Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών
H σημερινή Αριστερά πέρασε από μια πολιτική αλλαγής του κόσμου όπως τον γνωρίζαμε σε μια πολιτική προσαρμογής στον κόσμο ως έχει.
Η Αριστερά έχει σταματήσει να ασκεί Μεγάλη Πολιτική, δηλαδή να διεκδικεί την πολιτική εξουσία για να αλλάξει ριζικά τον κόσμο. Αρκείται πλέον σε μια πολιτική μικρών αμυντικών βημάτων. Οι απαρχές αυτής της υποχώρησης βρίσκονται ήδη πολύ πίσω, στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1990, όταν κατέρρευσε ο υπαρκτός σοσιαλισμός, εγκαταλείφθηκαν τα κυβερνητικά πειράματα της Αριστεράς στην Ευρώπη και αναδύθηκαν η αριστερή πολιτική ως «τέχνη του εφικτού», τα νέα κοινωνικά κινήματα και η «πολιτική των ταυτοτήτων».
Εκτοτε, η Αριστερά έχει διανύσει τριάντα πέντε χρόνια μέσα στα θολά νερά του μεταμοντερνισμού, από τον Μισέλ Φουκό, που τελικά υιοθέτησε ένα είδος νεοφιλελευθερισμού(1), έως τις σοφιστείες της Τζούντιθ Μπάτλερ(2), τον Τζόρτζιο Αγκάμπεν, που τα έχασε πλήρως όταν συναντήθηκε με την πανδημία, και καμιά εικοσαριά άλλους. Τριάντα πέντε χρόνια περιορισμού της πολιτικής που αναφερόταν στις κοινωνικές τάξεις και στη ριζική αλλαγή του κόσμου, για να γίνει χώρος σε μια αμυντική πολιτική των μικρών βημάτων. Για ακόμα μια φορά, ας το ξαναπούμε μαζί με τον Ρεζίς Ντεμπρέ, όποιος δεν οραματίζεται μεγάλες λεωφόρους, δεν μπορεί να κάνει ούτε μικρά βήματα.
Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή.
Η έκλειψη της Μεγάλης Πολιτικής
Μέχρι τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1990, τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Οχι μόνο η κομμουνιστική Αριστερά, αλλά και η παλιά Σοσιαλδημοκρατία αναφέρονταν στην υπέρβαση του καπιταλισμού. Από ποιον δρόμο θα φτάναμε εκεί και πώς θα χτιζόταν η νέα κοινωνία, με τι υλικά και ποιο αρχιτεκτονικό σχέδιο, όλα ήταν αντικείμενο συζήτησης και διαφωνίας, πλην όμως υπήρχε απόλυτη συμφωνία ως προς την ύπαρξη δυνατότητας να εφεύρουμε νέες μορφές κοινωνικής ζωής, να υπάρξει ριζική αλλαγή του κόσμου, βίαιη ή ειρηνική, τώρα αμέσως ή αργότερα, από τον έναν ή τον άλλο δρόμο, προκειμένου να εγκαθιδρυθεί ο σοσιαλισμός.
Αυτά τελείωσαν με την ήττα των σοσιαλιστικών κυβερνήσεων στην Ευρώπη της δεκαετίας του 1980 και με την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού. Εξέλιπε, τότε, η Μεγάλη Πολιτική, η πολιτική για την ανατροπή ή την υπέρβαση του καπιταλισμού (και η σύστοιχή της Μεγάλη Αφήγηση για τη μελλοντική Πολιτεία του Ηλιου). Υποκαταστάθηκε, δε, η Μεγάλη Πολιτική από την αριστερή αμυντική κυβερνητική διαχείριση του καπιταλισμού που προσπαθεί να διασώσει ό,τι θα μπορούσε να διασωθεί από τις επιθέσεις του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού. Τώρα, τα μικρά αμυντικά βήματα μετατρέπονται, μοιραία, σε βήμα σημειωτόν, όπως ήδη έχει δείξει η ιστορία των σοσιαλιστικών κομμάτων και των «πλατιών κομμάτων» της Αριστεράς μετά το 1990, και για να μη μιλάμε ελλειπτικά, όπως μας έδειξε, μεταξύ άλλων, η εμπειρία του κυβερνητικού ΣΥΡΙΖΑ μετά το φλερτ του με τη Μεγάλη Πολιτική.
Με δεδομένο αυτό το υπόβαθρο, όρμησαν πάνω στη σκηνή η «πολιτική των ταυτοτήτων» και η παραζάλη που τη συνοδεύει, οι «νέες κριτικές θεωρίες» και τα νέα κοινωνικά κινήματα. Από όπου μας προέκυψε, σε βάθος χρόνου, μια τεκτονική μετατόπιση στον τρόπο με τον οποίο η Αριστερά καταλαβαίνει τον κόσμο και επομένως τον τρόπο με τον οποίο παρεμβαίνει.
Από την ανατροπή στην προσαρμογή
Βρεθήκαμε, έτσι, σε μια κατάσταση όπου βαθμιαία και ανεπαισθήτως ο απόλυτος εμπειρισμός του what you see is what you get, στον οποίο έχει κατρακυλήσει η Αριστερά, σε συνδυασμό με την «πολιτική των ταυτοτήτων» και τις νέες κριτικές θεωρίες,(3) υποκατέστησε τη μαρξιστική θεωρία. Αυτή, όμως, δεν είναι μόνο η επιστημονική θεωρία της Ιστορίας, ήταν και ιδεολογία μαζών(4) που πυροδοτούσε τη διαθεσιμότητα των υποτελών κοινωνικών τάξεων και τη συγκροτούσε σε ταξικές συμμαχίες και σε κοινωνικούς σχηματισμούς εξουσίας.
Οι νέες κριτικές θεωρίες και η πολιτική των ταυτοτήτων, αντιθέτως, δεν επιτελούν έργο ανάλογο της μαρξιστικής ιδεολογίας, ούτε αναφέρονται όπως αυτή στο όραμα μιας κοινωνίας απαλλαγμένης από τα δεινά που επιφέρει ο καπιταλισμός. Διεκδικούν την ένταξη επιμέρους κοινωνικών ομάδων στην τρέχουσα κοινωνική κανονικότητα, και μάλιστα στο όνομα αξιών που είναι, αυτές οι ίδιες, αξίες της νεοφιλελεύθερης αστικής τάξης: ατομικά δικαιώματα, προσωπική αυτονομία και αυτοπροσδιορισμός, my body my choice και τα συναφή.(5) Ετσι, η σημερινή Αριστερά πέρασε από μια πολιτική αλλαγής του κόσμου όπως τον γνωρίζαμε σε μια πολιτική προσαρμογής στον κόσμο ως έχει.
Το αξιακό φορτίο της Αριστεράς
Στον δρόμο, έχουμε χάσει και κάτι ακόμα, εξίσου σημαντικό: Οι οργανώσεις και τα κόμματα της Αριστεράς πριν από το 1990 συγκροτούσαν ταξικές συμμαχίες βασισμένες σε καθολικές αξίες και ιδεώδη, στα οποία υπάγονταν οι ιδιαίτεροι στόχοι κάθε συνιστώσας της συμμαχίας. Υπήρχε, δηλαδή, η ρητή ή άρρητη παραδοχή ότι υπάρχει η δική μας ηθική και η ηθική της Δεξιάς, ότι οι αξίες μας και οι αξίες τους είναι διαφορετικές και ότι σε αυτές που είναι δικές μας, στην ισότητα, την αλληλεγγύη με τους ασθενέστερους, την ενσυναίσθηση, την κοινωνική δικαιοσύνη και τις άλλες, υπάγονταν και αποκτούσαν το πλήρες νόημά τους οι επιμέρους στόχοι κάθε συνιστώσας της συμμαχίας που υλοποιούσε η πολιτική οργάνωση ή κόμμα. Σήμερα, η πολιτική Αριστερά δεν είναι πια εκεί.
Η κοινωνική Αριστερά, αντιθέτως, είναι εκεί που ήταν ανέκαθεν, δηλαδή εκεί που πρέπει: δεν μπορεί να κινητοποιηθεί για τις μερικές επιδιώξεις μιας ομάδας, μιας τάξης ή μιας μερίδας τάξης χωρίς αξιακές αναφορές, ρητές ή άρρητες. Παράδειγμα: Τι ήταν, άραγε, αυτό που συγκέντρωσε πέρυσι το κίνημα των Τεμπών στη μεγάλη διαδήλωση εάν δεν ήταν η ηθική αξιολόγηση όσων συνέβησαν στα Τέμπη με κριτήριο τις δικές μας αξίες, της Αριστεράς; Πιο απλά: Δεν ζητάμε απλώς δικαιοσύνη για τα θύματα των Τεμπών, ζητάμε δικαιοσύνη για τα θύματα των Τεμπών επειδή ζητάμε δικαιοσύνη για όλους, επειδή αυτό εμπίπτει στις αξίες μας και οι αξίες μας έχουν καθολικό, οικουμενικό χαρακτήρα.
Και όμως, τα κόμματα και οι οργανώσεις της σημερινής Αριστεράς αναφέρονται σε αυτές, τις αξίες μας, πολύ λιγότερο από όσο μιλούν για τη μείωση του ΦΠΑ. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η γιγαντιαία διαδήλωση για τα Τέμπη δεν άφησε κανένα ίχνος επάνω τους: διότι δεν τους αφορούσε γι’ αυτό που πράγματι ήταν.
Η Αριστερά δεν μπορεί να υπάρχει χωρίς να προτάσσει το αξιακό της φορτίο, ούτε μπορεί να υπάρχει Αριστερά χωρίς τη Μεγάλη Αφήγηση ενός κόσμου πέρα από τον καπιταλισμό. Χωρίς αυτά, είναι ένα ομοίωμα Αριστεράς, που έχει μόνο τα επιφανειακά της γνωρίσματα, και σαν τέτοιο ηττήθηκε και θα ηττηθεί ξανά.
(1) Από το 1979, ο Φουκό προσχώρησε σε ένα είδος νεοφιλελευθερισμού. Το σημείο εκκίνησης της μεταστροφής ήταν το βιβλίο του 1979, Η Γέννηση της Βιοπολιτικής, εκδόσεις Πλέθρον. Για το ζήτημα αυτό βλ. αναλυτικά στο Eric Paras (2006), Foulault 2.0, Beyond Power and Knowledge, εκδόσεις Other Press.
(2) βλ. ενδεικτικά στο Claudia Simone Dorchain (2024), The Magical-Sophistical Delusion: Third-Wave-Feminism and Its Philosophical Roots Sociology Study, Mar.-Apr. 2024, Vol. 14, No. 2, 119-128.
(3) Razmig Keucheyan (2017), Αριστερό Ημισφαίριο, Μια χαρτογραφία των νέων κριτικών θεωριών, Angelus Novus.
(4) Ο μαρξισμός ως ιδεολογία μαζών είναι από τα πορίσματα της μαρξιστικής θεωρίας, τα οποία μπορούν να λειτουργήσουν ως θέσεις μάχης και αρχές πολιτικής στρατηγικής. Βλ. αναλυτικά στο Γιάννης Μηλιός, «Αριστερά και μαρξιστική θεωρία», http://users.ntua.gr/jmilios/Augi_05-08_Poia Theoria.pdf
(5) Εξαιρέσεις αποτελούν η πολιτική οικολογία και ο φεμινισμός του δεύτερου κύματος, που διεκδικούν διαρθρωτικές αλλαγές στις διαδικασίες της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής και της κοινωνικής αναπαραγωγής.

