16.2 C
Athens
Κυριακή, 16 Νοεμβρίου, 2025

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Ιδιωτικά «ΑΕΙ»: Απομυθοποίηση με το… καλημέρα, του Διονύση Ελευθεράτου

Μια πρεμιέρα που ίσως φέρει δάκρυα συγκίνησης στα μάτια των εγχώριων νεοφιλελεύθερων επιφυλάσσει η νέα εκπαιδευτική χρονιά (2025- 26), στην Ελλάδα: Θα λειτουργήσουν φέτος τα τέσσερα από τα 13 ιδιωτικά πανεπιστήμια που αιτήθηκαν άδεια λειτουργίας, εδώ. Πανεπιστήμια ή «πανεπιστήμια»; Για λόγους συντομίας και… ευγένειας (που ίσως να είναι και αχρείαστη) θα απαλείψουμε τα εισαγωγικά, στη συνέχεια.

Όπως είναι γνωστό, ωθεί αφειδώς δυνάμει «πελάτες» προς τα ιδιωτικά πανεπιστήμια η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής (ΕΒΕ) στις πανελλαδικές εξετάσεις,  καθώς αφήνει εκτός δημοσίων ΑΕΙ, κάθε χρόνο, περίπου 20.000 νέους. Όμως ο γνωστός καθηγητής (μαθηματικός) και εκπαιδευτικός αναλυτής, Στράτος Στρατηγάκης προβλέπει ότι πιθανότατα δεν θα κατορθώσουν να λειτουργήσουν και τα δεκατρία. Όχι φυσικά επειδή ο αριθμός είναι… γρουσούζικος, αλλά για λόγους τους οποίους θα δούμε προς το τέλος του παρόντος κειμένου.

Ας δούμε προηγουμένως ορισμένα απ’ όσα έχουν ήδη γίνει, λεχθεί και θεσμοθετηθεί, με κοινό παρονομαστή την υποκρισία. Εν αρχή, η ίδια η ΕΒΕ που «πριμοδοτεί» τα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Τις συχνά τραγελαφικές  συνέπειες της τετραετούς εφαρμογής της έχουν επισημάνει ακόμη και συντηρητικά μέσα ενημέρωσης, αλλά το παραμύθι «βγαίνει τσάρκα», αναζητώντας ανενημέρωτους. Η κυβερνητική προπαγάνδα διατείνεται ότι η ΕΒΕ, με τα «καλά» της και τα κακά της, ισχύει και για την εισαγωγή στα ιδιωτικά. Επομένως, είναι κακόπιστοι όσοι λένε ότι τη δυνατότητα φοίτησης στα «μη κρατικά» πανεπιστήμια την εξασφαλίζει η δύναμη του πορτοφολιού, δηλαδή η δυνατότητα πληρωμής των απαιτούμενων διδάκτρων…

Υπάρχει όμως μια… μικρή «λεπτομέρεια»: Για την εισαγωγή σε ένα δημόσιο ΑΕΙ απαιτείται η ΕΒΕ του αντίστοιχου Τμήματος, η οποία στις περιζήτητες σχολές φθάνει ή και υπερβαίνει το 14 – 15. Για να «μπουκάρεις» όμως σε ένα ιδιωτικό, αρκεί η κατά πολύ μικρότερη ΕΒΕ του αντίστοιχου Πεδίου. Ω, ναι, τόση… σοβαρότητα διαθέτει ο ισχυρισμός περί «ισότητας» μέσω ΕΒΕ.

Φαίνεται επίσης ότι οι συνήθεις, ανερυθρίαστοι κυβερνητικοί προπαγανδιστές ποντάρουν, όχι μόνο στην άγνοια του εκάστοτε ακροατηρίου τους, αλλά και στην ελπίδα πως… όλη η κοινωνία έχει παραδοθεί στη λήθη. Ότι ξεχάσαμε πχ τι δήλωνε το 2019 η τότε υπουργός Παιδείας, Νίκη Κεραμέως, υπερασπιζόμενη την κυβερνητική επιλογή να καταργηθεί το άρθρο 36 του Ν. 4610/2019 που προέβλεπε την ίδρυση Νομικής Σχολής στην Πάτρα. Τότε έλεγε: «Για τη ΝΔ έχει σημασία η εκπαίδευση να συμβαδίζει με την αγορά εργασίας, πράγμα που εν προκειμένω δεν μπορεί να συμβεί, καθώς η Ελλάδα μετρά χιλιάδες άνεργους δικηγόρους».

Τα ίδια, για τις «ανάγκες της αγοράς» είπε η Κεραμέως και το 2021, προσθέτοντας: «Το τελευταίο που χρειαζόμαστε είναι μια νέα Νομική Σχολή. Είναι ευρύτερη η συζήτηση για την αναδιάταξη του πανεπιστημιακού χάρτη. Ποια τμήματα εξυπηρετούν τις εθνικές και αναπτυξιακές ανάγκες, ποια ανταποκρίνονται στις ανάγκες της χώρας».

Είδατε όμως; Αν στη δημόσια Νομική Σχολή… εκδόθηκε απαγορευτικό με την επίκληση της «πλημμυρίδας» δικηγόρων στη χώρα, για χάρη των ιδιωτικών πανεπιστημίων τροποποιήθηκαν άρδην οι «εθνικές και αναπτυξιακές ανάγκες». Τα τρία από τα τέσσερα ιδιωτικά που έλαβαν άδεια διαθέτουν Νομικές Σχολές. Για την έλευσή τους, πήγαν περίπατο ή… μετρήθηκαν αλλιώς οι «ανάγκες της αγοράς». Επί της ουσίας προτάχθηκαν τα συμφέροντα της «αγοράς» που δραστηριοποιείται στην εκπαίδευση.

«Ημέτεροι», fast track πιστοποίηση και φιάσκο των νομικών προγραμμάτων σπουδών

Η αλήθεια είναι ότι η «αγορά» δεν παίζει μόνη της στο τερέν των ιδιωτικών πανεπιστημίων ή των κολεγίων που εμφανίζονται ως πανεπιστήμια. Εδώ υπάρχει ένα είδος «ΣΔΙΤ», δηλαδή «συμπράξεων δημοσίου και ιδιωτικού τομέα». Και μάλιστα το «δημόσιο» εφορμά, αποσπώντας άδειες λειτουργίας και ηγετικές θέσεις στα εν ιδιωτικά. Ποιοι εκπροσωπούν αυτό το «δημόσιο» που επελαύνει; Άνθρωποι της κυβερνητικής «αυλής», συνεργάτες υπουργών, σύζυγοι τέτοιων στελεχών…

Από το σχετικό, άκρως ενδιαφέρον ρεπορτάζ της Άννας Ανδριτσάκη στην «Εφημερίδα των Συντακτών», ξεχωρίζει το «Περικλής κερνάει, Περικλής πίνει» της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ), φορέα που ιδρύθηκε το 2020. Παραθέτοντας το σχετικό απόσπασμα, γίνεται κατανοητό γιατί κάποιος «Περικλής» εκτόπισε τον «Γιάννη» της γνωστής λαϊκής ρήσης:

«Έτσι εξηγείται η σπουδή του προέδρου της ΕΘΑΑΕ, Περικλή Μήτκα, να αναλάβει προσωπικά τον έλεγχο των κολεγίων της Θεσσαλονίκης Ανατόλια και City College, διορίζοντας εαυτόν ως πρόεδρο και στις δύο αρμόδιες ολιγομελείς (τρία μέλη όλα κι όλα) επιτροπές, τις οποίες μετά έλεγξε ο ίδιος… ως πρόεδρος της ΕΘΑΑΕ. Έτσι και η επιλογή των υπόλοιπων μελών. Αρκετά έχουν σχέση με τους ελεγχόμενους. Ή όχι; Έτσι εξηγείται η τοποθέτηση του Γεώργιου Δέλλιου στη θέση του κοσμήτορα της Νομικής Σχολής του νέου City ως ΝΠΠΕ (Νομικό Πρόσωπο Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης), ο οποίος ήταν αντιπρύτανης στο ΑΠΘ επί πρυτανείας Περικλή Μήτκα. Ή όχι;»

Γενικά, φαίνεται… προσεγμένος ο προγραμματισμός τακτοποίησης «ημετέρων». Τι γίνεται, όμως, με τα προγράμματα σπουδών των ιδιωτικών πανεπιστημίων και την πιστοποίησή τους; Η διαδικασία έγκρισής τους  άρχισε μέσα στον Σεπτέμβριο και αναμένεται να ολοκληρωθεί μέσα… στον Σεπτέμβριο, όπως δήλωσε πρόσφατα ο υφυπουργός Παιδείας, Νίκος Παπαϊωάννου.  Ψεκάστε, σκουπίστε, τσεπώστε…

Αλλά την ώρα αυτού του «fast track», κάποια έμπειρα μάτια «πιάνουν» στα δημοσιευμένα προγράμματα νομικών σπουδών τόσο μεγάλα και πολλά κενά,  ώστε η επικείμενη πιστοποίηση να είναι «ντροπιαστική», κατά την έκφραση του καθηγητή Διοικητικού Δικαίου, Πάνου Λασκαράτου. Καθηγητές, νομομαθείς, δικηγόροι… δεν προλαβαίνουν να μετρούν θεμελιώδη μαθήματα που λείπουν (εδώ).

Ίσως τελικά να μην είναι και τόσο ανακόλουθες  αυτές οι… μυστήριες «ανάγκες της αγοράς», εκείνες που έκριναν ότι δεν χρειαζόταν άλλη δημόσια Νομική Σχολή στην Ελλάδα αλλά κόμισαν τρεις ιδιωτικές Νομικές Σχολές. Ίσως οι ιδιωτικές να «προσφέρουν», όντως, κάτι νέο, πρωτότυπο:  Νομικές γνώσεις, από τις οποίες θα λείπουν τα μισά Δίκαια, αν όχι περισσότερα…

Οι πρώτες ρωγμές στο ιδεολόγημα (2024) και τα… αποκαλυπτήρια (άνοιξη 2025)  

Μέχρι τώρα, μπορούμε να επισημάνουμε τρία διαφορετικά στάδια ως προς τους συσχετισμούς των αντιλήψεων που διαμορφώνονται στην κοινή γνώμη, για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Το πρώτο στάδιο χαρακτηριζόταν από την ισχύ – ίσως όχι συντριπτική, αλλά πάντως «ηγεμονική» – της ιδέας ότι η θέσπιση και λειτουργία ιδιωτικών ΑΕΙ, ακόμη κι αν είναι αντισυνταγματική («συνηθίσαμε» άλλωστε στα απανωτά αντισυνταγματικά, με τα μνημόνια) αντιπροσωπεύει μια… μοντέρνα αντισυνταγματικότητα. Το σχετικό σκεπτικό βασιζόταν στην αίολη γενικολογία του «επί τέλους, ας κάνουμε ό,τι κι ο άλλος κόσμος». Στην εξωραϊστική κενολογία του «έτσι θα βελτιωθούν και τα δημόσια πανεπιστήμια» (ναι, αυτά που σχεδόν στραγγαλίζονται οικονομικά). Και σε μια φαινομενική λαϊκότητα που παρέκαμπτε δείκτες ποιότητας και τα συναφή, προτάσσοντας κάτι πρακτικό: «Γιατί να τρέχουν τα παιδιά του κόσμου να σπουδάζουν στο εξωτερικό, να ξοδεύονται οι οικογένειες τους και να χάνουμε τόσο συνάλλαγμα, αν μπορούν να φοιτούν εδώ, σε ιδιωτικά;».

Το επόμενο στάδιο ήταν αυτό κατά το οποίο σπάρθηκαν, σε αξιόλογη κλίμακα, αμφιβολίες για τα παραπάνω – κυρίως για τα δυο πρώτα. Μοιάζει οξύμωρο, αλλά αυτό συνέβη στην τελική ευθεία προς την ψήφιση (Μάρτιος 2024) του νόμου για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Γιατί τότε; Διότι παράλληλα με τις νεανικές κινητοποιήσεις «άνοιξε» αναπόφευκτα και ένας διάλογος που, όσο κι αν δεν έτυχε… δίκαιης διαιτησίας στα περισσότερα και μεγαλύτερα μέσα ενημέρωσης, ανέδειξε κάποια στοιχεία της πραγματικότητας.

Υπήρξε κόσμος που άκουσε ή διάβασε για πρώτη φορά ότι δεν είναι… ακριβώς ιδιωτικά κάποια διάσημα πανεπιστήμια  του εξωτερικού, που ως τότε έτσι του τα παρουσίαζαν. Ότι κανείς ιδιώτης, ακόμη και ζάμπλουτος, δεν «ρίχνει» σήμερα τα κεφάλαια που χρειάζονται για τη δημιουργία ενός κανονικού πανεπιστημίου – άλλο οι δωρεές σε υπάρχοντα ιδρύματα.  Ότι «σε όλον τον κόσμο τα ιδιωτικά πανεπιστήμια είναι λίγα, με λίγους φοιτητές, έχουν λίγα τμήματα και είναι πάρα πολύ χαμηλά σε όλα τα σχετικά rankings» όπως χαρακτηριστικά έγραψε – και εξήγησε- ο καθηγητής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο, Περικλής Γκόγκας. Ο οποίος, μια φορά κι έναν καιρό – όπως ο ίδιος αναφέρει –  είχε διατελέσει οπαδός της ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων, αλλά άλλαξε άρδην γνώμη βάσει όσων μελέτησε, είδε και διαπίστωσε (εδώ το εμπεριστατωμένο κείμενο του Π. Γκόγκα).

Κάπως έτσι, κατά το πρώτο τρίμηνο του 2024 εμφανίστηκαν πάνω στην φιλοτεχνημένη αγιογραφία των ιδιωτικών πανεπιστημίων ορισμένες αξιοπρόσεκτες ρωγμές. Αυτές, με τη σειρά τους, επέφεραν ένα… χάσμα γενεών. Στις δημοσκοπήσεις που έγιναν τον Φεβρουάριο και στις αρχές Μαρτίου του 2024, υπέρ των ιδιωτικών πανεπιστημίων τασσόταν η πλειοψηφία, με διαφορές 12-13 εκατοστιαίων μονάδων. Εκ διαμέτρου αντίθετη, όμως, ήταν η άποψη των νέων.

Σε δημοσκόπηση της Opinion Poll , στην ηλικιακή ομάδα 17 – 29 ετών το «όχι» έφθανε στο 54,5% και το «ναι» περιοριζόταν στο 39%. Θετικότατα, όμως, έβλεπε την προοπτική της λειτουργίας ιδιωτικών ΑΕΙ η μεγάλη πλειονότητα των  65 ετών και άνω.

Με άλλα λόγια, η γενιά των άμεσα ενδιαφερόμενων (και κατά τεκμήριο πιο «ψαγμένων», επί του θέματος) απέρριπτε τη λειτουργία των ιδιωτικών πανεπιστημίων, κάτι που βρήκε αντανάκλαση και στη μαζικότητα των κινητοποιήσεων εκείνης της περιόδου. Επειδή όμως τα ενέκρινε η γενιά των πατεράδων και των παππούδων τους, στο σύνολο υπερίσχυε τελικά η αποδοχή.

Έγιναν όμως… αποκαλυπτήρια ένα έτος αργότερα, όταν ανακοινώθηκαν τα δώδεκα ιδιωτικά που είχαν καταθέσει αίτημα για άδεια λειτουργίας στην Ελλάδα. Τα δέκα από αυτά συνεργάζονταν ήδη με ελληνικά κολλέγια, στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Έτσι, κατέπεσαν με γδούπο οι «σπαρμένες» από την κυβέρνηση προσδοκίες ότι τα μεγάλα, διάσημα πανεπιστήμια του εξωτερικού θα… σχημάτιζαν ουρές, για να εγκαταστήσουν εδώ παραρτήματα.

Ο γδούπος ακούστηκε, προτού ολοκληρωθεί η έρευνα του Ινστιτούτου Eteron (24/3/25 – 4/4/25) για μια σειρά ζητημάτων. Ανάμεσά τους και αυτό των ιδιωτικών πανεπιστημίων. Υπέρ της λειτουργίας τους και της ισοτιμίας τους με τα δημόσια τάχθηκε το 44,2% των ερωτηθέντων. Εναντίον, το 50,2% που ζήτησε αμιγώς δημόσια τριτοβάθμια εκπαίδευση.

Πόσο στέκει το «τουλάχιστον θα μείνουν τα παιδιά εδώ»;   

Αν δει κάποιος την Παγκόσμια Κατάταξη Πανεπιστημίων «Webometrics Ranking Web of Universities», που αφορά 32.000 ιδρύματα, θα διαπιστώσει την τεράστια διαφορά που χωρίζει τα ελληνικά δημόσια ΑΕΙ (παρά την πανθομολογούμενη κρατική υπο- χρηματαδότηση και τις όποιες αδυναμίες τους) από τα ιδιωτικά κολλέγια. Ενώ βλέπεις πχ το ΕΚΠΑ στην 237η θέση, το ΑΠΘ στην 249η , το ΕΜΠ στην 378η και τα Πανεπιστήμια Πατρών και Κρήτης στην 524η και 573η  αντίστοιχα, για να διακρίνεις ιδιωτικά κολλέγια θα πρέπει να έχεις υπομονή. Να παρελάσουν οι πρώτες εκατοντάδες και να εμφανιστούν οι χιλιάδες… Αυτό από μόνο του λέει πολλά.    ,

Για να είμαστε, όμως, ειλικρινείς πρέπει να αναγνωρίσουμε κάτι: Όλες οι αμφιβολίες ή και τα οριστικά συμπεράσματα που αφορούν το επίπεδο και την ποιότητα των σπουδών δεν εξουδετερώνουν πλήρως το «λαϊκό», υπέρ των ιδιωτικών πανεπιστημίων, επιχείρημα: Ότι μπορούν σε αυτά να βρουν διέξοδο τα παιδιά που δεν εισέρχονται στα δημόσια ΑΕΙ. Να μην πάνε να σπουδάσουν σε άλλες χώρες. Ίσως, επίσης, να βρουν καταφύγιο στα ιδιωτικά και νέοι, που δεν αντέχουν το οικονομικό βάρος της διαμονής σε απομακρυσμένες πόλεις (πχ Κομοτηνή), όπου εδρεύουν δημόσια ΑΕΙ.

Με αυτά τα ζητήματα, των οικονομικών παραμέτρων, ασχολήθηκε ο μαθηματικός και ερευνητής Στράτος Στρατηγάκης σε πρόσφατο κείμενό του (naftemporiki). Χωρίς να εκκινεί από κάποια αφετηρία απόρριψης των ιδιωτικών πανεπιστημίων, θέτοντας το ερώτημα πόσα από αυτά «αντέχει η Ελλάδα», εξέτασε το ύψος των διδάκτρων και το κόστος ζωής, προτού καταλήξει σε ορισμένα ενδιαφέροντα συμπεράσματα.

«Οι σπουδές στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης είναι πολύ φθηνότερες από τις σπουδές στα ιδιωτικά πανεπιστήμια εδώ», τονίζει ο Στρ. Στρατηγάκης, αναφέροντας χαρακτηριστικά παραδείγματα (ολόκληρο το άρθρο του, εδώ).  Αμφισβητεί επίσης τον ισχυρισμό (ή τουλάχιστον το αυταπόδεικτό του) ότι τα χρήματα που θα έδινε κάποιος για ενοίκιο και διαμονή σε μια επαρχιακή πόλη – έδρα δημόσιου ΑΕΙ υπερκαλύπτουν το κόστος διδάκτρων και ζωής στην Αθήνα.  Και υπογραμμίζει:

«Αυτό που βλέπουμε είναι ότι το κόστος των σπουδών στα ιδιωτικά Πανεπιστήμια είναι πολύ υψηλό και το ερώτημα είναι πόσες οικογένειες έχουν τη δυνατότητα να τα πληρώσουν, με βάση τα εισοδήματα των Ελλήνων. Η απορία μεγαλώνει όταν δούμε ότι τα δίδακτρα στην Κύπρο του Πανεπιστημίου Λευκωσίας για την Ιατρική είναι 5.000€ λιγότερα από τα δίδακτρα του ίδιου Πανεπιστημίου στην Ελλάδα (27.000€ στην Ελλάδα έναντι 22.000€ στην Κύπρο)».

Ας το σκεφτούμε, λίγο, αυτό… Βάσει των στοιχείων της Eurostat, στην κατάταξη του κατά κεφαλήν ΑΕΠ, εκφρασμένου σε πρότυπα αγοραστικής δύναμης, η Ελλάδα έχει κατρακυλήσει στην 26η θέση στην ΕΕ των «27» (περνάμε μόνο τη Βουλγαρία) και η Κύπρος στη 13η . Η Κύπρος στη μέση, εμείς στην ουρά. Κι όμως, στην Κύπρο τα δίδακτρα του Πανεπιστημίου Λευκωσίας για την Ιατρική είναι κατά 22,7% χαμηλότερα από τα αντίστοιχα του εν Ελλάδι ευρισκόμενου παραρτήματος!

Τελικά, τι απομένει από όλη τη γκάμα των «επιχειρημάτων» που έχουν επιστρατευθεί υπέρ της λειτουργίας ιδιωτικών πανεπιστημίων στην Ελλάδα; Όχι και πολλά… Είδαμε, συνοπτικά, το χρονικό της ενδυνάμωσης των αμφιβολιών στην κοινή γνώμη και το ερώτημα είναι μήπως με το «καλημέρα» επέρχεται και η απομυθοποίηση – ή τουλάχιστον η απαρχή της. Γρηγορότερα, μάλλον, απ’ όσο περίμεναν ορισμένοι…

 

0ΥποστηρικτέςΚάντε Like

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ ΣΥΝΤΑΚΤΗ

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ