Στις αρχές Δεκεμβρίου του 2020 το υπουργείο Εργασίας έδωσε στην δημοσιότητα ένα προπαγανδιστικό μανιφέστο για την κοινωνική ασφάλιση με τίτλο «12 ερωτήσεις και απαντήσεις για το νέο Επικουρικό των εργαζομένων». Εκεί φαινόταν ολοκάθαρα ότι η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να προχωρήσει όσο το δυνατόν γρηγορότερα τα σχέδια που θα ισοπεδώσουν ότι έχει απομείνει από τον κοινωνικό χαρακτήρα της ασφάλισης ξεκινώντας από τις επικουρικές. Στο μεταξύ, όλη την προηγούμενη χρονιά διάφοροι «σοφοί», επιτροπές καθηγητών, πρωθυπουργικοί σύμβουλοι κ.α., συμφωνούσαν πως είναι αναγκαία η εφαρμογή του κεφαλαιοποιητικού συστήματος στο ασφαλιστικό ώστε «να πάψει το κράτος να παίρνει τα λεφτά των νέων και να τα δίνει στους ηλικιωμένους».
Από το 2010 έως τα σήμερα οι κατά καιρούς αντιπολιτεύσεις υποσχόταν ότι όταν θα γίνουν κυβέρνηση θα άλλαζαν τους νόμους για το ασφαλιστικό. Όλοι νομοθετούσαν τάχα για να σωθεί το ασφαλιστικό, ενώ αυτό που γινόταν στην πραγματικότητα ήταν μια τεράστιας έκτασης αναδιανομή σε όφελος του κεφαλαίου και σε βάρος των εργαζομένων. Μόνο την δεκαετία 2010-2020 αφαιρεθήκαν από το εισόδημα των συνταξιούχων περί τα 80 δισ. ευρώ. Η εκάστοτε κυβέρνηση τίποτε τελικά δεν καταργούσε συνεχίζοντας τις ίδιες πολιτικές με τις προηγούμενες με ελάχιστες παραλλαγές και αυτές προς το χειρότερο .
Έτσι έγινε με τους νόμους 4051/12 – 4093/12 που μείωσαν τις κύριες και επικουρικές συντάξεις και κατάργησαν την 13η και 14η σύνταξη. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ όχι μόνο δεν τους κατήργησε, αλλά ψήφισε τον νόμο 4387/2016 που πετσόκοβε παραπέρα τις επικουρικές. Η κυβέρνηση της ΝΔ στην συνέχεια όχι μόνο δεν κατάργησε το νόμο 4387/16 όπως υποσχόταν προεκλογικά, αλλά διατηρεί στο ακέραιο τις διατάξεις του νόμου Κατρούγκαλου εφαρμόζοντας τον με το πιο επιθετικό τρόπο, διατηρώντας όλες τις περικοπές των νόμων 4051/12, 4093/12 και 4387/16.
Ο νέος υπουργός Εργασίας, άνθρωπος «ειδικών αποστολών» όπως επιτυχημένα τον χαρακτήρισε το ΚΚΕ σε ανακοίνωση του, δεν έχασε καθόλου χρόνο αφού από την πρώτη κιόλας μέρα που ανέλαβε το υπουργείο, με δηλώσεις του έκανε σαφές και τον λόγο για τον οποίο ο Μητσοτάκης τον τοποθέτησε εκεί. Μίλησε για «δεύτερη σημαντική μεταρρύθμιση» άραγε ποια είναι η πρώτη; Ότι «η παρέμβαση αυτή, κοιτάζει στο μέλλον και αντιμετωπίζει το Ασφαλιστικό σαν εργαλείο ανάπτυξης της οικονομίας». Πρόκειται για ομολογία ότι το βλέμμα τους είναι στραμμένο στις ακόμα μεγαλύτερες απαλλαγές στο κεφάλαιο, και ακόμα ότι υπηρετεί «την ανάγκη ο εργαζόμενος να μπορεί να προσδιορίσει ως ένα βαθμό το ύψος της σύνταξής του», οι οποίοι θα καλούνται να επιλέξουν ανάμεσα σε «επενδυτικά πακέτα», δηλαδή να πέσει ζεστό χρήμα στην αγορά από τα αποθεματικά των εργαζομένων που θα τζογάρονται έχοντας διαφορετικό «επίπεδο ρίσκου». Δηλαδή, χωρίς καμιά εγγύηση. Οι πιο παλιοί θα θυμούνται την χρεοκοπία της ασφαλιστικής Ασπίς Πρόνοια το 2000 όπου οι ασφαλισμένοι έχασαν τα πάντα αλλά και παραδείγματα στην Αμερική όταν μαζί με την χρεοκοπία εταιριών χρεοκοπούσαν και αντίστοιχα επαγγελματικά ταμεία όπου χάνονταν κόποι μιας ζωής. Ακόμα και ο ΟΟΣΑ, στην τελευταία του Έκθεση για τις συντάξεις προειδοποιεί για τους κινδύνους που διαμορφώνονται για τα κεφαλαιοποιητικά συστήματα εξαιτίας και των αρνητικών επιτοκίων και των χαμηλών αποδόσεων.
Η κυβερνητική προπαγάνδα ισχυρίζεται ότι αυτή η μεταρρύθμιση εξασφαλίζει την αλληλεγγύη των γενεών. Στην πραγματικότητα την καταργεί, αφού οι σημερινοί συνταξιούχοι αποκόπτονται από όσους νέους θα ασφαλιστούν μετά την 1/1/2022 και από όλους τους σημερινούς νέους εργαζόμενους που θα ενταχθούν στο νέο Ταμείο. Από την άλλη κατακερματίζει τους εργαζόμενους της ίδιας γενιάς, αφού οι εισφορές τους θα πηγαίνουν στους «ατομικούς κουμπαράδες» και ο κάθε ασφαλισμένος θα καλείται να αναλάβει ξεχωριστά το «επενδυτικό ρίσκο» για τη μελλοντική του σύνταξη. Η κυβέρνηση βέβαια δεν μας διευκρινίζει αν στους λεγόμενους «ατομικούς κουμπαράδες» θα αποτυπώνεται και το «ρίσκο» αν ο ασφαλισμένος θα έχει δουλειά ή όχι, αν μετά τα πενήντα βρεθεί άνεργος, αν αρρωστήσει ή πάθει κάποια αναπηρία…
Ισχυρίζεται ακόμα πως όλα αυτά τα μέτρα παίρνονται για «να περιοριστούν οι κίνδυνοι του ασφαλιστικού μας συστήματος που απορρέουν από τη δημογραφική γήρανση του πληθυσμού». Βέβαια δεν εξηγούν ότι αυτό έχει άμεση σχέση με την βαθιά οικονομική κρίση, την μείωση των μισθών, την ανεργία όταν κοντά στο ένα εκατομμύριο άνθρωποι ζουν χωρίς σταθερά εισόδηματα, με επιδόματα ανεργίας και κοινωνικά επιδόματα, δηλαδή με την συνολική επίθεση του κεφαλαίου στην εργασία. Η λεγόμενη γήρανση του πληθυσμού στην πραγματικότητα αποτελεί το άλλοθι για την πλήρη ιδιωτικοποίηση του ασφαλιστικού. Υπάρχουν πράγματι μεγάλοι κίνδυνοι για το ασφαλιστικό και αυτοί είναι η τεράστια εισφοροδιαφυγή, οι απαλλαγές και οι μειώσεις των μεγάλων επιχειρήσεων, η λεηλασία των ασφαλιστικών ταμείων για τα κέρδη του ιδιωτικού τομέα υγείας, η τεράστια ανεργία, η υποαπασχόληση, η ευελιξία, οι χαμηλοί μισθοί, η μαύρη ανασφάλιστη εργασία κλπ. Για όλα αυτά η κυβέρνηση στον «Δωδεκάλογο» της δεν λέει φυσικά κουβέντα.
Μεταξύ άλλων η κυβέρνηση υπόσχεται στους σημερινούς νέους εργαζομένους άλλα και αυτούς που θα μπουν από το 2022 ότι οι «συντάξεις θα είναι μεγαλύτερες» μετά από 50 χρόνια! Πέραν του γελοίου του πράγματος και ο πλέων αδαής νέος μπορεί να καταλάβει την απάτη αυτής της υπόσχεσης όταν γνωρίζει πολύ καλά από τώρα το άμεσο εργασιακό του μέλλον που αυτό θα είναι για την μεγάλη πλειοψηφία μισθοί των 200-400 ευρώ. Γίνεται λοιπόν καθαρό ότι οι εισφορές που θα προκύπτουν από αυτούς τους μισθούς συνυπολογίζοντας τα διαστήματα εργασίας που θα εναλλάσσονται συνεχώς με διαστήματα ανεργίας και υποαπασχόλησης θα είναι ελάχιστες και αβέβαιες, όταν ακόμα και αυτά τα λίγα που θα μαζεύονται στους ατομικούς κουμπαράδες δεν θα είναι εγγυημένα και θα εξαρτάται η όποια απόδοση τους από τον τζόγο του χρηματιστήριου.
Ποιος θα πληρώσει τον βαρκάρη;
Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι οι συντάξεις των εργαζομένων που σήμερα είναι άνω από 35 ετών δεν θα μειωθούν και ότι δεν θα επηρεαστούν από το νέο σύστημα. Όμως δεν μας λέει πώς άραγε θα πληρώνονται οι σημερινοί συνταξιούχοι όταν οι εισφορές των νέων ασφαλισμένων θα κατευθυνθούν στον χρηματιστηριακό τζόγο; Σε αυτό το ερώτημα οι απαντήσεις είναι του τύπου ότι «Το μεταβατικό κόστος απλώνεται σε βάθος χρόνου 60 ετών, με τα πρώτα χρόνια να είναι σχετικά χαμηλό», όταν ήδη εκτιμήσεις ανεβάζουν αυτό το κόστος στα 55 δισ. ευρώ και παραπάνω . Εδώ ακριβώς μπορεί να αναζητήσει κανείς και τους λόγους της απομάκρυνσης του Βρούτση αφού ως νεοφιλελεύθερος τεχνοκράτης καταλάβαινε ότι αυτά δεν πρόκειται να εφαρμοστούν ποτέ και θα χρειαστεί άμεσα ζεστό χρήμα που βέβαια θα το αναζητήσουν και πάλι με τον γνωστό τρόπο, δηλαδή με την ληστεία των αποθεματικών. Αυτή την φορά την νύφη θα την πληρώσει το Ασφαλιστικό Κεφάλαιο Αλληλεγγύης Γενεών (ΑΚΑΓΕ) το οποίο σήμερα έχει αποθεματικά που υπερβαίνουν τα 10 δισ. ευρώ και τα οποία διαρκώς αυξάνονται κατά περίπου 1 δισ. ευρώ το χρόνο και ο τακτικός προϋπολογισμός, τα χρήματα δηλαδή των φορολογούμενων που μάλιστα κατά την κυβέρνηση είναι δείγμα «ένδειξη διαγενεακής αλληλεγγύης», αλλά και από «το μέρισμα ανάπτυξης, δηλαδή την αύξηση της απασχόλησης και τη δημιουργία υψηλότερων εισοδημάτων λόγω της αύξησης του ΑΕΠ και της μεγέθυνσης της οικονομίας» και αυτά λέγονται όταν η ύφεση για το 2020 ξεπέρασε το 10% και από ότι προβλέπεται θα υπάρχει μεγάλο χρονικό διάστημα με υφεσιακούς δείκτες.
Το βέβαιο είναι θα βάλουν «χέρι» και στα αποθεματικά και την περιουσία του Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ (ΕΤΕΑΕΠ) που θα καλύπτει τα ελλείμματα στην πορεία μετάβασης προς το ιδιωτικοποιημένο ασφαλιστικό σύστημα. Αντί λοιπόν τα κεφάλαια του ΑΚΑΓΕ και ο τακτικός προϋπολογισμός, αλλά και τα αποθεματικά του ΕΤΕΑΕΠ, να κατευθυνθούν στη στήριξη του δημόσιου συστήματος ασφάλισης, θα ριχτούν για να καλυφθεί το κόστος της ιδιωτικοποίησης, ενώ οι συνταξιούχοι θα εκβιάζονται με τα ελλείμματα που θα εμφανίσει το σημερινό ΕΤΕΑΕΠ, δημιουργώντας το πρόσχημα για νέες μειώσεις στις ήδη μίζερες επικουρικές συντάξεις.
Η κυβέρνηση αξιοποιώντας την πανδημία επιδιώκει στρατηγικού χαρακτήρα κτύπημα στον κοινωνικό χαρακτήρα της ασφάλισης για να πάψει η κοινωνική ασφάλιση να είναι δικαίωμα και να γίνει «ατομική υπόθεση» απαλλάσσοντας κράτος και κεφάλαιο από το κόστος . Με αυτόν τον τρόπο η σύνταξη, η Υγεία, η κάλυψη της απώλειας εισοδήματος από ασθένεια ή ατύχημα μετατρέπονται σε ατομική υπόθεση, θα εξαρτώνται σχεδόν αποκλειστικά από τις εισφορές που δίνουν οι εργαζόμενοι, από την «επένδυση», δηλαδή το τζογάρισμα όλων των παραπάνω σε διάφορα προγράμματα «επαγγελματικών και προσωπικών συντάξεων», «ασφαλειών ζωής» κλπ. Στις εξελίξεις αυτές αν συνυπολογιστούν το χτύπημα του 8ωρου, η καθήλωση των μισθών, η απογείωση της ευελιξίας, το κτύπημα το συνδικαλιστικών ελευθεριών κ.λπ. το μέλλον για παλιούς και νέους εργαζόμενους προβλέπεται να είναι ζοφερό.
Σε αυτό το εφιαλτικό μέλλον για την νεολαία αλλά και για τους σημερινούς εργαζόμενους το συνδικαλιστικό κίνημα έχει ήδη καθυστερήσει να οργανώσει την αντεπίθεση του. Το σίγουρο είναι ότι ο πόλεμος δεν θα κερδηθεί με ανακοινώσεις και αναλύσεις αλλά στους τόπους δουλειάς και στους δρόμους . Εδώ θα δοκιμαστούν αριστερά κόμματα, οργανώσεις και συλλογικότητες. Αλλά και οι ηγεσίες των συνδικάτων για το κατά πόσο θα μπορέσουν να αναστρέψουν την σημερινή τους αδράνεια και να οργανώσουν την μαζική, ενωτική, ταξική απάντηση τους για να αποτρέψουμε την «καταστροφή που μας απειλεί».