9.8 C
Athens
Παρασκευή, 17 Ιανουαρίου, 2025

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Ο Εμφύλιος και τα διλήμματα της Ιστορίας, του Αλέκου Αναγνωστάκη

Τα διλλήματα για την Ιστορία τίθενται διαρκώς:

Ανακάτεμα των ιστορικών γεγονότων σε ένα αστικό μίξερ που εξομοιώνει το εμβρυακά έστω επαναστατικό με το αντεπαναστατικά μεταλλαγμένο;

Κατάταξη των ιστορικών γεγονότων στη μεταμοντέρνα γενική κατηγορία μιας «ελεύθερης, αδέσμευτης, και ουδέτερης δήθεν αναζήτησης»;

Ρηχή και αγοραία εκμετάλλευση τους μέσω μιας εύκολης μηδενιστικής καταδίκης και ανούσιας λαθολογίας; (Αν τα λάθη ήταν το κύριο γνώρισμα της ελληνικής εποποιίας του ‘42-‘49 τότε τι είδους λάθη ήταν αυτά που για την αντιμετώπιση τους χρειάστηκε να επέμβει άμεσα ο αγγλικός, ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός, το ελληνικό κράτος και παρακράτος, να ριχτούν ναπάλμ, να ξανανοίξουν τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, στις εκκενώσεις χωριών – απόδειξη της λαϊκής υποστήριξης – που οδήγησαν στο βίαιο ξεσπίτωμα και μετακίνηση 600.000 ανθρώπους κ.α.);

Ή νηφάλια, τολμηρή, ριζική κριτική και αυτοκριτική αποτίμηση της ιστορίας, χωρίς απόκρυψη, μυστικοποίηση, ωραιοποίηση ή δαιμονοποίηση των ιστορικών γεγονότων και με σκοπό τη στρατηγική επανίδρυση μιας μαζικά ακτινοβολούσας νέας νικηφόρας προοπτικής;

Ο τρίχρονος ελληνικός εμφύλιος, η δεύτερη μετά την ΕΑΜική αγροτοεργατική επανάσταση, μπορεί συνολικά και τελικά να αντιμετωπίζεται ως η επανάσταση η οποία, επεχείρησε να πάρει αδύναμες επαναστατικές πολιτικές μετάβασης στην εργατική δημοκρατία με ένα πρόγραμμα που δεν επέτρεπε την ομαλή εξέλιξη του ελληνικού καπιταλισμού, τον διατάρασσε σε όφελος των εργατικών και φτωχών αγροτικών στρωμάτων.

Έπρεπε επομένως ή να νικήσει ή να συντριβεί.

Αυτό προκύπτει τόσο από τη διακήρυξη του ΕΑΜ όσο και από τη διακήρυξη προς τον ελληνικό λαό, στις 23 Δεκέμβρη του 1947, της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης και από τις τέσσερεις αποφάσεις που εξέδωσε το Γενικό Αρχηγείο του ΔΣΕ στις 10 Αυγούστου 1947.

Διακήρυχναν τότε την ανάπτυξη των λαϊκοδημοκρατικών θεσμών και μεταρρυθμίσεων, την εθνικοποίηση των ξένων εταιρειών, των μεγάλων τραπεζών και της βαριάς βιομηχανίας, την οργάνωση της λαϊκής εξουσίας, τη λαϊκή δικαιοσύνη, την αγροτική μεταρρύθμιση και τη διανομή της γης, τη λαϊκή παιδεία και την προστατευόμενη εκμετάλλευση των δασών.

Ο εμφύλιος δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται ως η επανάσταση που πηγή είχε «τους άλλους», τους χίτες, τους ταγματασφαλίτες, τους Βρετανούς παρά τις πρωτοφανείς διώξεις και αγριότητες ακροδεξιών και ταγματασφαλιτών που προστάτευαν τα ελληνικά αστικά κόμματα και παρά του ότι δεκατρείς μήνες μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας είχαν διαπραχθεί 1.289 δολοφονίες, 6.671 τραυματισμοί, 31.632 βασανισμοί, 18.767 λεηλασίες και φυλακίσεις, 84.931 συλλήψεις, 509 απόπειρες φόνου, 265 βιασμοί γυναικών σε βάρος του ΕΑΜικού κινήματος.

Οι καταδιωκόμενοι όμως δεν επαναστατούν πάντα. Όταν οι συσχετισμοί είναι καταθλιπτικοί κατά κανόνα υποκύπτουν.

Από τις αρχές του 1946, σε πολλές περιοχές της Ελλάδας έκαναν αυθόρμητα την εμφάνιση τους ανταρτοομάδες των 5-8 ατόμων των οποίων ηγούνταν ΕΛΑΣίτες. (Ημερολόγιο αντιστράτηγου του Δ.Σ. Κικίτσα).

Οι αντάρτες αυτοί «κατέβαιναν ξαφνικά από τα βουνά, έστηναν ενέδρες στις οποίες έπεφταν ολόκληρες στρατιωτικές φάλαγγες με αποτέλεσμα νεκρούς, τραυματίες, καμένα αυτοκίνητα, απώλεια εφοδίων και το χειρότερο εξοπλισμό των ανταρτών» (αντιστράτηγος εθνικού στρατού Παπαγεωργόπουλος).

Οι διωκόμενοι αγωνιστές του ΕΛΑΣ και του ΕΑΜ περνούσαν πλέον από την παθητική αντίσταση στην ενεργή άμυνα.

Επομένως ο εμφύλιος πηγή και μήτρα είχε τη δυναμική της ηττημένης ένοπλης ΕΑΜικής επανάστασης που ήθελε να νικήσει γιατί, αν και ηττημένη, ένοιωθε ακόμη ισχυρή. (Γεγονός που επιδρούσε σε όλο τον κομματικό μηχανισμό του ΚΚΕ).

Από τις γραμμές του Δημοκρατικού Στρατού πέρασαν περίπου 100.000 αγωνιστές κατά 85% φτωχοί αγρότες, ανάμεσά τους Πομάκοι, Σλαβομακεδόνες και ορισμένοι Τσιγγάνοι.

Ο μέγιστος αριθμός παραταγμένων μαχητών του ΔΣ έφτασε τις 30.000 την άνοιξη του 1948, ανάμεσα τους 4.550 ένοπλες γυναίκες (από τα μεγαλύτερα γυναικεία αντάρτικα τμήματα παγκοσμίως).

40.000 είναι οι μαχήτριες και μαχητές στρατιωτικά πεσόντες στα πεδία των μαχών, 7.500 οι εκτελεσμένοι με απόφαση των στρατοδικών.

Το κίνημα μπορούσε να επικρατήσει. Προϋπόθεση η υπέρβαση της στρατηγικής της Γ΄Διεθνούς

Η ίδια η εφτάχρονη εποποιία 42-49 αποτελεί πηγή απαράμιλλης αυτοθυσίας, αξιοθαύμαστης αυτοπειθαρχίας και πειθαρχίας, υψηλού επιπέδου στρατιωτικής και πολιτικής σχεδίασης.

Ακόμη και η συντεταγμένη υποχώρηση του Δημοκρατικού Στρατού – 30 και πάνω χιλιάδες πέρασαν τα σύνορα με μηδενικές απώλειες – αναδεικνύει το μέγεθος και την ποιότητα του αγώνα.

Ωστόσο η υπόθεση χάθηκε.

Και χάθηκε γιατί υπήρχαν κληρονομημένα βαθύτερα ζητήματα πολιτικής που συνδέονται με την ίδια την πορεία γενικότερα του κομμουνιστικού κινήματος με τα οποία δεν μπόρεσαν να αναμετρηθούν οι επιφανείς επαναστάτες της εποχής.

Η περίοδος του ’44 – ‘49 μπορεί να χωριστεί σε δύο περιόδους.

Η πρώτη Δεκέμβριος ‘44 – Μάρτης ‘47 είναι η περίοδος της αγγλικής κατοχής στην Ελλάδα.

Αν τότε ηγεσία του ΚΚΕ είχε επιλέξει έγκαιρα την κήρυξη γενικευμένου ένοπλου αγώνα έστω από το τέλος του 1945, τότε «η νίκη του Ζαχαριάδη ήταν σχεδόν βεβαία» (Ε. Αβέρωφ, Φωτιά και τσεκούρι). Το 1946 ο αστικός στρατός δεν είχε αναδιοργανωθεί, παρέμεναν ελεύθεροι χιλιάδες ΕΑΜίτες, το αστικό κράτος δεν είχε ακόμα ερημώσει τα χωριά…

Το ΚΚΕ όμως έμενε πεισματικά πιστό στις προσδοκίες για ένα ευρύτερο «δημοκρατικό αντιφασιστικό στρατόπεδο», εγκλωβισμένο στις ψευδαισθήσεις για ένα συμβιβασμό με αστικές δημοκρατικές δυνάμεις και ακολουθούσε την γραμμή όχι της γενικής αλλά της βαθμιαίας ανάπτυξης του αντάρτικου.

Η αλλαγή φρουράς του ιμπεριαλισμού στην Ελλάδα με την υποχώρηση της Μεγάλης Βρετανίας και την παραχώρηση της πρωτοκαθεδρίας στις ΗΠΑ το Μάρτη του ‘47 άλλαξε δραματικά την κατάσταση.

Το ΚΚΕ τότε πλέον, το Σεπτέμβρη του 47, τροποποίησε σοβαρά την πολιτική του και μετατόπισε το κέντρο βάρους στην συνολική ένοπλη δράση ως προτεραιότητα με στόχο την κατάληψη της εξουσίας.

Η δεύτερη περίοδος λοιπόν από το Σεπτέμβρη του ‘47 ως το ‘49 ήταν η περίοδος μιας νέας, αναγκαστικής έστω, επαναστατικής επαγγελίας.

Πηγαίνοντας πιο πίσω, στην αποχώρηση των Γερμανών, αν η ηγεσία του ΚΚΕ μετεξέλισε το αντιφασιστικό μέτωπο (ΕΑΜ) σε επαναστατικό μέτωπο εδραίωσης της ήδη κατακτημένης εξουσίας, τότε η ιστορία και οι εξελίξεις στην Ελλάδα και ευρύτερα θα ήταν αλλιώτικες.

Το πράγμα έδειχνε ήδη από το 1943 όταν στην Ελλάδα υπήρχαν τρεις κυβερνήσεις και τρεις στρατοί: Των συνεργατών των Γερμανών με τα τάγματα ασφαλείας, της Μέσης Ανατολής με τον εκεί στρατό και το ασθενές αντιστασιακό τμήμα στην Ελλάδα (ΕΔΕΣ-ΕΚΑ) και της ΕΑΜικής κυβέρνησης με τα 2.500.000 εκατομμύρια μέλη, τους 133.500 ΕΛΑΣίτες και πολιτοφύλακες.

Η λύση αυτής της κατάστασης – τίποτα να μην έκανε ο ξένος παράγοντας – μπορούσε να έρθει μόνο ένοπλα. Εξάλλου η ένοπλη αγγλική επίθεση το Δεκέμβρη του ‘44 είναι η αστική αντεπαναστατική απάντηση στην έλλειψη συνολικής επαναστατικής απάντησης από το ΕΑΜ.

Αλλά για να συμβούν τα παραπάνω έπρεπε το ελληνικό εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα της εποχής – και μπορούσε – να υπερβεί θετικά και επαναστατικά τη στρατηγική που έχει χαράξει η Τρίτη Διεθνής ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1940.

Μια αναγκαία κατ’ αρχάς αλλά περιορισμένη και αδιέξοδη τελικά πολιτική που ενώ σωστά επέλεξε το αντιφασιστικό μέτωπο για την απόκρουση του ναζισμού, αδυνάτισε να το μετασχηματίσει.

Και έτσι οδηγήθηκε στη μετατόπιση του αγώνα για «ειρήνη και δημοκρατία», στην αποθάρρυνση κατάληψης της εξουσίας στις κατεχόμενες χώρες, στην απομάκρυνση από τις «επαναστατικές χίμαιρες». (Σε Γιουγκοσλαβία και Κίνα οι κομμουνιστές συγκρότησαν αρκετά νωρίς μια διαφορετική, ανεξάρτητη, στρατηγική και πέτυχαν).

Στις 29 Αυγούστου του 1949 σήμανε η υποχώρηση του ΔΣ. Στις 16 Οκτωβρίου 1949 η Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση ανήγγειλε από το ραδιόφωνο τον τερματισμό του πολέμου και την αυτοδιάλυση της.

Ορισμένα συμπεράσματα για το σήμερα και το αύριο

Πρώτο: Τα πολιτικά και κοινωνικά μέτωπα μετεξελίσσονται στην πορεία της ταξικής πάλης.

Ως γνωστό η ταξική πάλη δεν ισορροπεί για πολύ σε ενδιάμεσες καταστάσεις.

Η σημασία συγκρότησης κοινωνικού και πολιτικού μετώπου για την αποφασιστική επίλυση άμεσων καθοριστικής σημασίας ζητημάτων (όπως ήταν η απόκρουση του φασισμού τότε και η συγκρότηση του αναγκαίου αντιφασιστικού μετώπου) θα συνοδεύεται πάντα από την κρισιμότητα του έγκαιρου και οργανωμένου και κατάλληλου μετασχηματισμού του πολιτικού και κοινωνικού μετώπου σε κάθε κρίσιμη καμπή.

Το αντιφασιστικό μέτωπο π.χ. προς το τέλος της νικηφόρας έκβασης του αντιφασιστικού αγώνα έπρεπε έγκαιρα να μετασχηματιστεί προγραμματικά και πολιτικά σε επαναστατικό μέτωπο.

Δεύτερο: Δια των ιδεών κατακτούνται η εργατική και λαϊκή πλειοψηφία και όχι οι ιδέες επιβάλλονται δια της πλειοψηφίας.

Οι πολιτικές ιδέες – γενίκευση της πράξης, δηλαδή της συλλογικής κοινωνικής δραστηριότητας που αποβλέ­πει στην αναπαραγωγή της πραγματικό­τητας και ταυτόχρονα στο μετασχηματι­σμό της για ανθρώπινη ζωή – είναι που κρύβουν μέσα τους τη δημιουργική δύναμη για να μορφοποιεί το επιθυμητό μέλλον, να διεισδύσει ο άνθρωπος στο βασίλειο του μέχρι πρότινος ακατόρθωτου.

Το ΕΑΜ ιδρύθηκε με την απόφαση της 6ης ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ τον Ιούλη του 1941. Σε αυτήν πήραν μέρος έξι(!) άνθρωποι που συνεδρίαζαν επί τρεις ημέρες: Χρύσα Χατζηβασιλείου, Πέτρος Ρούσος, Παντελής Σίμος- Καραγκίτσης, Ανδρέας Τσίπας, Ανδρέας Τζήμας και Κώστας Λαζαρίδης. Το ίδιο το ΚΚΕ ανασυγκροτήθηκε την ίδια περίοδο από 212 αρχικά κομμουνιστές που δραπέτευσαν μεταξύ Απρίλη και Ιούνη του 1941 από τις φυλακές. Το ΕΑΜ συγκροτήθηκε από αυτό το ΚΚΕ και εξαιρετικά μικρές οργανώσεις: την Ένωση Λαϊκής Δημοκρατίας, το Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας και το Αγροτικό Κόμμα Ελλάδας.

Κάτω υπό αυτό το κριτήριο πρέπει να εξετάζουμε το περιεχόμενο των δικών μας σύγχρονων ιδεών.

Τρίτο: Υπάρχει διαρκώς η ανάγκη επεξεργασίας και έμπρακτης προώθησης ενός προγράμματος άμεσων στόχων με προοπτική που να αντιστοιχούν στις επείγουσες ανάγκες και τη διαμορφούμενη συνείδηση της εργαζόμενης πλειοψηφίας, ως προϋπόθεση για τη διάδοση βαθύτερων αναγκαίων κοινωνικών στόχων.

Ο στίχος «το ΕΑΜ μας έσωσε από την πείνα» συμπυκνώνει στα πλατιά λαϊκά στρώματα όχι μόνο την αξία του αγώνα για την καθημερινότητα αλλά και την ουσιαστική αναγνώριση από το ΕΑΜ στη λαϊκή συνείδηση αυτής καθαυτής της ζωής που «τρέχει» στον πραγματικό χρόνο.

Ταυτόχρονα το «Δημοκρατία λαϊκιά» όχι μόνο αποκτά ελκυστικότητα, αλλά και το ανάποδο: δίνει νόημα και προοπτική στον καθημερινό αγώνα.

Τέταρτο: Η οικονομική κρίση έσπρωξε και σπρώχνει την αστική τάξη σε μια επιτάχυνση της ροπής προς την αντιδημοκρατική αντίδραση σε όλη της την έκταση.

Στην αυγή του καπιταλισμού ήταν κυρίως ο έμπορος που εξουδετέρωνε τις πρώτες ατελείς εργατικές τάσεις χειραφέτησης.

Αργότερα, στη βιομηχανική επανάσταση, οι τραμπούκοι και οι ιδιωτικοί αστυνομικοί του βιομηχάνου ήταν αυτοί που διέλυαν τις πρώτες οικονομικές εργατικές ή πολιτικές ενώσεις.

Στο μονοπωλιακό καπιταλισμό ήταν κυρίως οι κατασταλτικοί μηχανισμοί, οι αυταρχικοί ή κοινοβουλευτικοί αντιπροσωπευτικοί θεσμοί του κράτους που εξαπέλυαν τη βία απέναντι στο κίνημα των εργαζομένων.

Στις σύγχρονες συνθήκες στο έργο της τρομοκράτησης συνεργάζονται, φτάνοντας τα όρια της συγχώνευσης,

οι παραδοσιακοί κατασταλτικοί μηχανισμοί με τους κατ’ εξοχήν ιδεολογικούς μηχανισμούς του σύγχρονου καπιταλισμού, τα ΜΜΕ και ιδιαίτερα την τηλεόραση.

Το κεφάλαιο για να αντιμετωπίσει την κρίση προχωρά σε βαθύτερη και μακρόπνοη αντιδραστική τομή τόσο στην καρδιά των παραγωγικών σχέσεων, στο εργασιακό και παραγωγικό καθεστώς όσο και στην ίδια τη δομή της αστικής δημοκρατίας.

Αυτοί τώρα δεν έχουν άλλη οδό πολιτισμού από το μοντέρνο σκοταδισμό. Υπάρχει επομένως ανάγκη συνολικότερης προσέγγισης του σύγχρονου δημοκρατικού ζητήματος

Πέμπτο: Ανάγκη ριζικού μετασχηματισμού της εργατικής πολιτικής

Η τάση για ένα ριζικό μετασχηματισμό της αριστερής πολι­τικής καθορίζεται με σχετική αυτοτέλεια και από την αντιφατική πορεία «συνειδητοποίησης» της νέας κατάστασης από τους ίδιους τους εργαζόμενους.

Σφραγίζεται από την εσωτερική παλινδρομική κίνηση της εργατικής τάξης ανάμεσα στην υποταγή και την εξέγερση, ανάμεσα στην επιβίωση και τη διεκδίκηση της πραγματικής ζωής, ανάμεσα στην άμυνα και την επίθεση, ανάμεσα στη στοιχειώδη εξασφάλιση ενός υποβαθμιζόμενου παλιού πλαισίου αναγκών και τη διεκδίκηση του πλούτου και των ελευθεριών της εποχής μας.

Αυτή η ανισόμετρη κίνηση στη συνείδηση και στην πρακτική των εργαζομένων αποτελεί τη βάση που τροφοδοτεί το παλιό, μαζί και το νέο, που καθορίζει τελικά και τους συσχετισμούς και την πηγή μιας χωρίς προηγούμενο ρευστότητας και παράλληλα μιας απρόβλεπτης δυναμικής συνεχών, απότομων και ριζικών ανακατατάξεων σε όλους τους κοινωνικοπολιτικούς συσχετισμούς.

Στη νέα μεταπολίτευση τίποτα τελικά δεν θα μένει σταθερό κι αμετακ­ίνητο όπως προηγούμενα

Και αυτός ο παράγοντας θα αποτελεί τη βάση νέων αλλεπάλληλων κρίσεων της αστικής πολιτικής και όλων των παραλλαγών της αριστερής πτέρυγας του παραδοσιακού πολιτικού παιχνιδιού.

Δεν είναι καιρός λοιπόν να ξαναγυρίσουμε στην ξεχασμένη αρχή ότι το «είναι» καθορίζει τη συνείδηση και μόνο πάνω σ’ αυτή τη βάση η συνείδηση μπορεί να αλλά­ξει τα πάντα;

Και μ’ αυτή την αφετη­ρία να προχωράμε στη ριζική επαναθεμελίωση του σύγχρονου εργατικού, δηλαδή επαναστατικού υ­ποκειμένου το οποίο πρέπει να περιλαμβάνει ταυτόχρονα το κόμμα ως το πρωταρχικό, το εργατικό κίνημα ως το καθοριστικό και το κοινωνικό και πολιτικό μέτωπο ως το αποφασιστικό στη διακριτικότητα και αλληλοσχέση τους;

Σ’ αυτή την ανεξερεύνητη ακόμη περίοδο της μεγάλης μεταμόρφω­σης δεν μπορούμε φυσικά να περιμένουμε από την πρώτη στιγ­μή την αίγλη της ωριμότητας και την αισιοδοξία της άμεσης αποτελεσματικότητας…

 

 

0ΥποστηρικτέςΚάντε Like

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ ΣΥΝΤΑΚΤΗ

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ