Υπάρχουν μερικοί άνθρωποι που οι επιλογές τους στη ζωή, μεγάλες ή καθημερινές, φαίνεται πως είναι αυτονόητες. Σαν ανάσες. Όχι άσκεφτα, αλλά φυσικά. Σα να μην υπάρχει άλλη επιλογή.
Χθες έμαθα την ιστορία ενός από τη γενιά μας, που υπηρετούσε τη στρατιωτική θητεία του στη Σάμο, σε δυσμενή μετάθεση και μεταχείριση, «χαρακτηρισμένος» για τους γνωστούς λόγους. Όταν έπιασε φωτιά μια αποθήκη στο στρατόπεδο, όλοι, υπεύθυνοι και μη, αξιωματικοί κι οπλίτες, παρακολουθούσαν χωρίς να μπορούν (ή να θεωρούν πως δεν μπορούν) να κάνουν τίποτα. Κι ο χαρακτηρισμένος δεν έκατσε να υπολογίσει τα υπέρ και τα κατά, υπήρχε άνθρωπος μέσα στην αποθήκη και επικίνδυνα υλικά, μπήκε στη φωτιά, έσωσε τον άνθρωπο, έσωσε τα υλικά, σώθηκε κι ο ίδιος. Δεν ακούστηκε να μιλάει ποτέ γι’ αυτό. Την είδηση την μετέφεραν συνάδελφοί του. Ο στρατός του απένειμε εύφημον μνείαν. Εμείς έναν εκ των υστέρων θαυμασμό. Έναν επί πλέον.
Ο πρώτος και ο κύριος ήταν όταν στην εποχή της χούντας βρισκόταν έτοιμος, μπροστά-μπροστά, σε όλα τα δύσκολα, στους τοπικούς φοιτητικούς συλλόγους, στις καταλήψεις, της Νομικής, του Πολυτεχνείου, ανάμεσα σε οδοφράγματα, σε αστυνομικούς που καταδίωκαν.
Το ύστερο, της Σάμου, το έμαθα χθες, σαν επικήδειο, σαν ρέκβιεμ, καθώς στο τηλέφωνο ο Θωμάς Τσάκας από την Πάτρα – ένας από εκείνους τους από τότε και πάντα συμμέτοχους – μου είπε το περιστατικό.
Η αφήγηση αυτή ακολούθησε την αναγγελία της πικρής είδησης, πως ο Νίκος Τζεφριός, ο έχων στο ενεργητικό του πολλές εύφημες μνείες από τους συντρόφους του, ξαφνικά κατέρρευσε και χωρίς πολλά-πολλά αποχώρησε οριστικά. Αυτό συνέβη στην Αμαλιάδα, τον τόπο του, όπου και κηδεύεται σήμερα, 4 Δεκέμβρη 2024.
Κι όταν το άκουσα παρέλειψα πενήντα και πλέον χρόνια που έχουν μεσολαβήσει και γύρισα στο διαμέρισμα όπου έμενα ως φοιτητής, στη Θεμιστοκλέους, στα Εξάρχεια, να περνάμε νύχτες οι δυό μας διαβάζοντας το «Τι να κάνουμε», 18-19 χρονών παιδιά, μέχρι να του κάνω πρόταση να γίνει μέλος της ΚΝΕ. Βόλτες πάνω-κάτω στο κέντρο. Ηρωικές αφηγήσεις για να μπαίνουμε στο κλίμα του παρελθόντος και να ανοίγουμε ελπίδες για το παρόν που ακόμη είχε ζοφερές αποχρώσεις, χούντα και απραξία.
Κι ενώ χρόνια τώρα δεν βλεπόμαστε, ήταν πάντα μια αναφορά της ζωής μου. Πως υπάρχει κάπου και κάνει ό,τι μπορεί για τον κόσμο μας. Πάντα ενταγμένος – από τότε, από την πρόταση να μπεί στην ΚΝΕ – στο ΚΚΕ, πάντα ενεργός, πάντα πως θα κάνει ό,τι κάνει ως αυτονόητο.
Απουσιάζει ήδη από τη ζωή μου (μας) κι ας μην είχε καθημερινή παρουσία.