Το ζήτημα της ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων και η αναθεώρηση του άρθρου 16 του συντάγματος αποτελεί μια από τις πιο βασικές αρχές της νεοφιλελεύθερης δεξιάς και ένα από τα “ευαγγέλια” της πολιτικής της ιδεολογίας.
Είναι τεράστιος και μακρόχρονος ο ιδεολογικός αγώνας της που δίνει για την ιδιωτική εκπαίδευση όπως και η προσπάθεια της να μας πείσει πόσο πολύ βολεύει τα κατώτερα στρώματα να εγγράφονται τα παιδιά των πλουσίων σε πανεπιστήμια αποκλειστικά και μόνο με το πορτοφόλι τους αποκομίζοντας με ιδιαίτερη ευκολία τα ίδια επαγγελματικά δικαιώματα με τα δικά τους παιδιά. Και μάλιστα θα πρέπει να επιδοτούνται από το κράτος για να το κάνουν αυτό. Ποιος εργάτης δεν θα θελε να σπουδάσει από το υστέρημά του το παιδί του Λάτση;
Η διαπάλη ιδεών και η υπεράσπιση των αξιών της ελεύθερης αγοράς, της ανάπτυξης, της πατρίδας, του έθνους κ.λπ. ήταν όπως είχε πει ο Βορίδης αναγκαιότητα. Η ιδεολογία όμως δεν είναι το δυνατό χαρτί της κυβέρνησης (ούτε μπορεί ο Βορίδης να φάει ιδεολογία καθώς οι ιδέες δεν τρώγονται) . Το δυνατό της χαρτί είναι ο αυταρχισμός, ο τρόμος και η πολιτική των κοινωνικών αποκλεισμών. Έτσι επιδιώκει να επιβάλει την αξιολόγηση (αφού δεν κατάφερε να πείσει τους εκπαιδευτικούς για το πόσο καλή είναι) και έτσι ακριβώς κατόρθωσε την αναθεώρηση ουσιαστικά του άρθρου 16 με την απόφαση του ΣτΕ το οποίο συνεχίζοντας την ένδοξη παράδοση της δικαιοσύνης στη χώρα βάφτισε τη μέρα νύχτα και αποφάνθηκε ότι ο νόμος για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια ΔΕΝ είναι αντισυνταγματικός. Καλό και το καρότο αλλά το μαστίγιο είναι καλύτερο. Άλλωστε καρότο εδώ που τα λέμε δεν υπάρχει πλέον.
Δεν είναι ωστόσο ούτε το μαστίγιο εύκολη υπόθεση. Πόσα χρόνια βαράνε αλύπητα οι πολιτικές ηγεσίες του τόπου το δημόσιο σχολείο και δημόσιο πανεπιστήμιο; Πόση υποχρηματοδότηση και ελλείψεις ; Κατεστραμμένες και επικίνδυνες υποδομές, ακατάλληλα βιβλία, αποκλεισμοί μαθητών, βαθμοθηρία, έλλειψη προσωπικού και το κυριότερο, αναίτια μαρτύρια των μαθητών, ψυχική και φυσική εξουθένωση των ίδιων αλλά και οικονομική εξόντωση των οικογενειών τους στην αρένα που λέγεται “Πανελλήνιες”.
Παράλληλα με αυτές τις χρόνιες παθογένειες προστέθηκαν στα χρόνια της κυβέρνησης Μητσοτάκη η αύξηση της ύλης στις πανελλαδικές, η θέσπιση της ελάχιστης βάσης εισαγωγής, οι διαγραφές και τα πειθαρχικά στα πανεπιστήμια. Όλα αυτά σε συνδυασμό με την απίστευτη ακρίβεια και την ασυδοσία του ιδιωτικού παράγοντα (χρηματιστήριο ρεύματος, airbnb, εκτόξευση των ενοικίων) δημιουργούν μια ακραία ασφυκτική κατάσταση για τον μαθητή-φοιτητή ήδη από τα σχολικά χρόνια που κορυφώνεται με την πρόσβαση στην τριτοβάθμια αν και εφόσον αυτή επιτευχθεί παραμερίζοντας το πλήθος εμποδίων και ταξικών-κοινωνικών φίλτρων.
Όλη η εκπαιδευτική πολιτική είναι βασισμένη στο να τιμωρεί. Να τιμωρεί όχι μόνο τους “αντιρρησίες” όπως τη Χρύσα Χοτζόγλου, τον Δημήτρη Αντωνίου ή τους δεκάδες νεοδιόριστους που αρνούνται την αξιολόγηση αλλά και το ίδιο το παιδί. Το παιδί που ονειρεύεται να ζήσει καλύτερα από τους γονείς του. Μα πως τολμά να κάνει τέτοια όνειρα χωρίς να έχει 40 χιλιάρικα στην τσέπη για τις σπουδές του; Θα πρέπει να πληρώσει βαρύ τίμημα για αυτήν την ύβρη και να αλεστεί στην μυλόπετρα των πανελληνίων εξετάσεων βλέποντας τους συνομήλικους του από το Ψυχικό και την Εκάλη να σπουδάζουν εντός ή εκτός Ελλάδας χωρίς ιδρώτα για τον ίδιο τίτλο σπουδών που αν και είναι κατά πολύ κατώτερος ακαδημαϊκά (καθώς τα υπάρχοντα κολέγια “ανωτατοποιήθηκαν” χωρίς την οποιαδήποτε αναβάθμιση στη λειτουργία τους) να εξασφαλίζει λίγο ή πολύ τα ίδια επαγγελματικά δικαιώματα που στο τέλος της ημέρας αυτά μετράνε στην αγορά εργασίας.
Ποιός θα βρεθεί να υποστηρίξει τώρα αυτή την δημόσια εκπαίδευση που τόσα χρόνια έσφιγγε την θηλιά στον λαιμό της λαϊκής οικογένειας; Αυτή την εκπαίδευση που όλο και περισσότερο υποβαθμιζόταν ανά τα χρόνια; Ακόμα και αν το κύρος της υπερασπίζεται από τις τιτάνιες προσπάθειες της εκπαιδευτικής και ακαδημαϊκής κοινότητας, από την υψηλή θέση στην παγκόσμια κατάταξη και τους αγώνες των φοιτητών και των εκπαιδευτικών η πραγματικότητα είναι οτι οι ίδιες οι αντιεκπαιδευτικές πολιτικές που χρόνια αντιπαλεύαμε έχουν καταφέρει τελικά να πετάξουν έξω από το δημόσιο πανεπιστήμιο μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας και εν τέλει να συκοφαντήσουν συνολικά τη δημόσια εκπαίδευση ώστε να μπορεί τώρα το ΣτΕ να παίρνει αντισυνταγματικές αποφάσεις και η κυβέρνηση να επιδοτεί ιδιωτικά ιδρύματα χωρίς φόβο.
Η απάντηση είναι : το ίδιο το παιδί. Τα παιδιά που ιδρώνουν και ιδρώσανε για μια θέση στον ήλιο, μια ευκαιρία αξιοπρεπούς δουλειάς και διαβίωσης σε μια κοινωνία που οι παροχές και οι εργατικές κατακτήσεις όλο και υποχωρούν, που η καθημερινότητα έχει γίνει πια αφόρητη.
Τα δικαιώματα των παιδιών αυτών λεηλατήθηκαν στην πράξη με βίαιες πολιτικές, με καταστολή, αυταρχισμό και τώρα ακόμα και με κουρέλιασμα του ίδιου του Συντάγματος. Στην πράξη πρέπει και τα ίδια τα παιδιά οι μαθητές, οι φοιτητές, οι εργαζόμενοι της δημόσιας εκπαίδευσης να τα επανακατοχυρώσουν με τη δική τους “γλώσσα”, τις δικές τους πρακτικές. Με συντονισμό, ενότητα και αγώνα στον δρόμο. Αγώνα διάρκειας με αποφασιστικότητα, αντοχή και προσήλωση. Γιατί για να ανατραπούν όλα αυτά τα χρόνια υποβάθμισης και να επανακατοχυρωθεί το δικαίωμα της δημόσιας και δωρεάν εκπαίδευσης η παραμονή στον δρόμο πρέπει να αντέξει και να κρατήσει. Και μάλιστα να κρατήσει πολύ.