Η τελευταία ανακοίνωση της ΓΣΕΕ, για τα 106 θανατηφόρα εργατικά «ατυχήματα» και τους 174 σοβαρά τραυματισμένους στους χώρους εργασίας για το 2024, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί σαν μια ακόμα επαναλαμβανόμενη αυτοεκπληρούμενη προφητεία.
Το θέμα θα «παίξει» στα ΜΜΕ για μια-δυο μέρες, υπουργοί και γραμματείς θα βγουν στις τηλεοράσεις που θα ισχυρίζονται ότι αύξησαν τους ελέγχους και έβαλαν και τόσα πρόστιμα περισσότερα από πρόπερσι, θα μιλήσουν για παθογένειες και το θέμα θα ξεχαστεί για ακόμα μια φορά.
Οι δικαιολογίες και τα επιχειρήματα κυβέρνησης και εργοδοσίας είναι ακριβώς τα ίδια δεκαετίες τώρα. Η «κακιά ώρα», η «ατυχία» και οι «απρόσεκτοι εργαζόμενοι» είναι τα μέσα για να την βγάλουν καθαρή οι εργοδότες.
Στην πραγματικότητα τα περισσότερα εργατικά ατυχήματα είναι «χρονικά προαναγγελθέντων θανάτων» γιατί στην πραγματικότητα δεν υπάρχει κανένα εργατικό θεσμικό πλαίσιο που να υποχρεώνει τους εργοδότες να εφαρμόζουν τα μέτρα ασφάλειας με συνέπεια ακόμα και αυτά τα ελλιπή θεσμοθετημένα μέτρα να τα εφαρμόζουν κατ’ επίφαση στο « περίπου». Τόσο, όσο το κόστος των μέτρων ασφάλειας να μην ξεπερνά την αποζημίωση που πρέπει να πληρώσουν σε περίπτωση θανατηφόρου ατυχήματος. Αυτό λοιπόν είναι το κόστος της ζωής ενός εργάτη που αν πρόκειται μάλιστα για μετανάστη είναι ακόμα μικρότερο.
Σύμφωνα με την έκθεση Απολογισμού της Επιθεώρησης Εργασίας, το 2023 είχαμε 14.920 εργατικά «ατυχήματα» σημειώνοντας νέο ρεκόρ από το 2000. Από το σύνολο των εργατικών «ατυχημάτων» το 2022 είχαμε 104 νεκρούς και 140 σοβαρά τραυματισμένους, ενώ το 2023, 179 νεκροί και 287 σοβαρά τραυματισμένοι το 2023. Κάθε τρεις μέρες λοιπόν έχουμε και έναν νεκρό εργάτη , χωρίς σε αυτά τα στοιχεία να περιλαμβάνονται τα εργατικά «ατυχήματα» στα ορυχεία και στον κλάδο των ναυτεργατών. Ενώ οι θάνατοι από θερμοπληξία που δεν είναι λίγοι δεν καταγράφονται σαν εργατικά ατυχήματα, ΕΔΩ.
Στην παραπάνω έκθεση πεπραγμένων είναι χαρακτηριστικό ότι για πρώτη φορά αναφέρεται πώς δεν διερευνήθηκε ως προς τα αίτιά του περίπου το 48% των εργατικών «ατυχημάτων», γιατί έχουν «παθολογική ή τροχαία αιτιολογία». Με αυτήν τη λογική, τα θανατηφόρα εργατικά «ατυχήματα» που οφείλονται σε παθολογικά αίτια δεν είναι εργατικά και δεν διερευνώνται.
Ενδεικτικές είναι οι ηλικιακές ομάδες των θανόντων σε θανατηφόρα εργατικά ατυχήματα. Εδώ παρατηρούμε πως σχεδόν το 66% του συνόλου των θανατηφόρων παρουσιάστηκαν στις ηλικιακές ομάδες των 45-54 και 55-64 ετών. Από αυτό προκύπτει πως η αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης ιδιαίτερα όσων καλύπτονται ασφαλιστικά από τα Βαρέα Ανθυγιεινά (κατασκευές κλπ) στέλνει στον θάνατο μαζικά εργάτες που σε μεγάλη ηλικία αναγκάζονται να δουλεύουν
Όμως ακόμα και η παραπάνω εικόνα δεν είναι η πραγματική καθώς σύμφωνα με τη Eurostat, στη χώρα μας καταγράφεται μόλις το 30% – 40% των εργατικών «ατυχημάτων». Συνεπώς, για κάθε εργατικό «ατύχημα» που καταγράφεται, υπάρχουν τουλάχιστον άλλα δύο που παραμένουν άγνωστα, ενώ την ίδια στιγμή δεν καταγράφονται καν οι επαγγελματικές ασθένειες και όσα περιστατικά σχετίζονται με αυτές.
Γιατί κρύβουν την αλήθεια για τον πραγματικό αριθμό των εργατικών ατυχημάτων…
Η εκάστοτε κυβέρνηση σε συνεργασία με την εργοδοσία επιδιώκουν με συστηματικό τρόπο την μη καταγραφή των εργατικών «ατυχημάτων». Τα στοιχεία που δημοσιεύονται είναι από ψευδή έως παραπλανητικά, γιατί είναι γνωστό ότι συχνά πιέζονται οι εργαζόμενοι να μη δηλώνουν το ατύχημα, χάνοντας έτσι και τις ελάχιστες παροχές που προβλέπονται. Τα επίσημα στοιχεία δεν περιλαμβάνουν, επίσης, εργατικά «ατυχήματα» σε ανασφάλιστους, σε ελαστικά εργαζόμενους ή σε όσους δουλεύουν με όρους (π.χ. δελτίο παροχής υπηρεσιών) που υποκρύπτουν εξαρτημένη μισθωτή εργασία. Ακόμα στα στοιχεία του ΣΕΠΕ δεν περιλαμβάνονται «ατυχήματα» σε εργάτες γης, ναυτεργάτες, εργάτες ορυχείων.
Μια άλλη πλευρά είναι η έξαρση των θανάτων λόγω των επαγγελματικών ασθενειών. Χιλιάδες επαγγελματικές ασθένειες βαφτίζονται κάθε χρόνο «κοινή νόσος». Την στιγμή που σύμφωνα με μελέτες στην Ε.Ε 200.000 θάνατοι αποδίδονται στην εργασία όπου την πρώτη θέση σε αυτούς κατέχει ο θάνατος από καρκίνο επαγγελματικής αιτιολογίας.
Στην χώρα μας τα στατιστικά δεδομένα για τις συνέπειες στην υγεία του επαγγελματικού κινδύνου είναι ένα μεγάλο μηδενικό που την κατατάσσει στις χώρες της Υποσαχάριας Αφρικής. Τα επιστημονικά δεδομένα διεθνών οργανισμών δείχνουν ότι ο καρκίνος είναι η κύρια αιτία των θανάτων που συνδέονται με την εργασία. Οι καρκινογόνες ουσίες ευθύνονται για 100.000 θανάτους εξαιτίας επαγγελματικού καρκίνου κάθε χρόνο στην ΕΕ. Τα καρδιαγγειακά νοσήματα είναι η δεύτερη μεγαλύτερη αιτία θανάτων που συνδέονται με την εργασία στην ΕΕ, ενώ οι μυοσκελετικές παθήσεις βασανίζουν εκατομμύρια εργαζομένων στην ΕΕ.
Οι επαγγελματικές ασθένειες δεν καταγράφονται στην ουσία ως τέτοιες. Υπολογίζεται ότι κάθε χρόνο στη χώρα μας έχουμε περίπου 400-450 θανάτους από επαγγελματικές ασθένειες που χαρακτηρίζονται “κοινή νόσος”. Αυτό σημαίνει ότι οι εργαζόμενοι δεν αποζημιώνονται με ευθύνη του εργοδότη και του κράτους για θεραπεία και αποκατάσταση σύνταξη κλπ, ενώ δεν υπάρχουν διαδικασίες εκτίμησης, πρόληψης και αντιμετώπισης του επαγγελματικού κινδύνου. Έτσι ο εργαζόμενος χάνει τη δυνατότητα ακόμα και των ελάχιστων παροχών, ενώ ο εργοδότης αποφεύγει το κόστος της διάγνωσης, θεραπείας και αποκατάστασης της επαγγελματικής ασθένειας που αυτός προκάλεσε.
Με αυτό τον τρόπο κυβέρνηση και εργοδοσία εμποδίζουν και υπονομεύουν κάθε δυνατότητα μελέτης, καταγραφής και πρόληψης των επαγγελματικών παθήσεων αποβλέποντας στην απόκρυψη των εργοδοτικών ευθηνών και το βάρος της απόδειξης να μεταφέρεται αποκλειστικά στον εργάτη πάσχοντα επαγγελματικής ασθένειας και στην οικογένειά του στερώντας τους ακόμα και το στοιχειώδες δικαίωμα αποζημίωσης.
Σύμφωνα με μελέτες που έχουν γίνει σε διάφορες χώρες στην ΕΕ και αλλού, το προληπτικό και ασφαλιστικό κόστος για τις επαγγελματικές ασθένειες είναι 7 φορές μεγαλύτερο από το αντίστοιχο των εργατικών ατυχημάτων.
Τα εργατικά ατυχήματα και οι επαγγελματικές ασθένειες δεν είναι μοιραία γεγονότα και σε καμία περίπτωση δεν είναι ατομική ευθύνη των εργαζομένων. Η συνήθης τακτική της εργοδοσίας είναι να πει ότι στην περίπτωση εργατικού ατυχήματος φταίει κάποιος μηχανικός ή στέλεχος της εταιρείας, ή οι ίδιοι οι εργαζόμενοι γιατί δεν προσέχουν κλπ.
Ο κάθε εργοδότης μετρά από τη μια το πόσο κοστίζει η ζωή και η υγεία των εργαζομένων. Είναι κόστος που το μετράνε σε πρόστιμα και αποζημιώσεις, το κόστος χαμένων εργατοωρών λόγω ατυχήματος ή ασθένειας. Από την άλλη βάζει το κόστος των μέτρων προστασίας, το κόστος δηλαδή των τεχνικών μέτρων για σύγχρονο και κατάλληλο εξοπλισμό, προληπτική συντήρησης, το κόστος εκπαίδευσης, το κόστος από την καθυστέρηση των εργασιών για να γίνουν οι διαδικασίες με ασφάλεια και να υπάρχει κατάλληλο σχέδιο έκτακτης ανάγκης, το κόστος απασχόλησης επαρκούς προσωπικού. Τελικά, το κόστος των μέτρων προστασίας είναι πολύ μεγαλύτερο από το κόστος που μπορεί να έχει ο εργοδότης αν δεν πάρει τα μέτρα.
Αποκλειστική η ευθύνη εργοδοσίας – κυβέρνησης για τα εργατικά ατυχήματα
Η προστασία της υγείας και ασφάλειας στην εργασία είναι εργοδοτική ευθύνη. Τα μέτρα προστασίας οι εργοδότες τα θεωρούν περιττά έξοδα. Η μη λήψη μέτρων Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας αποτελεί άλλον ένα τρόπο μείωσης της τιμής της εργατικής δύναμης. Αυτός είναι ο λόγος που μια25χρονη εργαζόμενη βρήκε φρικτό θάνατο σε εκκοκκιστήριο στη Λάρισα όταν εγκλωβίστηκε σε πρέσα του εργοστασίου, τη στιγμή που εκτελούσε εργασίες καθαριότητας μέσα στο συγκεκριμένο μηχάνημα από θυρίδα η οποία δεν είχε μηχανισμό ασφαλείας. Ακόμα και αυτό το ελάχιστο κόστος ενός μηχανισμού ασφάλειας η εργοδοσία δεν το διέθεσε για την ασφάλεια των εργαζομένων με αποτέλεσμα να χάσει την ζωή της μια νέα κοπέλα.
Το ότι κατά καιρούς υπάρχουν εκρήξεις σε επισκευές πλοίων με πολλά θύματα οφείλεται στον ελλιπή έως ανύπαρκτο έλεγχο για ύπαρξη εύφλεκτων αερίων κατά τη διάρκεια θερμών εργασιών. Η εργοδοτική πίεση λόγω φόρτου εργασίας οδηγεί σε ελλιπή προληπτική συντήρηση των μηχανών. Επίσης οι μειώσεις προσωπικού και η εντατικοποίηση εργασίας, αυξάνουν την επικινδυνότητα, σε απουσία μέτρων προστασίας από την έκθεση σε βλαπτικούς παράγοντες π.χ. επικίνδυνες χημικές ουσίες, ακτινοβολίες, θόρυβο, υποτυπώδη εκπαίδευση εργαζομένων κ.λπ.
Διάλυση των ελεγκτικών μηχανισμών
Η κυβέρνηση της ΝΔ αφού διέλυσε το πρώην Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας μετατρέποντας το σε ανεξάρτητη αρχή – ενέργεια που στόχευε στο να μην λογοδοτεί και να μην ελέγχεται από κανένα για πράξεις ή παραλείψεις και κατά συνεπεία να μένει στο απυρόβλητο η πολιτική σε θέματα υγιεινής και ασφάλειας – προχωρά παράλληλα στην πλήρη και συστηματική απαξίωση της Επιθεώρησης Εργασίας, με την υπονόμευση του έργου των εργαζομένων. Η απαξίωση εκφράζεται με τις τραγικές ελλείψεις σε προσωπικό, εξοπλισμό και αναγκαίες υλικοτεχνικές υποδομές.
Αυτό αποτυπώνεται απόλυτα στο γεγονός ότι στο προσωπικό της Επιθεώρησης το 2000 υπηρετούσαν περίπου 440 επιθεωρητές Ασφάλειας και Υγείας, ενώ σήμερα μετά βίας φτάνουν τους 243, με μέσο όρο ηλικίας μάλιστα τα 55 περίπου έτη. Σύμφωνα δε με τα στοιχεία του συστήματος «Εργάνη», το 2023 υπήρχαν, μαζί με τα παραρτήματά τους, τουλάχιστον 348.582 επιχειρήσεις, ενώ οι εργαζόμενοι με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ήταν τουλάχιστον 2.419.220. Αυτό σημαίνει ότι στον καθέναν από τους 243 επιθεωρητές Ασφάλειας και Υγείας αναλογούν να ελέγξει 1.434 επιχειρήσεις και 9.995 εργαζόμενους.
Με βάση την πρόοδο της επιστήμης και της τεχνολογίας υπάρχουν μέτρα που μπορεί να ληφθούν ώστε οι εργαζόμενοι να είναι ασφαλείς στην εργασία. Έχουν διατυπωθεί από τα συνδικάτα και από επιστήμονες. Μερικά από αυτά είναι:
Η ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού και της υλικοτεχνικής υποδομής της Επιθεώρησης Εργασίας σε όλους τους νομούς της χώρας.
Η δημιουργία κρατικού σώματος τεχνικών ασφαλείας και γιατρών εργασίας και υπηρεσιών υγείας και ασφάλειας της εργασίας ενταγμένων στο αποκλειστικά δημόσιο σύστημα Υγείας.
Η συστηματική παρακολούθηση της υγείας των εργαζομένων ανάλογα με τον επαγγελματικό κίνδυνο, με δωρεάν ιατρικές εξετάσεις και ιδιαίτερη φροντίδα στις εγκύους και γενικότερα στις εργαζόμενες γυναίκες.
Να ισχύσει ξανά η απαγόρευση της νυχτερινής εργασίας των γυναικών στη βιοτεχνία και στη βιομηχανία, ενώ για άλλα επαγγέλματα (π.χ. υγείας, τουρισμού, επισιτισμού) να απαγορευτεί η νυχτερινή εργασία κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, κλπ.
Όμως στο σύστημα που ζούμε το αν και ποια μέτρα θα ληφθούν δεν καθορίζεται με κριτήριο την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων και του λαού. Στο σημερινό σύστημα η ανθρώπινη ζωή μπαίνει στην ζυγαριά του κόστους-οφέλους υπέρ του κεφαλαίου. Με αυτό το κριτήριο αποφασίζουν οι εργοδότες το αν και τι μέτρα θα πάρουν για την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων. Συνεπώς, όλα τα παραπάνω μέτρα θα πρέπει να εντάσσονται στο συνολικό πλαίσιο πάλης και διεκδικήσεων του ταξικού εργατικού κινήματος, την πάλη για την υπογραφή ΣΣΕ, την κατάργηση όλου του αντεργατικού πλαισίου των νόμων Χατζηδάκη – Βρούτση – Αχτσιόγλου.