Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών
Το Σύνταγμα του 1975, όπως κάθε Σύνταγμα, με τις ρυθμίσεις αλλά και τις σιωπές του έκφραζε το συσχετισμό των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων και πρωτίστως την κυρίαρχη συνιστώσα του, την οικονομική ολιγαρχία. Σημαδεύτηκε από τη συντεταγμένη παράδοση της εξουσίας από τη δικτατορία στους αστούς πολιτικούς. Οι κυρίαρχες δυνάμεις φοβούνταν τις ριζοσπαστικές εξελίξεις, προσπάθησαν να τις τιθασεύσουν και αναχαιτίσουν. Ήταν ένα Σύνταγμα με ορατά τα συντηρητικά χαρακτηριστικά, προϊόν μιας ψευδο-αναθεωρητικής διαδικασίας.
Κατοχύρωνε μέσω του άρθρου 107 σκανδαλώδη προνόμια στο εφοπλιστικό και ξένο κεφάλαιο, παρείχε τη δυνατότητα εκχώρησης αρμοδιοτήτων στην ΕΟΚ μέσω του άρθρου 28, χωρίς κάν προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία. Κατοχύρωνε συνταγματικά την ένταξη της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ μέσω του άρθρου 27 παρ. 2, παρά τη μεγάλη αντίθεση του λαού εξαιτίας και του Κυπριακού. Υποβάθμιζε τη Βουλή, δεν κατοχύρωνε την απλή αναλογική, παρείχε υπερεξουσίες στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας με τις οποίες μπορούσε να στραφεί ενάντια στην κυβέρνηση και στη Βουλή σε περίπτωση ανάδειξης μιας ριζοσπαστικής πλειοψηφίας.
Παράλληλα λάμβανε υπόψη το συσχετισμό δυνάμεων, τον απόηχο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου και των λαϊκών κινημάτων που βρίσκονταν υπό ανάπτυξη. Κατοχύρωνε πληρέστερα σε σχέση με το μετεμφυλιακό καθεστώς μια σειρά δικαιώματα. Η κατάσταση βελτιώθηκε με τον ατελή εκδημοκρατισμό της περιόδου 1981-1985 και την αναθεώρηση του 1986.
Το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης και η αλλαγή του συσχετισμού σε βάρος των δυνάμεων της εργασίας σήμανε την προσπάθεια της οικονομικής ολιγαρχίας να ξεθεμελιώσει πλήρως τις κατακτήσεις των εργαζομένων των τελευταίων εκατό χρόνων. Πολλές διατάξεις του Συντάγματος μετατράπηκαν έτσι σε εμπόδιο. Το βασικό χαρακτηριστικό της περιόδου υπήρξε η παραβίαση του Συντάγματος. Τέτοια ήταν η ίδια η συγκρότηση της κυβέρνησης Παπαδήμου, η επιβολή της εποπτείας και των Μνημονίων, που οικοδόμησαν ένα οικονομικό παρα-Σύνταγμα, η ψήφιση αντισυνταγματικών νόμων.
Καθώς η αναθεώρηση του 2019 δεν μπόρεσε να εισάγει στοιχεία βαθιάς συντηρητικοποίησης, κυρίαρχη επιλογή έγινε η συστηματική, απροκάλυπτη παραβίαση των συνταγματικών διατάξεων, όταν αυτές στέκονται εμπόδιο. Χαρακτηριστικό αλλά όχι μοναδικό παράδειγμα είναι το άρθρο 16. Η επικείμενη αναθεώρηση θα επιχειρήσει να αξιοποιήσει το δυσμενή συσχετισμό για τους εργαζόμενους και να πραγματοποιήσει μια αντιδραστική στροφή. Η συζήτηση για την κατάργηση της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων (άρθρο 103) είναι ενδεικτική. Αν τυχόν δεν το καταφέρει, η κυρίαρχη πολιτική θα συνεχίσει να παραβιάζει το Σύνταγμα μετατρέποντάς το σε κουρελόχαρτο.
Άμεσα, επομένως, χρειάζεται όχι η αναθεώρηση του Συντάγματος αλλά η προάσπιση των συνταγματικών δικαιωμάτων και ελευθεριών. Προοπτικά, η δραστική μεταβολή του συσχετισμού δυνάμεων σε όφελος των λαϊκών τάξεων θα ανοίξει το δρόμο μιας ριζικά διαφορετικής πολιτικής. Αυτή θα αποτυπωθεί σε ένα νέο Σύνταγμα, ίσως μέσα από μια διαδικασία Συντακτικής Συνέλευσης.
Ο Δημήτρης Καλτσώνης είναι καθηγητής θεωρίας κράτους και δικαίου, Πάντειο Πανεπιστήμιο