Δεύτερο διαδοχικό καίριο πλήγμα στην κοινή λογική… Προτού προλάβουμε να αφομοιώσουμε το δόγμα πως η έλλειψη χρημάτων είναι όρος εκ των ων ουκ άνευ για μην φθάσουμε 300 κιλά καθένας και καθεμία, κατέφθασε μία ακόμη βαναυσότητα, πολλών «τόνων». Επίσης από το στόμα του Αδώνιδος Γεωργιάδη…
Διευκρινίζοντας πως η πρωθυπουργική εξαγγελία για τα 400 ευρώ δεν αφορά το σύνολο των ανθρώπων που «βολοδέρνουν» στο φάσμα της μακροχρόνιας ανεργίας, αλλά μόνον το 30%, ο αντιπρόεδρος της ΝΔ και υπουργός Ανάπτυξης διατύπωσε στο «Kontra TV» μια «ενδιαφέρουσα» θεωρία: Όποιος παραμένει άνεργος επί μεγάλο χρονικό διάστημα, εφ’ όσον ακόμη ζει, δεν έχει ανάγκη ενίσχυσης. Αφού ανασαίνει ακόμη, σημαίνει πως «έχει τον τρόπο» του. Δουλεύει «μαύρα»; Τον συντηρούν συγγενείς; Σε κάθε περίπτωση η επιβίωσή του μαρτυρά πως δεν έχει ιδιαίτερη ανάγκη… (Την επόμενη ημέρα ο διοικητής του ΟΑΕΔ Σπύρος Πρωτοψάλτης ανακοίνωσε ότι δεν θα επιδοτηθούν όσοι είναι άνεργοι επί διάστημα μεγαλύτερο των 24 μηνών).
Εμπλουτίζοντας τούτη τη… λαμπρή λογική κι επεκτείνοντας το «πεδίο εφαρμογής» της, θα μπορούσε κάποιος να συμπεράνει πως ακόμη και οι ζώντες άστεγοι είναι «ΟΚ», εάν έχουν συμπληρώσει πολλούς μήνες στο δρόμο και στα παγκάκια. Κι αυτοί κάποια «πατέντα» έχουν βρει, ειδάλλως θα ήταν μακαρίτες. Σε ένα ευρύτερο πεδίο, δεν υπάρχει κανένας λόγος να ανησυχούμε για όσους ζουν επί πολύ καιρό υπό συνθήκες ακραίας φτώχειας. Αφού ζουν, να χρωστούν ευγνωμοσύνη που δεν επιβαρύνονται και με κανένα ειδικό τέλος «αυξημένης αντοχής». Να μακαρίζουν την τύχη τους, σκεπτόμενοι πχ πόσοι ψυχικώς λεπτεπίλεπτοι μεσοαστοί νιώθουν «πνιγμένοι» από άγχη, από τα οποία οι ίδιοι ποτέ δεν βασανίστηκαν…
Μεγάλη σημασία, φυσικά, παρουσιάζει η «επιχειρηματολογία», όχι μόνο το «δια ταύτα» της διευκρίνισης που έκανε ο Αδ. Γεωργιάδης. Δεν μίλησε για αναγκαστικές προτεραιότητες. Δεν επικαλέστηκε πολλαπλές, παράλληλες οικονομικές ανάγκες. Δεν υπερασπίστηκε κάποια λογική «συγκράτησης» κρατικών δαπανών, τώρα, επειδή κανείς δεν ξέρει πόσα θα απαιτήσει η αντιμετώπιση του Covid 19 και των συνεπειών του, αύριο. Όχι. Επέλεξε να διακηρύξει πως οι μακροχρόνια άνεργοι δεν χρήζουν βοήθειας, επιμηκύνοντας έτσι τον – κάπως ανομοιόμορφο, ίσως, αλλά σίγουρα βολικό- κατάλογο των «τυχερών», «καταφερτζήδων» ή και «προνομιούχων», που δεν δικαιούνται να ζητούν (ούτε την «επόμενη μέρα») πολλά, διότι δεν αντιμετωπίζουν δα και πολλές δυσκολίες…
Δεν είναι προφανές; Με τις κατάλληλες συγκρίσεις και με βάση υπολογισμού τους ανέργους των 25, 30 και 40 μηνών, όλοι είμαστε «ψιλο- τυχεροί»! Όσο κι αν μειωθούν οι αποδοχές μας, όσο κι αν συρρικνωθεί ο μισθός μας, αν μη τι άλλο υπάρχει ένα πιάτο στο τραπέζι μας. Κι αν μείνουμε άνεργοι, υπομονή. Θα πιάσουμε κάποια στιγμή το όριο, πέραν του οποίου ο άνεργος γίνεται… εφτάψυχος, άτρωτος και θα… το γιορτάσουμε. Ποιος ξέρει, μπορεί να μας στείλει γλυκά και ο- ενημερωμένος από τις στατιστικές του ΟΑΕΔ- ευγενικός Άδωνις.
Δικαιολογημένα το νέο «χτύπημα» του Αδ. Γεωργιάδη προκάλεσε οργή, αλλά δεν υπάρχουν και πολλές δικαιολογίες για όσους ένιωσαν και έκπληξη. Η κυνική πεμπτουσία των αναφορών του στα 300 κιλά και στους ανέργους δεν ξεφεύγει από τις ράγιες, πάνω στις οποίες κινείται το ήδη γνωστό κράμα που συνενώνει κοινωνικό δαρβινισμό, πνεύμα Αντουανέτας και διαρκή παρότρυνση στον κόσμο της εργασίας, να συμφιλιωθεί με την ιδέα ότι είναι αναλώσιμος.
Οι ιδεολογικές αυτές σιδηροτροχιές προϋπήρχαν των μνημονίων, αλλά στη μνημονιακή εποχή έγιναν περισσότερο ευδιάκριτες, καθώς το γύρω τοπίο αποψιλώθηκε. Εξαφανίστηκαν «ταμπού», προσχήματα, κοινωνικές σταθερές που υπαγόρευαν κάποια αυτοσυγκράτηση και αρκετούς ελιγμούς. Έτσι, ράγιες και φορτία «βγάζουν μάτια», πλέον. Ας θυμηθούμε μερικούς «σταθμούς»:
Στην πρώιμη μνημονιακή εποχή, πολλοί «ειδήμονες» είπαν πως η μείωση των μισθών μας, ακόμη και σε επίπεδα δραματικά, θα ήταν το αναγκαίο κακό για να μην αυξηθεί πολύ η ανεργία. Ε, οι μισθοί βρέθηκαν στα τάρταρα, η επίσημη ανεργία κοντά στο 30%, αλλά κανείς από τους «φωστήρες» τελάληδες της θεωρίας της «τραμπάλας» (αν πέσει χαμηλά ο πόλος των μισθών, θα ανέβει εκείνος που προστατεύει την απασχόληση) δεν έδωσε ποτέ την παραμικρή εξήγηση. Ίσως επειδή κι αυτές τις «ευαισθησίες» τις έφαγε η… προαναφερθείσα αποψίλωση ή τις πάτησε το ίδιο το τρένο.
«Θα αγωνιστώ να υπάρχει ένας εργαζόμενος σε κάθε οικογένεια», μας είπε ο Γιώργος Παπανδρέου, το Σεπτέμβριο του 2011. Από το βήμα της ΔΕΘ, με στόμφο!… Μέχρι τότε, τουλάχιστον τα παραμύθια είχαν στο επίκεντρό τους κάποιο υποτιθέμενο «θετικό» που αφορούσε την άμεση επιβίωση ανθρώπων. Το «μικρότερο κακό» θα απέτρεπε, τάχα, κάποιο μεγαλύτερο, που θα είχε ευθεία αντανάκλαση στις ζωές τους, όχι σε «ψυχρούς» δείκτες.
Ε, αυτό το «τουλάχιστον» αποσύρθηκε στη δύση του 2014. Τότε που οι «συστημικές» δυνάμεις ένιωσαν την ανάγκη να απαντήσουν σ’ ένα απλό ερώτημα: Εάν όντως η οικονομία είχε τεθεί πάλι «σε τροχιά ανάκαμψης», όπως διατεινόταν τότε η κυβέρνηση Σαμαρά, γιατί παρέμενε απαγορευμένη κάθε συζήτηση περί ενδεχόμενης αύξησης του κατώτατου μισθού, έπειτα από 4,5 και πλέον χρόνια κοινωνικής ισοπέδωσης;
Και τότε, σαν να έγινε… γενική επιφοίτηση από κάποιο «άγιο πνεύμα» λιτότητας, βρέθηκε στη μόδα η εξής «γραμμή»: Δεν θα έπρεπε να γίνει καμία αύξηση μισθών, ούτε καν του κατώτατου, διότι σε αυτή την περίπτωση θα ακολουθούσε μεγαλύτερη ζήτηση αγαθών. Οπότε, τι; Οπότε είτε θα έπονταν «περισσότερες εισαγωγές» (βερσιόν πρώτη- η πλέον προτιμούμενη) είτε θα επιστρέφαμε «στη δομή του ΑΕΠ που βασιζόταν κατά 70% στην κατανάλωση» (βερσιόν δεύτερη- η πλέον «σοφιστικέ», την ακούσαμε από τον υφυπουργό Εργασίας Αντώνη Μπέζα, στο «Star», την 1η Δεκεμβρίου 2014).
Ήταν σαν να έβλεπες μια κοινωνία να πνίγεται και εσύ να διατεινόσουν πως δεν θα έπρεπε να βγει στην επιφάνεια του νερού, για να μην πάθουν καμία «ηλίαση» οι δείκτες του εμπορικού ισοζυγίου και της «δομής» ενός ΑΕΠ, που είχε ήδη καταβαραθρωθεί… Ακούσαμε το… συγκλονιστικό αυτό επιχείρημα από στελέχη της ΝΔ, του Αδ. Γεωργιάδη συμπεριλαμβανόμενου, από τον Σταύρο Θεοδωράκη, κλπ.
Η απόσταση από το «η φτώχεια είναι καλή για να μη φουσκώσουν οι εξαγωγές», ως το «για να μην παχύνετε» ή να μην… καλομάθουν οι μακροχρόνια άνεργοι, ναι μεν είναι ευδιάκριτη ως προς τη «χοντράδα» στην εκφορά του λόγου και την εγκατάλειψη κάθε «τεχνοκρατικής» ορολογίας, αλλά ο πυρήνας παραμένει στις ίδιες ράγιες του κυνικού, κοινωνικού δαρβινισμού. Υπό αυτήν την έννοια, θα ήταν σοβαρό λάθος να θεωρήσουμε ότι έχουμε να κάνουμε απλώς με κάποιες «παλαβομάρες» και φραστικές ακρότητες του σημερινού υπουργού Ανάπτυξης, που τα συνηθίζει αυτά. Αυτό που βλέπουμε κι ακούμε είναι, αφενός η αξιοποίηση των μαζεμένων στην αποθήκη του «There Is No Alternative» («ΤΙΝΑ») εφοδίων που άφησε η περίοδος των μνημονίων και, αφετέρου, η προετοιμασία για «την επόμενη ημέρα».
Η λεκτική βιαιότητα μπορεί να οφείλεται σε κάποιο άγχος για αυτήν την προετοιμασία. Μπορεί, αντίθετα, να αντανακλά την άνεση που προς το παρόν διαθέτει η κυβέρνηση, εν μέσω έγκλειστων ανθρώπων και Μέσων «Ενημέρωσης», τα οποία, μεταξύ άλλων, μη έχοντας καν… ανακαλύψει τον «οδικό χάρτη» της πανδημίας και την κατά πολύ μειωμένη «αγριάδα» της στην Ανατ. Ευρώπη και τα Βαλκάνια (σε σχέση με Β. Ιταλία, Ισπανία, Αγγλία, κλπ) επιδίδονται σε «κούφιες» υμνολογίες. Μπορεί, πάλι, να προδίδει έναν συνδυασμό και των δυο.
Τις διαθέσεις της κοινωνίας κατά την «επόμενη ημέρα» και επόμενη περίοδο κανείς δεν μπορεί να τις προκαθορίσει. Δεν είναι, ασφαλώς, αβάσιμη η «συστημική» προσδοκία πως η «παρακαταθήκη» του «ΤΙΝΑ» των μνημονίων, σε συνάρτηση με τον φόβο και το «μούδιασμα» από την καραντίνα, θα επιφέρουν ένα γερό, μακροχρόνιο «ντεφορμάρισμα» ακόμη σε κοινωνικές δυνάμεις, που υπό άλλες συνθήκες θα αντιδρούσαν.
Θα υπάρξουν, όμως, κι άλλα στοιχεία, όπως και εκκρεμότητες, στο εγγύς μέλλον. Θα είναι, πχ, οι «καταπραϋντικοί» παράγοντες, δηλαδή αυτοί που θα ευνοήσουν την κοινωνική και πολιτική πειθάρχηση, ικανοί να «ισοσκελίσουν» την αδυναμία ενοχοποίησης του κόσμου για το υγειονομικό κακό; Από το 2010 κι εντεύθεν αφοριστήκαμε σχεδόν όλοι ως διεφθαρμένοι, βολεψάκηδες, ομοτράπεζοι του Πάγκαλου, φοροφυγάδες- εν ολίγοις βασικοί υπεύθυνοι για την κρίση χρέους. Για τον Covid 19, όσες «κουτοπόνηρες» τηλεοπτικές λήψεις κι αν εμφανίσουν σαν πλήθος τριάντα περιπατητές ή δρομείς σε μια παραλία με μήκος εκατοντάδων μέτρων και πλάτος δεκάδων, είναι απίθανο να μείνει ως καταστάλαγμα στη συλλογική συνείδηση η ενοχή. Άλλωστε η όποια ευπιστία και ανοησία θα αφορά αιτιάσεις για την αντιμετώπιση της πανδημίας, όχι για την εμφάνισή της.
Αλλά, πάλι, κανείς δεν ξέρει… Από τα εγχώρια ΜΜΕ όλα μπορεί να τα περιμένει κανείς. Καλού – κακού, ας είμαστε ψυχολογικά προετοιμασμένοι ν’ ακούσουμε, πχ, ότι φταίμε, διότι έως τώρα ζούσαμε πάνω από τις δυνάμεις του ανοσοποιητικού μας συστήματος…