Στον όρο Δημόσια Υγεία συνοψίζονται, σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, όλες οι οργανωμένες, επιστημονικά τεκμηριωμένες, δραστηριότητες του κράτους και της κοινωνίας, που σκοπό έχουν την πρόληψη των νοσημάτων, την προστασία της υγείας του πληθυσμού και τη βελτίωση της ποιότητας της ζωής του, με σκοπό την αύξηση του προσδόκιμου ορίου επιβίωσης. Μπορεί όμως να προστατευθεί η Δημόσια Υγεία μετά την οργανωτική και λειτουργική αποδυνάμωση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, χωρίς, δηλαδή, την πρώτη γραμμή ελέγχου για ασθένειες, ακόμα και μεταδοτικές; Μπορεί να προστατευθεί η Δημόσια Υγεία μετά την περιορισμένη εφαρμογή προγραμμάτων πρόληψης και προαγωγής της υγείας του πληθυσμού, με έξαρση των ψυχικών διαταραχών, κατάχρηση ψυχοτρόπων ουσιών και αύξηση των αυτοκτονιών; Μπορεί να προστατευθεί η Δημόσια Υγεία μετά την ανισομερή κατανομή των οικονομικών πόρων και των δαπανών για τη Δημόσια Υγεία;
H αλληλεπίδραση της πρόληψης με την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας.
Η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας(ΠΦΥ) αποτελεί την πρώτη γραμμή ελέγχου για ασθένειες και συνταγογράφηση και τον κατάλληλο μηχανισμό διασύνδεσης της πρωτοβάθμιας περίθαλψης με τη δευτεροβάθμια και την τριτοβάθμια. Η λειτουργία της ΠΦΥ στηρίζεται σε επιστημονικές και κοινωνικές μεθόδους & πρακτικές με απαραίτητη προϋπόθεση τη διεπιστημονική σύστασή της, αφού αποτελεί το πρώτο επίπεδο επαφής των ατόμων μιας κοινότητας με το σύστημα υγείας. Ουσιαστικά εστιάζει στον άνθρωπο μέσα απ΄το διατομικό-κοινωνικό του περιβάλλον. Κατά τη λήψη του ιστορικού του ανθρώπου, γίνονται κατανοητοί οι βασικοί παράγοντες που επηρεάζουν την ψυχική και σωματική του υγεία. Διερευνάται το περιβάλλον του κι ο τρόπος ζωής του σε αλληλεπίδραση με την εργασία, την εκπαίδευση και τις συνθήκες, τις οποίες βιώνει καθημερινά. Οι παράγοντες που επηρεάζουν την υγεία του είναι κοινωνικοοικονομικοί, το εισόδημα κι ο ρυθμός εντατικοποίησης της εργασίας του, η διατροφή, η άσκηση και η ψυχική ανθεκτικότητά του.
Πως θα καταστούν δυνατά όλα τα παραπάνω, αν η ΠΦΥ δεν αποκτήσει έναν ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα και δεν εστιάσει στην πρόληψη των νόσων κι όχι στην καταστολή τους. Αυτό απαιτεί δημόσιες πολιτικές για την πρόληψη, προαγωγή & την προστασία της υγείας.
Η πρόληψη εκπορεύεται από την ΠΦΥ, δεδομένου ότι βασίζεται σε επιστημονικές αρχές που δίνουν τη δυνατότητα στους ανθρώπους, σε ατομικό και κοινωνικό επίπεδο, να αποφασίζουν και να ενεργούν συνειδητά για τους παράγοντες που σχετίζονται με την υγεία τους. Κι εδώ πια μιλάμε για τη διαδικασία που αποτελεί την «Αγωγή Υγείας». Όχι για επιβολή συμπεριφορών αλλά για δυνατότητα απόφασης, μέσω της απαραίτητης γνώσης και της επιστημονικής τεκμηρίωσης. Η διαδικασία της πρόληψης άρχεται πολύ πριν την εμφάνιση της νόσου, στοχεύει στην καταπολέμηση της παθογόνου αιτίας, σε πρώιμο στάδιο, ώστε να αποφευχθεί η τελική έκθεση των ανθρώπων στους παράγοντες κινδύνου, και να αποφευχθεί, κατ΄αυτόν τον τρόπο, η εμφάνιση της νόσου. Μια διαδικασία πρωτογενούς πρόληψης είναι η διαδικασία ελέγχου των επιπτώσεων των νόσων και η προστασία του πληθυσμού απ΄ αυτές. Μέτρα ολοκλήρωσης της πρωτογενούς πρόληψης είναι η ενημέρωση από τους Επιστήμονες Υγείας, οι μαζικοί εμβολιασμοί, η υγιεινή και η ασφάλεια των χώρων εργασίας του πληθυσμού. Γενικά είναι μέτρα προστασίας περιβάλλοντος, τόσο του φυσικού όσο και του κοινωνικού, στο οποίο ζει και εργάζεται ο άνθρωπος. Στα επίπεδα πρόληψης συμπεριλαμβάνονται κι ο προσυμπτωματικός έλεγχος, η διάγνωση, δηλαδή, της νόσου, προτού εμφανιστούν τα κλινικά συμπτώματα, η ανίχνευση του επιπολασμού της νόσου, ακόμα κι η θεραπευτική παρέμβαση, σε περίπτωση κλινικής εκδήλωσης της νόσου, καθώς κι ο περιορισμός των πιθανοτήτων του θανάτου του ανθρώπου, μέσω της επιβράδυνσης της νόσου και τη βελτίωση της πρόγνωσης. Στηρίζεται στην επιστημονική εξέλιξη της ιατρικής τεχνολογίας, ώστε να υπάρξει κατάλληλη μεθοδολογία και στρατηγική αντιμετώπισης της νόσου.
Ποιο περιβάλλον θεωρείται κατάλληλο για να λάβουν χώρα η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας και η Πρόληψη; Οι Δομές Πρωτοβάθμιας Υγείας, φυσικά, όπως τα Κοινοτικά Ιατρεία, οι Τοπικές Μονάδες Υγείας, τα Πολυδύναμα Ιατρεία και τα Κέντρα Υγείας. Απαραίτητες θεωρούνται και οι Κινητές Μονάδες Υγείας (ως πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου) οι οποίες θα παρεμβαίνουν σε απομακρυσμένες περιοχές, σε κάθε γειτονιά, με σκοπό την ενημέρωση, τον προληπτικό έλεγχο των κατοίκων και την υποστήριξη, που αφορά ακόμα και σε προμήθειες ειδών πρώτης ανάγκης, τροφίμων, ρουχισμού, ειδών υγιεινής, ψυχολογική στήριξη κι ότι άλλο, μπορεί να απαιτηθεί.
Επιτακτική κρίνεται η ανάγκη στις μέρες μας. Εξαιτίας της πανδημίας, οι πολίτες έμειναν μακριά από τους αγαπημένους τους, περιόρισαν τις κινήσεις τους, απομονώθηκαν για μεγάλο χρονικό διάστημα, προκειμένου να μειώσουν τον κίνδυνο μετάδοσης του Covid-19. Η πολιτική της κοινωνικής απόστασης επέτεινε το αίσθημα της κοινωνικής απόρριψης, της προσωποποίησης της ευθύνης και της απώλειας της κοινωνικότητας. Επηρέασε αρνητικά τη θεμελιώδη ανθρώπινη ανάγκη, εφάμιλλη της τροφής και του ύπνου, της κοινωνικής αλληλεπίδρασης. Η ανεπαρκής κοινωνική σύνδεση κι η μακρόχρονη απομόνωση έχει άμεση σχέση με τις βαθιές και διαρκείς αρνητικές συνέπειες στην ψυχική υγεία. Οι πρώτες μετρήσεις της ψυχικής κατάστασης, κατά την περίοδο της πανδημίας, έρχονται να επιβεβαιώσουν τα παραπάνω, αφού ανέδειξαν υψηλά ποσοστά ψυχικής αγωνίας, μέσω ανεξέλεγκτου φόβου, άγχους, απογοήτευσης, μοναξιάς, κατάθλιψης και έντονης ψυχικής μετατραυματικής δυσφορίας. Η μέθοδος της ψυχοθεραπείας, μέσω τηλεδιάσκεψης, σε κλίμα κοινωνικής απομόνωσης, δε φαίνεται να αντιμετωπίζει αποτελεσματικά τα σοβαρά προβλήματα της ψυχικής υγείας.
Ο ρόλος του ψυχολόγου στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας
Στο μοντέλο της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, οι ψυχολόγοι πλαισιώνουν την διεπιστημονική ομάδα και συνεργάζονται, από κοινού και ισότιμα, με τους γιατρούς, τους νοσηλευτές και τους κοινωνικούς λειτουργούς, προκειμένου ν’ ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των ασθενών. Άμεσο καθήκον τους είναι η διαχείριση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης, σε άτομα, για παράδειγμα, που παρουσιάζουν αυτοκτονικά ή ψυχωτικά επεισόδια, κατάθλιψη ή αγχώδη διαταραχή.
Συμμετέχουν σε ομάδες πρόληψης, παρέμβασης και ενημέρωσης σχετικά με τις επιπτώσεις των καταχρήσεων, των εθισμών και των ψυχικών νοσημάτων. Αρμοδιότητά τους και η εκπαίδευση των κατοίκων μιας περιοχής στις βασικές αρχές της κοινωνικής, προληπτικής και οικογενειακής ιατρικής. Στο πλαίσιο των εκπαιδευτικών τους καθηκόντων, οι ψυχολόγοι της πρωτοβάθμιας φροντίδας, εκπαιδεύουν και τους γενικούς ιατρούς, ώστε να αναγνωρίζουν και να διαχειρίζονται ψυχολογικές διαταραχές ενισχύοντας και την παραδοσιακή σχέση ιατρού-ασθενή. Παρακολουθούν και τις συμπεριφορικές διακυμάνσεις των ασθενών σε προγράμματα φαρμακευτικής αγωγής και συμβουλεύουν κατάλληλα το θεράποντα ιατρό. Είναι ικανοί να αναλάβουν και τη συναισθηματική υποστήριξη του υγειονομικού πρωτοβάθμιας φροντίδας, βοηθώντας τον να αναπτύξει σχέδιο διαχείρισης της εκάστοτε κατάστασης. Ταυτόχρονα, και οι επαγγελματίες πρωτοβάθμιας φροντίδας μαθαίνουν να εργάζονται σε συνεργασία με τους επαγγελματίες της ψυχικής υγείας.
Σε κάθε περίπτωση όμως απαιτείται έρευνα ώστε να προσδιοριστεί εάν αυτή η προσέγγιση συνεργασίας επαγγελματιών της ψυχικής υγείας με αυτούς της σωματικής υγείας έχουν κλινική αποτελεσματικότητα σχετικά με την παρέμβαση σε μικρές ομάδες ασθενών (σε επίπεδο γειτονιάς) και να διερευνήσει πώς η οργάνωση της πρόληψης και περίθαλψης μπορεί να βελτιωθεί ή να αναμορφωθεί.
Συμπερασματικά, η οργανωτική και λειτουργική ενίσχυση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας στην Ελλάδα, με ενίσχυση της λειτουργίας των Τοπικών Μονάδων Υγείας (ΤΟΜΥ), ενίσχυση των θεραπευτικών δομών ψυχικής υγείας, αύξηση των προγραμμάτων πρόληψης και προαγωγής της υγείας του πληθυσμού, είναι καθοριστικοί παράγοντες στη βελτίωση της Δημόσιας Υγείας, της ποιότητας της ζωής του πληθυσμού, της πρόληψης και της θεραπείας των νόσων ψυχικών και σωματικών.
Ο Νίκος Δαμιανάκης είναι Ψυχολόγος MSc