Μια βδομάδα από τις εκλογές και περάσαμε, σ’ αυτόν τον λίγο χρόνο, από πολλά (αρνητικά) συναισθήματα. Κυρίως έκπληξη, οργή και φόβο. Εγκατεστημένο φόβο για το τι μας περιμένει.
Συνήθως, μετά από κάθε εκλογή αποκαθίσταται μια τάξη. Στα αισθήματα κυρίως. Αυτή τη φορά όχι. Ο δεξιά κυριαρχία δεν προμηνύει τίποτα καλό για το λαό, ανεξάρτητα από τα όποια κέρδη, μικρά και αμφίβολα, απέσπασαν κάποιες δυνάμεις της Αριστεράς.
Οι τοίχοι με τις υποσχέσεις των αφισών που τους διακοσμούν (άλλες σέρνονται στα ρείθρα περιμένοντας τη βροχή) αποσύρονται σταδιακά από το πολιτικό προσκήνιο, εκπέμποντας ασφαλώς μια λύπη για τους ηττημένους και μια συγκατάβαση προς τους νικητές.
Αυτή τη φορά όμως φαίνεται πως οι τοίχοι σα να διατηρούν την ετοιμότητά τους, αλλά χωρίς σοβαρές υποσχέσεις. Πρόσωπα και συνθήματα και στόχοι σα να εκπέμπουν μια ειρωνεία.
Πίσω από την ειρωνεία και μέσω της ειρωνείας των τοίχων, ωστόσο, εκπέμπεται η αμφιβολία που εγκαθίσταται. Τι ακριβώς πιστεύουμε; Τι ακριβώς συμβαίνει; Τι παιχνίδια παίζει η ιστορία και τι κάνει αυτός ο λαός;
Κάποιοι, υποστηρικτές ή και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, δυσκολευόμενοι στις ερμηνείες, παίρνουν στο λαιμό τους και τον Κεμάλ, λες και ήταν έτοιμοι ν’ αλλάξουν τον κόσμο, αλλά οι βουλές του Αλλάχ και του συστήματος τους εμπόδισαν, την τελευταία στιγμή.
Εν τω μεταξύ αυτός ο λαός είναι ο ίδιος, και πάλι όχι ο ίδιος, με εκείνον που ξεχύθηκε στις πλατείες το 2015 και ψήφισε 62% στο δημοψήφισμα παρά τα κάπιταλ κοντρόλ, τον τρόμο και τον πόλεμο από όλους τους ισχυρούς, ίδιος με εκείνον που πανηγύρισε για το αποτέλεσμα έτοιμος να αντισταθεί στην πολεμική των Σόϊμπλε και των «μένουμε Ελλάδα», περιμένοντας την ηγεσία να δώσει το σύνθημα και το περιεχόμενο αυτής της αντίστασης. Και αντ’ αυτού είδαν από την άλλη κιόλας μέρα τα επιτελεία της πολιτικής αντίστασης να παραδίδονται, σε εκείνη την καρικατούρα της σύσκεψης των αρχηγών, ΟΛΩΝ των αρχηγών, η οποία έγινε για να σημάνει την αλλαγή πλεύσης. Και ακολούθως έγιναν μάρτυρες του νέου μνημονίου.
Είναι ο ίδιος ματαιωμένος λαός, που παρ’ όλα αυτά, εγκλωβισμένος για άλλη μια φορά σε ψεύτικα (και δύσκολα) διλήμματα, ξαναέδωσε το Σεπτέμβρη την ευκαιρία στο ΣΥΡΙΖΑ να κυβερνήσει, μαζί με τον Σόϊμπλε.
Είναι ίδιος και άλλος. Και κάθε φορά τον προδίδουν του ζητάνε και τα ρέστα. Κι ύστερα λαός δεν είναι κάτι ενιαίο, ως όλον. Ας μη ξεχάσουμε πως το 39%, σ’ εκείνη την ανάταση του 2015, ψήφισε Ναι. Δεν είναι και λίγο! Πολύ περισσότερο που αυτό το ηττημένο Ναι βγήκε νικητής, ενώ το νικητήριο Όχι συνετρίβη. Με ποια δύναμη το καλείς να αναστηθεί και να υποστηρίξει εκείνους που το καταβαράθρωσαν; Οι οποίοι συνεχίζουν την πολιτική προσχώρησης στους Σόϊμπλε με όλους τους τρόπους;
Καθώς η προσοχή της ηγεσίας του κόμματος ήταν στραμμένη στο πως θα πείσει τους ολιγάρχες και τα εξωχώρια κέντρα ότι είναι ικανό να κυβερνήσει κατά τις επιταγές τους, δεν περίσσευε φροντίδα για τους «μη προνομιούχους», παρά τις ανδρεοπαπανδρεϊκές μιμήσεις.
Κι έτσι αυτός ο λαός, Κεμάλ, επέλεξε, σε μεγάλο μέρος του να μην πάει να ψηφίσει κι ένα μέρος να μην τον ψηφίσει.
Με σπασμένα φτερά δεν πετάς.
Τώρα, κάνοντας τον απολογισμό, επίτηδες οι ηγεσίες ξεχνάνε όλα αυτά – αν και οι φωνές που θέλουν να πουν κάτι άλλο πληθαίνουν.
Ποιες είναι οι αιτίες κατά τον πρόεδρο στην Κεντρική Επιτροπή;
Πρώτη αιτία: η ΝΔ. Το ότι επέβαλε την ατζέντα του φόβου. Να μην αλλάξουμε γιατί τα πράγματα μπορεί να γίνουν χειρότερα.
Δεύτερη αιτία: τα κόμματα της Αριστεράς. Το ότι αρνούνταν τη συνεργασία κι έτσι ηττήθηκε στρατηγικά η απλή αναλογική.
Τρίτη αιτία: οι δικοί μας. Που έλεγε ο καθένας ό,τι ήθελε, του Κατρούγκαλου συμπεριλαμβανομένου.
Σχετικά με το γιατί επέβαλε η ΝΔ την ατζέντα του φόβου, γιατί οι άλλοι αρνούνταν συνεργασία, γιατί ο καθένας στο ΣΥΡΙΖΑ έλεγε ό,τι ήθελε, δεν γίνεται κουβέντα. Γιατί αν γίνει, όταν θα γίνει, και κάποιοι ασφαλώς θα την κάνουν, θα προκύπτει η ουσία. Ότι το κόμμα αυτό έχει από καιρό πάψει να ανήκει στην Αριστερά και να εκφράζει προσδοκίες, έστω μεταρρυθμιστικές, αμφισβητούμενες, εντός συστήματος κ.λπ. και έχει μπει στη χορεία του αστικού κατεστημένου. Γι’ αυτό ούτε φραστικά ο πρόεδρος δεν τολμά να κάνει λόγο για λαϊκά αιτήματα, διεκδικήσεις και αλλαγές.
Οι τοίχοι λοιπόν και οι αφίσες τους, παρ’ ότι ανεπίκαιρες και πολυκαιρισμένες ήδη από το βράδυ της Κυριακής της εκλογών, εκφράζουν όλη την ειρωνεία και την αποστροφή για μια εκλογική κατολίσθηση ανάλογη της προηγηθείσας πολιτικής. Γιατί να είναι αλλιώς;
Και δεν μπορούν να ανανεώσουν το ραντεβού της ελπίδας, για τις επερχόμενες εκλογές, ακόμα κι αν φρεσκαριστούν με νέα συνθήματα (και με τα ίδια πρόσωπα, και τις ίδιες πολιτικές βεβαίως, βεβαίως)!