11.5 C
Athens
Σάββατο, 20 Απριλίου, 2024

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Ο πόλεμος έχει ψωμί, του Βιατσεσλάβ Αζάροφ


 

Ο πόλεμος προσφέρει δικαιολογία για σκληρά μέτρα εναντίον αυτών που δεν είναι ευχαριστημένοι από τις μεταρρυθμίσεις, την αύξηση των τιμών και των τιμολογίων.

 

Ο Βιατσεσλάβ Αζάροβ, παρουσιάζει μερικές πλευρές σε άρθρο του στην ουκρανική ιστοσελίδα ΛΙΒΑ (Αριστερά)

Μετάφραση : Δημήτρης Μπάρλας

Ξαφνικά, τον όγδοο χρόνο του πολέμου στο Ντονμπάς, ο επικεφαλής του Υπουργείου Εξωτερικών Κουλέμπα, σε συνέντευξή του στο αμερικανικό κανάλι Vice World News ανησύχησε για την ευημερία των ρώσων.

Στην ερώτηση του δημοσιογράφου, για το «τι θα συμβούλευε τον Πούτιν;», ο υπουργός απάντησε ότι θα έπρεπε να μην ξοδεύει δισεκατομμύρια για πολεμικές απειλές  εναντίον διαφόρων χωρών σε όλο τον κόσμο, αλλά να επικεντρωθεί στο μέλλον της Ρωσίας και στην ευημερία των πολιτών της.

Δεν ακούγεται κακό, αλλά, θα συμφωνήσετε ότι, κάθε φυσιολογικός άνθρωπος εφαρμόζει αυτά που συμβουλεύει τους άλλους. Ωστόσο, οι Ουκρανοί αξιωματούχοι αυτό το βλέπουν εντελώς διαφορετικά. Οκτώ ολόκληρα χρόνια μετά το Μαϊντάν, η Κυβέρνηση ξοδεύει δισεκατομμύρια για την στρατιωτικοποίηση και την στήριξη του αστυνομικού κράτους και κάνει διαρκώς οικονομία στις ζωτικές ανάγκες του πληθυσμού της.

Το επίπεδο ζωής των Ουκρανών γκρεμίστηκε απότομα, σαν αποτέλεσμα των μεταρρυθμίσεων – σοκ των ετών 2015 – 2016, μετά από τις οποίες, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΗΕ, το 80% των πολιτών της χώρας μας βρέθηκε κάτω από το όριο της φτώχειας. Οι εμπειρογνώμονες της UNICEF σημειώνουν ότι στην Ουκρανία υποσιτίζονται 9,8 εκατομμύρια άνθρωποι. Και το Ινστιτούτο Δημογραφίας του Κιέβου δημοσίευσε το 2021 στατιστική, σύμφωνα με την οποία αποτελούμε το πιο φτωχό έθνος της Ευρώπης.

Μ΄ άλλα λόγια, σταθερά και για πολύ καιρό οι Ουκρανοί είναι στριμωγμένοι στην ανέχεια από την ίδια την ιδεολογία του νεοφιλελεύθερου καθεστώτος. Οι μεταρρυθμιστές σκοπίμως αποδιάρθρωσαν τους τελευταίους θεσμούς κοινωνικής πολιτικής, που είχαν απομείνει από την ΕΣΣΔ, ρίχνοντας το κύριο βάρος τους στην βελτιστοποίηση, διάβαζε ιδιωτικοποίηση και εμπορευματοποίηση, της υγείας και της παιδείας, που έγιναν απρόσιτες για την συντριπτική πλειοψηφία των Ουκρανών, παγιώνοντας έτσι την εξαθλίωσή τους.

Παράλληλα, οι αρχές δημιούργησαν τις πιο μεγάλες δυνατότητες για την «ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας» – με απλά λόγια, για τον πλουτισμό σε βάρος του πληθυσμού – με μέσο, κατά κύριο λόγο, την αύξηση των τιμών των ειδών διατροφής και των τιμολογίων της Κοινής Ωφέλειας.

Στην Αρχαία Ρώμη οι δούλοι εργάζονταν μόνο για τροφή και μια στέγη πάνω απ΄ το κεφάλι τους. Στην μετά Μαϊντάν Ουκρανία, σύμφωνα με τα δεδομένα της Κρατικής Στατιστικής Υπηρεσίας για το 2020, μόνο το 11,8 των πολιτών είχαν εισόδημα επαρκές για την πραγματοποίηση κάποιας αποταμίευσης. Οι υπόλοιποι εργάζονταν σαν τους δούλους, για τροφή και στέγη.

Ο Κουλέμπα μπορεί να αντιτείνει ότι όλα αυτά τα χρόνια έχουμε πόλεμο, ο οποίος καταβροχθίζει τα βασικά εισοδήματα από την οικονομία, όμως εγώ θα απαντήσω ότι ο πόλεμος άρχισε στο Ευρωμαϊντάν, όταν οι δεξιοί πραξικοπηματίες άρπαξαν την εξουσία, παρακάμπτοντας τις εκλογές. Μετά απ΄ αυτό εγκαθίδρυσαν στη χώρα μια εκδοχή ολοκληρωτικού καθεστώτος, διέλυσαν το αριστερό κίνημα υπεράσπισης των εργαζομένων και κατέστειλαν την κοινωνική διαμαρτυρία ενάντια στις νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις.

Την πολιτική της λιτότητας, από την οποία υποφέρουν τώρα εκατομμύρια κατοίκων της Ουκρανίας, θα μπορούσε κανείς να την δικαιολογήσει κάπως, εάν άγγιζε όλους τους πολίτες, μια που, όπως λέγεται, σε περίοδο πολέμου για την υπεράσπιση της ανεξαρτησίας της χώρας τους, υποφέρουν όλοι οι κάτοικοί της, όλη η κοινωνία υφίσταται ελλείψεις στο όνομα του μεγάλου σκοπού. Αλλά εδώ, αντικρίζουμε ολόκληρο στρώμα κοινωνικών παρασίτων, αποτελούμενο από ολιγάρχες, βουλευτές, ανώτατους αξιωματούχους ή αυλικούς ακτιβιστές, των οποίων τα μούτρα κοντεύουν να σκάσουν απ΄ το πολύ φαΐ.

Αρκεί να θυμηθούμε την αποθέωση της υπεροπτικής κομπορρημοσύνης των «ηρώων» του Ευρωμαϊντάν και του πολέμου στο Ντονμπάς, όταν μετά τη θεσμοθέτηση του υποχρεωτικού «πόθεν έσχες» άρχισαν να επιδεικνύουν στις δηλώσεις τους εκατομμύρια ουρανοκατέβατων μετρητών. Μόνο τον πρώτο χρόνο του πολέμου, τα μέλη του κοινοβουλίου δήλωσαν 7,4 δις γρίβνες. Έτσι ο βουλευτής της ομάδας του Πετρό Ποροσένκο Ντεμτσάκ δήλωσε 133 εκατομμύρια γρίβνες μετρητά και οι συνάδελφοί του αδελφοί Ντουμπνέβιτς από 578 εκατομμύρια έκαστος.

Αλλά απόλυτος ρέκορντμαν σ΄ αυτόν τον συναγωνισμό των ληστών του λαού τους αναδείχτηκε ο πρώην διοικητής του ακροδεξιού τάγματος «Αϊντάρ», βουλευτής της Ράντας του «Εθνικού Μετώπου», Μελνιτσούκ, ο οποίος εμφάνισε στη δήλωση ένα τρισεκατομμύριο γρίβνες μετρητά[1] .

Τα πρώτα πρόσωπα του κράτους δεν πήγαν πίσω. Αρκεί να θυμηθούμε τις συζητήσεις για μυθικές συμφωνίες αγοράς ακινήτων στη Φλόριντα, που συνδέονταν με τον πρώην πρωθυπουργό Αρσένιι Γιατσενιούκ. Και όλα αυτά συνέβαιναν τον καιρό που οι συνταξιούχοι και οι άποροι αυτοκτονούσαν εξαιτίας των «μεταρρυθμίσεων – σοκ», αφού δεν ήταν σε θέση να πληρώσουν τους λογαριασμούς του σπιτιού ή τις θεραπείες, που είχαν γίνει πια απρόσιτες.

Παρεμπιπτόντως, ακόμη εξακολουθεί η ίδια κατάσταση. Στη δήλωση του 2020 η σύζυγος του πρώην Προέδρου Ποροσένκο παρουσίασε 48 εκατομμύρια δολάρια και 401 εκατομμύρια γρίβνες σε μετρητά. Υπενθυμίζω: αυτό έγινε την ίδια χρονιά που, σύμφωνα με τα στοιχεία διεθνών οργανισμών, 10 εκατομμύρια Ουκρανοί υποσιτίζονταν.

Ο πόλεμος ποτέ δεν υπήρξε για τους μεταρρυθμιστές αιτία να σφίξουν το ζωνάρι. Αντιθέτως, αποτελούσε γι΄ αυτούς περίοδο μυθικών κερδών και δυνατότητας να αλείβουν πλούσια το ψωμί τους με μαύρο χαβιάρι. Αλαζονεύονται με την αίσθηση της πλήρους ατιμωρησίας, επειδή στην «μεταρρύθμιση» της Ουκρανίας συμμετέχουν μαζί τους δυτικές κυβερνήσεις και  εταιρείες, διεθνή χρηματιστικά ιδρύματα και τράπεζες. Και σαν αποτέλεσμα αυτής της οργανωμένης ληστείας, βγήκαν από τη χώρα γύρω στα 100 δισεκατομμύρια δολάρια.

Αλλά το κύριο είναι ότι ο πόλεμος προσφέρει δικαιολογία για σκληρά μέτρα εναντίον αυτών που δεν είναι ευχαριστημένοι από τις μεταρρυθμίσεις, την αύξηση των τιμών και των τιμολογίων – τους παρουσιάζουν σαν «πράκτορες του Κρεμλίνου», που αποσταθεροποιούν την κατάσταση με εντολές της Ρωσίας. Και επίσης, με την έλευση της ειρήνης θα προβάλουν σε πρώτο πλάνο τα κοινωνικά προβλήματα και αυτά, ασυζητητί, θα τινάξουν αυτή την ηγεσία από τα μέσα, καθόσον αυτή επιβιώνει μέσα σε καθεστώς πατριδοκαπηλίας και δεν μπορεί να λύσει τα πραγματικά προβλήματα της ουκρανικής κοινωνίας.

Χωρίς τον πόλεμο, που λύνει για την συλλογική Δύση το πρόβλημα της συγκράτησης της Ρωσίας, μια κατεστραμμένη Ουκρανία με εξαθλιωμένο πληθυσμό δεν προκαλεί ιδιαίτερο ενδιαφέρον σε κανέναν. Υπάρχουν πάμπολλες άλλες χώρες του τρίτου κόσμου, όπου μπορεί κανείς να επενδύσει με μεγάλο κέρδος και με εξαιρετικά μικρότερα ρίσκα. Γι΄ αυτό ο Κουλέμπα και οι σύντροφοί του προσεύχονται θερμά να διαρκέσει ο πόλεμος εις το διηνεκές, μια που η καμαρίλα μας θα στερηθεί, χωρίς αυτόν, τα μυθικά κέρδη και την απεριόριστη εξουσία πάνω στο κράτος.

Αυτοί οι ισχυρισμοί επαληθεύονται στην πράξη σε καθημερινή βάση. Στις 31 Ιανουαρίου ο γραμματέας του Συμβουλίου Ασφαλείας της χώρας Ντανίλοβ ανακοίνωσε ότι η Ουκρανία δεν πρόκειται να εφαρμόσει τις συμφωνίες του Μινσκ, ήτοι αρνήθηκε να παράσχει στις εκτός ελέγχου περιοχές του Ντονμπάς αυτοδιοίκηση, πράγμα που ήταν βασική προϋπόθεση για την ειρήνη. Και μόλις στις 2 Φεβρουαρίου ο ίδιος ο Κουλέμπα υποσχέθηκε ότι στο Ντονμπάς «δεν θα υπάρξει κανένα ειδικό καθεστώς», συνυπογράφοντας έτσι την άρνηση εφαρμογής των συμφωνιών του Μινσκ. 

Με φόντο την υστερία για την απειλή ρωσικής εισβολής, ο πρόεδρος Ζελένσκι υπέγραψε στην Ανώτατη Ράντα διάταγμα για την ενίσχυση της αμυντικής ικανότητας της χώρας, αυξάνοντας το στράτευμα κατά εκατό ακόμη χιλιάδες στρατιώτες. Αυτό σημαίνει ότι την Ουκρανία την περιμένει συνέχιση αυτού ακριβώς του αργόσυρτου και χωρίς τέλος πολέμου, με κάποια ξεροκόμματα από τους ξένους χορηγούς του καθεστώτος, οι οποίοι ξεφορτώνονται στο Κίεβο κάθε είδους σαβούρες, ρίχνοντας λάδι στη φωτιά της διαμάχης.

Κι όλο αυτό θα δώσει στους επαγγελματίες πατριώτες πάρα πολύ ψωμί με χαβιάρι, αλλά με κόστος την παραπέρα εξαθλίωση του ουκρανικού λαού.

[1] Σχεδόν 40 δισεκατομμύρια δολάρια. Μετά τον θόρυβο, ο Μελνιτσούκ διευκρίνισε ότι η δήλωσή του ήταν ψευδής και σκοπό είχε να καταγγείλει τη διαφθορά που επικρατούσε στην χώρα και την άλλαξε. (σ.τ.μ.)

 

0ΥποστηρικτέςΚάντε Like

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ ΣΥΝΤΑΚΤΗ

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ