12.4 C
Athens
Δευτέρα, 20 Ιανουαρίου, 2025

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Γιατί η επιλογή Τασούλα αποτελεί ήττα για τον Κυριάκο Μητσοτάκη, του Σπύρου Σακελλαρόπουλου

Η απόφαση του Κ. Μητσοτάκη να προτείνει τον Κ. Τασούλα για Πρόεδρο της Δημοκρατίας1 συνιστά μια σαφή πολιτική ήττα για τον Πρωθυπουργό. Ο Κ. Μητσοτάκης από τη στιγμή που ανέλαβε Πρωθυπουργός έχει επιδοθεί σε μία προσπάθεια να αποδείξει ότι δεν είναι «δεξιός» και γι’αυτό άλλωστε έχει περιλάβει και τέσσερα πρώην στελέχη του ΠΑΣΟΚ στο τρέχον κυβερνητικό σχήμα (Χρυσοχοΐδης, Μενδώνη, Φλωρίδης, Πιερρακάκης).  Ο σκοπός είναι η διείσδυση και στο χώρο αυτό, άλλωστε δεν είναι εύκολο να καταλάβει κανείς ποιες είναι διαφορές μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και ΠΑΣΟΚ. Έτσι εξηγείται και το βάρος που δόθηκε στη διοργάνωση της κηδείας του αποθανόντος πρώην Πρωθυπουργού Κ. Σημίτη.

Ωστόσο ενόσω  όλη αυτή η στρατηγική βρισκόταν σε εξέλιξη τα πράγματα άρχισαν να μην πηγαίνουν καλά για τη ΝΔ. Παρά το νικηφόρο αποτέλεσμα στις (διπλές) βουλευτικές εκλογές του 2023 η συνέχεια δεν ήταν αντίστοιχη. Στις πρόσφατες ευρωεκλογές ενώ ο, πολύ μετριασμένος, εκλογικός στόχος περιοριζόταν στο 32%, τελικά, και εν μέσω πρωτοφανούς αποχής, η επίδοση του κυβερνητικού κόμματος θα περιοριστεί στο 28%, παρουσιάζοντας πτώση 650.000 ψήφων σε σύγκριση με τις ευρωεκλογές του 2019 (όπου ήταν και πρώτο κόμμα)  αλλά και 175.000 ψήφων σε σχέση με τις ευρωεκλογές του 2014 (που όμως ήταν δεύτερο κόμμα!) Και η κάθοδος δε θα σταματήσει εκεί.

Τα ποσοστά της Νέας Δημοκρατίας στο ερώτημα της πρόθεσης ψήφου σε όλες τις δημοσκοπήσεις κινούνται μεταξύ 21% και 25%2, επιδόσεις που καθιστούν την αυτοδυναμία στις προσεχείς εκλογές, οι οποίες θα διεξαχθούν με το υπάρχον εκλογικό σύστημα, όνειρο απατηλό. Η τάση αυτή έχει συνέπειες και στην αυτοπεποίθηση των βουλευτών, ή τουλάχιστον μιας σημαντικής μερίδας τους,  οι οποίοι έχουν ορατό το ενδεχόμενο της μη επανεκλογής τους. Σε αυτό το πλαίσιο ήρθε να προστεθεί από τη μία το αντάρτικο των Σαμαρά και Καραμανλή και από την άλλη πιέσεις, αρκετών, βουλευτών για επιστροφή στις πολιτικές της λαϊκής δεξιάς και στη διάρρηξη των σχέσεων με πολιτικό προσωπικό που προέρχεται από το χώρο του ΠΑΣΟΚ.

Η γνώμη μου είναι πως ο Μητσοτάκης δεν είχε κανένα λόγο να μην ανανεώσει τη θητεία της Σακελλαροπούλου (απλή συνεπωνυμία με το γράφοντα). Κι αυτό γιατί, όπως εύστοχα γράφτηκε, περισσότερο λειτουργούσε ως υφυπουργός της Κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας παρά ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Παρότι προερχόταν, θεωρητικά, από άλλο πολιτικό χώρο συμπεριφερόταν σα να προσπαθούσε να ανταποδώσει την «τιμή» που της έκανε με την πρότασή του ο Κ. Μητσοτάκης. Από αυτή την άποψη είναι χαρακτηριστική η στάση αφωνίας της σε μείζονα γεγονότα όπως το σκάνδαλο των υποκλοπών, το έγκλημα των Τεμπών, το έγκλημα της Πύλου. Όλη τη αυτή η στάση φανέρωνε πως δεν υπήρχε περίπτωση να πάρει κάποια πρωτοβουλία που θα έφερνε σε δύσκολη θέση την Κυβέρνηση.

Από την άλλη μου είναι δύσκολο να καταλάβω γιατί ο Κ. Τασούλας αποτελεί την επιλογή που ανταποκρίνεται στις ανάγκες διαχείρισης ενός επιδεινούμενου διεθνούς περιβάλλοντος. Όπως και να το δει κανείς αυτή η επιχειρηματολογία πάσχει. Το βιογραφικό του κ. Τασούλα δεν παρουσιάζει κάτι το εντυπωσιακό: δικηγόρος που εργάστηκε για μία δεκαετία ως γραμματέας του Ε. Αβέρωφ, ήταν εμπειρογνώμονας σε διάφορα Υπουργεία επί κυβέρνησης Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, εκλέχτηκε Δήμαρχος Κηφισιάς το 1994 και από 2000 εκλέγεται συνεχώς βουλευτής με τη Νέα Δημοκρατία. Στην περίοδο 2007-2009 διετέλεσε υφυπουργός Εθνικής άμυνας και στην περίοδο 2014-2015 Υπουργός Πολιτισμού. Πρόκειται για ένα «κλασικό» βιογραφικό κομματικού στελέχους και τίποτε περισσότερο.  Από εκεί και πέρα μπορεί να του προσάψει κανείς πολλά.

Καταρχάς αναφέρω τη καταγγελία που του έγινε για εκβιασμό ύψους 70 εκατομμυρίων όταν ήταν Δήμαρχος Κηφισιάς η οποία δεν εκδικάστηκε ποτέ λόγω της βουλευτικής του ασυλίας, από την οποία και ο ίδιος δεν παραιτήθηκε, ενώ το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καταδίκασε την Ελλάδα για παραβίαση του δικαιώματος δίκαιης δίκης. Έπειτα υπήρξε η περιβόητη δήλωσή του το 2017 για το Ν. Μπελογιάννη3, μνημείο μετεμφυλιακού αντικομμουνισμού (δε τον λες και ιδεότυπο συναινετισμού). Τελευταίο, αλλά όχι έσχατο, τι να πρωτοσχολιάσει κανείς για τη σκηνή όπου ο Κ. Μητσοτάκης, ως κακομαθημένος έφηβος, αποχωρεί από τη συνεδρίαση της Βουλής  για τις υποκλοπές και ο (Πρόεδρός της) Τασούλας παρακολουθεί αμήχανος…

Τούτων δοθέντων αυτό που έγινε από την πλευρά Μητσοτάκη ήταν η προσπάθεια κατευνασμού ενός τμήματος της κοινοβουλευτικής ομάδας της ΝΔ η οποία είτε για συμφεροντολογικούς λόγους, είτε για πολιτικο-ιδεολογικούς λόγους δήλωνε με σαφήνεια τη δυσαρέσκειά της απέναντι στην κυβέρνηση. Ο φόβος για το σχηματισμό ενός «σοβαρού» υπερσυντηρητικού κόμματος στα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας, με τις ευλογίες του Α. Σαμαρά- και ίσως όχι μόνο αυτού, είναι που ώθησε τον Πρωθυπουργό στο να υποχωρήσει απέναντι σε αυτά τα κελεύσματα εγκαταλείποντας το «κεντρώο» επικοινωνιακό προφίλ που οι γνωστοί μηχανισμοί τού καλλιεργούσαν.

Διαφορετικά ειπωμένο φοβόταν τις «ανταρσίες» στη διαδικασία της ψηφοφορίας για Πρόεδρο της Δημοκρατίας (απόλυτα νομιμοποιημένες εσωκομματικά αφού και ο ίδιος δεν είχε ψηφίσει τον Π. Παυλόπουλο το 2015) και τη δυναμική που αυτές μπορούσαν να αποκτήσουν. Το ζήτημα όμως είναι πως πια η εσωτερική διαφωνία της ΝΔ αισθάνεται δικαιωμένη, πόσο μάλλον που Πρόεδρος της Βουλής θα εκλεγεί ο Ν. Κακλαμάνης, και ο Μητσοτάκης θα αισθάνεται υπό συνεχή πίεση. Χάνει πια τμήμα της πρωτοβουλίας των κινήσεων και αυτό θα γίνεται όλο και πιο εμφανές όσο ο στόχος της αυτοδυναμίας θα μοιάζει φρούδα ελπίδα4.

1Δε θα αντέξω στον πειρασμό να σχολιάσω πως, ενώ στα υπόλοιπα κόμματα προηγήθηκε συνεδρίαση των οργάνων και από εκεί προέκυψαν οι όποιες αποφάσεις για το σχετικό ζήτημα, στη Νέα Δημοκρατία η επιλογή ήταν απόλυτη αρμοδιότητα του Προέδρου της.

2Δε θεωρώ αξιόπιστες τις «εκτιμήσεις ψήφου» αφού δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να μοιράζουν αναλογικά τα ποσοστά της μη δηλωμένης ψήφου, πράγμα ιδιαίτερα προβληματικό αφού όσοι επιλέγουν τη στάση αυτή, έχουν πολύ συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και δεν μπορούν να μοιραστούν ισομερώς μεταξύ των κομμάτων.   

3«Μέσα σε αυτή την ομοβροντία αντιπερισπασμού εντάσσεται και η χθεσινή παρουσία του πρωθυπουργού στο μνημόσυνο του Μπελογιάννη. Έχει ακουστεί εδώ, γιατί υπάρχουν και άλλες παρατάξεις σε αυτή τη χώρα, δεν υπάρχει μόνο η αριστερά σε αυτή τη χώρα, υπάρχουν και άλλες παρατάξεις, έχει ακουστεί εδώ ότι ο Μπελογιάννης αγωνίστηκε για τη Δημοκρατία. Διαφωνώ. Ο θάνατος του Μπελογιάννη ήταν σκληρότατος. Η θανατική ποινή είναι μια σκληρότατη πράξη. Αλλά δεν μπορεί εν ονόματι μιας σκληρότατης πράξης που μπορεί κανείς να την κρίνει, αν ήταν άδικη ή δίκαιη, να θεωρούμε ότι η επιδίωξη επιβολής κομμουνιστικής δικτατορίας συνιστά πράξη υπέρ της Δημοκρατίας. Εάν είχε … (φωνές)… εάν είχε επικρατήσει… εάν είχε επικρατήσει η άλλη παράταξη στη χώρα μας, δεν θα επιτρεπόταν, όχι απλώς να πω αυτά, αλλά δεν θα επιτρεπόταν ούτε να τα σκεφτώ αυτά».

4Παρεμπιμπόντως θεωρώ εντελώς υποβολιμαία τα δημοσιεύματα περί υποψηφιότητας Βενιζέλου. Ο Μητσοτάκης είναι πάντα προσεκτικός με ποιους συνδιαλέγεται, αποφεύγει όσο μπορεί το ενδεχόμενο αμφισβήτησής του από κάποιον φιλόδοξο νεοφερμένο. Γι’ αυτό δεν πήρε στη Νέα Δημοκρατία τη Διαμαντοπούλου και τον Λοβέρδο ενώ είχε την πρωτοβουλία για να έρθουν  οι προαναφερθέντες σημιτικοί στη ΝΔ. Πόσο μάλλον εθελουσίως να μεταβαλλόταν σε υπο-Βενιζέλο. Ο λόγος αυτών των διαρροών ήταν ο αφοπλισμός του Ανδρουλάκη, ο οποίος φάνηκε να χάνει το momentum και να βρίσκεται να αποτελεί τον ακροατή των αποφάσεων του Μητσοτάκη.

0ΥποστηρικτέςΚάντε Like

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ ΣΥΝΤΑΚΤΗ

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ