Αβάσταχτη θλίψη, βαριά μελαγχολία αποπνέει αυτό το πρωθυπουργικό «δυστυχώς αποτύχαμε»… Προς στιγμή φάνηκε σαν ανέμισμα λευκής σημαίας, σαν παραδοχή οριστικής ήττας η ανάρτηση του σχεδόν μαραζωμένου Κυριάκου Μητσοτάκη, για το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ. Αλλά τελικά, όχι, δεν χάθηκε κάθε ελπίδα… Μας πληροφορεί ο πρωθυπουργός ότι ανασκουμπώνεται. Θα συνεχιστούν οι «σημαντικές προσπάθειες εξυγίανσης, όσο δύσκολη κι αν είναι η μάχη με το βαθύ κράτος ». Ένα πελώριο, καθολικό «ουφ» ανακούφισης πλανάται πάνω από τη χώρα.
Η επόμενη… βαρυσήμαντη τοποθέτησή του έγινε στο υπουργικό συμβούλιο της 30ης Ιουνίου: «Δεν διστάζω, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, να αναλάβω το βάρος της ευθύνης και στο όνομα όσων κυβέρνησαν και δεν άλλαξαν ένα κράτος που έπρεπε να αλλάξει».
Θυμίζει κάτι τούτη η έκρηξη… θάρρους και αλτρουισμού; Ασφαλώς! Ακριβώς το ίδιο («ζητώ συγγνώμη και στο όνομα όλων όσοι κυβέρνησαν τη χώρα εδώ και χρόνια») είχε δηλώσει στις αρχές Μαρτίου του 2023, για τα Τέμπη. Φαίνεται πως τα πρωθυπουργικά και κυβερνητικά «λυσάρια» δεν διαθέτουν εναλλακτικές διατυπώσεις. Τα ίδια λόγια, για κάθε χρήση και κάθε «νόσο»…
Είναι πραγματικά εντυπωσιακό πώς καταφέρνουν να γίνονται τόσο φαιδροί και εξοργιστικοί συνάμα, μεταφέροντας την ίδια προπαγανδιστική μεθοδολογία οπουδήποτε «στριμώχνονται» ή θέλουν να «στριμώξουν». Σε οποιονδήποτε τομέα φαίνονται οι λερωμένες φωλιές τους, αλλά και οπουδήποτε επείγονται να λάβουν αγριότερα, κυνικότερα νεοφιλελεύθερα μέτρα.
Πρώτο και… χειρότερο το μύθευμα ότι πολεμούν κάποιο «βαθύ κράτος». Σκούριασε πια αυτός ο μοχλός μαζικής εξαπάτησης και μάλλον πρέπει ν’ αναζητήσουν άλλους, σε λιγότερο μουχλιασμένες αποθήκες προπαγανδιστικών υλικών. Αν, φυσικά, διαθέτουν.
Επιτέλους, για ποιο «βαθύ κράτος» μιλούν οι ανεκδιήγητοι; Με αυτόν τον όρο ανέκαθεν εννοούσαν – πάντα κατά τη δική τους λογική – και στηλίτευαν τις «συντεχνίες του Δημοσίου» , τις «δυνάμεις της αδράνειας» που ναρκοθετούσαν «μεταρρυθμιστικά έργα», κλπ, κλπ. Όταν όμως πρόκειται για ένα ψηφοθηρικό φαγοπότι, για τον εκμαυλισμό τύπου ΟΠΕΚΕΠΕ στον οποίον εμπλέκονται με διάφορους τρόπους υπουργοί και υψηλόβαθμα στελέχη του κυβερνώντος κόμματος (ορισμένα, όπως ο Δημ. Μελάς, παινεμένα από τον ίδιο τον Κυρ. Μητσοτάκη για την «ποιότητά τους»), με τι μούτρα δείχνουν ως ένοχο κάποιο, ξένο προς τους ίδιους, «βαθύ κράτος»;
Αν φθάνει τόσο ψηλά το «βαθύ κράτος» («βαθύ», άρα αθέατο και ύπουλο, με κρυφά όπλα), τότε ποιο είναι το… ρηχό; Τι να φανταστούμε, δηλαδή; Τον Κυριάκο Μητσοτάκη να στέκεται όρθιος στα ρηχά, με την πλάτη στραμμένη στη θάλασσα και το βλέμμα στο υπερπέραν, ενώ μισό βήμα πίσω του η θάλασσα βαθαίνει απότομα και φθάνει τα δώδεκα μέτρα; Αλλά κι αν υποθέταμε ότι κατέφθασαν ταυροκαρχαρίες (το συγκεκριμένο είδος φημίζεται για τις συχνές αφίξεις του σε ρηχά νερά) και κατασπαράζουν τη μητσοτακική κατά φαντασία «εξυγίανση» πίσω από την πλάτη του οραματιστή – ηγέτη και πάλι η θάλασσα θα ήταν γεμάτη από πτερύγια υψηλόβαθμων στελεχών. Ποιο «βαθύ κράτος» και κουραφέξαλα, λοιπόν;
Ήταν άραγε κάποιο «βαθύ κράτος» που έριχνε – τάχα- σε βαθύ ύπνο την κυβέρνηση, την ώρα που βοούσαν (εν προκειμένω… βέλαζαν) τα ίδια τα στοιχεία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, καταδεικνύοντας μια εξωφρενικά υψηλή «αύξηση» των αιγοπροβάτων στην Κρήτη κατά την πενταετία 2019 – 2023, σε πλήρη αντίθεση με όσα καταγράφονταν στην υπόλοιπη χώρα; (Αναλυτικά εδώ).
Ξανά οι «χρόνιες παθογένειες» και το «συμβαίνουν κι αλλού»…
Έχει καταντήσει αηδία, πια. Ίσως χάσει το λογαριασμό κάποιος, αν αρχίσει να μετρά υποθέσεις οικονομικής υφής (συμπεριλαμβάνονται παραβιάσεις του «ασυμβίβαστου», διάφορα «νόμιμα και ηθικά» και πολλά ακόμη) που απασχόλησαν την επικαιρότητα κι ενίοτε συνδέθηκαν με παραιτήσεις, αποπομπές ή αποκλεισμούς από ψηφοδέλτια, κατά τη θητεία των κυβερνήσεων του Κυρ. Μητσοτάκη. «Αδιευκρίνιστα» ποσά, υποθέσεις Πάτση, Διαματάρη, Δοξιάδη, Χειμάρα, Παπαθανάση, Καππάτου, Μαραβέγια, Σοφίας Νικολάου κοκ. Συν κάτι «χατίρια» (πχ «κουρέματα» χρεών) σε «ημέτερους», συν, συν, συν… Για όλα αυτά, τώρα, θα πρέπει να πιστέψουμε ότι ευθύνεται ένα άυλο ταξίδι «παθογενειών» στο χρόνο κι ένα «βαθύ κράτος», που πασχίζει η κυβέρνηση να το υποτάξει. Εμ βέβαια, δεν είδατε πόσο… βαθιά βρίσκονταν τα προαναφερθέντα πρόσωπα;
Αλλά, είπαμε, το «λυσάρι» προβλέπει τη… λυσσώδη επανάληψη των κλισέ. Κι άντε πάλι, οι ίδιες κουτοπονηριές. Τώρα, με τον ΟΠΕΚΕΠΕ, ξανά τα ίδια πετάγματα της μπάλας στο χρόνο και στο χώρο. Αφενός το «είναι χρόνιες οι παθογένειες», αφετέρου το «συμβαίνουν κι αλλού».
Θυμάστε τότε που η κυβέρνηση αντιμετώπιζε την κοινωνική δυσφορία για την ακρίβεια (ιδίως στην ενέργεια) και απαντούσε «μα είναι διεθνές πρόβλημα», ξεροβήχοντας αμήχανα όταν της έδειχναν τις αβυσσαλέες διαφορές ανάμεσα στα «καθ’ ημάς» και στα της υπόλοιπης Ευρώπης; Ε, κάτι αντίστοιχο γίνεται και τώρα, με τον ΟΠΕΚΕΠΕ. Ο υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης Χρήστος Κέλλας μας είπε πως η ΕΕ έχει επιβάλει ανάλογα πρόστιμα σε 17 χώρες. Μόνο που ο «λογαριασμός» των 415 εκατ. ευρώ (επιβλήθηκε στις 11/6/2025 για τα έτη 2016 – 2023) είναι 3,5 φορές υψηλότερος από το άθροισμα των αντίστοιχων προστίμων που βαρύνουν όλες τις άλλες χώρες. Να μην λέει άραγε τίποτα αυτό, για τις διαστάσεις που έχει εδώ η αρπαγή;
Αν πιστέψει κανείς τις υπάρχουσες καταγραφές, τότε σε κάθε τετραγωνικό χιλιόμετρο της Κρήτης το 2024 υπήρχαν 937 αιγοπρόβατα. «Λογικά», με τέτοια αναλογία, τα συμπαθή τετράποδα θα έπρεπε να έχουν κατακλύσει και τα αστικά κέντρα του νησιού, ν’ αναζητούν τροφή στις πλατείες, ανάμεσα σε σούπερ μάρκετκαι ξενοδοχεία. Προφανώς τα ανύπαρκτα βοσκοτόπια συμπληρώνονται από τις πολλαπλές μετρήσεις των ίδιων ζώων, καθώς είναι σχετικά εύκολη υπόθεση η μετακίνηση κοπαδιών, μεταξύ γνωστών και συγγενών. Ε, αφού οι άνθρωποι συχνά καταφεύγουν στην «εργασιακή κινητικότητα», με σκοπό το μεροκάματο, γιατί να μην υπάρχει και κινητικότητα των ζώων, ώστε να αυγαταίνουν οι επιδοτήσεις;
Κατά τ’ άλλα, όσοι παράγοντες της κρατικής εξουσίας έφτιαχναν ή κάλυπταν μηχανισμούς διασπάθισης πόρων, τύπου ΟΠΕΚΕΠΕ, αύριο – μεθαύριο δεν θα διστάσουν αν χρειαστεί να πουν, όπως είχε κάνει το 2009 ο Γ.Α. Παπανδρέου, ότι ηγούνται (ή ηγούνταν) μιας διεφθαρμένης χώρας. Διότι, βλέπετε, όταν χαθεί κι ο απόηχος κάθε υποκριτικής αυτοκριτικής, τι θα (πασχίσουν να) μείνει καρφωμένο στη συλλογική συνείδηση; Η ιδέα πως για τις «πελατειακές» και ψηφοθηρικές σχέσεις τελικά ευθύνεται μόνο το τμήμα της κοινωνίας που αρέσκεται στο ρόλο του ευνοούμενου «πελάτη». Ουδείς άλλος. Ταγκό για έναν…
Οι δυο (;) κατηγορίες σκανδάλων και το «επιχειρηματικό κράτος »
Στην Ελλάδα – κι όχι μόνο – διαχρονικά τα οικονομικά σκάνδαλα μπορούν να χωριστούν σε δυο μεγάλες κατηγορίες. Στην πρώτη εντάσσονται εκείνα που, κατά την άποψη της εκάστοτε πολιτικής εξουσίας, δεν είναι καν σκάνδαλα. Είναι απλώς πρακτικές εφαρμογές μιας συγκεκριμένης αντίληψης για την οικονομική ανάπτυξη – και σ’ όποιον αρέσει…
Λχ, το 1960 για την κυβέρνηση της ΕΡΕ δεν ήταν σκανδαλώδης, ούτε αποικιοκρατική, η σύμβαση του ελληνικού κράτους με τη γαλλική ΠΕΣΙΝΕ. Και, από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 και εντεύθεν, ουδείς νεοφιλελεύθερος (είτε… αυθεντικός είτε του «ΠΑΣΟΚικού εκσυγχρονισμού») θα παραδεχόταν ως σκανδαλώδη κάποια «δική του» ιδιωτικοποίηση, ακόμη και αν οι όροι ήταν εξόφθαλμα ετεροβαρείς – ή και τα αποτελέσματά της τραγικά. Ούτε καν οι αδιανόητες αμοιβές κάποιων goldenboys συνιστούν κάτι το εξεζητημένο ή προκλητικό: Είναι αχρείαστη η έννοια του μέτρου, χρειάζονται αντιθέτως πρακτικές εφαρμογές του δόγματος «δεν είναι όλα τα δάκτυλα ίσα».
Σε αυτήν την πρώτη κατηγορία, λοιπόν, στεγάζονται τα σκάνδαλα που η κοινωνία καλείται να θεωρήσει ότι εμπίπτουν στη σφαίρα του «φυσιολογικού». Στη δεύτερη, στριμώχνονται όσα δεν μπορούν (εάν φυσικά αποκαλυφθούν) να αποφύγουν τη «ρετσινιά» και να εξωραϊστούν. Μίζες, δωροδοκίες, δωροληψίες, «καραμπινάτοι» νεποτισμοί που πάνε σύννεφο, «ασυμβίβαστα» που πάνε περίπατο, απάτες, καταχρήσεις, υπεξαιρέσεις κ.α. Υποθέσεις κατά τις οποίες δημόσιοι λειτουργοί θεώνται «με το δάχτυλο στο μέλι» ή «με τη γίδα στην πλάτη» – αν και η δεύτερη έκφραση στην περίπτωση του ΟΠΕΚΕΠΕ μάλλον θα πρέπει να διασκευαστεί: Με τα λεφτά από τη δηλωμένη, ανύπαρκτη γίδα στην τσέπη.
Από τη δεκαετία του 1990, κατά γενική ομολογία ισχυροποιήθηκαν πολύ τα χαρακτηριστικά του «επιχειρηματικού κράτους» – άλλωστε αυτή ήταν και η κεντρική επιδίωξη της οικονομικής και πολιτικής ελίτ. Πώς επέδρασαν αυτά τα χαρακτηριστικά στις δυο προαναφερθείσες κατηγορίες σκανδάλων;
Η «νέα εποχή» θωράκισε με ασφαλιστικές δικλείδες την πρώτη κατηγορία σκανδάλων, αν όχι και κάποιες περιοχές της δεύτερης. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα: Η ουσιαστική θεσμοθέτηση του ακαταδίωκτου των τραπεζιτών. Την πρώτη κατηγορία, επίσης, τη διεύρυνε πολύ η «νέα εποχή» του «επιχειρηματικού κράτους». Τη «φούσκωσε» τόσο, ώστε είναι πλέον σαν να δοκιμάζει τα όρια της ανοχής των πάντων. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα: Ο κατακλυσμός των απ’ ευθείας αναθέσεων.
Κάποτε εγειρόταν πολιτικό σοβαρό ζήτημα, εάν μια μεγάλη «δουλειά» του Δημοσίου δινόταν με απ’ ευθείας ανάθεση. Οι κυβερνώντες έπρεπε να εξηγήσουν ποιο κυνήγι του χρόνου, ποιες καταστάσεις «κατεπείγοντος» καθιστούσαν αναπόφευκτη μια απ’ ευθείας ανάθεση. Κάποτε…
Στο πρώτο εννεάμηνο του 2024 οι απ’ ευθείας αναθέσεις αντιστοιχούσαν στο 75% του συνόλου των δημοσίων συμβάσεων που υπογράφηκαν στο συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Και αυτό, παρά το γεγονός ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο έχει περιγράψει με τα μελανότερα χρώματα τη συντελούμενη μέσω απ’ ευθείας αναθέσεων διασπάθιση δημόσιου χρήματος (εδώ). Απέραντη, βλέπετε, είναι η… ευαισθησία του νεοφιλελευθερισμού για τα «χρήματα των φορολογουμένων»…
Τι γίνεται όμως με τη δεύτερη κατηγορία, αυτή των σκανδάλων που ουδείς (ούτε οι εκάστοτε κυβερνώντες) αμφισβητεί ότι είναι σκάνδαλα; Τι φέρνουν σ’ αυτήν τα ήθη και οι πρακτικές του «επιχειρηματικού κράτους»; Μα φυσικά μεγέθυνση και αυτής – αρκεί να σκεφθούμε πόσες παραιτήσεις ή αποπομπές έγιναν επειδή δεν μπορούσε να συμβεί αλλιώς…
Έτσι, όχι μόνο βλέπουμε πύκνωση των σκανδάλων αμφοτέρων των κατηγοριών (αν τελικά υποθέσουμε ότι υπάρχουν ακόμη κάποια διακριτά όρια μεταξύ τους), αλλά η υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ δείχνει να σηματοδοτεί μια… ενδιαφέρουσα «επιστροφή στις ρίζες».
Θα περίμενε κανείς ότι τα μεγάλα σκάνδαλα στην εποχή μας θα σχετίζονταν μόνο με funds, επιθετικές εξαγορές, χρηματοπιστωτικά παιχνίδια, ξεπουλήματα της εναπομείνασας δημόσιας περιουσίας. Να όμως που ξεπροβάλλουν και βοσκοτόπια – φαντάσματα, «χασάπηδες» και «φραπέδες». Σκηνικό βουκολικό, γύρω από ένα νοητό άξονα, μια γραμμή που ενώνει τον κοτζαμπασισμό με τον κινηματογραφικό «βουλευτή Καλοχαιρέτα» (1959), τον ομόλογό του Γκρούεζα (1965) και τη «μεταρρυθμιστική αριστεία» της εποχής μας. Μέγα επίτευγμα, αυτό, της σύμπραξης του ελληνικού νεοφιλελευθερισμού με τα θέσφατα της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (της ΕΕ), η οποία έχει αποσυνδέσει τις επιδοτήσεις από την πραγματική παραγωγή – για λόγους που ίσως είναι μια καλή ευκαιρία να συζητηθούν κάποια στιγμή, σε βάθος.
Αλλά, είπαμε, υπάρχει ελπίς, διότι ο πρωθυπουργός θα… επιληφθεί και αυτού του θέματος. Λογικό είναι δε να έχει και προσωπικό, επαυξημένο ενδιαφέρον για το ζήτημα, αφού και ο ίδιος λάμβανε αγροτικές επιδοτήσεις στην οκταετία 2014 – 2021, συνολικού ύψους 29.849 ευρώ. Για να μην ξεχνιόμαστε…

