Αφορμή για τις γραμμές που ακολουθούν στάθηκε το ενδιαφέρον πράγματι επιστημονικό συνέδριο που διοργάνωσε η ΚΕ του ΚΚΕ στις 20 και 21 του Δεκέμβρη με θέμα ‘’ Η λογοτεχνία στα χρόνια της θύελλας 1940-1950’’.
Και πιο ειδικά η εισήγηση της Ελένης Μηλιαρονικολάκη, υπεύθυνης πολιτισμού της ΚΕ, με θέμα ‘’Τέχνη και ζωή’’ που άγγιξε με παραστατικό τρόπο πλευρές του καλλιτεχνικού έργου και των δημιουργών στα χρόνια εκείνα της μεγάλης αγρύπνιας.
Ένα απόσπασμα ειδικά από την εισήγησή της αναφέρεται στον πεζογράφο και αγωνιστή εκείνης της εποχής Σωτήρη Πατατζή που λέει τα εξής.
‘’ Θα είναι μεγάλη παράληψη αν δεν αποτίνουμε φόρο τιμής στον σημαντικότερο μάλλον εαμικό πεζογράφο εκείνων των χρόνων, τον Σωτήρη Πατατζή, που η συλλογή διηγημάτων του ‘’Ματωμένα χρόνια’’ βραβεύτηκε επάξια στον διαγωνισμό λογοτεχνίας του ΚΚΕ το 1946. Αναμφίβολα το έργο του διαθέτει όλα τα χαρακτηριστικά της γνήσιας και ταυτόχρονα επαναστατικής λογοτεχνίας. Άρτια μορφή διαλεκτικά δεμένη με βαθύ ιδεολογικό περιεχόμενο – που δεν αρκείται στην ανάδειξη των ταξικών αντιθέσεων – αλλά εκφράζει παράλληλα την αναγκαιότητα της σοσιαλιστικής κοινωνικής οργάνωσης.’’
Ίσως και να ‘ναι η πρώτη φορά, τουλάχιστον στα 50 μεταπολιτευτικά χρόνια, που αποτίνεται φόρος τιμής από το Κομμουνιστικό Κόμμα σ’ έναν δόκιμο πεζογράφο και αγωνιστή εκείνης της εποχής του οποίου η μετέπειτα λογοτεχνική πορεία δεν υπήρξε ευθύγραμμη και συνακόλουθη με τα εαμικά οράματα.
Και αυτό είναι σωστό και δόκιμο γιατί επουλώνει παλαιά τραύματα και ενοποιεί πιο αποτελεσματικά την τέχνη με τη ζωή. Και επιπλέον τα έργα που αναλύονται αποκτούν το βάρος που τους αναλογούν απελευθερωμένα από δικαιολογημένους συναισθηματισμούς και προσωπικές προτιμήσεις.
Η λογοτεχνική και προσωπική τροχιά του Σ. Πατατζή διαγράφει δυο ευδιάκριτες και αντίθετες πορείες. Τη στράτευση στην αρχή και την απόσυρση στη συνέχεια, την έντονη πολιτικοποίηση στην πρώτη φάση, τον εγκλεισμό και την ιδιώτευση στη δεύτερη. Ο θερμός ενστερνισμός των συλλογικών οραμάτων [ π.χ. ‘’Ματωμένα χρόνια’’ – 1946] σε αντίθεση με την ατομική υπαρξιακή αγωνία μετέπειτα [ π.χ. ‘’Στο Χάος’’ – 1980]
Ανάλογες τροχιές έχουν να επιδείξουν πολλοί σημαντικοί λογοτέχνες της γενιάς της Αντίστασης. Π.Χ. ο ύστερος Λειβαδίτης, ο ύστερος Κατσαρός, ο ύστερος Αναγνωστάκης, ο ύστερος Καρούζος, ο ύστερος Πατρίκιος, ο Χάκας και άλλοι διαγράφουν μια τροχιά εκκρεμές ιδεολογικού και υπαρξιακού χαρακτήρα.
Ακόμα και στο Γ. Ρίτσο, πλευρές της ‘’Τέταρτης Διάστασης’’ στοιχειώνουν από εγκλεισμό και μόνωση, από πληγές από αόρατες μάχες, από θελημένη στέρηση, από εκείνο το ψύχος της άρνησης.
Αυτά τα δυο σκέλη, η στράτευση από τη μια, η ύπαρξη από την άλλη είναι οι δυο όψεις του ίδιου νομίσματος που στον κάθε μελετητή και αναγνώστη παρέχουν το πλήρες περίγραμμα της συγγραφικής και προσωπικής τους αξίας.
Τα γνωρίσματα της επαναστατικότητας και διαλεκτικότητας που χαρακτηρίζουν τον Πατατζή στα ‘’Ματωμένα χρόνια’’ το 1946 καλύπτονται ή υποβιβάζονται στην περίπτωση της ‘’Μεθυσμένης πολιτείας’’ το 1948 και αντιστρέφονται στο οριακό ‘’Πένθιμο εμβατήριο’’ το 1978.
Η ‘’Μεθυσμένη πολιτεία’’ είναι έξοχα σαγηνευτική με τη γοητευτική ηρωίδα του έργου, εκείνη η θεατρίνα του μπουλουκιού που καταφτάνει στην επαρχιακή πόλη μαζί με το μπουλούκι στα χρόνια του μεσοπολέμου. Μια θεατρίνα δυναμίτης που θα φουντώσει τα πάθη, θα ξυπνήσει απωθημένα και θα αναστατώσει τους ανθρώπους της μικρής πολιτείας.
Μια λάμψη που θα φωτίσει τη φθορά, τη μοναξιά και τη λαχτάρα για ζωή. Μια λάμψη που θα σκορπίσει ερείπια χωρίς περιθώρια ανοικοδόμησης, μια αστραπή σαρκαστική και ονειρική που θα διχάσει την καθημερινή ζωή χωρίς έλεος.
Στο ‘’Πένθιμο εμβατήριο’’ η γοητεία του κειμένου παραμένει, αλλά η ιδεολογία και τα διακυβεύματα του αγώνα αντιστρέφονται. Η κυνηγημένη αντάρτικη ομάδα εκεί στα ριζά του Ταϋγέτου (κάτι ανάλογο με την ‘’Κάθοδο των 9’’ του Βαλτινού) μαστίζεται από εσωτερικό εμφύλιο. Αστυνόμευση και βία, αλληλοσπαραγμός και φράξιες σ’ έναν ανέλπιδο αγώνα επικράτησης. Και η ζωή των μαχητών πιόνια σε ένα παράλογο παιχνίδι. Τυχαίο αλήθεια που η ‘’ΕΣΤΙΑ’’ αυτό το βιβλίο το περιέλαβε με περισσή θέρμη;
Είναι πολλοί οι άνθρωποι της τέχνης που στα ‘’πέτρινα χρόνια’’, στα χρόνια της θύελλας στρατεύτηκαν με το έργο και τη στάση τους στην κοινή υπόθεση μα και αρκετοί όσοι στη συνέχεια αποστρατεύτηκαν σαλπίζοντας το πένθιμο εμβατήριο της συλλογικής ήττας και της προσωπικής τους οδύνης. Και αυτό δεν τους κάνει ούτε ξένους, ούτε αποδιοπομπαίους αλλά τους εντάσσει πιο ολοκληρωμένα στη συλλογική μνήμη και παρακαταθήκη και σε κάθε ιδιωτική βιβλιοθήκη.
Ο Σωτήρης Πατατζής παραμένει ‘’άγνωστος’’ στην Ελλάδα, εν αντιθέσει με το εξωτερικό που το έργο του διδάσκεται στα πανεπιστήμια δίπλα στον Γκαίτε, τον Ντίκενς, τον Τσέχωφ και τον Γκόρκι.
Ανήκει σ’ εκείνους τους ταλαντούχους ομότεχνούς του που ξόδεψαν χρόνο και αφιέρωσαν πολύτιμες ζωές για να ανοιχτούν δρόμοι στα χρόνια της θύελλας. Δρόμοι κακοτράχαλοι, ‘’αστρατήγητοι’’ ίσως, που κάποιοι έκλεισαν από εγκατάλειψη που όμως στις θαμμένες πέτρες τους ζωγραφίζονται ακόμα τα νωπά τους ίχνη.
Και καθόλου δε μειώνει τη λογοτεχνική τους αξία η μετέπειτα υπαρξιακή τους καταβύθιση κάτω από το βάρος της συλλογικής ήττας, της άργητας του νόμου και των κατατρεγμών της εξουσίας.
Αν κάτι διδάσκει η πένα του Πατατζή, πέρα από την αισθητική της αρτιότατα, είναι τούτο.
Δεν αρκεί η στοίχιση πίσω από λέξεις, εφημερίδες και μπροσούρες.
Δεν αρκούν οι γραμμές των συνεδριάσεων.
Δεν αρκούν οι ρόλοι του θεατή και του ψηφοφόρου, προκειμένου να περπατήσει το συλλογικό όραμα. Γιατί τότε το επαγγελλόμενο μέλλον κινδυνεύει να προσαράξει σ’ ένα παρόν όλο χρέη που θα αναγκαστεί να εκποιήσει αυτό το μέλλον χάριν της συγκαιρινής επιβίωσης, όπως η πρόσφατη ιστορία έχει δείξει.
Ο Πατατζής είναι ένα τραύμα γοητευτικό, ένα δικό μας σωματοποιημένο τραύμα. Αξίζει κάθε φορά στα δύσκολα να το ψηλαφίζουμε. Θα εξακολουθεί να ζει στα ‘’Εαμικά Νέα’’, εκεί που τα κείμενά του τα τυπωμένα σε ξύλινο πολύγραφο τα μοίραζαν μικρά Αετόπουλα έξω από σχολειά και εκκλησιές.
Ανήκει στη δρακογενιά των πατεράδων μας και όπως γράφει ο ίδιος στα ‘’Ματωμένα χρόνια’’, ‘’ Δεν είμαστε γεννημένοι ήρωες, οι συνθήκες ήταν εκείνες που μας έσπρωχναν στον ηρωισμό και την αυτοθυσία ‘’.