Ο κόσμος που γνωρίζουμε, εδώ που ζούμε και θεωρούμε πως θα ζούμε, που λέγαμε πως θα αλλάξει με την επανάσταση και δεν αλλάζει (γιατί ξεγελαστήκαμε με την επανάσταση;), που πολλοί νομίζουν πως είναι από Θεού, και αμετακίνητος, καταφέρνει να μας εκπλήσσει συνεχώς.
Ενώ πιστεύουμε πως δεν αλλάζει τίποτα, μια έννοια που δεν προσδιορίζουμε ακριβώς τι περιέχει, διαπιστώνουμε ότι μπρος στα μάτια μας, μέσα στην καθημερινότητα μας η οποία λόγω της τριβής που προκαλεί δεν μας επιτρέπει συχνά να παρατηρήσουμε τα συμβαίνοντα, έχουν συντελεστεί αλλαγές σχεδόν τεκτονικές. Και οι ζωές μας έχουν πάρει την τροπή που τους έδωσαν αυτές οι αλλαγές. Το ζήτημα είναι πως συνήθως, ή σχεδόν πάντα, δεν γίνονται υπέρ μας (εννοώ προφανώς υπέρ των εργαζόμενων ανθρώπων, των λαών, των «κάτω»). Και εδώ είναι το πρόβλημα. Πως θα γίνει διαφορετική η τροχιά, η κλίση των γεγονότων. Καθόλου απλό, αλλά αναγκαίο, το μόνο!
Εν τω μεταξύ είμαστε υποχρεωμένοι να βιώσουμε όλες τις αλλαγές που σηματοδοτούν την παρακμή αυτού του κόσμου μας. Και να παρατηρούμε τα φαινόμενα που την συγκροτούν.
Ας πούμε, στα σχολεία και στα πανεπιστήμια μας έμαθαν, και μαθαίνουν ακόμη τα παιδιά, πως ο σπουδαίος πολιτισμός μας συνίσταται στη διαμόρφωση του κράτους δικαίου, μεγάλο βήμα από τότε που ο φεουδάρχης όριζε τη ζωή των κτημάτων-ανθρώπων του, όριζε τι δικαιούνται και τι όχι, πως να ζουν και πως να αναπαράγονται, πως να δουλεύουν κ.λπ. Αυτό το κράτος δικαίου στηρίχθηκε σε σπουδαίους φιλοσόφους – στον Μοντεσκιέ, στον Μοντένιο και άλλους που όρισαν τη διάκριση των εξουσιών – και σε μια επανάσταση, ή μάλλον πολλές επαναστάσεις.
Όσο κι αν η πράξη απείχε από τα μοντέλα – καθώς όχι μόνο τα συστήματα των εξουσιών αλλά και οι συνήθειες και η μοιρολατρία και η τάση υποταγής συχνά των ανθρώπων, υπαγόρευαν περίπλοκα μπερδέματα που βόλευαν πάντα τους κυρίαρχους – και παρά το ότι η πορεία δεν ήταν διαρκής πρόοδος προς το καλύτερο, η κατάσταση που διαμορφωνόταν, πάντα χάρις στην επαγρύπνηση και την κινητοποίηση των ανήσυχων και πρωτίστως των ανυπότακτων ανθρώπων, έτεινε να παγιώνει και να θεωρεί δεδομένη αυτή τη διάκριση των εξουσιών. Η οποία έγινε και το κύριο επιχείρημα για την υπεροχή του συστήματος και την ύπαρξη της καλύτερης δημοκρατίας.
Όσες αντιρρήσεις και αν έχει κανείς για την ακρίβεια των πιο πάνω, όσο κι αν αντιτάσσει το ότι η δικαιοσύνη και οι λοιπές εξουσίες είναι ταξικές, και άρα άδικες και ανισότιμες, δεν μπορεί να μην αποδεχτεί πως η πραγματικότητα και οι επαγγελίες, οι αγώνες και η ανάγκη να τηρούνται κάποια βασικά προσχήματα, έδωσαν, έστω με παλινδρομήσεις, τη δυνατότητα αυτό το κράτος δικαίου – έστω και αν το δικαίου θέλει εισαγωγικά – να λειτουργήσει εν πολλοίς.
Οπότε και οι εκπρόσωποί του, κυβερνήτες, δικαστικοί, δημοσιογράφοι καμαρώνουν για το επίτευγμά τους, παριστάνοντας με επιτυχία στο κοινό τους ανεξάρτητους. Και αυτό, αν και δεν είναι ολόκληρη η αλήθεια, είναι ένα σεβαστό μέρος της.
Όπως όμως λένε και στα παραμύθια (μόνο που εκεί υπάρχει πάντα καλό τέλος) οι καιροί διαδέχονται ο ένας τον άλλο. Και κάποτε έρχεται η εποχή της κρίσης. Με τη διπλή έννοια, την κρισιακή και την κριτική. Εκεί αρχίζουν να βγαίνουν στην επιφάνεια όλα όσα ήταν κρυμμένα κάτω από το χαλί των προσχημάτων, αλλά και όσα γίνεται πιεστική και δύσκολη η εφαρμογή τους. Φερ’ ειπείν ο πρωθυπουργός δεν μπορεί να είναι αμέτοχος σε συγκαλύψεις και σκάνδαλα, οι δικαστές δεν μπορεί να προσποιούνται τους αδέκαστους και οι δημοσιογράφοι τους αντικειμενικούς!
Τότε γίνεται ένας ασφυκτικός εναγκαλισμός, καθώς κανείς δεν νοιώθει ασφαλής να επιτρέψει στον άλλο να παριστάνει τον ανεξάρτητο. Κυβέρνηση, δικαστές, δημοσιογράφοι, επιχειρηματικοί όμιλοι, μαφιόζοι, μεγάλο έγκλημα συμπλέκονται και εστιάζουν την προσοχή και το φροντίδα τους στον τρόπο που θα κρατήσουν μακριά τον εχθρό λαό, και θα αποσπάσουν, καθένας για λογαριασμό του, μεγαλύτερα μερίδια από το πλιάτσικο.
Τότε είναι που βγάζουν στην επιφάνεια πολλούς χρήσιμους ηλίθιους για να τραβήξουν το κουπί και την οργή. Κι εκείνοι, ασφαλώς ως ηλίθιοι, καμαρώνουν ότι παίζουν ρόλο. Μια εφήμερη δόξα, ως δικαίωση όλης της ζωής τους, τους εμποδίζει να δουν πως τόσοι προκάτοχοί τους βρίσκονται πλέον στα αζήτητα και την περιφρόνηση. Βάλτε εδώ όσα ονόματα σας έρχονται πρόχειρα, από τις «διασημότητες» που κυκλοφορούν τούτες τις ημέρες, σε όλες τις σφαίρες της δημόσιας ζωής και κυρίως της πολιτικής και δημοσιογραφικής.
Θέλω να ρίξω τον προβολέα στη (κοινή) διαπίστωση πως αυτή η κατάσταση και συμπεριφορά δεν είναι ένδειξη δύναμης αλλά αδυναμίας της εξουσίας.
Οι σαλτιμπάγκοι στα συστήματα της δεν μπορούν να αποσπούν επί πολύ την προσοχή του κοινού.
Καθώς, ακόμη και την πιο αφασική εποχή, όταν νομίζεις πως όλα κυλάνε απαλά και αδιόρατα σαν ακίνητα, όπως το νερό στο Νείλο που έχει βυθίσει τους πάντες στον ύπνο, ακόμη και τους κροκόδειλους, συμβαίνει μια αναπάντεχη αναταραχή, σηκώνει τη λάσπη του βούρκου στην επιφάνεια και βουλιάζει τα σαπρόφυτα της επιφάνειας στο βούρκο.
Όπως, ας πούμε, τα Τέμπη!