22.3 C
Athens
Σάββατο, 27 Σεπτεμβρίου, 2025

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Οι Οιδίποδες και η (μη) διαλεκτική! – του Θανάση Σκαμνάκη

 

Έχει γίνει κοινοτοπία να λέμε ότι ζούμε σε περίεργους καιρούς. Σχεδόν το έχουμε συνηθίσει, αν και μας προκαλεί συχνά απορία το ότι βρισκόμαστε αντιμέτωποι με την απαξίωση της σκέψης, της αναζήτησης, της έρευνας και βλέπουμε την επιβολή προσώπων όπως ο Τραμπ, ο Νετανιάχου, ο Ζελένσκι…

Απέναντι σε μια πολύπλοκη και πολυποίκιλη πραγματικότητα, η κυρίαρχη σκέψη προτείνει μια απλοϊκή προσέγγιση, ένα μαύρο ή άσπρο, ένα απλουστευτικό σχήμα ερμηνείας, που ευνοεί και ενθαρρύνει την ανάδειξη στην πολιτική, στη δημοσιογραφία, ακόμη και στην τέχνη και την επιστήμη, μανιχαϊστικών σχημάτων. Το απλουστευτικό στη θέση του απλού. Το μονοσήμαντο στη θέση του ουσιαστικού και πολύπλευρου. Ο  Μερτς στη θέση του Βίλλυ Μπραντ, ο Μακρόν στη θέση του Ντε Γκολ, ο Πλεύρης στη θέση του Γεννηματά,  (παίρνω ονόματα του αστικού πολιτικού πανθέου για να κάνω πιο ευκρινή την αντίφαση).

Υπό αυτό το πρίσμα, η υπεράσπιση και η επιμονή στην αναζήτηση του βάθους των πραγμάτων και των σχέσεων συνιστά πρώτου μεγέθους πράξη αντίστασης.

Σε αυτό το περιβάλλον είναι αναγκαίο να ξαναμιλήσουμε για τη διαλεκτική σκέψη. Για το σύστημα των αντιθέτων που συγκρούονται, συντίθενται και ξανασυγκρούονται, σε μια διαρκή κίνηση της σκέψης και της ζωής, όπου εκείνο το οποίο κυριαρχεί κάθε φορά στο χρόνο και στον τόπο είναι συγκεκριμένο, για να αναιρεθεί εν συνεχεία, όπου το φαινόμενο δεν είναι η αλήθεια, αλλά έκφραση της στιγμής του πράγματος και η ουσία του βρίσκεται εντός και στο βάθος, αποτελούμενη από τις διαλεκτικές του αντιθέσεις και σχέσεις.

Πρόκειται για μια παλιά υπόθεση που μας κληροδότησε η κλασική ελληνική αρχαιότητα.

Η κατάκτηση της διαλεκτικής σκέψης της αρχαιότητας έδωσε θεούς οι οποίοι δεν ήσαν φορείς της μοναδικής αλήθειας, ευάλωτους και τρωτούς, με πάθη και αμφιβολίες.

Ή ίσως, η κατασκευή τέτοιων θεών με αυτά τα χαρακτηριστικά και τις αντιθέσεις συνέβαλε αποφασιστικά στην εγκατάσταση της διαλεκτικής σκέψης.

Έτσι τους απεικόνισε και η τραγωδία.

Ο χριστιανισμός, με το ίδιο τρόπο που γκρέμισε τους αρχαίους ναούς και πάνω τους έχτισε εκκλησίες – μερικές φορές με τις ίδιες πέτρες και μάρμαρα – κατεδάφισε τη διαλεκτική σκέψη και, επί είκοσι περίπου αιώνες, επέβαλε την «παρηγορητική» εκδοχή της μιας αλήθειας.

Ο Θεός είναι παντοδύναμος εκεί πάνω, ο παντεπόπτης που ορίζει τη ζωή, η οποία ζωή έχει μόνο δυο όψεις, αδιάκοπα συγκρουόμενες ανειρήνευτα, το καλό και το κακό. Όπως ορίζεται το καθένα από τους εκπροσώπους του Θεού επί της γης, δηλαδή την εκκλησιαστική εξουσία. Όπου το κακό έχει μόνο νόημα να ορίσει την αξία του καλού.

Η άποψη αυτή συντέλεσε στην επικράτηση του θρησκευτικού σκοταδισμού, ο οποίος επανέρχεται με σφοδρότητα και σήμερα, και όχι μόνο στον μουσουλμανικό κόσμο (που έλκει την καταγωγή του από τον χριστιανισμό).

Φυσικά ο «δυτικός» πολιτισμός αναπτύχθηκε καθώς οι αντιθέσεις της πραγματικότητας δεν μπορούν να καθηλωθούν από κανένα ιερατείο, πολιτικό, οικονομικό ή εκκλησιαστικό. Και ξαναβρήκε τη μεγάλη σημασία της διαλεκτικής σκέψης με τον Χέγκελ και εν συνεχεία με τον Μαρξ και τους λοιπούς φιλοσόφους, οι οποίοι και ανακάλυψαν τους νόμους της διαλεκτικής κίνησης της ιστορίας.

Κι ύστερα από είκοσι αιώνες, ζώντες μια περίοδο παρακμής, ξαναζωντανεύουν τα φαντάσματα του παρελθόντος, του ενός και μοναδικού, και τιμωρού και επιτιμητή Θεού. Με όσα το ακολουθούν. Οι αυτοκρατορίες του καλού εναντίον εκείνων του κακού, όπως τις ανέδειξε ο Τζορτζ Μπους νεότερος, ο Τραμπ, η αμερικάνικη ολιγαρχική σκέψη. Από τη μια η αλήθεια και από την άλλη οι ένοχοι του κόσμου, τους οποίους καλείται να τιμωρήσει το χέρι του αμερικανικού (και ισραηλινού) θεού. Οι ακροδεξιές και φασιστικές απλοποιήσεις, οι ξένοι είναι ο φορέας του κακού. Οι μανιχαϊστικές  αντιλήψεις που επεκτείνονται επικίνδυνα και διαβρώνουν τη σκέψη και την κοινωνία.

Υπό αυτή την έννοια μπορώ να αξιολογήσω ένα δείγμα από το χώρο της τέχνης, την απόπειρα του Γιάννη Χουβαρδά να ενώσει τους δυο Οιδίποδες (Οιδίπους τύραννος και Οιδίπους επί Κολωνώ) σε μια παράσταση υπό τον τίτλο: «Οιδίποδες, Η ιστορία μιας μεταμόρφωσης από το σκοτάδι στο φως», που παίχτηκε στην Επίδαυρο και αλλού και για την οποία βρίσκω εξαιρετικά εύστοχη την κριτική της Όλγας Μοσχοχωρίτου.

Ουσιαστικά ο Χουβαρδάς, και πριν από αυτόν ο Γερμανός  Urlich Rasche με την Αντιγόνη, δεν καταθέτουν απλώς μια προσωπική ματιά στις τραγωδίες αλλά  αναιρούν την ουσία τους. Καταργούν τη διαλεκτική και γυρίζουν τη σκέψη ξανά στις απαρχές του σκότους της. Μπροστά σε αυτό ο μεσαίωνας είναι μια φωτεινή εποχή (και δεν το γράφω καθ’ υπερβολή, καθώς τότε ήταν που έγιναν οι σπουδαίες συλλήψεις, και στην επιστήμη, και στη φιλοσοφία και στη θεολογία, οι οποίες έτεκαν την Αναγέννηση, και η οποία με τη σειρά της είχε τα δικά της σκοτάδια).

Ακολουθεί μεταμοντέρνες προσεγγίσεις, οι οποίες «αποδομώντας» την αφήγηση, σκορπίζουν τα κομμάτια της και τα ανασυναρμολογούν χωρίς έρμα, χωρίς ειρμό και χωρίς συνέπεια, σε αυθαίρετες απλοποιημένες σχέσεις, μανιχαϊστικού τύπου.

Σύμφωνα με τη διάσημη θέση του Φρέντρικ Τζέιμσον, ο μεταμοντερνισμός είναι η «πολιτισμική λογική του ύστερου καπιταλισμού». Όπως έλεγε, στο μεταμοντέρνο σκηνικό επικρατεί το pastishe και οι τάσεις αναβίωσης. Εν τέλει καταργείται η ενότητα και οι αντιθέσεις του όλου, το οποίο αποσυνθέτει σε τμήματα που δεν έχουν συνοχή και ισχυρή σχέση μεταξύ τους.

Ποια ανάγκη έφερε αυτή την προσέγγιση από τον δημιουργό; Διασκεύασε κατ’ ουσίαν δυο τραγωδίες και σκηνοθέτησε αυθαιρετώντας ως προς το κείμενο, οδηγώντας σε μια κάθαρση που ουδεμία σχέση έχει τόσο με τις δυο, όσο και με όλες τις τραγωδίες, ούτε προφανώς με την διαλεκτική αναζήτηση της εποχής εκείνης και πολύ περισσότερο της σημερινής, απλώς ακολουθεί το ρεύμα που προανέφερα.

Ο σκηνοθέτης-διασκευαστής, όπως έδειξε και η Όλγα Μοσχοχωρίτου στην κριτική της, έχει αποφασίσει να μας πείσει για το χριστιανισμό ανεξαρτήτως δόγματος, οπότε τα τελετουργικό των καθολικών και των ορθόδοξων αναμειγνύονται μεταξύ τους και συνδέονται με μια δόση προτεσταντικής ιδέας για την αμαρτία.

Έτσι, η μεταμόρφωση από το σκοτάδι στο φως είναι «η εκπλήρωση του λόγου του Θεού». Του χριστιανού Θεού.

Όπως ο ίδιος αναφέρει έχουμε να κάνουμε με θρησκευτικά δράματα!

Αν είναι έτσι,  τι δουλειά έχει το αρχαίο δράμα, σε έναν τέτοιο χάος;

Η περίπτωση δεν είναι μοναδική, αλλιώς θα αρκούσε μια θεατρική κριτική. Δεν πρόκειται για μια κάποια ιδεοληψία. Συγκροτεί τμήμα  μιας κυρίαρχης τάσης και συνιστά δείγμα της, είτε το ήθελε αυτό ο σκηνοθέτης είτε όχι.

0ΥποστηρικτέςΚάντε Like

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ ΣΥΝΤΑΚΤΗ

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ