Στο εξώφυλλο του βιβλίου εμφανίζονται τρεις χειρόγραφες γραμμές. Γράφηκαν από τον Καρλ Μαρξ την άνοιξη του 1845.
Οι γραμμές αυτές είναι από το έργο του «Θέσεις για τον Φόιερμπαχ» για τις οποίες, όπως αναφέρει ο Φρίντριχ Ένγκελς στο Εισαγωγικό Σημείωμα του έργου του «Ο Λουδοβίκος Φόιερμπαχ και το τέλος της κλασικής γερμανικής φιλοσοφίας», «είναι σημειώσεις […] ανεκτίμητες», «γιατί είναι το πρώτο ντοκουμέντο, όπου έχει πέσει ο μεγαλοφυής σπόρος της νέας κοσμοθεωρίας». Οι «Θέσεις» δημοσιεύτηκαν, με μικρές διορθώσεις, από τον Έγκελς για πρώτη φορά το 1888 σαν προσθήκη στην ξεχωριστή έκδοση του Λουδοβίκου Φόιερμπαχ.
Από αυτές λοιπόν τις «ανεκτίμητες σημειώσεις», ο Στάθης Ψύλλος επιλέγει στο εξώφυλλο την 11η θέση, («Οι φιλόσοφοι εξηγούσαν μόνο τον κόσμο με διάφορους τρόπους. Το ζήτημα είναι να τον αλλάξουμε»), ακριβώς για να δώσει συμπυκνωμένα την αντικειμενικά αναγκαία στάση (και) των φιλοσόφων στο κοινωνικό γίγνεσθαι αλλά και έμμεσα για να υπογραμμίσει το σκοπό, τη συμβολή, συγγραφής και έκδοσης αυτού του βιβλίου.
Η θεωρητική μέθοδος του Μαρξ, σημειώνει ο Ψύλλος είναι μια μέθοδος ανακάλυψης και όχι κατασκευής.
«Η μέθοδος της μετάβασης από το αφηρημένο στο συγκεκριμένο, λέει ο Μαρξ «είναι μια μέθοδος κατανόησης της δομής της πραγματικότητας και όχι μια μέθοδος κατασκευής του πραγματικού» (Μαρξ 1857, τ. 28,39). Ε, το ίδιο κάνει και ο συγγραφέας αν στη θέση της υπό ανακάλυψη πραγματικότητας τοποθετηθεί το έργο του Μαρξ, αυτού «του πρωτίστως βαθύ (και επίκαιρου) φιλοσόφου της επιστήμης».
Κάθε πραγματική και ουσιαστική ανάλυση της πραγματικότητας απαιτεί μια αφαίρεση, τουτέστιν, αντί να παρατηρείς και να περιγράφεις δυο-τρεις-χίλιες ξεχωριστές περιπτώσεις, παρατηρείς και αποκαλύπτεις ποιο είναι το ουσιαστικό και γενικό στοιχείο που είναι κοινό, το προσδιορίζεις, το περιγράφεις. Αλλά αυτή είναι μια διαδικασία αφαίρεσης, που σου προσφέρει τη δυνατότητα να γνωρίσεις, να περιγράψεις και να μεταδώσεις τα βασικά στοιχεία της πραγματικότητας κι έτσι να γνωρίσεις την αληθινή ουσία της.
Αυτό καθ αυτό το βιβλίο «Καρλ Μαρξ, Η Μεταφυσική της μεθόδου» που μας προσφέρει ο Στάθης Ψύλλος υπηρετεί το στόχο της κατανόησης του μαρξικού έργου, ειδικότερα του θεμέλιου του, της μεθόδου της αφαίρεσης.
«Αν το κεφάλαιο είναι σχέση, αναφέρει, για παράδειγμα, στη σελίδα 117, (πρώτη διαπίστωση) τότε ποια είναι τα σχετιζόμενα; …Αν τα σχετιζόμενα είναι τελικά η εργασία (συσσωρευμένη και ζωντανή), τότε το κεφάλαιο είναι μια σχέση της εργασίας με τον εαυτό της. Πως είναι αυτό δυνατόν; Βγάζει άρα νόημα;
Η επίλυση αυτού του γρίφου, συνεχίζει ο Ψύλλος, έχει το σπέρμα της στο μισθωτή εργασία και κεφάλαιο, αλλά ολοκληρώνεται δυο χρόνια αργότερα με τη δημοσίευση της «Συμβολής» το 1859.
Και η βασική ιδέα είναι ότι η ζωντανή εργασία που αναπαράγει το κεφάλαιο είναι η Αφηρημένη Γενική Εργασία (ΑΓΕ) και όχι οι συγκεκριμένες εργασίες… Η ιδέα είναι παρούσα το 1849. …Ολοκληρώνεται όμως δέκα χρόνια αργότερα στο έργο «Συμβολή στην κριτική της πολιτικής Οικονομίας»
Η εισαγωγή στη μέθοδο της αφαίρεσης δια της Αφηρημένης Γενικής Εργασίας (η ΑΓΕ είναι οντότητα προκύπτουσα από την αφαίρεση), η εξελικτική πορεία του Μαρξ (…Ολοκληρώνεται όμως δέκα χρόνια αργότερα..) που παρουσιάζεται αθορύβως ως αυτό που είναι, δηλαδή ως ένα λογικό, φυσιολογικό επακόλουθο όπως για κάθε δρώντα άνθρωπο, η συμπύκνωση μαρξικών έργων, όλα αυτά εμφανίζονται εδώ σε λίγες γραμμές,
Στο βιβλίο «χοροπηδούν» αναφορές – αποστάγματα σε πάνω από 12 έργα του Μαρξ. Από τους τόμους του κεφαλαίου ως τα Grundrisse, τα «Οικονομικά και Φιλοσοφικά χειρόγραφα» ως την «Κριτική της θεωρίας του κράτους του Χέγκελ», από το Η Αγία Οικογένεια ως την αθλιότητα της Φιλοσοφίας κ.α.
Κάθε αναφορά επικεντρώνει, συμπυκνώνει και λεπτολογεί έτσι που σε «στέλνει» να ξαναδείς τα έργα του Μαρξ με άλλο μάτι, πιο σύγχρονο, πιο βαθύ, πιο απαιτητικό. Γεγονός που ενισχύεται και πλουτίζεται με την αναφορά σε έργα σπουδαίων διανοητών- μερικοί από αυτούς επέδρασαν στη διαμόρφωση του Μαρξ- στα οποία «αναγκαστικά» ταξιδεύει και αναφέρεται.
Ως γνωστό ο Μαρξ ανάλωσε χρόνο πολύ προσπαθώντας να αποδώσει συγκεκριμένη μορφή και να αποκαλύψει το περιεχόμενο στην έννοια της αξίας.
Την ανακάλυψε, την αποκάλυψε.
Αλλά για τη μελέτη της αξίας ο Μαρξ, ισχυρίζεται ο Ψύλλος και αποδεικνύει τον ισχυρισμό του, χρησιμοποίησε δυο αφαιρέσεις, την αφαίρεση1 ή «αριστοτελική αφαίρεση» και την αφαίρεση2.
Κατά την αφαίρεση1 δυο ή περισσότερα πραγματικά – και άρα διαφορετικά – εμπορεύματα παρά την διαφορετικότητα τους μπορούν να περιέχουν την ίδια ποσότητα Αφηρημένης Γενικής Εργασίας (ΑΓΕ).
Γι αυτό εξάλλου μπορούν και ανταλλάσσονται.
Η ΑΓΕ εν ολίγοις είναι μια οντότητα, όπως εξάλλου κάθε προϊόν αφαίρεσης, κατά την οποία από τη συγκεκριμένη εργασία της Μαρίας, του Γιώργη κλπ φτάνουμε αφαιρετικά στην ΑΓΕ όπου πλέον πάνω της βασίζεται, αποκαλύπτεται και ερμηνεύεται η δυνατότητα της εμπορευματικής ανταλλαγής.
«Το δεύτερο είδος αφαίρεσης – αφαίρεση2 – …βασίζεται σε μια αρχή αφαίρεσης που εισάγει την Αξία στη βάση μιας σχέσης ισοδυναμίας η οποία ορίζεται πάνω σε εμπορεύματα ως ….αξίες χρήσης, οι οποίες ωστόσο περιέχουν την ίδια ποσότητα ΑΓΕ».
Οι δυο αφαιρέσεις με τις οποίες ο συγγραφές ασχολείται διάχυτα σε όλο το βιβλίο και επικεντρωμένα στο δεύτερο κεφάλαιο του επιτρέπουν, με βάση το μαρξικό έργο, να αναδείξει την αναμεταξύ τους σχέση, τη διάκριση ανάμεσα στην ανταλλακτική αξία και την αξία χρήσης. Τον ωθούν στη σύγκριση της μεθόδου του Μαρξ με αυτήν του Φρέγκε. Η σύγκριση είναι πολύτιμη, είναι μια από τις πολλές και αθόρυβες προτροπές μελέτης μια και ο Φρίντριχ Φρέγκε (Friedrich Ludwig Gottlob Frege, τριάντα χρόνια νεότερος του Μαρξ), είναι εκ των ιδρυτών της σύγχρονης λογικής, εκ των θεμελιωτών των μαθηματικών αλλά και της αναλυτικής φιλοσοφίας.
Οι 126 από τις 138 σελίδες αυτού του λιτού αλλά ομορφοδεμένου βιβλίου των εκδόσεων ΕΚΚΡΕΜΕΣ χωρίζονται σε τρία κεφάλαια.
Το πρώτο επικεντρώνεται στον μαρξικό υλισμό. Συγκεφαλαιώνοντας υποστηρίζει πως ο υλισμός του Μαρξ , είναι πάνω από όλα μια θεώρηση του κόσμου που συνίσταται στην κριτική της μεταφυσικής και στην προάσπιση της επιστημονικής εικόνας του κόσμου.
Στο τρίτο κεφάλαιο επιχειρεί με επιτυχία την τεκμηρίωση της θέσης πως ο Μαρξ εγκαταλείποντας εντέλει το νομιναλισμό, σε μια επιστημονική έρευνα δεκατεσσάρων τόσο χρόνων οδηγείται εξελικτικά στη μετατροπή της αφαίρεσης από επιστημολογικό εμπόδιο σε αναπόδραστο επιστημονικό εργαλείο.
Έχει προηγηθεί το δεύτερο κεφάλαιο το οποίο, όπως προανέφερα, επικεντρώνεται στο ζήτημα της αφαίρεσης, στην αφαίρεση ειδικά για την αξία, και τελειώνει με το αποτέλεσμα της, την «αποκωδικοποίηση του ιερογλυφικού της αξίας».
Κάθε «έννοια Χ –εν – γένει-, τονίζει ο Ψύλλος-, είναι ένα καθόλου ον το οποίο τίθεται για να ενοποιήσει, ως το εν επί των πολλών, πολλά είδη.
Γιατί χρειάζεται αυτή η ενοποίηση, δηλαδή η εισαγωγή του γένους;
Ακριβώς γιατί τα είδη έχουν κοινό υποκείμενο την ανθρωπότητα και εν κοινό αντικείμενο, τη Φύση».
Αυτό ακριβώς ισχύει και για την έννοια της Αξίας.
Ο Ψύλλος σημειώνει πως οι αναφορές σε δευτερεύουσα βιβλιογραφία είναι λίγες.
Δεν συμφωνώ, τι πάει να πει εξάλλου «λίγες»;.
Και μόνο οι αναφορές στον Ρούμπιν, στον Χάινριχ και στον Μπιτέ, στον Κράουερ και στον Αλτουσέρ, στον Λίτλ και στον Καλλίνικο – σε αυτούς τους τόσους άλλους διανοητές που προκαλούν να τους γνωρίσουμε – αποκαλύπτει «μια στοιβαδωτή ανάλυση του κοινωνικού σχηματισμού τοποθετώντας κάθε παράγοντα εντός του δομημένου όλου ανάλογα με τον εξηγητικό του ρόλο.»
Άξιζε, αξίζει τον κόπο.