13.9 C
Athens
Τετάρτη, 24 Δεκεμβρίου, 2025

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Μαρ. Τζιαντζή: Τα παιδιά του Νοέμβρη – του Θανάση Σκαμνάκη

Ιστορίες του Νοέμβρη είναι το καινούργιο βιβλίο της Μαριάννας Τζιαντζή (εκδόσεις Καστανιώτη) και κυκλοφόρησε ακριβώς τις ημέρες που τα παιδιά εκείνα είχαν τη γιορτή τους, τα 52α γενέθλια. Ωστόσο δεν είναι μόνο για το τότε, συνεπώς δεν είναι για γενέθλια, αλλά για τις διαρκείς γιορτές της αναζήτησης, τωρινής και παντοτινής. Οπότε είναι και χριστουγεννιάτικο και πρωτοχρονιάτικο και πρωτομαγιάτικο, και… παντός καιρού – όχι σαν κόμμα που θέλει να αγνοεί την πραγματικότητα, αλλά ως πραγματικότητα που δεν αγνοεί τα κόμματα, αλλά και αγνοεί όσα δεν της κάνουν!

Είναι χωρισμένο σε δυο μέρη. Το πρώτο είναι διηγήματα. Τα πιο πολλά καινούργια και μερικά, λίγα, δημοσιευμένα ήδη. Το δεύτερο, είναι χρονογραφήματα, σχόλια, σημειώματα, μικρά άρθρα. Εδώ κατά μεγάλη πλειοψηφία υπερτερούν τα ήδη δημοσιευμένα. Σε εφημερίδες, κυρίως στο ΠΡΙΝ, και ιστοσελίδες.

Είναι ένα ασύνειδος απολογισμός. Άλλου όμως είδους. Εδώ η Μαριάννα Τζιαντζή μιλάει όχι για «πρωταγωνιστές». Εξ άλλου για αυτούς έχουν μιλήσει πολύ και οι άλλοι και οι ίδιοι. Μιλάει για τους άλλους. Μηχανόβιους που σήκωσαν το κεφάλι τους και είδαν μια άλλη προσδοκία. Παιδιά των μηχανουργείων που δεν είχαν διαβάσει Μαρξ και δε συζητούσαν ολημερίς για τη δικτατορία. Αόρατους ανθρώπους που άνοιξαν ή δεν άνοιξαν τις πόρτες τους εκείνη τη σκληρή νύχτα.

Για όλους εκείνους που πήραν μέρος και δεν διεκδίκησαν για μετά τίποτα, παρά μονάχα την ηθική τους συνείδηση.

Δεν είναι ένα χρονικό. Είναι ο αναφορά στον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι δημιούργησαν ή υποδέχτηκαν ένα μεγάλο γεγονός που ούτως ή άλλως τους ξεπερνούσε. Και δεν είναι μόνο για το Πολυτεχνείο που έγινε αλλά για εκείνα που έπονται.

Υπό αυτό το πρίσμα ιδωμένα τα γεγονότα παίρνουν άλλη διάσταση. Πιο πραγματική από το μύθο  των επετείων. Σε ανθρώπινες διαστάσεις.

Με λέξεις που προσφέρουν ζεστασιά, τρυφερότητα, μια απανεμιά ή το άγγιγμα ενός φτερού, αλλά και μια ειδοποίηση, πως δεν έχουν τελειώσει όλα αυτά.  Πως κάπου, όπως γράφει, ένας Κ. ή ένας Ιβανόης – ψευδώνυμο ή ειρωνεία ή ενθύμηση; – έχει κανονίσει ένα συνωμοτικό ραντεβού.

Κέντημα σκέψεων που αν τις συνδέσεις θα ανακαλύψεις ένα μανιφέστο ποιητικού βάθους και πολιτικής εμβέλειας για το Πολυτεχνείο του τότε και τα Πολυτεχνεία του σήμερα, τους διαρκούς σήμερα.

Όλες οι συζητήσεις που κάνουμε χρόνια τώρα, οι απορίες, οι ερωτήσεις και ορισμένες απαντήσεις, τι ακριβώς ήταν το Πολυτεχνείο τότε και τι εκφράζει σήμερα; Τι νίκησε και τι ζει;

Σταχυολογώ, για να γίνω πιο σαφής:

«Το Πολυτεχνείο ζει; Ζει, αλλά δεν είναι εδώ. Κι αυτοί που είναι εδώ, που ποζάρουν και χαίρονται, στην πραγματικότητα δεν ζουν. Το Πολυτεχνείο δεν χρειάζεται συντήρηση, ούτε κάψουλες νοσταλγίας. Το πιο δύσκολο, αλλά και όμορφο εγχείρημα είναι να ανακαλύψουμε τα Πολυτεχνεία του σήμερα, εκείνες τις εφήμερες λάμψεις που όμως ζητάνε τα πάντα… Ζούσαμε σε μια εποχή διαχωριστικών γραμμών και, από μια άποψη, αυτό μας άρεσε και μας βόλευε… Μήπως αυτά που θεωρούσαμε διαχωριστικές γραμμές ήταν, στην πραγματικότητα, γραμμές σύγκλισης, νήματα που μας τραβούσαν, μας καθυπότασσαν στο παρελθόν, μας ενσωμάτωναν στον παλιό κόσμο που θέλαμε ν’ αλλάξουμε; … Υπήρχαν φωνές που μας προειδοποιούσαν “ελευθερία ανάπηρη πάλι σας τάζουν”, όμως αυτές πνίγηκαν μέσα στην αντιδικτατορική σούπα… Οι πρωτοπορίες κάθε εποχής έχουν την τάση να μεταθέτουν τα όρια προς τα μπρος, αλλά και οι κατεστημένες δυνάμεις κάθε εποχής έχουν τη δύναμη να μεταθέτουν τα ίδια όρια προς τα πίσω».

«Ίσως το πιο σοβαρό είναι το γεγονός ότι το Πολυτεχνείο, δυστυχώς, δεν επισκιάστηκε από κάτι άλλο, ότι δεν ξεχάστηκε – και όχι επειδή κρίθηκε μικρό αλλά επειδή δεν το διαδέχτηκε κάτι μεγαλύτερο κι αλλιώτικο. Το κακό με τη λεγόμενη γενιά του Πολυτεχνείου είναι ότι το Πολυτεχνείο παραμένει το στερνοπούλι της… Ασφαλώς η επαναστατική υπογεννητικότητα δεν είναι μόνο τοπικό φαινόμενο… Το Πολυτεχνείο ήταν ένας επαναστατικό σπασμός, μια φευγαλέα λάμψη από ένα μέλλον που ακόμα δυσκολευόμαστε να το φανταστούμε. Κι αυτό που επαναλαμβάνεται κάθε Νοέμβρη, εδώ και 25 χρόνια, δεν είναι η πορεία “από” το Πολυτεχνείο “προς” το κτίριο της αμερικανικής πρεσβείας, αλλά η πορεία “προς” κάποιο άλλο Πολυτεχνείο, που ακόμα δεν γνωρίζουμε τις συντεταγμένες του. Πορεία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, καθώς η αφετηρία της είναι ακόμα πιο άγνωστη από το τέρμα της».

«Το Πολυτεχνείο δεν ανήκει σε εκείνους που το επικαλούνται σαν αιώνιο άλλοθι ούτε σ’ εκείνους που βιάζονται να το θάψουν. Δεν ανήκει καν στην εποχή του. Κανείς δεν μπορεί να το νεκροστολίσει, γιατί απλά το πτώμα του δεν βρέθηκε, δεν θα βρεθεί ποτέ, το πήρε ο Άγγελος της Ιστορίας».

Ύστερα από τόσα χρόνια η απόσταση κατασκευάζει ήρωες και ηρωισμούς, εκεί που δεν ήταν παρά καθημερινές πράξεις της εποχής τους, η οποία ούτως ή άλλως με τα μάτια του σήμερα φαίνεται παράταιρη. Ίσως να έχουμε ανάγκη από ήρωες σήμερα, μήπως ανακουφιστούμε λίγο μ’ αυτή την ένδεια ανιδιοτελούς προσφοράς. Αλλά η Μαριάννα Τζιαντζή δεν ψάχνει ήρωες στα παιδιά της εποχής της. Επιφυλάσσει μια τρυφερότητα προς όλους:

«Στην Ασφάλεια και στο ΕΑΤ-ΕΣΑ πολλοί δεν άνοιξαν το στόμα τους, κάποιοι λύγισαν, κάποιοι προσπάθησαν ν’ αντέξουν τα βασανιστήρια έστω για μια δυο μέρες, ελπίζοντας  ότι σ’ αυτό το διάστημα οι άλλοι θα εγκατέλειπαν τη γιάφκα, θα εξαφανίζονταν, κάποιοι έδωσαν ονόματα, κάποιοι κάτι υπέγραψαν, κάποιοι στάθηκαν απρόσεκτοι ή επιπόλαιοι. Πριν όμως τεντώσουμε το δάχτυλο, ας αναλογιστούμε ότι αυτοί που έσπασαν, σαν ρόδι ριγμένο στο τσιμέντο της αυλής ή σαν γυάλινο ποτηράκι της ρακής, ήταν εικοσάχρονα παιδιά, το πολύ λίγα χρόνια μεγαλύτερα».

Αλλά τρυφερότητα και για εκείνους που δεν βοήθησαν, δεν μπόρεσαν, δεν θέλησαν, δεν…

«Στη ζυγαριά της Ιστορίας, μια ανοιχτή πόρτα βαραίνει πιο πολύ από χιλιάδες σφραγισμένες. Οι αφανείς που άνοιξαν ή μισάνοιξαν τον πόρτα τους, οι “τακτοποιημένοι” και οι άσχετοι, είναι κομμάτι της ιστορίας του Πολυτεχνείου, όχι λιγότερο ένδοξο από εκείνο που γράφτηκε στα κάγκελα, στους δρόμους, στο προαύλιο. Ακόμα και το μετέωρο βήμα του νοικοκύρη, που αγγίζει το σύρτη και πάλι μετανιώνει, είναι πιο ενδιαφέρον από τα στερεότυπα περί “παλλαϊκής αντίστασης” ή περί παλλαϊκής απουσίας. Το Πολυτεχνείο ήταν ξεσκούφωτο και ξυπόλητο, χειροποίητο και ανορθόγραφο, με συνθήματα και τραγούδια ανακατεμένα – και σ’ αυτό έγκειται η ομορφιά του. Μια ομορφιά που εκείνη την εποχή τρόμαζε. Λίγοι την αντίκρισαν κατάματα».

0ΥποστηρικτέςΚάντε Like

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ ΣΥΝΤΑΚΤΗ

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ