Η φύση του ανθρώπου, τόνιζε, είναι το σύνολο των ανθρωπολογικών ιδιοτήτων αλλά και δυνατοτήτων που συνιστούν την ολότητα του σε μια δεδομένη ιστορική περίοδο, είναι αυτή η σχέση δυνατότητας και πραγματικότητας.
Η δε ουσία του ανθρώπου είναι το σύνολο των κοινωνικών του σχέσεων και των σχέσεων του με τη φύση, το σύνολο του ψυχικού και πνευματικού του περιεχομένου, όπως αυτά πραγματώνονται στο εσωτερικό των κοινωνικών σχέσεων στις οποίες είναι ενταγμένο το άτομο καθώς και βασικών βιολογικών χαρακτηριστικών του.
Αλλά ο άνθρωπος αλληλεπιδρά με την κοινωνία και τη φύση, τις μεταβάλλει.
Το αποτέλεσμα είναι ο άνθρωπος «να είναι» και ταυτόχρονα «να γίνεται».
Να συγκροτείται ως προσωπικότητα στην πορεία της ιστορίας.
Κι έτσι οι περιπέτειες της ιστορίας γίνονται και περιπέτειες της εξελισσόμενης ανθρώπινης προσωπικότητας.
Αυτός είναι ο Γιώργος Μανιάτης.
Ενσάρκωνε τις περιπέτειες της ιστορίας, ήδη από το τέλος της δεκαετίας 60-70 και μετά, καθώς ήταν σταθερά και αγέρωχα παρών στη θυελλώδη κίνηση της κοινωνίας. Σε αυτή τη θυελλώδη κίνηση εκείνο που πρέπει, πρώτα απ’ όλα, ν’ αποφασίσει κανείς είναι με το ποια πλευρά θα πάει.
Και ο Γιώργος Μανιάτης, αυτός ο σπουδαίος διανοητής, είχε επιλέξει πλευρά.
Ήταν μέχρι τέλους από την πλευρά της κομμουνιστικής χειραφέτησης του ανθρώπου.
Ήταν με το μέρος των αδικημένων, της εργατικής τάξης που τη θεωρούσε πρωτοπόρα «επειδή είναι η μόνη που καταργώντας τις τάξεις καταργεί και τον εαυτό της.»
Ήταν, ειδικότερα, με το μέρος της νεολαίας που δρούσε και ονειροπολούσε.
Ως δάσκαλος επαναστάτης δίδασκε διδασκόμενος.
Έπαιρνε τα όνειρα της νεολαίας και μας τα επέστρεφε κατά καιρούς ως απελευθερωτικές ιδέες.
Ήταν εραστής της διαλεκτικής.
«Η αντίθεση ανάμεσα στις παραγωγικές δυνάμεις και παραγωγικές σχέσεις δεν είναι μια αντίθεση ανάμεσα σε δυο αμοιβαία αποκλειόμενες πραγματικότητες, από τη μια μεριά οι κοινωνικά «ουδέτερες» παραγωγικές δυνάμεις και από την άλλη οι ταξικά «μεροληπτικές» σχέσεις παραγωγής.
Αντίθετα, η μια προϋποθέτει την άλλη και διεισδύει σ’ αυτήν συγκροτώντας μια αδιαφιλονίκητη διαλεκτική ενότητα-αντίθεση που αποτελεί όχι τη μοναδική αλλά την καθοριστική κινητήρια δύναμη της ιστορίας. Αντίθεση που περιέχει και καθορίζει τελικά τις σχέσεις του ανθρώπου με τη φύση, το σύνολο των σχέσεών του με τους άλλους ανθρώπους, συμπυκνώνει την ανθρώπινη ουσία. Η πιο άμεση μορφή της είναι η πάλη των τάξεων» υπογράμμιζε, ανάμεσα στα άλλα, στα κείμενα που μας είχε αποστείλει κατά τη διαμόρφωση, όλο το 2019, του κειμένου «Για τις Επαναστάσεις και τον Κομμουνισμό του 21ου Αιώνα, Ζητήματα Στρατηγικής, πρόταση διαλόγου» που κοσμεί ψηλά την αρχική σελίδα του Kommon
Στο ρου της Ιστορίας τα πάντα αλλάζουν, τα πάντα «βεβηλώνονται»
Γι αυτό και ο Γιώργος Μανιάτης διείσδυε με στιβαρότητα στις εξελίξεις.
Οι σύγχρονες κεφαλαιοκρατικές – βιομηχανικές κοινωνίες έχουν αποτύχει. Αυτό που μένει στην εξέλιξη τους είναι η αποξένωση, η αλλοτρίωση, η ακύρωση των θετικών δυνατοτήτων του ανθρώπινου όντος, «ο άνθρωπος, αποξενωμένος από την ουσία του, γίνεται ξανά άγριο ζώο, αλλά ζώο μολυσμένο από την δηλητηριασμένη ανάσα του πολιτισμού» .
Ναι, αλλά αυτό είναι η μια όψη.
«Η ανάδειξη από τις ταξικές κοινωνίες των αρνητικών ιδιοτήτων του ανθρώπου είναι όμως η μια πλευρά , τόνιζε.
Η άλλη, όπως επίσης επαληθεύει η Ιστορία των λαών, είναι πως η κοινωνικότητα, ο αλτρουισμός, η ανθρώπινη φιλία, η στοργή, οι καλλιτεχνικές τάσεις, οι αναπτυσσόμενες δυνατότητες της νόησης, εμφανίστηκαν έμπρακτα στην κοινωνία σε ιστορικά διαστήματα.
Αυτές, οι αναπτυσσόμενες θετικές ιδιότητες στα πλαίσια του ιστορικά διαμορφούμενου τρόπου δουλειάς και ζωής του εργάτη – δημιουργού μπορούν να δεσπόσουν σε μια κοινωνία βασισμένη στην κοινή – ισότιμη δραστηριότητα;»
Το πίστευε αυτό.
Το ανθρώπινο είδος δημιουργεί ιστορία χάρη στην παραγωγική και την πνευματική–πολιτισμική δραστηριότητα του.
Αλλά η δημιουργία είναι η πραγμάτωση δυνατοτήτων που ενυπάρχουν στον άνθρωπο.
Και ο Γιώργος Μανιάτης πάσχιζε να εκδηλωθούν και τελικά να ηγεμονεύσουν μερικές από τις υψηλότερες δυνατότητες του είδους μας: αυτοθυσία, αλτρουισμός, ανδρεία, ανθρώπινη αλληλεγγύη, μαζί φυσικά με μια εξηγήσιμη αποφασιστικότητα και σκληρότητα απέναντι στους «επιδρομείς». Εδώ εδράζεται και αυτή η πηγαία ευγένεια του.
Έχοντας επίγνωση του βάθους, της έκτασης και της ποιότητας της ήττας της Αριστεράς αγωνιζόταν για την προγραμματική αναγέννηση της.
Την προγραμματική επαναθεμελίωση της χειραφετητικής και χειραφετημένης προγραμματικής ιδέας και όχι την προγραμματική επαναθεμελίωση του Μαρξικού έργου.
Επειδή ο μαρξισμός έχει θεμέλια. Αλλά, παρότρυνε, πάνω σε αυτά απαιτείται να αναστοχαζόμαστε με στιβαρότητα και σοβαρότητα.
Για όλα αυτά ήταν πάντα παρών – αλλά και από σχετική απόσταση – με τις συλλογικές απόπειρες αναγέννησης της κομμουνιστικής Ιδέας και του σύγχρονου πολιτικού υποκειμένου της.
Από αυτή τη σκοπιά έφυγε από το ΚΚΕ το 89 – και όχι μόνο για τις συγκυβερνήσεις.
Από αυτή τη σκοπιά εντάχθηκε στο ΝΑΡ το 89.
Ανικανοποίητος – και με άποψη – απομακρυνόταν για να επιστρέψει όταν η κρισιμότητα των στιγμών το απαιτούσε.
Στην ουσία και επί της ουσίας δεν έφευγε ποτέ.
Εκεί, στις επάλξεις, ήταν πάντα παρών.
Έτσι τον ζούσαμε στις συζητήσεις για την ίδρυση του Kommon και στη συνέχεια, έτσι τον ζήσαμε και στο Σύγχρονο Κομμουνιστικό Σχέδιο.
Ο Γιώργος δεν ήταν γενικά και αόριστα διανοούμενος.
Δεν γνώριζε απλά Μαρξισμό, τον θεράπευε.
Γι αυτό εξάλλου έπαιζε κομβικό ρόλο στην «Επιστημονική Σκέψη, ύστερα στη «Διαλεκτική», στην «Ουτοπία».
Για τον ίδιο λόγο προσέφερε καθοριστικά στα στρατηγικά κείμενα του Σύγχρονου Κομμουνιστικού Σχεδίου
Από την ίδια σκοπιά σχεδίαζε από κοινού με συντρόφους του την έκδοση ενός διεθνούς περιοδικού – υπηρέτη της μαρξικής θεωρίας
Γι αυτό και καταπιάστηκε με δύσκολα αλλά δραματικά αναγκαία και εξαιρετικά επίκαιρα θέματα στα πεδία της πολιτικής και ηθικής φιλοσοφίας, της αισθητικής, της τέχνης και της ιστορίας των ιδεών.
Οι τίτλοι του έργου του μιλούν από μόνοι τους: «Η διαλεκτική της χειραφέτησης – Η σχέση πολιτικής και ηθικής», «Το προσωπείο και το πρόσωπο – Ο Ρουσσώ και η αναζήτηση της αυθεντικής επικοινωνίας», «Ρίχαρντ Βάγκνερ: το “καθαρά ανθρώπινο”» .
Για τον ίδιο λόγο θεωρούσε ως εξαιρετικά αναγκαίο και πάσχιζε για «τη συγκρότηση ενός ιδεολογικού μετώπου απέναντι σε ρεύματα ανορθολογισμού, μεταμοντερνισμού και λοιπά που φέρνουν στο προσκήνιο τις πιο αντιδραστικές αντιλήψεις της αστικής ιδεολογίας».
Θεωρούσε ταυτόχρονα ως οφειλή των σύγχρονων αποπειρών τη διερεύνηση και γνώση του σύγχρονου καπιταλισμού και της δυναμικής του. Την αποκάλυψη των λανθανουσών θετικών δυνατοτήτων αλλά και την καταστροφικότατα του παρόντος. Την ανάγκη «να ξεκαθαρίσουν» οι λογαριασμοί της μαχόμενης Αριστεράς με την Ιστορία, από τη σκοπιά του επιδιωκόμενου μέλλοντος.
Θεωρούσε, ταυτόχρονα, ως οφειλή των σύγχρονων αποπειρών την ανάδειξη στο σήμερα της δυναμικής όλων των ανατρεπτικών πλευρών και σχέσεων, αντικειμενικών και υποκειμενικών, της σύγχρονης κοινωνίας. Την απόκρουση του δογματισμού αλλά και της διαρκούς αβεβαιότητας.
Έτσι που να αξιοποιείται με ανώτερο τρόπο η ιστορική κίνηση και τα ιστορικά διδάγματα, για μια νέα επαναστατική ταυτότητα και αυτοπεποίθηση.
Ο Γιώργος, ο δικός μας ο Γιώργος, σαν βιολογική ύπαρξη, όπως τον γνωρίσαμε, με το θάνατο του πέρασε στην ανυπαρξία. η ανυπαρξία είναι αυτό που διατυπώνει με μεγαλύτερη ακρίβεια αυτό που συνέβη.
Για να τονίσει όμως ταυτόχρονα πως με τα έργα του και την παραδειγματική του δράση θα συνεχίζει να υπάρχει ακόμη και σε όσους δεν θα συνειδητοποιούν το μέγεθος της επίδρασης επάνω τους.
Πριν τέσσερεις, μέρες ένα πρωί, συζητούσαμε για την επικαιροποίηση και «ολοκλήρωση» δυο εργασιών, η μια ήταν για την Ελευθερία και η άλλη για τη Δημοκρατία στη νέα εποχή.
Στο βάθος ακουγόταν ένα βραδεμβούργειο Κοντσέρτο του Μπαχ.
Λάτρης και γνώστης της Μουσικής δημιουργούσε κατανυκτικές συνθήκες εργασίας και συνεργασίας.
Οι δυο εργασίες έμειναν τώρα ημιτελείς.
Αλλά μήπως έτσι δεν έπρατταν προς το τέλος και οι διανοητές ώσπου να ‘ρθει αυτός που θα συνεχίζει το έργο;
Και θα ‘ρθει.
Και εκεί ο Γιώργος θα μας κλείνει πονηρά το μάτι, με την πίπα του να καίει και το στοργικό του βλέμμα να προτρέπει.