Ενώ η συλλογική Δύση πανηγυρίζει για την πτώση του καθεστώτος Άσαντ βαφτίζοντας «απελευθερωτές» και «μαχητές της ελευθερίας» τους τζιχαντιστές που κατέλαβαν την Συρία, ένα πλέγμα γεγονότων έχει πραγματοποιηθεί, τις τελευταίες βδομάδες, σε διάφορες χώρες που αποτελούν μέρος των διευρυμένων σύγχρονων δυτικών κρατών.
Νότια Κορέα
Το ανεπιτυχές πραξικόπημα της Νότιας Κορέας, σίγουρα δεν πήγε όπως ο ακροδεξίος, κατηγορούμενος για σκάνδαλα, πρόεδρος Σεόκ-Γιολ επιθυμούσε. Ο στρατιωτικός νόμος που επέβαλε για να αποτρέψει τον …«κομμουνιστικό κίνδυνο», εξελίχθηκε σε φιάσκο, εν μέσω λαϊκών αντιδράσεων. Ταυτόχρονα, σε μια χώρα όπου οι ΗΠΑ παίζουν καταλυτικό ρόλο τόσο στις εξωτερικές όσο και στις εσωτερικές της υποθέσεις, κατά την διάρκεια του πραξικοπήματος, δεν ακούστηκε τίποτα, ούτε από την Αμερικάνικη κυβέρνηση ούτε από την πρεσβεία της στην Σεούλ. Όπως και να έχει, η ευκολία που εν μια νυκτί διατάχθηκε στρατιωτικός νόμος εκτός από ανατριχιαστική είναι και ενδεικτική της κατάστασης.
Ρουμανία
Στον πρώτο γύρο των εκλογών τη Ρουμανίας, ο Καλίν Γκεοργκέσκου, ένας ακροδεξιός υποψήφιος, που έχει εκφράσει φιλορωσικές θέσεις και με εκατομμύρια ακόλουθους στο TikTok, κατάφερε να βγει πρώτος με 23%.
ΕΕ και ΝΑΤΟ έχουν αποδείξει πολλάκις πως δεν έχουν κανένα πρόβλημα με τις ακροδεξιές ταυτότητες, πολλές φορές μάλιστα τις πριμοδοτούν. Με αυτό που έχουν σίγουρα πρόβλημα είναι η αμφισβήτηση της γεωπολιτικής τους ηγεμονίας και οποιοδήποτε, έστω και μικρό, στραβοκοίταγμα στην «άλλη πλευρά». Το τελευταίο αποδείχτηκε και στις εκλογές της Ρουμανίας, καθώς μετά τα αποτελέσματα του πρώτου γύρου επήλθε μεγάλη κινητοποίηση, τόσο εντός όσο και εκτός Ρουμανίας, προκειμένου ο Γκεοργκέσκου να καταψηφιστεί στον δεύτερο γύρο. Έτσι ξεκίνησε από διάφορες πλευρές, ένα μπαράζ δηλώσεων για παρέμβαση της Ρωσίας στις ρουμάνικες εκλογές, ζητήθηκε από το Συνταγματικό Δικαστήριο ανακαταμέτρηση ψήφου ενώ επίσης καταγγέλθηκε πως το ΤikΤok διευκόλυνε την προβολή του Γκεοργκέσκου σε σχέση με τους αντιπάλους του.
Εν τέλει, ο Γκεοργκέσκου δεν θα χρειαστεί να καταψηφιστεί στον δεύτερο γύρο καθώς το Συνταγματικό Δικαστήριο της Ρουμανίας ακύρωσε τον πρώτο γύρο των εκλογών λύνοντας το πρόβλημα που είχε δημιουργηθεί για ΕΕ και ΝΑΤΟ στην περιοχή…
Γαλλία
Η πολιτική του προέδρου της Γαλλίας Εμμανουέλ Μακρόν είναι ένα από τα πιο αντιπροσωπευτικά δείγματα αυτού που αποκαλούμε «ακραίο κέντρο», δηλαδή ενός μείγματος οικονομικού νεοφιλελευθερισμού, φιλελεύθερης φρασεολογίας και κρατικού αυταρχισμού. Το τελευταίο σκέλος έχει οξυνθεί σε μεγάλο βαθμό από το καλοκαίρι μέχρι και τις ημέρες που διανύουμε. Μετά τις εκλογές του Ιουλίου και την άρνηση του να δώσει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στο Νέο Λαϊκό Μέτωπο, που βγήκε πρώτη δύναμη, ο πρόεδρος της Γαλλίας επέλεξε «ετσιθελικά» να σχηματίσει κυβέρνηση μειοψηφίας με πρωθυπουργό τον κεντροδεξιό Μπαρνιέ.
Η αναμενόμενη πρόταση μομφής της αντιπολίτευσης με αφορμή τον αντιλαϊκό προϋπολογισμό της κυβέρνησης Μπαρνιέ, προκάλεσε την οργή του Μακρόν, ο οποίος ξεκαθάρισε στην αντιπολίτευση, αλλά κυρίως στον Γαλλικό λαό πως δεν θα παραιτηθεί από την προεδρία της Γαλλικής Δημοκρατίας και θα ορίσει νέο πρωθυπουργό τις επόμενες μέρες. Η προτεραιότητα του νέου πρωθυπουργού, σύμφωνα με τον Μακρόν, θα είναι να ψηφίσει τον προϋπολογισμό. Εντός αυτού του πλαισίου την περασμένη Παρασκευή διόρισε ως πρωθυπουργό τον στενό σύμμαχό του Φρανσουά Μπαϊρού.
Να σημειώσουμε πως ο προϋπολογισμός προβλέπει εξοικονόμηση 60 δις ευρώ από αυξήσεις φόρων και κοινωνικών δαπανών καθώς και την περικοπή 4000 θέσεων εργασίας στο εθνικό εκπαιδευτικό σύστημα, και 100.000 θέσεων εργασίας σε τοπικές υπηρεσίες.
Μεγαλύτερα ή μικρότερα πραξικοπήματα με πολιτικό μανδύα (ή και όχι), όπως τα παραπάνω που περιγράψαμε, διαμορφώνουν μια εικόνα διαρκούς εκτροπής και δείχνουν την ετοιμότητα των κυριάρχων τάξεων, κρατών και υπερεθνικών οργανισμών να παραβιάσουν ακόμα και στοιχειώδεις δημοκρατικούς θεσμούς.
Την ίδια στιγμή που η συλλογική δύση μιλάει για τα δημοκρατικά ιδεώδη η απόσταση μεταξύ των κέντρων οικονομικής και πολιτικής ισχύος και των λαών βαθαίνει όλο και περισσότερο, ενώ τα μέσα των τελευταίων να παρεμβαίνουν συλλογικά μπαίνουν στο στόχαστρο.
Εκτροπές, που υποβαθμίζουν αιτήματα της λαϊκής βούλησης, αποτελούν δείγματα ενός διαρκώς εντεινόμενου θεσμικού αυταρχισμού, ίδιον τόσο του καπιταλισμού της εποχής μας όσο και της συγκυρίας που βιώνουμε. Μιας συγκυρίας που βασικά γνωρίσματα της είναι αφενός μια επιδεινούμενη πολεμική προετοιμασία και πριμοδότηση των ήδη υπαρχουσών πολεμικών μετώπων, όπως αυτό της Ουκρανίας, και αφετέρου η αναδιάρθρωση του καπιταλισμού εις βάρος λαϊκών κατακτήσεων και δικαιωμάτων.
Δεν υπάρχουν αυταπάτες πως το αστικό κράτος, του οποίου η διάλυση αποτελεί στόχος κάθε δύναμης που εντάσσεται σε μια κομμουνιστική προοπτική, αναπαράγεται με κανόνα την αναπαραγωγή και την αναβάθμιση των πρακτικών που εξασφαλίζουν την αστική κυριαρχία και ως εκ τούτου έχει όρια σε αυτά που μπορεί να δώσει. Ωστόσο, την ίδια στιγμή, το ίδιο κράτος συμπυκνώνει και στοιχεία που διαπερνιούνται από την πάλη της εργατικής τάξης και των ευρύτερων καταπιεζόμενων στρωμάτων .Η οξυμένη κατάσταση εκτροπής που παρατηρούμε προσπαθεί να βάλει όλο και περισσότερα εμπόδια στις δυνατότητες του λαϊκού παράγοντα να ελέγχει, έστω και στοιχειωδώς, τις ίδιες τις συνθήκες ζωής του, σε όλα τα επίπεδα.
Η περιφρόνηση, εκ μέρους των κυρίαρχων τάξεων, της λαϊκής βούλησης, και του πλαισίου που την περιβάλλει, δεν έχει δεδομένη κατάληξη (κάτι που αναδεικνύει τα διακυβεύματα της εποχής και της αριστεράς). Μπορεί να οδηγήσει σε λογικές του λιγότερου κακού, στην αύξηση του κοινωνικού αυτοματισμού, στον εκφασισμό ή και στην εξαφάνιση της λαϊκής βούλησης προς εναλλακτικές πολιτικές, εντός ενός αδιεξόδου που μοιάζει παγιωμένο. Από την άλλη μεριά μπορεί να ωθήσει σε αμοιβαία αναγνώριση των πληττόμενων λαϊκών υποκειμένων και την δημιουργία ανεξάρτητων οργάνων διεκδίκησης και απόσπασης δικαιωμάτων σε διαφορετικά επίπεδα της κοινωνικής και πολιτικής ζωής.