Πηγή: SLPress
Ιστορικά, όπως προκύπτει εκ του αποτελέσματος, κατά την διάρκεια της μεταπολεμικής περιόδου σε παγκόσμιο επίπεδο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) και η Παγκόσμια Τράπεζα έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην παγκοσμιότητα του νεοφιλελεύθερου παραδείγματος, τόσο στις ΗΠΑ (Ronald Reagan), την Λατινική Αμερική, την Μεγάλη Βρετανία (MargaretThatcher), με την τεχνική υποστήριξη της οικονομικής σχολής του πανεπιστημίου του Σικάγου (Μilton Friedman), όσο και αργότερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη-μέλη με το Σύμφωνο Ανταγωνιστικότητας (Σύνοδος Κορυφής (25/3/2011), Βρυξέλλες).
Το δημόσιο χρέος, τα δημόσια ελλείμματα, οι ιδιωτικοποιήσεις δημόσιων επιχειρήσεων και οργανισμών, η εκποίηση δημόσιας περιουσίας, πρώτων υλών και ενεργειακών προϊόντων, η απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, ο περιορισμός των κοινωνικών και συνδικαλιστικών δικαιωμάτων, η συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους αποτελούν, μεταξύ άλλων, τα πεδία υλοποίησης των νεοφιλελεύθερων πολιτικών και οργάνωσης των Αγορών από το ίδιο το κράτος. Στις νεοφιλελεύθερες αυτές συνθήκες, το κράτος δεν καταρρέει, μεταμορφώνει τον ρόλο και τον χαρακτήρα του και ως εγγυητής καθιστά τον ανταγωνισμό “θεσμοποιημένη θέσπιση” της Αγοράς και της παραγωγής εισοδηματικών και κοινωνικών ανισοτήτων.
Αυτό σημαίνει ότι σε όποιον οικονομικό σχηματισμό εφαρμόσθηκε, κατά την περίοδο των τελευταίων τεσσάρων δεκαετιών, και συνεχίζει να εφαρμόζεται ο νεοφιλελευθερισμός σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο, εγκαθιδρύθηκαν έννοιες, αντιλήψεις, στρατηγικές και πολιτικές ενός εναλλακτικού προτύπου απελευθέρωσης των οικονομικών και κοινωνικών λειτουργιών για την ανάπτυξη, την απασχόληση και την ευημερία των πολιτών, το οποίο όμως στην κοινωνικο-οικονομική πραγματικότητα καταγράφεται ως “μοντέλο των απελευθερωμένων αγορών και των αποκλεισμένων κοινωνιών”.
Υποταγή στην κυριαρχία των αγορών
Βασικό χαρακτηριστικό αυτού του μοντέλου είναι η υποταγή του κράτους στην κυριαρχία των Αγορών, η οποία αμφισβητεί τη παραγωγή και την άσκηση κοινωνικών πολιτικών καθώς και δημόσιων αγαθών και υπηρεσιών. Στο διεθνές και ευρωπαϊκό αυτό περιβάλλον, η δεσπόζουσα λειτουργία της διαχείρισης μίας άφθονης προσφοράς αντικαταστάθηκε, ιδιαίτερα μετά τις πολεμικές συγκρούσεις της Ρωσίας στην Ουκρανία, από την λειτουργία της διαχείρισης της σπανιότητας και των πληθωριστικών πιέσεων σε ανεπιθύμητο υψηλό επίπεδο για κάποιο χρονικό (Chr. Lagarde, 2022) όχι όμως μικρό διάστημα, σε βαθμό που οδηγήθηκε και οδηγείται το ενεργειακό, εφοδιαστικό, επισιτιστικό και κοινωνικο-οικονομικό σύστημα σε συνθήκες σοβαρής αποδιάρθρωσης.
Από την άποψη αυτή αξίζει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με την έρευνα πεδίου της γαλλικής ΜΚΟ Secours Populaire, τo 25% των ευρωπαίων πολιτών βρίσκεται στο όριο της φτώχειας (30% του πληθυσμού στην Ελλάδα, ΕΛΣΤΑΤ 2022) και η πλειοψηφία των πολιτών στην Ευρώπη δηλώνει ότι αντιμετωπίζει σοβαρές οικονομικές δυσκολίες. Επιπλέον, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (Μάϊος 2023) η ζώνη του ευρώ και τα κράτη-μέλη εκτιμάται ότι θα συναντηθούν κατά το επόμενο χρονικό διάστημα τόσο με ένα στασιμοπληθωριστικό πλαίσιο (αύξηση ΑΕΠ 1,1% το 2023 και 1,6% το 2024 και επίπεδο πληθωρισμού 5,8% το 2023 και 2,8% το 2024), ιδιαίτερα των τροφίμων, όσο και της ενεργειακής και της επισιτιστικής ανασφάλειας.
Στις σημερινές και μελλοντικές αυτές συνθήκες της σοβαρής επιδείνωσης, μεταξύ άλλων, των όρων εργασίας, του βιοτικού επιπέδου του πληθυσμού, της αύξησης των ανισοτήτων, κλπ σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο, οι Αγορές και οι πολυεθνικές επιχειρήσεις επιχειρούν να εξασφαλίσουν στο νέο περιβάλλον τα συμφέροντα και τα κέρδη τους.
Woke κίνημα και νεοφιλελευθερισμός
Στις συνθήκες αυτές χρησιμοποιούν με αρνητικό τρόπο την αντίληψη του woke κινήματος (αρχές της δεκαετίας του 2010) στις ΗΠΑ (επαγρύπνηση εναντίον των φυλετικών προκαταλήψεων και διακρίσεων), με την έννοια ότι επεξεργάζονται και εφαρμόζουν, μεταξύ άλλων, νεοφιλελεύθερες πολιτικές συρρίκνωσης του κοινωνικού κράτους και των κοινωνικών δαπανών, ανισοκατανομής του εισοδήματος, φτωχοποίησης του πληθυσμού, κ.λ.π., παράλληλα με επιλογές και πολιτικές δικαιωματισμών και αναβάθμισης της θέσης των μειονοτήτων, των ταυτοτικών δικαιωμάτων και αξιών, των προσφύγων, των περιβαλλοντικών και κλιματικών επιλογών, κ.λ.π.
Όμως, η ιδιοποίηση κατά αρνητικό τρόπο του όρου του woke κινήματος από τις Αγορές, τις πολυεθνικές επιχειρήσεις και τις οικονομικές και κοινωνικές πολιτικές δεν στοχεύει, όπως λανθασμένα υποστηρίζεται, τον νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό. Αντίθετα, επιδιώκεται με επικοινωνιακές τεχνικές marketing και παραπλανητικά ιδεολογήματα να προβληθεί η διαφοροποίηση του προσανατολισμού και της συμπεριφοράς τους προς την κατεύθυνση ουσιαστικά της ποιοτικής αναβάθμισης της πάλαι ποτέ Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης.
Έτσι, κατ’ αυτόν τον τρόπο οι Αγορές, οι πολυεθνικές επιχειρήσεις και οι κοινωνικο-οικονομικές πολιτικές προβάλλοντας το ιδεολόγημα και την επιλογή του woke καπιταλισμού (αφυπνισμένος καπιταλισμός) επιδιώκουν, μεταξύ άλλων, την περιθωριοποίηση της αντίληψης για την αναγκαιότητα μίας πραγματικής εναλλακτικής στρατηγικής. Παράλληλα επιδιώκουν να αναδείξουν την νεοφιλελεύθερη στρατηγική ως δεσπόζουσα νέα πολιτική και οικονομική κουλτούρα η οποία περιβάλλεται από κοινωνική νομιμοποίηση.
Όμως, όπως προκύπτει εκ του αποτελέσματος, οι επικοινωνιακές αυτές, κατ’ ουσία, αδιέξοδες αναμορφώσεις του νεοφιλελευθερισμού, παρατείνοντας ουσιαστικά το κοινωνικό-οικονομικό αδιέξοδο των ασκούμενων αντίστοιχων πολιτικών σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο, επιταχύνουν, μεταξύ άλλων, και τον πολιτικό κίνδυνο της σταδιακής αύξησης, των εθνικιστικών, ρατσιστικών και ξενοφοβικών πολιτικών δυνάμεων, για παράδειγμα στην Ευρώπη, με ό,τι αυτό αρνητικά συνεπάγεται για την μελλοντική πορεία της ευρωπαϊκής ηπείρου.