15.1 C
Athens
Πέμπτη, 7 Νοεμβρίου, 2024

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Η Αθήνα Ελεύθερη , του Άλεξ Κάντζιας- Ρόντε

Η εισήγηση του Άλεξ Κάντζια Ρόντε ,ιστορικού και μέλους της Μετάβασης, στο ρεμπέτικο γλέντι του τομέα νεολαίας,  με αφορμή την απελευθέρωση της Αθήνας.

Στις αρχές του Φθινοπώρου του 1944 οι δυνάμεις του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ έχουν απελευθερώσει μεγάλα τμήματα της ηπειρωτικής χώρας, ενώ οι Γερμανοί έχουν αρχίσει να αποχωρούν από τα Βαλκάνια. Όλοι προετοιμάζονται πλέον για την επόμενη ημέρα.  Στις 14 Μάιου συγκροτείται το Εθνικό Συμβούλιο της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ), η «κυβέρνηση του βουνού» στην ελεύθερη Ελλάδα. Στις 17 με 20 Μάιου με το συνέδριο του Λιβάνου (και συμμετοχή αντιπροσωπίας της ΠΕΕΑ)  η κυβέρνηση εθνικής ενότητας υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου.

Στις 2 Σεπτεμβρίου η κυβέρνηση ορκίζεται ενώπιων του διαδόχου Παύλου. Στις 28/9 με την συμφωνία της Καζέρτας όλες οι αντάρτικες δυνάμεις τίθενται υπό τη διοίκηση του βρετανού υποστράτηγου Σκόμπι. Βάσει των συμφωνιών για το μοίρασμα των Βαλκανίων ο κόκκινος στρατός θα σταματήσει την προέλαση του στα σύνορα με την Βουλγαρία. Η διατήρηση της Ελλάδας στη δική τους σφαίρα επιρροής είναι κρίσιμη για τους Βρετανούς καθώς η χώρα μας έχει μεγάλη γεωστρατηγική σημασία βρισκόμενη σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι της ΝΑ. Μεσογείου αλλά και πάνω στο δρόμο που οδηγούσε στην Ινδία, βρετανική αποικία τότε

Στις 12 Οκτώβρη οι Γερμανοί φεύγουν από την Αθήνα. Την ίδια μέρα όπως και την επόμενη τεράστιες διαδηλώσεις συγκλονίζουν το κέντρο της πόλης. Στον Πειραιά οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ σώζουν το εργοστάσιο της ηλεκτρικής από την προσπάθεια των Γερμανών να το ανατινάξουν. Στις 15/10 κινητοποιείται για πρώτη φορά το πολυδιασπασμένο και αντιφατικό «εθνικό στρατόπεδο».     Η συσπείρωση του αντιεαμικού μπλοκ θα φέρει στην ίδια πλευρά δυνάμεις που κατά την διάρκεια της κατοχής μπορεί να είχαν έρθει ακόμα και σε ένοπλη αντιπαράθεση μεταξύ τους. Η διαδήλωση είναι τεράστια, απόδειξη του ότι και αυτό μπορεί να κινητοποιεί μεγάλες μάζες ανθρώπων.

Την ίδια μέρα συνεργάτες των Γερμανών που διαμένουν υπό περιορισμό στα ξενοδοχεία της Ομόνοιας αλλά διατηρούν τον οπλισμό του πυροβολούν ενάντια στην ΕΑΜική διαδήλωση σκοτώνοντας 7 και τραυματίζοντας δεκάδες. Το ΕΑΜ δεν θα απαντήσει σε αυτές τις προκλήσεις. Στις 18/10 ο Παπανδρέου μαζί με κλιμάκιο του βρετανικού στρατηγείου υπό τον Σκόμπι αποβιβάζονται στον Πειραιά. Στις 3 Νοεμβρίου οι τελευταίοι Γερμανοί εγκαταλείπουν την Ελλάδα. Εξαίρεση αποτελεί η Κρήτη όπου σε συνεννόηση με τους Άγγλους θα συνεχίσουν να διατηρούν τον έλεγχο του νησιού. Με την συνθηκολόγηση της Γερμανίας στις 9 Μαΐου 1945 τίθενται υπό τη συμμαχική διοίκηση και αφοπλίζονται μόλις στις 23 Ιούνιου.

Το ΚΚΕ που το 1940 ήταν μετά από τέσσερα χρόνια δικτατορίας ένα διαλυμένο κόμμα βρισκόταν τώρα να ηγεμονεύει ενός πελώριου και διαταξικού κινήματος που συσπείρωνε ένα πλατύ κοινωνικό φάσμα.  Το ΕΑΜ είχε συσπειρώσει γύρω του ευρεία τμήματα των λαϊκών στρωμάτων της πόλης και της υπαίθρου, σημαντικό τμήμα της μεσαίας τάξης αλλά και ορισμένους αστούς. Στις νέες συνθήκες όμως δεν ήταν καθόλου δεδομένο πως όλος αυτός ο κόσμος που είχε συμμετάσχει στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα θα συνέχιζε να το υποστηρίζει καθώς δεν είχε τα ίδια συμφέροντα – επεδίωκε άρα το ίδιο πολιτικό σύστημα. Η διατήρηση της ενότητας του μετώπου ήταν άρα δύσκολη και οι αντιφάσεις αυτές διαπερνούσαν και την ίδια την ηγεσία του.

Μεγάλο πρόβλημα αποτελούσε το γεγονός ότι οι δυνάμεις του ΕΑΜ δεν έλεγχαν όλη την Ελλάδα: εκτεταμένες περιοχές της Ηπείρου, της Μακεδονίας και της Θράκης, πολλά νησιά και βέβαια την Κρήτη. Στην Αθήνα όπου η κύρια πτυχή του αγώνα υπήρξαν οι μαζικές διαδηλώσεις και απεργίες και όχι το ένοπλο ο ΕΛΑΣ διέθετε κυρίως ελαφρύ οπλισμό και οι κύριες δυνάμεις του, βάσει των συμφωνιών, δεν θα περάσουν τα σύνορα της Αττικής. Η διατήρηση των κοινωνικών συμμαχιών έπρεπε να συνδυαστεί με την ανάληψη κυβερνητικών ευθυνών, όπως πχ την εγγύηση της τροφοδοσίας και της καταβολής των μισθών των κρατικών υπαλλήλων και την επανεκκίνηση της οικονομικής δραστηριότητας, που σύντομα θα το φέρουν αντιμέτωπο και με την υιοθέτηση αντιλαϊκών μέτρων.

Παράλληλα καλούνταν να περιορίσει τη διάθεση και τις πρακτικές αντεκδίκησης που προέρχονταν ιδίως από τα πιο λαϊκά στρώματα, τα οποία είχαν υποφέρει και περισσότερο κατά την διάρκεια της Κατοχής. Τα οράματα πολλών, ιδίως της νεολαίας,  υπερέβαιναν τις κομματικές επιλογές για συνεργασία με τις αστικές δυνάμεις, βάσει και των επιθυμιών της Μόσχας αλλά και των αναλύσεων περί της «καθυστέρησης» και της «εξάρτησης» του ελληνικού καπιταλισμού και την ανικανότητα της εργατικής τάξης να επιβάλλει τη δικιά της εξουσία πριν την ολοκλήρωση της «δημοκρατικής επανάστασης». Ειδικά μέσα στις γειτονιές των προσφύγων είναι που εντοπίζεται το ριζοσπαστικότερο κομμάτι του κινήματος που επεδίωκε η σύγκρουση να πάει μέχρι τέλους.

Η κλιμάκωση της βίας παρατηρείται ήδη από την  τελευταία φάση της Κατοχής όπου τα δύο στρατόπεδα αρχίζουν συστηματικά να εκκαθαρίζουν τους αντιπάλους τους, συχνά επιλύοντας με αυτό το προκάλυμμα και προσωπικές διαφορές.  Σε αντίθεση με μια αφήγηση που θέλει να εμφανίσει την βία που άσκησαν οι αριστερές αντιστασιακές οργανώσεις ως «κομμουνιστική ανταρσία» ή «ελληνική ανωμαλία» στην πραγματικότητα οργανώσεις σαν την ΟΠΛΑ (Οργάνωση Προστασίας Λαϊκών Αγωνιστών) που έδρασε στην Αθήνα υπήρξαν σε όλη την κατεχόμενη Ευρώπη και δεν ήταν δημιούργημα αποκλειστικά της κομμουνιστικής αντίστασης.

Η Ελλάδα ήταν μια σε πολλαπλά επίπεδα βαθιά διαιρεμένη και τραυματισμένη κοινωνία που έπρεπε να βρει τον τρόπο πως θα προχωρήσει. Η χώρα είχε υποστεί εκτεταμένες καταστροφές στις υποδομές και τις παραγωγικές τις μονάδες, η μαύρη αγορά ακόμα ανθούσε, η ανεργία ήταν υψηλή και η εξάρτηση από την ξένη, βρετανική, επισιτιστική βοήθεια ζωτικής σημασίας για τους κατοίκους των πόλεων. Η πλειοψηφία του πληθυσμού που τόσο είχε υποφέρει περίμενε μια  άμεση βελτίωση του βιοτικού του επιπέδου. Η Αθήνα ήταν άλλωστε η μόνη κατεχόμενη πόλη που είχε βιώσει πραγματική λιμοκτονία, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είχαν πεινάσει όλοι οι κάτοικοι της το ίδιο.

Ήταν σε μεγάλο βαθμό αυτή η εμπειρία του λοιμού που όξυνε τις ταξικές διαφορές και το ταξικό μίσος. Αλλά και τα μπλόκα κατά τους τελευταίους μήνες της Κατοχής, η κύκλωση δηλαδή ολόκληρων συνοικιών, κυρίως προσφυγικών,  από τους Γερμανούς και – κυρίως – από τους Έλληνες συνεργάτες τους για τον εντοπισμό μελών του ΕΑΜ αλλά και την διαλογή εργατών για τα εργοστάσια της Γερμανίας είχε ορίσει γεωγραφικά το πεδίο της σύγκρουσης μεταξύ των προσφυγικών – λαϊκών από τη μια και των μεσοαστικών –αστικών συνοικιών από την άλλη.

Σε αντίθεση με απλουστευτικές αφηγήσεις περί «ενότητας όλων των Ελλήνων» η συνεργασία με τον κατακτητή, αυτό που ονομάστηκε «δοσιλογισμός», υπήρξε όπως άλλωστε και σε όλη την Ευρώπη, ένα εκτεταμένο φαινόμενο. Εργολάβοι, μεγαλομαυραγορίτες, ανωτέρα στελέχη του κρατικού μηχανισμού, μέλη των σωμάτων ασφαλείας, όλοι εκείνοι που είχαν πλουτίσει από την εξόντωση των ελλήνων Εβραίων, το ξεπούλημα των περιουσιών και τη ληστρική ανακατανομή πλούτου δημοσιογράφοι και καιροσκόποι, γυναίκες που είχαν συνάψει ερωτικές σχέσεις με τον εχθρό κλπ συγκροτούσαν μια μεγάλη κατηγορία ανθρώπων που είχαν στιγματιστεί για τις σχέσεις τους με τους κατακτητές.

Για αυτούς τους ανθρώπους η ισχυροποίηση του ΕΑΜ και η προέλαση του κόκκινου στρατού αποτελούσε έναν θανάσιμο κίνδυνο. Ο φόβος της τιμωρίας, της αντεκδίκησης και της απώλειας του πλούτου και των προνομίων που είχαν αποκτήσει κατά την διάρκεια της Κατοχής τους έσπρωχνε να συσπειρωθούν γύρω από τον αγγλικό παράγοντα. Σε  αυτούς έρχονταν να προστεθούν τα τμήματα των ανώτερων στρωμάτων που είχαν κρατήσει παθητική στάση ή είχαν καταφύγει στο εξωτερικό έχοντας έτσι απαξιωθεί στα μάτια της πλειοψηφίας του λαού.

Όμως την στιγμή της απελευθέρωσης το ΕΑΜ απέτυχε να μετασχηματιστεί από εθνικοαπελευθερωτικό σε πολιτικοκοινωνικό – εργατολαΐκό μέτωπο και να καταλάβει την κρίσιμη στιγμή της αποχώρησης των Γερμανών την εξουσία. Και πολύ σύντομα η προσπάθεια συμβιβασμού με τις αστικές δυνάμεις και τον αγγλικό ιμπεριαλισμό, απλά με την άσκηση πίεσης για την τήρηση των συμφωνιών όταν αυτές παραβιάζονταν, οδηγήθηκε στην ήττα. Η λευκή τρομοκρατία που είχε, ιδίως στην ύπαιθρο, αρχίσει να εξαπολύεται ενάντια στον κόσμο της Αντίστασης και η σύγκρουση του Δεκέμβρη θα θέσουν ακόμα πιο επιτακτικά το ζήτημα της επαναστατικής βίας και της ανάγκης ρήξεων. Ο δρόμος της ένοπλης σύγκρουσης ήταν πλέον αναπόφευκτος.

Ενδεικτική βιβλιογραφία:

– Μενέλαος Χαραλαμπίδης: Η εμπειρία της Κατοχής και της Αντίστασης στην Αθήνα

– Μενέλαος Χαραλαμπίδης: Οι δοσίλογοι. Ένοπλη, πολιτική και οικονομική συνεργασία στα χρόνια της Κατοχής.

– Ιάσονας Χανδρινός: Το τιμωρό χέρι του λαού. Η δράση του ΕΛΑΣ και της ΟΠΛΑ στην κατεχόμενη πρωτεύουσα 1942 – 1944.

– Τασούλα Βερβενιώτη: Η γυναίκα της αντίστασης.

– Θανάσης Χατζής: Οι ρίζες της εθνικής αντίστασης.

– Θανάσης Χατζής: Η νικηφόρα επανάσταση που χάθηκε. (4τομο)

– Τάσος Κωστόπουλος: Κόκκινος Δεκέμβρης. Το ζήτημα της επαναστατικής βίας.

– Γεωργούλας Μπέικος: Η λαϊκή εξουσία στην ελεύθερη Ελλάδα. (2τομο)

– Γιάννης Σκαλιδάκης: Η Ελεύθερη Ελλάδα. Η εξουσία του ΕΑΜ στα χρόνια της Κατοχής (1943 – 44)

– Συλλογικό: Η εποχή των ρήξεων. Η ελληνική κοινωνία στη δεκαετία του 1940.

– Δημήτρης Κουσουρής: Δίκες των δοσίλογων. Δικαιοσύνη, συνέχεια του κράτους και εθνική μνήμη.

– Πέτρος Φύτρος: Ελληνική Πολιτεία 1941-42. Το κράτος υπό ξένη κατοχή.

– Ανδρέας Μπάλλας: Σαν ξυπνήσαν τα μουλάρια και πετάξαν τα σαμάρια. Το αντιστασιακό      κίνημα στη Λέσβο (1941 – 1945).

 

0ΥποστηρικτέςΚάντε Like

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ ΣΥΝΤΑΚΤΗ

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ