Το Πολυτεχνείο, αυτός ο αιώνιος έφηβος, συνέχισε, εδώ και στο 2020, να επιδρά στις πολιτικές εξελίξεις, στις πολιτικές της Αριστεράς και των αστικών κομμάτων ακόμη και σε καθημερινές συμπεριφορές.
Εξέφρασε, άλλη μια φορά, μύχιες επιδιώξεις, δικαιώματα και ελπίδες της νεολαίας και του λαού, συνέδεσε με ένα θαυμαστό τρόπο τις καλλίτερες στιγμές του παρελθόντος με το δύσκολο παρόν και το αινιγματικό μέλλον του χειραφετητικού κινήματος της νεολαίας και των ανθρώπων του μόχθου.
Αυτό το νήμα ήθελε και θέλει να κόψει, εκεί θέλει να χτυπήσει, με αυτό το κοινωνικό φαινόμενο ήθελε και θέλει να καθαρίσει μια και καλή, με εντολή Μητσοτάκη, ο πολιτικός άνθρωπος της πρεσβείας στο υπουργείο Δημόσιας Αταξίας και Καταναγκασμού.
Και απέτυχε.
Γιατί η φετινή επέτειος εξέφρασε τη συνέχεια και κυρίως την ανάπτυξη στο περιεχόμενο των συνθημάτων και των στόχων του εργατικού, του νεολαιίστικου κινήματος και της αριστεράς.
Με τη συμβολή, στο βαθμό που τους αναλογεί με βάση τη μεταβαλλόμενη (εκεί στο πεδίο της ταξικής πάλης) πολιτική τους και τις δυνάμεις τους, όλων ανεξαίρετα των μαχόμενων δυνάμεων εργατικής αναφοράς και κομμουνιστικής στόχευσης, από την καθοριστικής σημασίας παρέμβαση του ΚΚΕ ως το Συντονισμό Κομμουνιστικών δυνάμεων, τη ΛΑΕ ως την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, τον μ-λ χώρο ως την ΑΝΑΜΕΤΡΗΣΗ και τη ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ.
Μπορεί να μην μπορέσαμε, και δεν μπορέσαμε, να διοργανώσουμε μεγαλειώδεις μαζικές λαϊκές πορείες, με τα τραγούδια και τα γαρίφαλα, από το Πολυτεχνείο στην Αμερικάνικη Πρεσβεία, από τα κατά τόπους Πολυτεχνεία και τους τόπους θυσίας σε όλη τη χώρα προς τα κέντρα εξουσίας και της λαομίσητης ξένης παρουσίας.
Με τις συγκεντρώσεις εξουδετερώσαμε στην κυριολεξία την πολιτική της «απαγόρευσης συναθροίσεων καθ όλη την επικράτεια, πέραν των τεσσάρων ατόμων». Οι πολυπληθείς και με μέτρα προστασίας συγκεντρώσεις ήταν μηνύματα άμεσης νικηφόρας πολιτικής απάντησης στον κυβερνητικό αυταρχισμό, μηνύματα εργατικής αισιοδοξίας.
Γι αυτό και έχουν μεγάλη αξία.
Αλλά και σε αυτές τις πορείες στους γνωστούς δρόμους του αγώνα, τις «μικρές» σε απόσταση αλλά τις μεγάλες σε φλόγα και αποφασιστικότητα, ηχούσαν ξανά οι μελωδίες από το παρόν και το μέλλον των συλλαλητηρίων της ενότητας και του αγώνα.
Οι συγκεντρώσεις μαζί με αυτές τις πορείες ήταν ένα πολιτικό χαστούκι στην πολιτικής της ΝΔ και μια υπόσχεση μας, ας επιτραπεί ο πρώτος πληθυντικός, για τα δικά μας «δέοντα».
Αντιμέτωποι με μια κατάσταση δίχως προηγούμενο
47 χρόνια από το πολυτεχνείο η ανθρωπότητα βρίσκεται αντιμέτωπη μπροστά σε μια κατάσταση δίχως ιστορικό προηγούμενο, με το φαινόμενο ενός παγκόσμιου συγχρονισμού τόσο της πανδημίας όσο και μιας σφοδρής οικονομικής ύφεσης.
Ο κόσμος βρίσκεται μπροστά σε 1.400.000 χιλιάδες, προς ώρας, θανάτους δίχως συνανθρώπους μας που χάνονται στις φαβέλες της Βραζιλίας και της Ινδίας και σε ξεχασμένες συνοικίες των μεγαλουπόλεων της δύσης.
Η Ευρώπη των Μακρόν και του Σαρκοζί, των Μπλέρ και Τζόνσον, των μεγάλων συνασπισμών δεξιάς και σοσιαλδημοκρατίας, αυτή η πολιτική Ευρώπη, εξ αιτίας της νεοφιλελεύθερης λαίλαπας, βρίσκεται αντιμέτωπη με το 23- 25% των παγκόσμιων θανάτων παρότι αντιπροσωπεύει το 10% του παγκόσμιου πληθυσμού.
Ταυτόχρονα, η ανεργία, η φτωχοποίηση , η επισφάλεια και το κλείσιμο μικρομεσαίων επιχειρήσεων, η ύφεση που αγγίζει διπλάσια νούμερα της κρίσης του 2008 – 2014, οι παροξυνόμενες γεωπολιτικές αντιθέσεις, δημιουργούν ένα κοινωνικοπολιτικό μείγμα απρόβλεπτων μεταβολών και εξελίξεων.
Οι εξελίξεις λοιπόν επιδρούν, οι εξελίξεις μεταβάλλουν πολιτικές αλλά και αποκαλύπτουν προϋπάρχουσες καταστάσεις και πολιτικές.
Ο μεταπολεμικά πρωτόφαντος συγχρωτισμός πανδημίας – οικονομικής ύφεσης επέφερε κοσμοϊστορικής σημασίας αλλαγές, στοχευμένες κοινωνικά, στην οικονομική και γενικότερη πολιτική των επάνω.
Δημόσια προσφυγή στο πανίσχυρο κράτος, επαναφορά του κράτους στη δικιά τους φυσικά δούλεψη (στην πραγματικότητα αυτό ποτέ δεν «έλειπε»). Περιορισμένη εγγύηση μισθών, εργασίας και λειτουργίας μικρομεσαίων επιχειρήσεων με τρόπο που να πακτώνεται η εκμετάλλευση τους και οι όροι εκμετάλλευσης (ελαστικά ωράρια, επιμήκυνση χρόνου εργασίας, εξατομίκευση συλλογικών συμβάσεων). Αναστολή απροσδιόριστου χρόνου και κυρίως περιεχομένου (για το «μετά» την πανδημία) των φληναφημάτων περί ισοσκελισμένων προϋπολογισμών και περί συμφώνου σταθερότητας, αυτών των ευρωπαϊκών πρωτίστως, παγκόσμιων σχεδόν μηχανισμών καταλήστευσης της ίδιας ζωής του κόσμου της εργασίας και της νεολαίας.
Δεύτερη φορά σε μια δεκαετία, μια με την κρίση του 2008 και μια με το σε εξέλιξη διπλό συγχρωτισμένο φαινόμενο, νεοφιλελεύθερες θεωρητικοπολιτικές αρχές καταρρέουν.
Οι εξελίξεις μεταβάλλουν στάσεις και πολιτικές.
Η κυβέρνηση της ΝΔ εκμεταλλευόμενη την πανδημία επιχειρεί μια σαρωτικού τύπου και άνανδρη επίθεση σε βάρος των εργατικών και νεολαιίστικων δικαιωμάτων και των κατακτήσεων που έχουν απομείνει.
Η πολιτική της αυτή ραγίζει όμως τις κοινωνικές της συμμαχίες με τον κόσμο της εργασίας, πολύ περισσότερο υψώνει ισχυρές δυσκολίες στη συγκρότηση μιας ενεργούς στήριξης της πολιτικής της.
Ταυτόχρονα όμως, αυτή η πολιτική της λιτότητας και της απλωνόμενης φτώχειας, της ελαστικής εργασίας και της γενικευμένης εμπορευματοποίησης, της είναι διαρκώς αναγκαία για να ανατάξει και σταθεροποιήσει τη χαμένη της κερδοφορία. Γι αυτό και προσφεύγει τελικά, αναπόφευκτα γι αυτήν αλλά όχι αναπότρεπτα για μας, στη νομική και αστυνομική – κατασταλτική βία.
Αυτός καθ αυτός ο συγχρωτισμός πανδημίας οικονομικής ύφεσης, οι καθοριστικής σημασίας εξελίξεις, επιδρούν και στην Αριστερά (πως αλλιώς;), αλλάζουν πολιτικές, αποκαλύπτουν, χρεοκοπούν ή επαληθεύουν προϋπάρχουσες πολιτικές, αλλά κυρίως απαιτούν.
Η απαγόρευση (ειδικά) των συγκεντρώσεων πέραν των τεσσάρων ατόμων καθ’ όλη την επικράτεια με ρετσέτα του αρχηγού αστυνομίας είναι ποιοτικά πέρα από την απαγόρευση των πορειών του Πολυτεχνείου λόγω πανδημίας. Πρόκειται για διακριτή συνταγματική εκτροπή που προστίθεται φυσικά στην απαγόρευση της πορείας.
Η αντιμετώπιση της επομένως δεν αφορούσε μόνο την Αριστερά αλλά όλους όσοι πιστεύουν και στοχεύουν σε μια λειτουργούσα αστική δημοκρατία. Και οι οποίοι, με τις αρχές, τις πεποιθήσεις και τις ψευδαισθήσεις τους, (κυρίως αυτές λόγω της ραγδαία και ανεπανόρθωτα μεταλλασσόμενης αστικής δημοκρατίας) δεν είναι και λίγοι.
Η εξέλιξη αυτή απαιτούσε την αντιμετώπιση της από σύσσωμη την Αριστερά και πέραν αυτής, με αστικά κόμματα που δεν οικειοποιούνται το σύνολο του νεοφιλελευθερισμού και επεδίωκαν την άμεση κατάργηση της απαγόρευσης στην Πράξη.
Η κοινή ανακοίνωση ΚΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ , ΜΕΡΑ – 25 ήταν επομένως το αυτονόητα αναγκαίο..
Γιατί όμως αυτή η πράξη προκάλεσε τέτοια υποδοχή και ανακούφιση στον κόσμος της Αριστεράς και πέρα από αυτήν; Και μάλιστα αν και η πράξη αυτή δεν συνοδεύτηκε από μια σθεναρή αιτιολόγηση από το ΚΚΕ σε σχέση με την μέχρι τώρα πολιτική του αλλά ούτε και από την ανάλογη κοινή πορεία στους δρόμους (ο ΣΥΡΙΖΑ πήγε αλλού, το ΜΕΡΑ 25 έπραξε αλλιώς ).
Τι ακριβώς αποκαλύπτεται, και κυρίως, τι ακριβώς αποκαλύπτει πως απαιτείται ως το αντικειμενικά αναγκαίο;
Αυτό που εμφανίζεται μπροστά μας είναι ο διακαής πόθος του κόσμου της εργασίας και της νεολαίας να ‘χει νίκες, να μπορεί να αποκρούει τις επιθέσεις που δέχεται. Αυτό είναι το καθοριστικό. Αυτό που παρουσιάζεται μπροστά μας είναι η ανάγκη του κόσμου της δουλειάς να εμφανιστεί, δημόσια διακηρυσσόμενη, μια πολιτική συγκέντρωσης δυνάμεων με αρχές και σαφείς στόχους ώστε να αντιμετωπισθεί η σε εξέλιξη λαίλαπα. Αυτό είναι το κρίσιμο και αποφασιστικό.
Αυτά ακριβώς τα κρίσιμα, καθοριστικά και αποφασιστικά εξέφρασε η κοινή διακήρυξη ΚΚΕ με τμήμα των αστικών πολιτικών δυνάμεων, διαφορετικών φυσικά αναμεταξύ τους. Σε αυτή τη λαϊκή επιθυμία αντιστοιχήθηκε η κοινή διακήρυξη.
Εν ολίγοις, η αναγκαία πολιτική συγκέντρωσης δυνάμεων για άμεσες νίκες εμφανίσθηκε και δια της μέχρι τώρα άρνηση της, δια του ΚΚΕ. Υπηρετήθηκε από αυτό ως η θετική του άρνηση, γι αυτό και η ανάμεικτη με γόνιμο προβληματισμό χαρά συνοδεύτηκε και από δικαιολογημένη καχυποψία.
Αλλά αυτό είναι και η διαλεκτική των εξελίξεων.
Η πανδημία έθετε και θέτει δυσκολίες και αντικειμενικά όρια στην κινητοποίηση κοινωνικών δυνάμεων.
Αλλά γιατί η μαχόμενη Αριστερά περιοριστήκαμε στην πράξη στο να κινούμε τις οργανωμένες της δυνάμεις και μάλιστα τμήμα τους; Αυτό που εμφανίστηκε ως το μόνο δυνατό στις δοσμένες συνθήκες ήταν όντως το μόνο δυνατό; Και ποιες είναι οι δοσμένες συνθήκες, είναι μόνο η πανδημία και ο κυβερνητικός αυταρχισμός; Φυσικά και τα δυο παίζουν σοβαρό ρόλο, αλλά με αυτά αναμετριέσαι. Κι όταν θεωρείς πως αυτά με τα οποία αναμετριέσαι είναι και τα όρια της αναμέτρησης σου τότε φυσικά αυτοακυρώνεσαι.
Το επιπλέον που υπάρχει πίσω και γύρω από αυτόν τον αυτοπεριορισμό είναι η μέχρι τώρα πολιτική, είναι τα όρια, η εικόνα και ο πολιτισμός που εκπέμπεται από εμάς, ή μάλλον όσων αρνούνται να σκύψουν στο εσωτερικό τους, στη μέχρι τώρα πολιτική τους.
Πλευρά τέλος του υπάρχοντος, πλευρά ειδικής αξίας, είναι η γρήγορη ωρίμανση του «κόσμου του αγώνα» σε σχέση με την αντιμετώπιση της πανδημίας και τη στάση απέναντι της αλλά και η δυσκολία διαπίστωσης αυτής της ωρίμανσης από ορισμένες ηγεσίες της Αριστεράς.
Αυτά στο σύνολο τους πρέπει πρωτίστως να εντοπιστούν, να διαγνωστούν και αντιμετωπισθούν υπέρ της εργατικής πολιτικής!
Την ώρα που η κυβέρνηση σπέρνει τις απαγορεύσεις, τους κατασταλτικούς μηχανισμούς, την ίδια ακριβώς ώρα στο Παρίσι ο Μακρόν προωθεί νόμο απαγόρευσης με φυλάκιση ενός έτους και αφόρητα πρόστιμα φωτογράφησης των αστυνομικών δυνάμεων εν δράση! Η αστική πολιτική φαίνεται πως εκτός του κράτος πρόνοιας θέλει να ξεφορτωθεί και την αστική δημοκρατία όπως τη γνωρίσαμε. Και χτυπά αλύπητα με επίκεντρο τη δράση εντός της εργασίας και το δικαίωμα της εργατικής τάξης στο συλλογικό εργατικό αγώνα.
Η καταστολή δεν είναι μητσοτακική ιδιομορφία, είναι συλλογικά επεξεργασμένη πολιτική από τα αστικά επιτελεία. Η λιτότητα και η φτώχεια είναι made in capitalisms γενικότερα. Ο ελαύνοντας σκοταδισμός και η ακροδεξιά είναι δίπλα μας και εμπρός μας.
Αναγκαία για την Αριστερά η πολιτική της τετραπλής προστασίας
Ο κόσμος της εργασίας και η νεολαία επιβάλλεται επομένως να προστατευθούμε ταυτόχρονα και από την πανδημία και από την φτωχοποίηση και από τον αυταρχισμό και τον επελαύνοντα σκοταδισμό.
Αλλά γι αυτήν την αναγκαία τετραπλή προστασία, γι αυτήν ακριβώς την πολιτική αναγκαιότητα, απαιτείται μια ανάλογη ανιδιοτελής πολιτική συγκέντρωσης πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων άμεσης στόχευσης και σκοπού, ανατροπής αυτής της πολιτικής, αναστροφής της πορείας των πολιτικών εξελίξεων υπέρ της εργατικής και σε βάρος της αστικής πολιτικής.
Ταυτόχρονα είναι ιστορικά αναγκαίο να εμφανιστεί μια πολιτική θεωρητικού, επιστημονικού και προγραμματικού εξοπλισμού και επικοινωνίας όλων των δυνάμεων που αναζητούν και επιδιώκουν μια σύγχρονη χειραφετημένη και χειραφετητική κοινωνία της ισότητας, της μη εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, της ελευθερίας, της δημοκρατίας και της Ειρήνης.
Ο σημερινός κόσμος μπορεί να διοικηθεί και να λειτουργήσει αδιατάρακτα και δίκαια όταν το 1% του πληθυσμού κατέχει το 90% του παραγόμενου πλούτου;
Στην πραγματικότητα ο σημερινός κόσμος του αμύθητου πλούτου και της καταθλιπτικής φτώχειας, των εκρηκτικών αντιθέσεων, αντιφάσεων και δυνατοτήτων είναι αδύνατον να ισορροπήσει επί πολύ σε ενδιάμεσες καταστάσεις ακόμη και νικηφόρες υπέρ του λαού.
Θα ζητά και θα επιζητά αντικειμενικά απαντήσεις και λύσεις στρατηγικότερου χαρακτήρα, είτε από δω είτε από κει.
Και εμείς είμαστε με το από ‘δω’. Με την πλευρά που κρατά με πείσμα στη μνήμη της το Πολυτεχνείο και όλους τους αγώνες του ανθρώπου για το δίκιο και τ’ όμορφο και το αναγκαίο, όχι στο σεντούκι με τα κειμήλια, αλλά γιατί ξέρει ότι “τίποτα δεν πάει χαμένο” κι ότι δεν θ ‘αφήσει το νήμα να χαθεί, όσο κι αν οι σειρήνες τους ουρλιάζουν ότι δεν μπορούμε. Η από δω πλευρά είναι ταγμένη στην αντίληψη ότι οφείλει άρα μπορεί.