Η ομιλία του Θανάση Σκαμνάκη στην παρουσίαση του βιβλίου του Πέτρου Παπακωνσταντίνου «Αριστερά, κυβέρνηση και κράτος. Κλασικές αναλύσεις, σύγχρονες εμπειρίες» που πραγματοποιήθηκε την Τρίτη 23 Ιουνίου.
Πρόκειται για μια ημέρα που δεν είναι χαρούμενη, καθώς έγινε γνωστό πως η κυβέρνηση οδηγείται σε μια κατάπτυση συμφωνία. Ευχόμασταν, ακόμα κι αν δεν πιστεύαμε, να αντισταθεί. Αλλά πηγαίνουμε ολοταχώς προς ένα νέο μνημόνιο. Θα δούμε τις επόμενες ημέρες τι θα φέρουν, αλλά οι κυβερνητικές υποχωρήσεις δεν προμηνύουν τίποτα καλό.
Οι ημέρες που θα ακολουθήσουν θα είναι γεμάτες. Και θα γίνουμε μάρτυρες πολλών ανατροπών και αλλαγών στην πολιτική ζωή.
Για να μην πέσουμε όμως στα αντικαταθλιπτικά, ας προσπαθήσουμε να κάνουμε σχέδια για το μέλλον. Όχι παρακάμπτοντας την πραγματικότητα αλλά κοιτώντας την σε προοπτική.
Αυτή τη δυνατότητα μας δίνει η σημερινή συζήτηση για το βιβλίο του Πέτρου Παπακωνσταντίνου, «Αριστερά, κυβέρνηση και κράτος. Κριτικές αναλύσεις, σύγχρονες εμπειρίες».
Ας δώσουμε μια εντύπωση του κόσμου μας.
Στην Ελλάδα προέκυψε μια κοινοβουλευτική πλειοψηφία αριστερού κόμματος, ολόκληρος ο ευρωπαϊκός νότος αναστατώνεται, η υπόλοιπη Ευρώπη ανακαλύπτει έκπληκτη πως το θαύμα ήταν ταχυδακτυλουργία. Ήδη η Λατινική Αμερική αναζητεί νέους δρόμους.
Κοντολογίς μιλάμε για την δυνατότητα να ξαναρχίσει το γνωστό φάντασμα την πτήση του πάνω από την Ευρώπη και τον κόσμο.
Είναι η κρίση που δρα σαν καταλύτης, τροφοδοτώντας μια σειρά τεκτονικά φαινόμενα, μικρότερης ή μεγαλύτερης έντασης και διάρκειας.
Από οικονομική σκοπιά, πρόκειται για κρίση υπερσυσσώρευσης του κεφαλαίου, κρίση δομική, δηλαδή κρίση όλων των όρων παραγωγής και αναπαραγωγής του καπιταλισμού. Συνεπώς αγκαλιάζει όλες τις σφαίρες της κοινωνική ζωής και προκαλεί πολιτική κρίση.
Η αστική τάξη επιχειρεί να απαντήσει με ένα βαθύ πρόγραμμα αντιδραστικών δομικών αναδιαρθρώσεων, ρίχνοντας το βάρος στην εργατική τάξη και τα μικρομεσαία στρώματα. Αυτά περίπου τα έχει περιγράψει ο Μαρξ.
Πρόκειται όμως για μια νέα εποχή. Η πολιτική που ακολουθούν οι κυρίαρχοι κύκλοι δεν είναι απλά μια επιλογή ή μια παράλογη επιμονή των Σόιμπλε, ούτε μόνο αποτέλεσμα των αρνητικών συσχετισμών και της έλλειψης αντίπαλου δέους. (Η αλήθεια είναι βέβαια ότι το προς το παρόν το φόβο τον έχουμε κυρίως εμείς).
Αποτελεί θεμελιώδη και αναγκαία πλευρά του σύγχρονου, ολοκληρωτικού καπιταλισμού προκειμένου να λύσει το πρόβλημα της χαμηλής κερδοφορίας και να ξεπεράσει την κρίση του.
Οπότε σήμερα, η κατάκτηση του παραμικρού δικαιώματος (γίνεται φανερό από την πορεία των συζητήσεων, δεν θα άξιζε να πω διαπραγματεύσεων, της κυβέρνησης με την τρόικα των θεσμών), όπως συλλογικές συμβάσεις εργασίας, μείωση του χρόνου εργασίας κλπ, συνεπάγεται σκληρή αναμέτρηση, σχεδόν εξέγερση (ίσως και χωρίς σχεδόν).
Έτσι που η απόπειρα προοδευτικής μεταρρύθμισης του υπάρχοντος να φαντάζει σαν ουτοπία. Και ο επαναστατικός μετασχηματισμός σαν ρεαλισμός.
Οι διαπιστώσεις αυτές υπαγορεύουν μια πραγματικότητα και ταυτόχρονα το μέγεθος των δυσκολιών της.
Μια υπενθύμιση για όπου χρειάζεται:
Αντιμετωπίζουμε το μαρξισμό όχι ως θεωρία σε κρίση, αλλά ως κατ’ εξοχήν κριτική θεωρία, ως κριτική θεωρία της πάλης των τάξεων, ειδικότερα μάλιστα αυτής που εκτυλίσσεται μεσούσης της κρίσης των σύγχρονων καπιταλιστικών κοινωνιών. Ο μαρξισμός, ως φιλοσοφία της πράξης, διαθέτει την ικανότητα να αναστοχάζεται κριτικά την ιστορία της και τους όρους της δικής του δυναμικής. Γι’ αυτό και τίθεται σήμερα ζήτημα ουσιαστικής ανάπτυξης του, για την μελέτη του συγχρονου καπιταλισμού αλλά και την εναρμόνισή της υλιστικής φιλοσοφίας στα σύγχρονα επιτεύγματα της επιστήμης, τα οποία θέτουν κάθε μέρα νέα ερωτήματα και προκλήσεις. Σε αυτό το φόντο, ακριβώς γιατί ο καπιταλισμός αναπτύσσεται με άλματα και ασυνέχειες μέσα στην εκμεταλλευτική του συνέχεια, η πολιτική της Αριστεράς οφείλει να εξελίσσεται με ανάλογα άλματα, τομές και ασυνέχειες.
Ας δανειστώ μερικές σκέψεις του Παναγιώτη Κονδύλη από το βιβλίο του «Από τον 20ο στον 21ο αιώνα, τομές στην πλανητική πολιτική περί το 2000».
“.. στην πορεία του 20ου αιώνα, γράφει, η Δύση πέρασε μέσα από μια βαθειά κοινωνική και πνευματική αλλαγή, η οποία στη θέση του ολιγαρχικού και ιεραρχικού αστικού φιλελευθερισμού έβαλε τη μαζική δημοκρατία… Αν γύρω στο 1900 δέσποζε στον κοινωνικοπολιτικό στίβο το λεγόμενο “κοινωνικό ζήτημα” , το οποίο έμπαινε αναπόδραστα μέσα στο εκάστοτε εθνικό πλαίσιο, εξ αιτίας της ολιγαρχικής φύσης του αστικού φιλελευθερισμού, για την εποχή γύρω στο 2000 τα χαρακτηριστικό είναι ότι τα επίμαχα ζητήματα και οι συγκρούσεις εμφανίζονται πάνω στην (υφιστάμενη ή δημιουργημένη) βάση της υψηλής συλλογικής κατανάλωσης και της υψηλής παραγωγικότητας… Στο μεγάλο βαθμό όπου συνεχίζει να τίθεται το “κοινωνικό ζήτημα” – βεβαίως με ουσιαστικά διαφορετική μορφή – συνδέεται τώρα με αυτούς τους παράγοντες, και η αντιμετώπιση του δεν γίνεται με σύνθημα το γκρέμισμα ταξικών ιεραρχιών όπως τις ήξερε ο 19ος αιώνας …
Η κατ’ αρχήν υποκατάσταση της ταξικής ιεραρχίας από τη λειτουργική δεν συνεπιφέρει βέβαια πάντοτε την εκτόνωση των κοινωνικών συγκρούσεων. Μπορεί να συμβεί ακριβώς το αντίθετο, γιατί ο ορίζοντας των προσδοκιών προσδιορίζεται από τον μαζικοδημοκρατικό καταναλωτισμό”.
Ποιος είναι όμως πραγματικά ο 21ος αιώνας; Οδεύσαμε προς τον μαζικοδημοκρατικό καταναλωτισμό, ή εν μέρει επιστρέψαμε στις παλαιές ολιγαρχικές ιεραρχήσεις;
Μια είδηση που δεν αποτελεί πλέον είδηση, και αφορά την «καρδιά του σκότους»:
«Η Goldman Sachs περιορίζει (ναι, περιορίζει) τη διάρκεια εργασίας των νεοσσών της, σε 17 ώρες μόνον, ημερησίως! …
7 ώρες απομένουν στους δύσμοιρους πιτσιρικάδες για να επιστρέψουν σπίτι,
να φάνε, να πλυθούν, να κοιμηθούν και να επιστρέψουν στη δουλειά!
Ύστερα από το θάνατο του γερμανού 21 χρόνων Moritz Erhardt που έπεσε πάνω στο γραφείο του -λόγω άγχους & έλλειψης ύπνου- μετά συνεχόμενη εργασία 72 ωρών, η GoldmanSachs απαγόρευσε τους ασκουμένους της να εργάζονται πάνω από 17 ώρες ημερησίως!..
Για να διασφαλιστεί αυτό, η τράπεζα επέβαλε ”απαγόρευση κυκλοφορίας”!
Οι νέες οδηγίες λένε:
1. Πήγαινε σπίτι πριν τα μεσάνυχτα.
2. Δούλεψε σκληρά, αλλά όχι πάρα πολύ.
3. Έχε ενδιαφέροντα εκτός εργασίας.
Σύμφωνα λοιπόν με τους νέους κανονισμούς οι εκπαιδευόμενοι που θα πρέπει να φεύγουν από το γραφείο πριν τα μεσάνυχτα απαγορεύεται να επιστρέψουν σ’ αυτό πριν τις 7 το πρωί!
Επίσης, δεν επιτρέπεται: να παραμένουν στο γραφείο τις Παρασκευές το βράδυ μετά τις 9.00 έως και τις 9 το πρωί της Κυριακής!
Το άρθρο επίσης αναφέρει πως αυτοί μεταξύ άλλων ωφελήθηκαν με αύξηση του μισθού τους κατά 20%.
Η Χρυσή Γαλέρα ενδιαφέρεται να επιβιώνουν οριακά οι κωπηλάτες της, αλλά δεν διέρρευσε ποτέ το ύψος των στόχων που βάζει σ’ αυτά τα ακρωτηριασμένα παιδιά…»
Οπότε γίνεται εμφανές πλέον πως ακόμα κι αν είχαν κάποτε αμβλυνθεί οι ολιγαρχικές ιεραρχήσεις, επανέρχονται με ακόμα μεγαλύτερη σφοδρότητα σε ένα μεταμοντέρνο, κατακερματισμένο τοπίο. Και για να επιβεβαιωθεί το περί ιεραρχήσεων αρκεί να υπενθυμίσουμε πως σε μια βδομάδα μέσα η ολιγαρχία επένδυσε σε έργα τέχνης σε τρείς διεθνείς οίκους δημοπρασιών 2,7 δισ. δολλάρια.
Στο τέλος του 20ου αιώνα, ένας σπουδαίος στοχαστής, ο Παν. Κονδύλης, αναλύει, με βαθύνοια, το παρελθόν υπό το πρίσμα του παρόντος και προβλέπει με βάση το παρόν το μέλλον. Δεν θέλω να παρακάμψω με ευκολία τις διαπιστώσεις του. Απλώς να επισημάνω πως το τωρινό παρόν, δηλαδή εκείνο που λίγο πριν ήταν μέλλον, επιστρέφει σαν παρελθόν, με την κοινωνία των νεοσσών της Γκόλντμαν Σακς.
Με αυτόν τον τρόπο η κρίση, και όχι μόνο, ξαναέφερε στην επιφάνεια όλες τις αλήθειες της μαρξιστικής θεωρίας και μεθόδου, τις οποίες πολλοί είχαν σπεύσει να ανεβάσουν στο πατάρι μαζί με τα χειμωνιάτικα.
Και ξαναέκανε τον κομμουνισμό επίκαιρο, όσο και την ιδέα της επαναστατικής ανατροπής του καπιταλισμού.
Η νέα εποχή
Η κρίση ήταν ο ήχος των τυμπάνων για όσους δεν ακούνε τους ανεπαίσθητους ήχους των πλησιαζόντων γεγονότων. Τα γεγονότα όμως είχαν ξεκινήσει πολύ νωρίτερα και, στο τέλος ήδη του 20ου, πιστοποιούσαν την είσοδό μας σε μια νέα εποχή.
Πρόκειται ή όχι για ένα νέο στάδιο του καπιταλισμού; Αρκετή συζήτηση γίνεται γι’ αυτό στο περιβάλλον της δικής μας αριστεράς. Μια συζήτηση όχι μικρής σημασίας, με την έννοια πως πρέπει να ορίσεις τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της εποχής σου ώστε να μπορέσεις να χαράξεις μια βαθύτερη επαναστατική στρατηγική συνδεδεμένη με τις άμεσες επιδιώξεις, με τους τακτικούς στόχους, τη συγκρότηση του κόμματος, του μετώπου και του κινήματος.
Χαρακτηρίστηκε και ονομάστηκε ολοκληρωτικός καπιταλισμός, έννοια που αποδίδει με αρκετή ακρίβεια τον χαρακτήρα του. Ο Πέτρος χρησιμοποιεί αυτόν τον όρο παράλληλα με τον προσδιορισμό του Ερνστ Μαντέλ, ύστερος.
Ποια είναι τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του.
Μετασχηματίζονται όχι οι επιμέρους αλλά οι βασικές-θεμελιακές σχέσεις του συστήματος, που, χωρίς να το ανατρέπουν, διαφοροποιούν όλες σχεδόν τις εσωτερικές λειτουργίες του.
Πραγματοποιούνται αλλαγές στην παραγωγή, στο χαρακτήρα της εργασίας, στην παραγόμενη απόλυτη και σχετική υπεραξία, στον ηγεμονικό ρόλο των πολυεθνικών πολυκλαδικών μονοπωλίων, του διεθνούς χρηματιστηριακού κεφαλαίου, την κυριαρχία των άυλων τίτλων και το λογιστικού, ηλεκτρονικού χρήματος. Ανασυγκροτείται το κράτος σε κράτος-επιτελείο της ανάπτυξης με ταυτόχρονη διεθνοποίηση των σχέσεων, μέσω των καπιταλιστικών ολοκληρώσεων (οι οποίες ωστόσο δεν μπορούν να αναχαιτίσουν τον παροξυσμό του διεθνούς ανταγωνισμού). Βλέπε τη Διαταλαντική Συμφωνία Εμπορίου και Επενδύσεων. (ΤΤΙΡ)
Ενισχύονται, σε ένα ανώτερο επίπεδο, όλα τα χαρακτηριστικά που περιέγραψε ο Λένιν στον Ιμπεριαλισμό.
Αναπτύσσεται ορμητικά επιστήμη και η τεχνολογία, ιδιαίτερα η πληροφορική, η μοριακή βιολογία, η βιοτεχνολογία, η γενετική, που αποκαλύπτουν τις τεράστιες δυνατότητες, τα διαρκώς διευρυνόμενα όρια της ανθρώπινης πράξης.
Αυτές οι δυνατότητες αντί να λειτουργούν ως ένα είδος ανταλλαγής και αλληλεπίδρασης με τη φύση, λειτουργούν στον καπιταλισμό ως μονάδες επιβολής και καταστροφής της.
Αντί να απελευθερώνουν ανθρώπινες δυνάμεις, αντί να πολλαπλασιάζουν τις εργασιακές δυνατότητες, να μειώνουν το χρόνο εργασίας και να αυξάνουν τον ελεύθερο χρόνο κάνουν ακριβώς το αντίθετο. Αυξάνουν τα κέρδη, περιορίζουν τις εργασιακές δυνατότητες, πολλαπλασιάζουν την ανεργία και μειώνουν, έως έκκλειψης, τον ελεύθερο χρόνο.
Το παράδειγμα των τρισδιάστατων εκτυπωτών είναι αντιπροσωπευτικό. Η είσοδός τους στην παραγωγή σημαίνει, εκτός των άλλων αλλαγών που θα φέρει, αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας σχεδόν κατά 70%, μέγεθος που συνιστά ποιοτική μεταβολή των δεδομένων. Όμως αυτο συνεπάγεται όχι μόνο απώλεια θέσεων εργασίας αλλά και απώλεια παραγόμενης υπεραξίας για τους καπιταλιστές, άρα την προετοιμασία για τον επόμενο κύκλο της κρίσης, πριν καλά-καλά κλείσει ο προηγούμενος.
Και ο κύκλος αυτός γίνεται φαύλος, και θα βυθίζει, σαν θαλάσσια δίνη, ανεπαισθήτως αλλά ουσιαστικώς την κοινωνία, αν δεν διαρραγεί.
Η Αριστερά
Το κρίσιμο ερώτημα φυσικά σε όλους μας είναι λοιπόν, ύστερα από αυτές τις διαπιστώσεις, ποια είναι η Αριστερά, η κομμουνιστική Αριστερά, που θα αντιμετωπίσει αυτή την ιστορική πρόκληση.
Όμως όλοι είμαστε κληρονόμοι και κοινωνοί των δυσκαμψιών και της αντιφάσεων της, κι εδώ και στον κόσμο. Κυρίως, βέβαια, είμαστε μάρτυρες της ιστορικής της οπισθοχώρησης. Γεγονότα που την καθιστούν αδύναμη να επωμιστεί το ιστορικό φορτίο της νέας εποχής και που κάνουν ακόμα πιο αμφίβολη την πορεία της.
Ακούγεται ιερόσυλο; Στην Αριστερά υπάρχουν ορισμένες άρρητες απαγορεύσεις. Ίσως η πιο σημαντική είναι η απαγόρευση της απογοήτευσης και ακόμα χειρότερα της απελπισίας. Οι μαρξιστές οφείλουν να είναι πάντα και παντού αισιόδοξοι. Δεν έχει σημασία αν συμφωνεί ή διαφωνεί κανείς με αυτή την αρχή. Ωστόσο το σημαντικό είναι η αισιοδοξία να δικαιολογείται ή τουλάχιστον να συνδέεται με τα γεγονότα. Αλλιώς είναι κενό γράμμα και ένας βασικός λόγος οι φορείς της, με συναίσθημα αισιοδοξίας, να οδηγούνται εν τέλει στην πολιτική της απελπισίας ή σε μια απελπιστική πολιτική!
Προσωπικά πιστεύω πως δεν έχει σημασία αν κάποιος συμφωνεί ή διαφωνεί με τα γραφόμενα στο βιβλίο, κυρίως με τις εκτιμήσεις και αξιολογήσεις του συγγραφέα του. Το κύριο είναι πως ξαναβλέπει τα κρίσιμα ερωτήματα του κομμουνιστικού κινήματος και βρίσκεται σε αναμέτρηση με τον εαυτό του και την ιστορική εμπειρία, αλλά κυρίως με το μέλλον. Εκεί, είναι ο μόνος τόπος και τρόπος να ανατροφοδοτηθεί η ιστορική αισιοδοξία!
Θα αποπειραθώ μια μικρή ιστορική αναδρομή.
Στην επανάσταση του 1830-32 στη Γαλλία, αλλά κυρίως στις ευρωπαϊκές επαναστάσεις του 1848, η εργατική τάξη μπαίνει δυναμικά για πρώτη φορά στο προσκήνιο της Ιστορίας.
Μετά τα γεγονότα αυτά είναι πλέον άλλη. Αναζητά τις μορφές της ανεξάρτητης οργάνωσής της. Από αυτή την αναζήτηση προκύπτει το 1848 το Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος και το 1864 η δημιουργία της 1ης Διεθνούς.
Η καπιταλιστική κρίση του 1873 έφερε τη δημιουργία των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων, τη σύγκρουση του σοσιαλιστικού-κομμουνιστικού ρεύματος με το αναρχικό, τη δημιουργία της 2ης Διεθνούς το 1889.
Μπαίνουμε πλέον σε μια νέα εποχή, στάδιο, το οποίο ο Λένιν ονόμασε Ιμπεριαλισμό και το οποίο μάλιστα χαρακτήρισε αρχικά νεώτατο και, εν συνεχεία, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού. Υπό την καταλυτική επίδραση του πολέμου η σύγκρουση στο εσωτερικό της σοσιαλδημοκρατίας οδηγεί στη ρήξη. Εμφανίζεται μια νέα μορφή οργάνωσης του πολιτικού υποκειμένου της επανάστασης, το κόμμα νέου τύπου. Στη βάση αυτή δημιουργούνται κομμουνιστικά κόμματα και συγκροτείται το 1919 η τρίτη, Κομμουνιστική, Διεθνής.
Ανεξάρτητα από τη συζήτηση που επικράτησε γύρω από το Κόμμα νέου τύπου, η ουσία είναι πως η μορφή αυτή εξέφρασε, κατά έναν τρόπο αντιστοιχίας, την εποχή με τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του ιμπεριαλισμού.
Αν τα αναφέρω αυτά είναι για δυο λόγους:
1. Για να υπογραμμιστεί πως το κομμουνιστικό κίνημα δεν διήνυσε μια ιστορία συνεχούς και ευθύγραμμης πορείας, και κυρίως δεν είχε ποτέ παγιωμένα και αναλλοίωτα χαρακτηριστικά. Είναι γέννημα του καιρού και των αλλαγών του.
Από αυτές τις ιστορικές αναφορές προκύπτει η σημασία που έχει η ακριβής μελέτη και περιγραφή των ποιοτικών χαρακτηριστικών κάθε ιστορικής εποχής.
Και αν προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε την μαρξιστική αντίληψη πως το κόμμα είναι η συμπύκνωση των κοινωνικών, στρατηγικών και θεωρητικών αντιθέσεων της εποχής, όπως λέει και ο Λούκατς, και αναφέρει ο Πέτρος στι βιβλίο, πρέπει να οδηγηθούμε στο συμπέρασμα ότι ο τύπος οργάνωσης και κόμματος δεν είναι αναλλοίωτος και ανεξάρτητος από το ιστορικό πλαίσιο, όχι με ένα αυτοματισμό αναλογίας, αλλά ωστόσο σε βαθύτερη διαλεκτική σχέση με τα γεγονότα.
Οπότε σαφώς προκύπτει πως η ιερή προσήλωση στο Κόμμα, όπως συχνά γίνεται ορατή στις μέρες μας και στη χώρα μας, δεν πολυέχει σχέση με την ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος.
2. Για να πάψουμε να νοιώθουμε ως τα υπόλοιπα στρατεύματα ενός κομμουνιστικού Βατερλώ όπου το μόνο που μας μένει είναι να επαναλαμβάνουμε στους νικητές, όταν μας καλούν να παραδοθούμε, την περίφημη λέξη του Γκαμπρόν, merde , και να νοιώσουμε ως τμήμα της ιστορικής εποχής, μιας νέας εποχής αναμέτρησης, την οποία προετοιμάζουμε, αν και δεν είναι στο χέρι μας να ορίσουμε το ραντεβού μαζί της.
Εξ αυτού προκύπτει η ανάγκη, το καθήκον, να συζητήσουμε διεξοδικά για τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της σημερινής εποχής, ώστε να γίνει δυνατόν να διατυπωθεί ένα νέο κομμουνιστικό πρόγραμμα, της εποχής μας, και να τεθούν οι όροι για τη συγκρότηση ενός νέου κομμουνιστικού κόμματος, της εποχής μας.
Πατώντας και με τα δυό πόδια στο έδαφος αυτής της πραγματικότητας, που είναι πάντα εξαιρετικά δύσκολη και αντιφατική, αλλά και έχοντας στραμμένα τα μάτια στον ορίζοντα τη ανατροπής.
Καθ’ ότι, είναι γνωστό πως μια ακόμη από τις γνωστές συνήθειες της Αριστεράς μας, η συχνότερη – και η οποία κάθε άλλο παρά έχει αποβληθεί – είναι ή να βουλιάζει στο παρόν, στο όνομα του ρεαλισμού, και να χάνει το μέλλον, ή να ίπταται προς το μέλλον, στο όνομα του στρατηγικού στόχου, έχοντας εγκαταλείψει το έδαφος της πραγματικότητας. Αυτάρεσκη για την ικανότητα προσαρμογής της, στη μια περίπτωση ή για την αδιαλλαξία της στην άλλη. Αλλά, είτε βουλιάζει είτε πέφτει από ύψος, το αποτετέλεσμα αν δεν είναι το ίδιο είναι οπωσδήποτε κοινό.
Η νοσταλγική αριστερά
Όμως, χρειάζεται να υπερβούμε πολλές περίεργες αριστερές εμμονές και παθογένειες.
Ας πούμε. Τα τελευταία αρκετά χρόνια, μετά τις καταρρεύσεις, μια επιδημία νοσταλγίας απλώθηκε στους Αριστερούς και την Αριστερά μας, όλων, ή σχεδόν όλων, των αποχρώσεων.
Κι όταν πρόκειται για τη νοσταλγία των ατόμων, των σαν κι εμάς, μιας κάποιας ηλικίας, δεν μένει παρά να έχεις αισθήματα συμπάθειας και κατανόησης, καθώς τα πίσω χρόνια αυξάνουν όσο μειώνονται τα εμπρός, οπότε όχι μόνο το παρόν είναι μελαγχολικό αλλά και το μέλλον αβέβαιο καθότι περιορισμένο. Καθένας μας δικαιούται να επιστρέφει στη νεανική και παιδική ηλικία προκειμένου να εξομαλύνει τις αντιξοότητες του παρόντος.
Όταν όμως καταφεύγουν στη νοσταλγία οι πολιτικές πρωτοπορίες, αντιλαμβάνεται κανείς πως δεν πρόκειται περί ενός μέλλοντος που έχει συρρικνωθεί αλλά περί ενός οράματος του μέλλοντος που έχει εκλείψει. Πεθαίνουν και το ομολογούν.
Η νοσταλγία των επαναστατών για τις χαμένες πατρίδες του σοσιαλισμού δεν είναι ο θρήνος των προσφύγων μιας παρελθούσας καταστροφής αλλά το μοιρολόι για τις επόμενες καταστροφές, οι οποίες, με αυτά τα μυαλά, γίνονται αναπόφευκτες.
Αντιθέτως, θεωρώ, κάποιοι άνθρωποι θεωρούν, πως έστω αδύνατα, έστω δραματικά ελλειπώς, σήμερα ανοίγει ο δρόμος, της επόμενης ιστορικής εποχής του κομμουνιστικού κινήματος.
Έτσι εμείς δεν πρέπει να είμαστε τα υπόλοιπα του παρελθόντος, αλλά οι προετοιμασίες του μέλλοντος. Με την ιστορική γνώση και εμπειρία και την ουσιαστική επαναστατική χειραφέτηση. Με μνήμη αλλά και αμείλικτοι προς τη νοσταλγία. Πατώντας τα πόδια μας στο παρελθόν αλλά όχι βουλιάζοντας στη λάσπη του.
Είμαστε εντός ενός σταδίου ανάπτυξης και κρίσης του καπιταλισμού αλλά και ενός ανώτερου σταδίου ωρίμανσης της λύσης, της κομμουνιστικής αναγκαιότητας, που δεν είναι μοιραίο να συμβεί καθώς και η οπισθοχώρηση στη βαρβαρότητα καιροφυλακτεί ως πιθανότητα.
«Είμαστε εντός του μέλλοντός μας», όπως έγραφε ο Αντρέας Εμπειρίκος.
Αυτή είναι μια ουσιαστική απάντηση στην κρίση, στα σημερινά αδιέξοδα του εργατικού κινήματος.
Επίλογος
Η Αριστερά αποτελούσε πάντα την Κασσάνδρα της κοινωνίας προβλέποντας καταστροφές. Δεν ήρθαν όλες, αλλά οι περισσότερες ήρθαν. Μονάχα που και η Αριστερά είχε μερικές φορές την τύχη της τρωαδίτισας προστατευομένης του Απόλλωνα. Τσακίστηκε κι αυτή από τη λαίλαπα των νικητών. Οι οποίοι παρουσιάστηκαν πιο δυνατοί και πιο αδυσώπητοι για να αντιμετωπίσουν τόσο τις προφητείες όσο και τα γεγονότα. Ολοκληρώσεις, κράτη αστακοί, μηχανισμοί διανοητικής αφαίμαξης, μέσα ενημέρωσης και ιδεολογικές υπηρεσίες, σε έναν κατακερματισμένο-μεταμοντέρνο κόσμο όπου κυκλοφορούν κατακερματισμένοι-μεταμοντέρνοι άνθρωποι, καθηλωμένοι και αδύναμοι.
Αλλά σε διαφορά από την Κασσάνδρα, η Αριστερά δεν είναι μια αδύναμη ύπαρξη, εύκολο να χαθεί. Είναι κοινωνική αναγκαιότητα. Αρκεί να υπάρξουν εκείνοι που θα μπορέσουν να την εκφράσουν.
Που θα απαντήσουν στην πρόκληση αυτή, η οποία κάνει πιο δύσκολη ακόμα την ιδέα και την πράξη της επανάστασης, τόσο πιο δύσκολη όσο πιο αναγκαία,
Εκείνοι που “θα έχουν την τόλμη και την ικανότητα να ξεσηκώσουν τον Αχέροντα της λαϊκής εξέγερσης”, όπως λέει ο Πέτρος στο τέλος του βιβλίου του.
Ελάχιστα πράγματα είναι τόσο κοντά στην διττή εικόνα της εποχής μας όσο οι στίχοι του Ρεμπώ, από το έργο του «Μια εποχή στην κόλαση», γραμμένοι το 1873, σε μια εποχή κρίσης, και ύστερα από την ήττα της Κομμούνας, της οποίας υπήρξε υπερασπιστής:
«Φθινόπωρο. Το καράβι μας με την πρύμνη υψωμένη μές στην ασάλευτη ομίχλη στρίβει για το λιμάνι της δυστυχίας, την απέραντη πολιτεία με τον ουρανό λερωμένο από φωτιά και λάσπη… Κι όμως βρισκόμαστε στα πρόθυρα. Ας δεχτούμε τη δωρεά της αλκής και της πραγματικής τρυφερότητας. Και την αυγή, οπλισμένοι με επιμονή όλο πάθος, θα μπούμε στις μεγαλόπρεπες πολιτείες».