Ο εγκλεισμός και ο στρατωνισμός των ανεπιθύμητων υπήρξε από τις γενεσιουργούς πράξεις δημιουργίας της σύγχρονης Ευρώπης. Η ανάγκη για μια νέα, πειθαρχημένη και πολύ πιο παραγωγική εργατική δύναμη, αποστερημένη από τα μέσα παραγωγής που απαιτούσαν οι αναδυόμενες σχέσεις παραγωγής του καπιταλισμού ήταν μια διαδικασία που συνοδεύτηκε από την άσκηση ανυπολόγιστης βίας, όχι μονάχα στις αποικίες. Πλέον όλοι όσοι αδυνατούν να ενταχθούν ομαλά στην παραγωγική διαδικασία ενοχοποιούνται και καταδιώκονται, γίνονται ο «κακούργος», το «τέρας», ο «τρελός», ο «άρρωστος», ο «ανώμαλος».
Όλοι αυτοί στιγματίζονται σαν κοινοί εχθροί όχι μόνο όλης της κοινωνίας αλλά και κάθε μέλους της ξεχωριστά. Η παλιά αρωγή προς τον αδύναμο δίνει σταδιακά την θέση της στην φιλανθρωπία σύμφωνα με αυστηρά κριτήρια και στο μίσος απέναντι σε όσους θεωρούνται βάρος για την κοινωνία. Από την «ασθένεια» των οποίων η κοινωνία πρέπει να προστατευτεί, ο «παρεκκλίνων» να απομακρυνθεί από το κοινωνικό σώμα και να τοποθετηθεί στα χέρια των «ειδικών», που θα επιδιώξουν να τον «θεραπεύσουν» ή να τον «σωφρονίσουν», ώστε να λάβει την δυνητικότητα να επανενταχθεί, κάποια στιγμή, στο «υγιές» κομμάτι της κοινωνίας.
Το ίδρυμα γεννά έναν ολόκληρο κόσμο, από τους κρατούμενους και τους δεσμοφύλακες του, μέχρι την εξουσία που τον ελέγχει και τις εταιρίες που κατασκευάζουν τα συρματοπλέγματα του. Όπως και το ίδρυμα, έτσι και το στρατόπεδο προσφύγων είναι ένας χώρος λεπτομερώς σχεδιασμένος και οργανωμένος, απόλυτα επιτηρούμενος, μέσα στον οποίο το φάσμα των επιτρεπόμενων κινήσεων είναι εξαιρετικά περιορισμένο και ελεγχόμενο. Είναι ένας χώρος χωρίς δημόσια σφαίρα που απαγορεύει ρητά στους ενοίκους του να τον μετασχηματίσουν και να τον προσαρμόσουν στις ανάγκες τους, με αποτέλεσμα αυτοί να παραμένουν συνεχώς ξένοι εντός του. Είναι ένας πληθυσμός συνεχώς μετέωρος, παρών αλλά ταυτόχρονα και απών, υποκείμενος σε μια απόλυτη εξουσία που ασκείται πάνω του, που του υπενθυμίζει διαρκώς πως είναι ανεπιθύμητος, υποτελής και απόλυτα εξαρτημένος από αυτήν. Ότι δηλαδή η ανθρώπινη ιδιότητα του έχει αρθεί. Ακόμα και αν βγει από το στρατόπεδο ο πρόσφυγας δεν θα είναι ο ίδιος, θα είναι ένας άνθρωπος τσακισμένος, μειωμένων προσδοκιών και απαιτήσεων, στιγματισμένος και υποταγμένος.
Μέσω του αποκλεισμού η εξουσία πλάθει τον ίδιο τον ορισμό και την ταυτότητα του πρόσφυγα ώστε να μπορέσει να τον προσεγγίσει ως μη κανονικό, ως πρόβλημα η αντιμετώπιση του οποίου απαιτεί την αυθεντία της. Τα σύγχρονα μέσα της επιστήμης τα οποία διαθέτει, μεταξύ των οποίων και η ιατρική μπαίνουν στην υπηρεσία του στιγματισμού και της ρατσιστικής απανθρωποποίησης. Ο πρόσφυγας ως φορέας ασθενειών ιατρικοποιείται, είναι ένας διαρκής κίνδυνος που πρέπει να απομονώνεται. Η πίεση που του ασκείται επιδιώκεται να τον οδηγήσει στην εξέγερση, ώστε στη συνέχεια η εξουσία να έχει το δικαίωμα να τον καταστείλει.
Η εξουσία των στρατοπέδων, όπως και κάθε άλλη εξουσία, είναι παραγωγική: μέσα στο στρατόπεδο ο κρατικός μηχανισμός όχι μόνο αναδιαρθρώνεται και επεκτείνεται αλλά κερδίζει και τη νομιμοποίηση να υπερβεί τα όρια του.. Και ποτέ δεν είναι κατασκευασμένο μόνο για τους «μέσα». Ακόμα και όταν βρίσκεται εκτός του αστικού ιστού παραμένει ορατό, επιδιώκει να είναι ορατό, να διατρανώνει την παρουσία του (άρα και την εξουσία του), να λειτουργεί ως υπενθύμιση του «προνομίου» τους γι αυτούς που είναι «απ’ έξω». Οι οποίοι «απέξω», όπως και οι «από μέσα» κατασκευάζονται και ομογενοποιούνται, εκπαιδεύονται στον διαχωρισμό με τον ίδιο τρόπο από τον φράχτη ο οποίος τους χωρίζει. Ούτε οι πρακτικές που γεννούνται μέσα στα στρατόπεδα και η γνώση που αποκτάται από την εφαρμογή τους μένουν μέσα σε αυτά. Όντας κομμάτι του εθνικού εδάφους, δεν είναι ποτέ δυνατόν να τις κρατήσουν στο εσωτερικό του. Διαχέονται σε όλη την κοινωνία, εφαρμόζεται ενάντια και σε άλλες κοινωνικές ομάδες οι οποίες «πρέπει» να ελεγχθούν».
Το στρατόπεδο τροποποιεί την σχέση των πολιτών με το κράτος. Χαρακτηρίζοντας τον πρόσφυγα ως κίνδυνο τους προσδένει στην προστατευτική του εξουσία, νομιμοποιεί την άσκηση και την επέκταση της κρατικής βίας. Αυτό συνεπάγεται και την σύναψη ενός νέου, αυταρχικότερου, κοινωνικού συμβολαίου, την δημιουργία νέων κοινωνικών συμμαχιών στήριξης της εξουσίας, κοινώς την κατασκευή μιας νέας ηγεμονίας. Ιεραρχώντας το προσφυγικό ως πρωτεύον ζήτημα η κυβέρνηση επανορίζει την πολιτική ατζέντα, δικαιολογώντας την ανεπάρκεια της σε άλλα ζητήματα. Γι αυτό δεν έχει και καμία διάθεση κατάργησης του στρατοπέδου, τα πλεονεκτήματα που έχει η παρουσία του γι αυτήν είναι απλά πάρα πολλά.
Κάθε σημείο άσκησης μιας εξουσίας είναι την ίδια στιγμή ένας τόπος συγκρότησης και μιας ιδεολογίας, που πολλές φορές μπορεί να ξεφύγει από τον έλεγχο της, αποκτώντας την δική της ζωή. Η ιδεολογία που γεννά το στρατόπεδο είναι εκείνη του «υπερασπιστή – πολεμιστή» που καλείται να βρίσκεται σε συνεχή εγρήγορση προκειμένου να προστατέψει μια φοβισμένη κοινωνία που περιμένει από αυτόν να την σώσει. Και αυτό μπορεί να γίνει μόνο με την εξαφάνιση του πρόσφυγα. Όπως και παλιά ο Εβραίος, έτσι σήμερα και ο πρόσφυγας εμφανίζεται ως εχθρός, ένας εχθρός οργανωμένος και κατευθυνόμενος, συμπαγής και συνεκτικός, ταυτόχρονα διάχυτος και πανταχού παρών. Και είναι το ίδιο συλλογικά ένοχος. Η παρουσία του σε ξένο έδαφος διαταράσσει τον φυσικό διαχωρισμό του κόσμου σε φυλές που η κάθε μια μένει (και πολεμά) στον τόπο της, δηλαδή τον ζωτικό της χώρο, τα χαρακτηριστικά του οποίου και φέρει. Η παραβίαση του συνόρου αυτού του χώρου συνιστά το υπέρτατο έγκλημα, καθώς οδηγεί στην ανάμιξη των φυλών και στο τέλος του πολιτισμού, όπου πολιτισμός το δικαίωμα του εδάφους. Το δικαίωμα στην ιδιοκτησία.
Και έτσι ο πρόσφυγας μετατρέπεται από θύμα σε θύτη. Ο ελεύθερος κόσμος δεν απειλείται πλέον από τον Μπολσεβίκο αλλά από τον κάτοικο του παγκόσμιου Νότου, που επιδιώκει και αυτός να αρπάξει τον πλούτο του. Η ύπαρξη του λοιπόν είναι όχι μονάχα παράλογη αλλά και καταστροφική. Και μόνο η εμφάνιση του θα πρέπει να προκαλεί καχυποψία και φόβο στον πληθυσμό. Καθότι πρόκειται για δύο ολοκληρωμένα περίκλειστα και διακριτά σύνολα, μεταξύ των προσφύγων και των «γηγενών» δεν υπάρχει πιθανότητα σύγκλισης, η προσέγγιση τους ποτέ δεν μπορεί να είναι ισότιμη, καθώς πάντα κάποιος από τους δύο θα επιχειρεί να εκμεταλλευτεί τον άλλον, θα ακολουθεί κάποιο ίδιον (και ύποπτο) συμφέρον. Κατά συνέπεια η δυνατότητα ένταξης του πρόσφυγα στο σώμα της κοινωνίας είναι αδύνατη. Και επειδή δεν διαθέτει την ικανότητα ένταξης στον πολιτισμό πρέπει να αντιμετωπιστεί με όλα τα μέσα της βαρβαρότητας, κάτι που νομιμοποιεί την ένταξη τέτοιων πρακτικών στην διαδικασία του πολιτισμού. Και καθότι βάρβαρος η ζωή του δεν έχει καμία αξία και δεν απολαμβάνει της προστασίας του νόμου. Η εξόντωση του είναι και νόμιμη και ηθική.
Καθότι «υπερασπιστές» η ιδεολογία των «πολεμιστών» χαρακτηρίζεται ως ανώτερη, γεννώντας μια νέα εθνικοφροσύνη γύρω από την οποία όλοι καλούνται να ενοποιηθούν προκειμένου να αντιμετωπιστεί η υπέρτατη απειλή και να διασφαλιστεί η επιβίωση του έθνους. Όσοι δεν συμφωνούν με το δόγμα αυτό δεν δικαιούνται πλέον να ομιλούν, η δημοκρατία γίνεται εχθρός και υπονομευτής του έθνους. Και με έναν φαινομενικά παράλογο τρόπο ο «πολεμιστής» βρίσκεται έτσι να υπερασπίζεται ταυτόχρονα το έδαφος, τη φυλή, αλλά και τις κατακτήσεις του γυναικείου κινήματος που απειλούνται από την μαντήλα.
Σε συνθήκες κοινωνικής και οικονομικής κρίσης, όπου το όραμα ενός καλύτερου μέλλοντος φαντάζει ουτοπικό και η επιστροφή στο παρελθόν είναι έτσι κι αλλιώς αδύνατη το μόνο που μένει για πολλούς είναι η εμμονική υπεράσπιση ενός παρόντος, που όμως μοιάζει να είναι όλο και περισσότερο έξω από τον έλεγχο τους. Σε έναν κόσμο ραγδαίων γεωπολιτικών αλλαγών και πολλαπλών κρίσεων, οπού για άλλη μια φορά σχήματα περί «παρακμής της Δύσεως» και «πόλεμου των πολιτισμών» φαντάζουν ξανά για πολλούς λογικά το καθήκον του συνοριοφύλακα της Ευρώπης όχι μόνο χαρίζει ένα αίσθημα ισχύος αλλά διασφαλίζει και την ένταξη στην λευκή φυλή. Επιπλέον η εμφάνιση κάποιου που μπορεί εύκολα να τοποθετηθεί χαμηλότερα στην κοινωνική ιεραρχία αποκρύπτει την κοινωνική καθοδικότητα των κοινωνικών στρωμάτων που γίνονται κοινωνοί της ιδεολογίας αυτής. Φυσικά σε κάθε τους στιγμή οι άνθρωποι αυτοί βρίσκονται πλήρως υποταγμένοι στο σχέδιο της εξουσίας, ακόμα και όταν φαινομενικά συγκρούονται με αυτήν, καθώς μέσα από αυτή την σύγκρουση η εξουσία μπορεί να εμφανίζεται ως η δύναμη της λογικής και της σύνεσης. Αυτό που μοιάζει να αγνοεί η να παραβλέπει η εξουσία είναι πως ο πειραματισμός με τις τεχνικές του σφαγείου πάντα μπορεί να αποκτήσει την δική της δυναμική με καταστροφικά αποτελέσματα, κάποιες φορές ακόμα και για την ίδια την εξουσία.