει αρχικά να εισάγουμε μια διάκριση μεταξύ των μεταβλητών ΑΠΕ (μΑΠΕ) όπως είναι οι ανεμογεννήτριες και τα φωτοβολταϊκά από την μια, κι από την άλλη ΑΠΕ όπως η γεωθερμία, τα υδροηλεκτρικά και η βιομάζα που παράγουν σταθερή και προβλέψιμη ενέργεια. Οι μεταβλητές ΑΠΕ από την άλλη επειδή δεν παράγουν σταθερή και προβλέψιμη ενέργεια χρειάζονται διαρκώς την λειτουργία θερμικών μονάδων (με καύσιμο λιγνίτη, φυσικό αέριο ή πετρέλαιο) για να τις στηρίζουν. Η κατανάλωση ενέργειας δεν είναι σταθερή και ακολουθεί μια καμπύλη που ονομάζεται καμπύλη της πάπιας λόγω του σχήματός της: Λίγο ρεύμα το πρωί που όσο περνάει η ώρα αυξάνεται για να κορυφωθεί το μεσημέρι, καταγράφοντας το επόμενο χαμηλότερο σημείο κορύφωσης της το βράδυ για να μειωθεί στη συνέχεια. Όσες μεταβλητές ΑΠΕ κι αν εγκατασταθούν είναι αδύνατο να καλύψουν αυτό το πρότυπο κατανάλωσης, δεδομένης της απογοητευτικής προόδου στα μέσα αποθήκευσης ενέργειας. Η αστάθεια στην παραγωγή των μεταβλητών ΑΠΕ δεν παρατηρείται μόνο στη διάρκεια της ημέρας, μεταξύ διαφορετικών ωρών. Παρατηρείται ακόμη και στις περιόδους κορύφωσης της παραγωγής τους, δεδομένου ότι η ταχύτητα του ανέμου και το παραγόμενο ρεύμα μεταβάλλονται ακόμη και 70 φορές μέσα σ’ ένα λεπτό! Για να υποστηριχθεί αυτή η έλλειψη, που μεταφράζεται σε αρκετά MW απαιτείται η παράλληλη λειτουργία υδροηλεκτρικών ή θερμικών μονάδων που πρέπει να ακολουθούν τις μεταβλητές ΑΠΕ.
Προτεραιότητα πρέπει να δοθεί στα μικρού μεγέθους οικιακά ή ανά κτίριο φ/β (κατά προτίμηση) και (λιγότερο) α/γ που μπορούν να τοποθετηθούν στις ταράτσες, στην εκμετάλλευση της γεωθερμίας και της βιομάζας, αρκεί να αποκλειστεί η κατ’ οίκον καύση της ιδίως στα αστικά κέντρα. Παράλληλα να μην επιτραπεί η χωροθέτηση νέων α/γ και φ/β. Η αντικατάσταση των υπαρχόντων με νεότερης τεχνολογίας μονάδες, υψηλότερης αποδοτικότητας, μπορεί να αυξήσει την συμμετοχή τους στο ενεργειακό μίγμα.
Εξόρυξη λιγνίτη
Η ύπαρξη φθηνού λιγνίτη στην Ελλάδα διευκόλυνε κι επιτάχυνε την ταχύρυθμη καπιταλιστική ανάπτυξη της μεταπολεμικής περιόδου. Οι λιγνιτικές περιοχές (κυρίως στη Δυτική Μακεδονία και την Μεγαλόπολη) γνώρισαν μια οικονομική ανάπτυξη και εύκολη απορρόφηση του εργατικού δυναμικού, αλλά πλήρωσαν ένα βαρύ τίμημα στο περιβάλλον τους. Η χρήση του λιγνίτη στην παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος επιβαρύνεται σημαντικά τα τελευταία χρόνια εξ αιτίας του συστήματος εμπορίας ρύπων που επιβάλλει την πληρωμή επιπλέον τελών σε όλες τις ηλεκτροπαραγωγικές μονάδες εντός της ΕΕ οι οποίες χρησιμοποιούν λιγνίτη. Πρόκειται για έναν αγοραίο μηχανισμό αποθάρρυνσης της χρήσης λιγνίτη που έχει οδηγήσει σε μια αδικαιολόγητη άνοδο το κόστος της κιλοβατώρας, συμβάλλοντας στη φτωχοποίηση της κοινωνίας. Κατά συνέπεια η εξόρυξη και εκμετάλλευση του λιγνίτη καθίσταται όλο και περισσότερο απαγορευτική στο υπάρχον πλαίσιο της ΕΕ και των σχετικών συμφωνιών.
Οι πολιτικοί εκπρόσωποι του κεφαλαίου απορρίπτουν συλλήβδην τον λιγνίτη ως ξεπερασμένο και βλαβερό για το περιβάλλον για να προκρίνουν την χρήση των ΑΠΕ. Ακριβώς επάνω σε αυτή τη λογική είναι δομημένο το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) που κατέθεσε η κυβέρνηση της ΝΔ προβλέποντας επί της ουσίας απολιγνιτοποίηση της οικονομίας το 2023∙ μια διαδικασία που είναι ισοδύναμη της «φυσικοαεριοποίησης» της οικονομίας – αλλά γι’ αυτή κανείς δεν μιλάει. Την ίδια ώρα ωστόσο, ακόμη και χώρες όπως η Γερμανία επιδεικνύουν σκεπτικισμό στην εγκατάλειψη του, παίρνοντας πιο σοβαρά από την ελληνική αστική τάξη τόσο τα προτερήματα του (πχ χαμηλή τιμή), όσο και τις υπάρχουσες επενδύσεις σε εξορυκτικό παραγωγικό εξοπλισμό που θα μετατραπούν σε σκραπ αν εγκαταλειφθούν τα ορυχεία. Δεν είναι τυχαίο πώς η Γερμανία παρότι εκπέμπει το 21% του διοξειδίου του άνθρακα όλης της ΕΕ θα εγκαταλείψει την ανθρακική παραγωγή, πολύ πιο αργά από την Ελλάδα, το 2038. Πέραν των οικονομικών, καταστροφικές θα είναι οι επιπτώσεις και στις θέσεις εργασίας της περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας και της Μεγαλόπολης από την εσπευσμένη απολιγνιτοποίηση – φυσικοαεριοποίηση που προωθεί η κυβέρνηση, παρά και ενάντια στις αντιδράσεις τοπικών αρχών και τεχνικών της ΔΕΗ. Η ανεργία στη Δυτική Μακεδονία που είναι ήδη κατά 50% μεγαλύτερη από το εθνικό μέσο όρο θα εκτοξευθεί, τροφοδοτώντας εσωτερική και εξωτερική μετανάστευση. Κυβέρνηση και ΕΕ προσπαθούν να αμβλύνουν τις εντυπώσεις με τη βοήθεια των κονδυλίων που θα διατεθούν μέσω του Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης, όπως ευφημιστικά χαρακτηρίζεται το κονδύλι που θα διατεθεί για να αμβλυνθούν οι συνέπειες. Ο επιμερισμός και το ύψος των σχετικών κονδυλίων (κατά πόσο δηλαδή θα δοθούν ως εισοδηματική στήριξη σε ανέργους ή επιχορηγήσεις στις επιχειρήσεις για να κάνουν προσλήψεις και κατάρτιση) θα αποτελέσουν αντικείμενο ταξικής διαπάλης.
Η βιασύνη των ελληνικών κυβερνήσεων κι ειδικά της ΝΔ να ξεφορτωθεί την λιγνιτική παραγωγή δεν εξηγείται μόνο στη βάση εξυπηρέτησης των συμφερόντων των καπιταλιστών των ΑΠΕ ή της επίδειξης καλής διαγωγής απέναντι στην ΕΕ. Εξηγείται και στη βάση της εξυπηρέτησης των συμφερόντων εκείνων των καπιταλιστών που έχουν αναλάβει την εισαγωγή φυσικού αερίου, όπως ο Μυτιληναίος που εγκαινίασε τον Οκτώβριο του 2019 μονάδα παραγωγής με καύση αερίου, με παρόντα μάλιστα τον πρωθυπουργό Κ. Μητσοτάκη. Στη κατεύθυνση χρήσης φυσικού αερίου πιέζουν επίσης και οι Αμερικάνοι, όπως είχε φανεί από την επίσκεψη του Αλ. Τσίπρα στην Ουάσινγκτον και την συμφωνία εισαγωγής υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG). Ωστόσο, το φυσικό αέριο δεν είναι ΑΠΕ! Το αποτύπωμά του σε αέρια θερμοκηπίου υπολείπεται του λιγνίτη αλλά δεν απέχει σημαντικά! Σε βάρος του φυσικού αερίου κινούνται πλέον και οι χρηματοδοτικοί οργανισμοί όπως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων που παύουν να χρηματοδοτούν σχετικά έργα. Η κριτική που δέχεται πλέον το φυσικό αέριο είναι τόσο σοβαρή ώστε δεν αποκλείεται στο σύντομο μέλλον να χαρακτηριστεί κι αυτό εξ ίσου βλαβερό για την κλιματική αλλαγή και να αρχίσει η αποεπένδυσή του, με την ΕΕ πχ να επιβάλει πρόστιμα στη χρήση του…
Τμήματα της Αριστεράς κρίνουν ότι μπορεί να συνεχιστεί επ’ άπειρον η στήριξη στον λιγνίτη αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις που έχει στο περιβάλλον τόσο η εξόρυξη όσο και η καύση του στα θερμοηλεκτρικά εργοστάσια. Άλλα τμήματα θεωρούν υπαίτιο τον λιγνίτη για την περιβαλλοντική υποβάθμιση και διεκδικούν την κατάργησή του αδιαφορώντας όχι μόνο για το καύσιμο αντικατάστασής του, αλλά και για την ανάγκη ύπαρξης σε αναμονή μονάδων που να μπορούν να καλύπτουν τη ζήτηση σε περίπτωση πτώσης των ανέμων ή τις νυχτερινές ώρες.
Όλων των παραπάνω δοθέντων και δεδομένου ότι οι εκπομπές της Ελλάδας ανέρχονται μόλις στο 2% του συνόλου της ΕΕ, η αναγκαία απολιγνιτοποίηση μπορεί να ολοκληρωθεί το 2050, τη χρονολογία δηλαδή που έχει θέσει κι η ΕΕ ως στόχο να καταστεί κλιματικά ουδέτερη. Τότε περίπου αναμένεται και η εξάντληση των αποθεμάτων λιγνίτη που, με βάση εκτιμήσεις της ΔΕΗ, ανέρχονται σε 5 δισ. τόνους, εκ των οποίων κατάλληλα για ενεργειακή εκμετάλλευση με τα σημερινά τεχνικο-οικονομικά δεδομένα είναι 3,2 δισ. τόνους, που ισοδυναμούν με 450 εκ. τόνους πετρελαίου. Αυτή την περίοδο πρέπει να ολοκληρωθούν όλες οι αναγκαίες περιβαλλοντικές αναβαθμίσεις των μονάδων της ΔΕΗ, που θα επιτρέψουν την ελαχιστοποίηση όλων των επικίνδυνων για τους εργαζόμενους, τους κατοίκους και το περιβάλλον, εκπομπών. Το συγκεκριμένο χρονικό περιθώριο επιτρέπει να απορροφηθούν οι οικονομικοί και κοινωνικοί κραδασμοί της απολιγνιτοποίησης και η μετάβαση στο νέο ενεργειακό παράδειγμα να υλοποιηθεί ομαλά, ενώ εξασφαλίζουν την ενεργειακή κυριαρχία/ανεξαρτησία της Ελλάδας. Ταυτόχρονα δεν θα ανοίξει κανένα νέο ορυχείο σε Δράμα, Ελασσόνα, κ.λπ., ενώ η πρόοδος στην τεχνολογία αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα θα επιτρέψει την αποθήκευσή του. Επιπλέον, θα μειωθεί η εισαγωγή και χρήση φυσικού αερίου που αυξάνει την οικονομική και ενεργειακή εξάρτηση της Ελλάδας, σε μια περίοδο μάλιστα που μικρές και μεγάλες χώρες παίρνουν μέτρα διασφάλισης της αυτάρκειας τους και περιορισμού της εξάρτησης από το διεθνές εμπόριο. Αν ωστόσο στην χρονική περίοδο μέχρι το 2050 καταστούν συμφέρουσες άλλες τεχνολογίες παραγωγής ενέργειας, πχ σύντηξη, κάλλιστα μπορούν να ενταχθούν στο ενεργειακό μίγμα, με κριτήριο την ενεργειακή επάρκεια, κυριαρχία και σεβασμό του περιβάλλοντος.
Συμπληρωματικά, είναι επίσης απαραίτητη η κατάργηση του χρηματιστηρίου ρύπων και η αποτροπή των σχεδίων δημιουργίας χρηματιστηρίου προϊόντων ενέργειας. Η Αριστερά και η κοινωνία πρέπει να προωθήσουν την μετωπική δράση ενάντια τους επειδή αποδεδειγμένα αποτελούν μηχανισμούς λεηλασίας των φτωχότερων καταναλωτών μέσω της επιτάχυνσης της χρηματιστικοποίησης της ενέργειας και της κερδοσκοπίας επί της τιμής της.
Προσωπική ευθύνη και καθημερινός τρόπος ζωής
Ο καπιταλισμός ως ένα κοινωνικο-οικονομικό σύστημα βασισμένο στην παραγωγή εμπορευμάτων και την ανταλλακτική αξία ενθαρρύνει την άκρατη κατανάλωση. Η μαζική παραγωγή και η διαφήμιση, όπως ειδικότερα αναπτύχθηκαν από την εποχή του κρατικο-μονοπωλιακού καπιταλισμού κι ύστερα, έχουν αναγάγει ως στοιχείο κύρους, γοητείας κι επιβολής την επιδεικτική και συχνά αχρείαστη κατανάλωση, που συμβιώνει ως πρότυπο παράλληλα με την στέρηση βασικών αγαθών από εκατομμύρια ανθρώπους ακόμη και στον ανεπτυγμένο καπιταλισμό. Αυτή η τιτάνια προσπάθεια του καπιταλισμού να ενθαρρύνει τις αγορές και την κατανάλωση δεν θα ήταν δυνατό να αφήσει ανεπηρέαστο το σύγχρονο άνθρωπο. Η ίδια λογική της αποθέωσης της κατανάλωσης διαπερνά επίσης τη σύγχρονη παραγωγή και τις κοινωνικές δραστηριότητες με αποτέλεσμα η ενεργειακή κατανάλωση να βρίσκεται στα ύψη.
Παράλληλα ο ίδιος ο καπιταλισμός αναπαράγει και μια προτεσταντική ηθική προσωπικής ενοχοποίησης, που απέχει έτη φωτός από την ευθύνη. Η ηθική της ενοχοποίησης αλληλοτροφοδοτούμενη με το φιλελευθερισμό δεν αποθεώνουν μόνο την προσωπική ευθύνη αλλά επίσης εξαλείφουν ανώτερης τάξης, κοινωνικούς, προσδιοριστικούς παράγοντες, παραβλέποντας ότι ο άνθρωπος είναι κοινωνικό ον. Σε αυτή τη διελκυστίνδα είναι δύσκολο μεν, αλλά αποκτά μεγάλη σημασία ο προσδιορισμός των ορίων όπου σταματά η προσωπική ευθύνη κι αρχίζει η ενοχοποίηση ως άλλη όψη της απαλοιφής των ευθυνών κι εν τέλει της αθώωσης του κεφαλαίου.
Η μόδα που έχει οδηγήσει εκατομμύρια εργαζόμενους να έχουν στις ντουλάπες τους πολύ περισσότερα ρούχα απ’ όσα χρειάζονται και η διαμόρφωση ενός εξαιρετικά δαπανηρού μοντέλου μετακίνησης γύρω από το ΙΧ είναι δύο μόνο παραδείγματα που δείχνουν πως οι κεφαλαιοκρατικές σχέσεις παραγωγής και κατανάλωσης δημιουργούν την ανάγκη για κατανάλωση ενέργειας, η οποία θα ήταν περιττή και θα εξοικονομούνταν σε ένα κοινωνικό σύστημα ελεύθερα συνεταιρισμένων παραγωγών. Παράλληλα, αυτή η πραγματικότητα δημιουργεί κραυγαλέες αντιθέσεις όπως για παράδειγμα το «δικαίωμα» στην θερμαινόμενη πισίνα αλλά ταυτόχρονα την ανυπαρξία Μέσων Μαζικής Μεταφοράς στο Θριάσιο πεδίο, με αποτέλεσμα χιλιάδες εργάτες να είναι αναγκασμένοι να χρησιμοποιούν ΙΧ για να πάνε στην καθημερινή τους εργασία.
Σε αυτό το πλαίσιο η προβολή ενός άλλου τύπου ανθρώπου που θα αναγνωρίζει την ανάγκη της κοινωνικά υπεύθυνης κατανάλωσης έχει περιορισμένα όρια καθώς η δύναμη των κυρίαρχων προτύπων παραμένει συντριπτική. Το σημαντικότερο, ωστόσο, είναι πώς δεν υποκαθιστά ούτε ακυρώνει την ανάγκη υπέρβασης του καπιταλισμού. Αντίθετα, έτσι θα αποδεικνύεται ότι η επαναστατική αλλαγή των όρων παραγωγής, εργασίας και ζωής είναι προϋπόθεση ώστε να επιβληθεί ένας τρόπος ζωής, προς επιβεβαίωση της διαλεκτικής σχέσης και αλληλοκαθορισμού παραγωγής – κατανάλωσης, όπου θα κυριαρχεί η αξία χρήσης. Η μεγιστοποίησής της μάλιστα δεν μπορεί να είναι εξατομικευμένη, παρά μόνο συλλογική… Στη βάση των παραπάνω ενδείκνυται, μεταξύ πολλών άλλων, η διεκδίκηση διεργασιών, υλικών και μεθόδων εξοικονόμησης ενέργειας με ταυτόχρονη απαγόρευση των ενεργοβόρων (όπως πχ η ενίσχυση των Μέσων Μαζικής Μεταφοράς και συσκευών με μεγάλη διάρκεια ζωής και αντίστοιχα η απαγόρευση κατοχής προσωπικής πισίνας, ΙΧ αυτοκινήτων που καταναλώνουν πάνω από ένα όριο, κ.λπ.), και η συστηματική προβολή των συνεπειών του άκρατου καταναλωτισμού.
Αντί συμπερασμάτων
Η συζήτηση για το ενεργειακό ζήτημα δεν μπορεί να γίνει αποκομμένη από το ευρύτερο κοινωνικό ζήτημα. Κι εδώ το ενεργειακό είναι το μερικό, δευτερεύων και ήσσονος σημασίας πρόβλημα, ενώ το συνολικό, πρωτεύων και μείζονος σημασίας πρόβλημα είναι το κοινωνικό: οι σχέσεις παραγωγής και ιδιοκτησίας που καθορίζουν σε διαλεκτική σχέση όλα τα άλλα ζητήματα. Τα σημεία συνάντησης και τομής του ενεργειακού και του κοινωνικού ζητήματος έτσι όπως τίθενται στην Ελλάδα το 2020 μετά από ένα υφεσιακό ρεκόρ που οδήγησε στην απώλεια του 26% του ΑΕΠ κι εντός ενός δεύτερου πανευρωπαϊκού ρεκόρ ύφεσης λόγω των μέτρων αντιμετώπισης του Covid-19 είναι δύο: Η πρώτη θέση που έχει η Ελλάδα στο σύνολο των κρατών μελών της ΕΕ με νοικοκυριά τα οποία έχουν απλήρωτους λογαριασμούς ρεύματος (ποσοστό 36% το 2018) και η τρίτη θέση που διατηρεί στο ποσοστό νοικοκυριών τα οποία αδυνατούν να διατηρήσουν το σπίτι ζεστό (23%). Πίσω από τις θλιβερές επιδόσεις της Ελλάδας κρύβεται: η άνοδος των τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος (λόγω μείωσης της συμμετοχής του λιγνίτη, αύξησης του ειδικού βάρους των ΑΠΕ και της κερδοσκοπίας) και η πτώση των εργατικών και λαϊκών εισοδημάτων. Κρύβεται επίσης η διάψευση των επαγγελιών που υποστήριζαν ότι η απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας, η ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ και η είσοδος των ιδιωτών θα μειώσουν τις τιμές. Αντί για αυτά έχουμε το 51% των νοικοκυριών να είναι ενεργειακά φτωχά, με κριτήριο τον αριθμό των νοικοκυριών που καταβάλλουν για λογαριασμούς ενέργειας άνω του 10% του ετήσιου εισοδήματός τους.
Στη βάση λοιπόν της αδυναμίας πρόσβασης ολοένα και περισσότερο νοικοκυριών στο αγαθό της ενέργειας όποιοι προτάσσουν εδώ και τώρα την απολιγνιτοποίηση προς όφελος ΑΠΕ και φυσικού αερίου λειτουργούν σαν Μαρίες Αντουανέτες του 21ου αιώνα που απέναντι στο πρόβλημα των κεριών που χρησιμοποιούν οι μαθητές για να διαβάσουν αντιπροτείνουν νέες ανεμογεννήτριες και ενεργειακές κοινότητες. Επιλέγοντας η κυβέρνηση να προωθήσει την απολιγνιτοποίηση πάση θυσία στην πράξη μας ζητά να παραμείνουμε στο σκοτάδι για να έχουμε «καθαρή» ενέργεια. Αυτό το δίλημμα πρέπει να το απορρίψουμε ως ανήθικο. Οι εργαζόμενοι μπορούν να έχουν και την ενέργεια που χρειάζονται στην τιμή που μπορούν να πληρώσουν και εκείνη την ποιότητα που απαιτείται ώστε να μειωθεί ή αποτραπεί η κλιματική αλλαγή. Αυτοί οι δύο στόχοι ή θα υλοποιηθούν από κοινού και ισορροπημένα ή η διάσωση του περιβάλλοντος θα υλοποιηθεί για μια ακόμη φορά σε βάρος των μισθών και της αξιοπρέπειας εκατοντάδων χιλιάδων εργαζομένων, που θα κληθούν να πληρώσουν το κόστος της μετάβασης.
Οι νέες, «πράσινες» στρατηγικές του κεφαλαίου για την ενέργεια δεν μπορούν να λύσουν τις αντιθέσεις του, δεν μπορούν να λύσουν το τρίπτυχο ενέργεια – εργασία – φύση χωρίς να παράγουν ανώτερες αντιθέσεις και καταστροφές. Η πανδημία του κορονοϊού αποτελεί μια μεγάλη προειδοποίηση για την ανάγκη αλλαγής του συστήματος και όχι του κλίματος και της φύσης.
Σήμερα, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, χρειάζεται μια ανάπτυξη της μαρξιστικής θεωρίας και η αναζήτηση μιας οικο-κομμουνιστικής αντίληψης που θα κατανοεί ότι ο πλανήτης και οι ενεργειακές πηγές είναι πεπερασμένες. Χρειάζεται ένας «κομμουνισμός του πεπερασμένου», όπως έγραψε ο Ευτύχης Μπιτσάκης.
Πέραν των όσων αναφέρονται στο τέλος κάθε ξεχωριστού κεφαλαίου προϋπόθεση για την οριστική λύση του ενεργειακού ζητήματος είναι η αποεμπορευματοποίηση του αγαθού της ενέργειας και η χρήση του εκτός των κανόνων της αγοράς με κριτήριο την ικανοποίηση των ανθρώπινων αναγκών και το σεβασμό στη φύση. Η κεντρική και δημόσια διαχείριση της ενέργειας στη βάση μακροχρόνιου σχεδιασμού και με γνώμονα το κοινωνικό συμφέρον μπορεί να εξασφαλίσει την αποφυγή της σπατάλης κι ότι η ενέργεια θα διανέμεται στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του.
Εντός αυτής της αναζήτησης, απαιτείται μια νέα προσέγγιση για τη χειραφέτηση της μισθωτής εργασίας και της επιστήμης από το κεφάλαιο σε ενότητα με τον αγώνα για την προστασία της φύσης από την καπιταλιστική – ανθρωπογενή καταστροφή της.
Το παρόν έργο είναι μια απόπειρα συνεισφοράς σε αυτήν την πολύχρονη προσπάθεια.
Παράρτημα
Οι χρήσεις γης σε παγκόσμιο επίπεδο κατανέμονται ως εξής: Καλλιεργήσιμη γη: 10%, μόνιμες σοδειές: 1%, μόνιμα βοσκοτόπια: 26%, δασικές περιοχές: 32%, αστικές περιοχές: 1,5% και άλλα: 30% (1993 εκτίμηση). Πηγή Wikipedia.
ΑΥΞΗΣΗ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΔΙΟΞΕΙΔΙΟΥ ΤΟΥ ΑΝΘΡΑΚΑ, Πηγή: NASA
ΑΥΞΗΣΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑΣ ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑΣ, Πηγή: NASA
Πίνακας 1. Ανεξόφλητοι λογαριασμοί ηλεκτρικού ρεύματος |
||||||||||
ΧΩΡΑ/ΕΤΟΣ |
2010 |
2011 |
2012 |
2013 |
2014 |
2015 |
2016 |
2017 |
2018 |
2019 |
Ευρωπαϊκή Ένωση – 28 χώρες |
9,1 |
9,0 |
9,9 |
10,2 |
9,9 |
9,1 |
8,1 |
7,0 |
6,6 |
: |
Ευρωζώνη – 19 χώρες |
7,4 |
7,5 |
7,9 |
8,1 |
8,6 |
8,4 |
7,3 |
6,1 |
6,0 |
: |
Βέλγιο |
5,8 |
6,0 |
6,1 |
5,0 |
5,8 |
5,1 |
5,0 |
4,1 |
4,5 |
: |
Βουλγαρία |
31,6 |
28,6 |
28,4 |
34,0 |
32,9 |
31,4 |
31,7 |
31,1 |
30,1 |
27,6 |
Τσεχία |
4,2 |
4,3 |
4,1 |
4,0 |
4,7 |
3,0 |
3,0 |
2,1 |
2,1 |
: |
Δανία |
3,2 |
3,4 |
3,5 |
3,6 |
4,6 |
3,4 |
2,5 |
3,5 |
5,1 |
3,6 |
Γερμανία |
3,5 |
3,9 |
3,4 |
3,6 |
4,2 |
4,0 |
3,0 |
2,8 |
3,0 |
: |
Εσθονία |
11,0 |
11,8 |
10,9 |
10,4 |
10,0 |
7,9 |
7,9 |
6,3 |
6,5 |
: |
Ιρλανδία |
12,6 |
14,8 |
17,4 |
17,9 |
18,2 |
15,2 |
11,9 |
9,9 |
8,6 |
: |
Ελλάδα |
18,8 |
23,3 |
31,8 |
35,2 |
37,3 |
42,0 |
42,2 |
38,5 |
35,6 |
: |
Ισπανία |
7,5 |
5,7 |
7,5 |
8,3 |
9,2 |
8,8 |
7,8 |
7,4 |
7,2 |
: |
Γαλλία |
7,1 |
7,1 |
6,7 |
6,2 |
6,3 |
5,9 |
6,1 |
6,1 |
6,4 |
: |
Κροατία |
28,0 |
27,5 |
28,9 |
30,4 |
29,1 |
28,7 |
25,3 |
21,0 |
17,5 |
: |
Ιταλία |
11,2 |
12,0 |
11,7 |
11,9 |
12,2 |
12,6 |
8,9 |
4,8 |
4,5 |
: |
Κύπρος |
16,3 |
16,9 |
18,4 |
21,9 |
20,5 |
20,1 |
15,4 |
13,7 |
12,2 |
: |
Λετονία |
22,5 |
23,4 |
22,4 |
20,7 |
19,6 |
16,7 |
13,2 |
11,9 |
11,6 |
8,7 |
Λιθουανία |
10,9 |
11,8 |
12,6 |
13,2 |
10,4 |
8,4 |
9,7 |
7,9 |
9,2 |
: |
Λουξεμβούργο |
2,1 |
2,2 |
2,2 |
3,1 |
3,2 |
2,4 |
4,0 |
1,7 |
3,6 |
: |
Ουγγαρία |
22,1 |
22,7 |
24,4 |
25,0 |
22,3 |
19,4 |
16,2 |
13,9 |
11,1 |
10,2 |
Μάλτα |
6,8 |
8,6 |
10,1 |
11,6 |
14,6 |
10,2 |
9,5 |
5,6 |
6,9 |
: |
Ολλανδία |
2,1 |
2,4 |
2,3 |
2,4 |
3,0 |
2,7 |
2,0 |
2,1 |
1,5 |
: |
Αυστρία |
4,4 |
4,0 |
3,8 |
4,6 |
3,5 |
3,5 |
4,2 |
3,6 |
2,4 |
: |
Πολωνία |
13,9 |
12,9 |
14,1 |
14,0 |
14,4 |
9,2 |
9,5 |
8,5 |
6,3 |
5,8 |
Πορτογαλία |
6,4 |
6,7 |
6,3 |
8,2 |
8,5 |
7,8 |
7,3 |
5,6 |
4,5 |
: |
Ρουμανία |
26,5 |
27,3 |
29,7 |
29,7 |
21,5 |
17,4 |
18,0 |
15,9 |
14,4 |
13,7 |
Σλοβενία |
18,0 |
17,3 |
19,3 |
19,7 |
20,3 |
17,5 |
15,9 |
14,3 |
12,5 |
: |
Σλοβακία |
9,6 |
6,4 |
5,8 |
5,9 |
6,1 |
5,7 |
5,7 |
5,5 |
7,9 |
: |
Φινλανδία |
6,9 |
7,8 |
7,9 |
8,4 |
7,9 |
7,5 |
7,7 |
7,8 |
7,7 |
7,8 |
Σουηδία |
5,2 |
4,6 |
4,3 |
4,7 |
3,6 |
3,2 |
2,6 |
2,2 |
2,2 |
: |
Ηνωμένο Βασίλειο |
5,6 |
5,0 |
8,9 |
8,7 |
7,2 |
7,0 |
5,7 |
5,0 |
5,4 |
: |
Ισλανδία |
7,0 |
7,5 |
7,0 |
7,5 |
7,5 |
6,6 |
6,0 |
: |
: |
: |
Νορβηγία |
6,3 |
6,9 |
4,6 |
4,5 |
3,1 |
3,2 |
2,4 |
3,0 |
2,7 |
: |
Ελβετία |
4,8 |
3,5 |
3,6 |
3,0 |
4,2 |
3,6 |
4,5 |
3,6 |
4,1 |
: |
Μαυροβούνιο |
: |
: |
: |
37,3 |
52,3 |
38,4 |
34,8 |
31,6 |
: |
: |
Βόρεια Μακεδονία |
39,3 |
36,2 |
38,9 |
39,6 |
38,8 |
40,1 |
41,0 |
38,6 |
36,9 |
: |
Σερβία |
: |
: |
: |
36,7 |
41,4 |
34,8 |
34,8 |
18,1 |
28,4 |
: |
Τουρκία |
: |
44,0 |
41,8 |
39,8 |
35,8 |
33,2 |
29,0 |
26,3 |
: |
: |
Τελευταία ενημέρωση |
06.05.20 |
|||||||||
Ημερομηνία ανάκτησης |
15.05.20 |
|||||||||
Πηγή δεδομένων |
Eurostat, – έρευνα EU-SILC [ilc_mdes07] |
Πίνακας 2. Αδυναμία διατήρησης του σπιτιού επαρκώς ζεστού |
||||||||||
ΧΩΡΑ/ΕΤΟΣ |
2010 |
2011 |
2012 |
2013 |
2014 |
2015 |
2016 |
2017 |
2018 |
2019 |
Ευρωπαϊκή Ένωση – 28 |
9,5 |
9,8 |
10,8 |
10,7 |
10,3 |
9,4 |
8,7 |
7,8 |
7,3 |
: |
Ευρωζώνη – 19 |
8,0 |
9,2 |
10,4 |
10,1 |
10,2 |
9,4 |
8,8 |
8,0 |
7,6 |
: |
Βέλγιο |
5,6 |
7,1 |
6,6 |
5,8 |
5,4 |
5,2 |
4,8 |
5,8 |
5,2 |
3,9 |
Βουλγαρία |
66,5 |
46,3 |
46,5 |
44,9 |
40,5 |
39,2 |
39,2 |
36,5 |
33,7 |
30,1 |
Τσεχία |
5,2 |
6,4 |
6,7 |
6,2 |
6,1 |
5,0 |
3,8 |
3,1 |
2,7 |
2,8 |
Δανία |
1,9 |
2,3 |
2,5 |
3,8 |
2,9 |
3,6 |
2,7 |
2,7 |
3,0 |
2,8 |
Γερμανία |
5,0 |
5,2 |
4,7 |
5,3 |
4,9 |
4,1 |
3,7 |
3,3 |
2,7 |
2,6 |
Εσθονία |
3,1 |
3,0 |
4,2 |
2,9 |
1,7 |
2,0 |
2,7 |
2,9 |
2,3 |
2,5 |
Ιρλανδία |
6,8 |
6,8 |
8,4 |
10,0 |
8,9 |
9,0 |
5,9 |
4,4 |
4,4 |
: |
Ελλάδα |
15,4 |
18,6 |
26,1 |
29,5 |
32,9 |
29,2 |
29,1 |
25,7 |
22,7 |
17,9 |
Ισπανία |
7,5 |
6,5 |
9,1 |
8,0 |
11,1 |
10,6 |
10,1 |
8,0 |
9,1 |
: |
Γαλλία |
5,7 |
6,0 |
6,0 |
6,6 |
5,9 |
5,5 |
5,0 |
4,9 |
5,0 |
6,2 |
Κροατία |
8,3 |
9,8 |
10,2 |
9,9 |
9,7 |
9,9 |
9,3 |
7,4 |
7,7 |
6,6 |
Ιταλία |
11,6 |
17,8 |
21,3 |
18,8 |
18,0 |
17,0 |
16,1 |
15,2 |
14,1 |
: |
Κύπρος |
27,3 |
26,6 |
30,7 |
30,5 |
27,5 |
28,3 |
24,3 |
22,9 |
21,9 |
21,0 |
Λετονία |
19,1 |
22,5 |
19,9 |
21,1 |
16,8 |
14,5 |
10,6 |
9,7 |
7,5 |
8,0 |
Λιθουανία |
25,2 |
36,2 |
34,1 |
29,2 |
26,5 |
31,1 |
29,3 |
28,9 |
27,9 |
26,7 |
Λουξεμβούργο |
0,5 |
0,9 |
0,6 |
1,6 |
0,6 |
0,9 |
1,7 |
1,9 |
2,1 |
: |
Ουγγαρία |
10,7 |
12,2 |
15,0 |
14,6 |
11,6 |
9,6 |
9,2 |
6,8 |
6,1 |
5,4 |
Μάλτα |
14,3 |
17,6 |
22,1 |
23,9 |
22,3 |
14,1 |
6,6 |
6,3 |
7,6 |
8,1 |
Ολλανδία |
2,3 |
1,6 |
2,2 |
2,9 |
2,6 |
2,9 |
2,6 |
2,4 |
2,2 |
2,9 |
Αυστρία |
3,8 |
2,7 |
3,2 |
2,7 |
3,2 |
2,6 |
2,7 |
2,4 |
1,6 |
: |
Πολωνία |
14,8 |
13,6 |
13,2 |
11,4 |
9,0 |
7,5 |
7,1 |
6,0 |
5,1 |
4,2 |
Πορτογαλία |
30,1 |
26,8 |
27,0 |
27,9 |
28,3 |
23,8 |
22,5 |
20,4 |
19,4 |
18,9 |
Ρουμανία |
20,1 |
15,6 |
15,0 |
14,7 |
12,9 |
13,1 |
13,8 |
11,3 |
9,6 |
9,3 |
Σλοβενία |
4,7 |
5,4 |
6,1 |
4,9 |
5,6 |
5,6 |
4,8 |
3,9 |
3,3 |
2,3 |
Σλοβακία |
4,4 |
4,3 |
5,5 |
5,4 |
6,1 |
5,8 |
5,1 |
4,3 |
4,8 |
7,8 |
Φινλανδία |
1,4 |
1,8 |
1,5 |
1,2 |
1,5 |
1,7 |
1,7 |
2,0 |
1,7 |
1,8 |
Σουηδία |
2,1 |
1,9 |
1,7 |
0,9 |
1,1 |
1,2 |
2,6 |
2,1 |
2,3 |
: |
Ηνωμένο Βασίλειο |
6,1 |
6,5 |
8,1 |
10,6 |
9,4 |
7,8 |
6,1 |
5,9 |
5,4 |
: |
Ισλανδία |
1,4 |
2,0 |
1,5 |
1,4 |
1,8 |
1,4 |
1,6 |
: |
: |
: |
Νορβηγία |
0,7 |
1,2 |
0,7 |
0,9 |
0,6 |
0,5 |
0,9 |
0,8 |
0,9 |
1,0 |
Ελβετία |
7,3 |
0,7 |
0,4 |
0,4 |
0,7 |
0,6 |
0,6 |
0,4 |
0,6 |
: |
Μαυροβούνιο |
: |
: |
: |
12,4 |
8,6 |
8,6 |
6,3 |
4,5 |
: |
: |
Βόρεια Μακεδονία |
28,8 |
26,7 |
26,8 |
26,4 |
26,1 |
23,4 |
25,7 |
24,0 |
24,9 |
: |
Σερβία |
: |
: |
: |
18,3 |
17,1 |
15,2 |
13,3 |
13,1 |
10,0 |
: |
Τουρκία |
: |
35,4 |
37,2 |
29,3 |
15,5 |
15,9 |
24,2 |
20,7 |
: |
: |
Τελευταία ενημέρωση |
06.05.20 |
|||||||||
Ημερομηνία ανάκτησης |
15.05.20 |
Πηγή: ΑΔΜΗΕ, μηνιαίο δεκτίο ενέργειας Μάρτιος 2020,
Το «διάγραμμα της πάπιας» όπως χαρακτηρίζεται λόγω του σχήματός της η καμπύλη ημερήσιας κατανάλωσης ενέργειας
Στο ακόλουθο διάγραμμα απεικονίζεται η απότομη μεταβολή της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από τα φωτοβολταϊκά
Βιβλιογραφία
Mackenzie D.,& Wajcman J. (2009) «Η κοινωνική διάπλαση της τεχνολογίας: Πώς το ψυγείο απέκτησε το βουητό του», σε: Πολιτική οικονομία του καπιταλισμού, εκδ. Κριτική, σελ. 351-389.
Ασαλουμίδης, Κ. και Πράσσος Στ. (2020), Περιβάλλον και ενέργεια – ο μύθος και η αλήθεια, 8 Μαρτίου,
Ασαλουμίδης, Κ. & Πράσσος, Στ. (2018), ΑΠΕ, λιγνίτης, φυσικό αέριο, εγκατεστημένη ισχύς και παραγωγή ενέργειας, 4 Φεβρουαρίου,
Βατικιώτης Λ. (2019), Ενεργειακή φτώχεια στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, εκδ. ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ,
Βατικιώτης Λ. (2020), Επιπτώσεις της μετάβασης στη μετα-λιγνιτική εποχή, εκδ. ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ,
Ζέρβας, Ε. (2011), Πράσινη ανάπτυξη ή μέσω της «πράσινης επιχειρηματικότητας» μόνο «επιχειρηματικότητα»; Ουτοπία, τ. 93, Ιανουάριος – Φεβρουάριος σελ. 65-77.
Ζέρβας, Ε. (2018), «Περιβάλλον: Υπάρχει ακόμη ελπίδα», σελ. 179-198, Περιλαμβάνεται σε: Έξοδος – Αδιέξοδος, Επιμ. Βατικιώτης, Λ. εκδ. Τόπος.
Κλάιν Ν. (2015) Αυτό αλλάζει τα πάντα, καπιταλισμός εναντίον κλίματος, εκδ. Α. Α. Λιβάνη
Μπιτσάκης Ε. (1984) Η φύση στη διαλεκτική φιλοσοφία, εκδ. Σύγχρονη Εποχή.
Παπακωνσταντίνου, Π. (2020), Άνθρωποι και ρομπότ – Οι προκλήσεις της τεχνητής νοημοσύνης, εκδ. Α. Α. Λιβάνη.
Πράσσος, Στ. (2020) Made in USA το νέο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), https://kokinokamini.blogspot.com/2020/02/ade-in-usa.html
Πρωτονοτάριος Γιάννης (2020), Ο σεισμικός κίνδυνος από τις έρευνες υδρογονανθράκων στο Ιόνιο, kommon, 12 Φεβρουαρίου,
Ρίφκιν Τζ. (2012), Η Τρίτη βιομηχανική επανάσταση, εκδ. Α.Α. Λιβάνη.
Φόστερ Τζ. Μπ. (2005), Οικολογία και καπιταλισμός, εκδ. Μεταίχμιο.
Φωτάκης Κ. (2018), Η Ελλάδα μπροστά στην 4η βιομηχανική επανάσταση, ΕΝΑ, https://bit.ly/3jjHFeY
ΔΕΗ, αποθέματα και Ποιότητα,
Ντοκιμαντέρ, οπτικά ντοκουμέντα
Planet of the humans, (2020) σε σκηνοθεσία Μάικλ Μουρ,
Η επιστροφή του Προμηθέα (2019), σε σκηνοθεσία Κ. Κατζουράκη και δημοσιογραφική έρευνα Λ. Βατικιώτη.
Εισηγήσεις από ημερίδα για την Ηλεκτρική Ενέργεια στην Κοζάνη, 26 Ιανουαρίου 2020, διοργάνωση Αριστερή Συμπόρευση για την ανατροπή στη Δυτική Μακεδονία
Κείμενο συζήτησης της πολιτικής κίνησης Σύγχρονο Κομμουνιστικό Σχέδιο για το ενεργειακό ζήτημα